Πόσους τουρίστες αντέχει τελικά η Ελλάδα;
Πόσους τουρίστες αντέχει τελικά η Ελλάδα;
Αλήθεια, με πόσους τουρίστες που θα έρχονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα θα είμαστε ευχαριστημένοι; Σε αυτό το ερώτημα δεν υπάρχει μία (μόνο) απάντηση. Αν ρωτήσεις τους ξενοδόχους και εν γένει τους επιχειρηματίες του τουρισμού θα σου πουν «sky is the limit», αν ρωτήσεις τους μόνιμους κατοίκους των νησιών (σ.σ.: αν και δύσκολα θα συναντήσεις άνθρωπο να μην έχει κάποια οικονομική σχέση με τον τουρισμό) θα πουν «δεν αντέχουμε άλλο, ο υπερτουρισμός μας καταστρέφει» και όλα όσα συνοδεύουν μια συζήτηση του καλοκαιριού όπως «πόσα καράβια έπιασαν λιμάνι σήμερα», «πόσοι κατέβηκαν», «πόσο χρεώνουν τις ξαπλώστρες» κ.λπ.
Αν ρωτήσεις, δε, τους αρμόδιους υπουργούς (Οικονομικών, Τουρισμού, Ναυτιλίας κ.ά.), αυτό που τους ενδιαφέρει είναι η τάση. Βλέπουν και συζητούν να νούμερα (δηλαδή τους αριθμούς), τα ρεκόρ των αφίξεων και τις πληρότητες των μεγάλων τουριστικών προορισμών από μήνα σε μήνα, από χρόνο σε χρόνο… Συμπεριφέρονται λες και η ζωή των κατοίκων (και των τουριστών) είναι μια δημοσκόπηση.
Εν τω μεταξύ, εφέτος θα έρθουν στην Ελλάδα περισσότεροι από 40 εκατομμύρια τουρίστες (!) και θα ξοδέψουν πάνω από 20 δισ. ευρώ (μέχρι και τον Ιούλιο είχαν αφήσει στη χώρα 12 δισ. ευρώ). Και φυσικά, όλα αυτά μας κάνουν να αισθανόμαστε… πλούσιοι.
Μέχρι πότε όμως; Μέχρι τη στιγμή που κάποιος θα αναζητήσει σπίτι στο κέντρο για να μείνει ο ίδιος ή το παιδί του που πέρασε στο πανεπιστήμιο, μέχρι την ημέρα που δάσκαλοι, καθηγητές και γιατροί θα διοριστούν σε κάποιο νησί και θα πρέπει να μείνουν στο κάμπινγκ ή ακόμη και στο ΙΧ (συνέβη κι αυτό) μέχρι να φύγουν οι τουρίστες και να αδειάσουν τα σπίτια.
Μέχρι την ημέρα που ο δήμος, η τοπική δημοτική επιχείρηση ύδρευσης και αποχέτευσης, θα ανεβάσει (διπλασιάσει, τριπλασιάσει) την τιμή στο νερό, γιατί λείπει από το νησί λόγω υπερτουρισμού, και θα πρέπει να αγοράσει και νέες μονάδες αφαλάτωσης. Πόσο θα δουλεύουν όμως αυτές; Τέσσερις μήνες το πολύ και μετά θα σβήνουν και απλά θα συντηρούνται… Ολα αυτά έχουν κόστος
Παρά τις τόσες μελέτες για τον τουρισμό, ούτε η Τράπεζα της Ελλάδος, ούτε το ΙΟΒΕ, ούτε τα πανεπιστήμια έχουν προσεγγίσει το μεγάλο ζήτημα «πόσο στοιχίζει στην Ελλάδα» το κόστος των υποδομών (ενέργεια, ύδρευση, οδικό δίκτυο, λιμάνια κ.λπ.) που έγιναν για να εξυπηρετούν τον μεγάλο αριθμό των τουριστών, ο οποίος αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο τα καλοκαίρια, αλλά δεν εξυπηρετούν καμία ανάγκη όλο τον υπόλοιπο χρόνο.
Σε μια επιχείρηση το κόστος αυτό θα μπορούσε να μετρηθεί ως «αργούν παραγωγικό δυναμικό» ή (για τη συζήτηση) θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως «αργούν ενεργητικό». Και πολύ δύσκολα ένας επιχειρηματίας θα έκανε νέες επενδύσεις σε μηχανές και υποδομές, αν δεν είχε εξασφαλίσει τη λειτουργία τους και την απόδοσή τους για το μέγιστο της παραγωγικής τους δυνατότητας.
Τι πρέπει, λοιπόν, να γίνει;
Η απάντηση και πάλι δεν είναι εύκολη, καθώς στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ένας «ιδανικός» αριθμός τουριστών ανά χώρα: η βέλτιστη τουριστική ανάπτυξη εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως η βιωσιμότητα, η χωρητικότητα, οι πολιτιστικές επιπτώσεις και η εμπειρία των κατοίκων και των ίδιων των τουριστών.
Η Βαρκελώνη εκπέμπει SOS
Αυτό το καλοκαίρι ζήσαμε πολλά. Μεγάλες διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν στην Ισπανία (ξεκίνησαν από τη Βαρκελώνη), στην Ιταλία (με ένταση στη Βενετία), ακόμη και στην Πορτογαλία, καθώς ολοένα και περισσότεροι κάτοικοι δημοφιλών τουριστικών προορισμών της νότιας Ευρώπης ζητούν περιορισμούς στον μαζικό τουρισμό, ο οποίος –όπως λένε– εκτοπίζει τους ντόπιους, ανεβάζει το κόστος ζωής και μετατρέπει τα ιστορικά κέντρα σε «μη κατοικήσιμες ζώνες».

Στην καρδιά της κινητοποίησης βρέθηκε η Βαρκελώνη, με διαδηλωτές να φωνάζουν «οι διακοπές σας, η δυστυχία μου» και να κρατούν πανό με συνθήματα όπως «ο μαζικός τουρισμός σκοτώνει την πόλη» και «η απληστία τους μας καταστρέφει».
Ο δείκτης τουρίστες ανά κάτοικο
Τα στοιχεία (2023) του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού του ΟΗΕ UN Tourism δείχνουν ότι η Γαλλία ήταν και παραμένει ο πιο δημοφιλής προορισμός, με 100 εκατομμύρια «διεθνείς τουριστικές αφίξεις».
Ο μεγάλος αριθμός παραθεριστών οφείλεται κυρίως στο Παρίσι, ενώ στην πρώτη δεκάδα της έκθεσης του ΟΗΕ ακολουθούν η Ισπανία (85,2 εκατ.), οι ΗΠΑ (70 εκατ.), η Ιταλία (66,5 εκατ.), η Ιταλία (57,5 εκατ.) και η Τουρκία (55 εκατ.).
Στην Ελλάδα, η οποία ήδη έχει ανέβει στην κατάταξη των πιο δημοφιλών τουριστικών προορισμών, η αναλογία είναι τέσσερις τουρίστες ανά κάτοικο, όταν στην Ισπανία αντιστοιχούν 1,8 τουρίστες ανά κάτοικο, στη Γαλλία 1,5 και στην Ιταλία η αναλογία τουριστών – κατοίκων είναι στην ουσία 1 προς 1.
Ομως, ακόμη και αυτός ο δείκτης δεν φανερώνει την πραγματική εικόνα, δηλαδή το πρόβλημα του υπερτουρισμού, αφού δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει ισοκατανομή τουριστών στις περιφέρειες μιας χώρας.
Το παράδειγμα της Σαντορίνης
Ας πάμε για παράδειγμα στη Σαντορίνη, όπου ζουν μόνιμα περίπου 25.000 κάτοικοι (ο αριθμός αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια από εργαζόμενους που εγκαταστάθηκαν στο νησί), οι οποίοι φτάνουν τις 100.000 τα καλοκαίρια λόγω εποχικής απασχόλησης χιλιάδων εργαζομένων. Οι αριθμοί τρελαίνουν.
Ο αριθμός των τουριστών ξεπερνά τα τρία εκατομμύρια, καθώς σε αυτούς προστίθενται και 2,1 εκατομμύρια ημερήσιοι επισκέπτες από κρουαζιέρες. Η αναλογία, λοιπόν, κατοίκων προς τουρίστες ξεπερνά τους 30 (!) τουρίστες ανά κάτοικο, καθιστώντας το νησί σχεδόν αβίωτο.

Αυτό αποτυπώθηκε εφέτος στις εικόνες από το μποτιλιάρισμα στο Φυροστεφάνι και στην Οία. Ο τεράστιος αριθμός ανθρώπων σε έναν τόσο μικρό χώρο έκανε βασανιστική για πολλούς την προσπάθεια να βγάλουν μια φωτογραφία με φόντο το ηλιοβασίλεμα.
Εξετάζοντας όμως έναν άλλο δείκτη, ίσως πιο ρεαλιστικό, τον αριθμό των διανυκτερεύσεων –αντί του αριθμού των παραθεριστών–, η αναλογία μόνιμων κατοίκων και τουριστών στο Νότιο Αιγαίο είναι η υψηλότερη στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Πριν από δύο χρόνια σε νησιά όπως η Σαντορίνη και η Μύκονος καταγράφηκαν κατά μέσο όρο 110 διανυκτερεύσεις ανά κάτοικο.
Ποιοι υποφέρουν
Βέβαια, υψηλά ποσοστά τουριστών καταγράφονται σε όλες τις νησιωτικές χώρες με σχετικά μικρό πληθυσμό, όπως η Μάλτα, η Κύπρος, ή ηπειρωτικές μεν αλλά πολύ μικρές χώρες, όπως το Μονακό, η Ανδόρα, ο Αγιος Μαρίνος, το Λιχτενστάιν και το Βατικανό. Ποια ευρωπαϊκή πόλη συγκεντρώνει, όμως, τους περισσότερους επισκέπτες; Η γερμανική πύλη κράτησης ενοικιαζόμενων καταλυμάτων διακοπών Holidu συνέκρινε τον αριθμό των τουριστικών αφίξεων με τον αριθμό των κατοίκων.
Η ευρωπαϊκή πόλη που «ξεχειλίζει» από τουρίστες είναι το Ντουμπρόβνικ, με 27 τουρίστες ανά κάτοικο. Στη λίστα βρίσκονται ακόμη η πόλη της Ρόδου (26), η Βενετία (21), το Ηράκλειο (18) και η Φλωρεντία (14). Το Ρέικιαβικ και το Αμστερνταμ υποδέχτηκαν από 12 τουρίστες ανά κάτοικο, 11 η Λισαβόνα και το Πόρτο, 9 η Αθήνα και το Δουβλίνο, 7 το Παρίσι, η Νίκαια και η βελγική Μπριζ.
Η «ιδανική» τουριστική ανάπτυξη είναι μια δύσκολη εξίσωση. Και κανένας, απ’ ό,τι φαίνεται, στον χώρο του τουρισμού δεν την έχει ακόμη λύσει. Το βέβαιο είναι ότι η αύξηση τουρισμού οδηγεί σε εξάντληση των φυσικών πόρων, αύξηση της ρύπανσης και επιβάρυνση των υποδομών – που, ειδικά στη νησιωτική Ελλάδα, χρησιμοποιούνται και αποδίδουν κέρδη μόνο τέσσερις μήνες τον χρόνο, ακόμη και σε αυξημένο πληθωρισμό.
Ποιον απασχολούν, όμως, όλα αυτά; Μήπως ήρθε η ώρα να τα συζητήσουμε;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
