Απολιθωμένα Δάση και νοοτροπίες…
Απολιθωμένα Δάση και νοοτροπίες…
Είναι 7 μ.μ. και ο ήλιος γέρνει προς τη Δύση του. Η καλύτερη ώρα για να τη δεις από το Κάστρο του Μόλυβου (Μήθυμνα) της Λέσβου. Η καλύτερη ώρα για να δεις και το Κάστρο, τη σφαίρα σε αυτό το πανέμορφο στέμμα, έργο της φύσης και των ανθρώπων στα καλύτερά τους. Μια ώρα περιθώριο, άλλωστε, σου δίνει το ωράριο, αναρτημένο από τους αρμόδιους για τη λειτουργία του Κάστρου και στις σχετικές πληροφορίες στο Google (εκεί, δηλαδή, όπου ανατρέχουμε οι περισσότεροι, βλ. φωτογραφία κάτω).

Αμ δε! Καθώς πλησιάζεις από τον πέτρινο διάδρομο, ακούς εκείνους που έρχονται από την αντίθετη κατεύθυνση και σε προϊδεάζουν: «Μα, είναι δυνατόν να κλείνει από το μεσημέρι;». Και το ακούς σε διάφορες γλώσσες – δεν γνωρίζω τουρκικά, αλλά δεν χρειάζεται να γνωρίζεις για να καταλάβεις την απογοήτευση στα λόγια και την έκφραση των επισκεπτών.
Πράγματι, βρίσκεις την είσοδο κλειδαμπαρωμένη και την επιγραφή που σε πληροφορεί ότι το Κάστρο είναι ανοιχτό κάθε μέρα από τις 8:30 έως τις 15:30, εκτός από τις Τρίτες που «ξεκουράζεται» (βλ. φωτογραφία κάτω). Για να αντιληφθούμε τον παραλογισμό, αυτό είναι και το χειμερινό ωράριο…

Το καταπίνεις, κάνεις μια βόλτα γύρω από τα εξωτερικά τείχη, βγάζεις μερικές φωτογραφίες και μένεις να αναρωτιέσαι και εσύ: είναι δυνατόν, στην καρδιά της τουριστικής σεζόν, στο πιο προβεβλημένο σημείο του νησιού, στις πιο ζεστές μέρες του καλοκαιριού, να λες του επισκέπτη «έλα ντάλα μεσημέρι να ψηθείς, αλλά μην έρχεσαι αργότερα γιατί κλείνουμε;». Άντε τώρα να το εξηγείς στους ξένους, πολλοί από τους οποίους έχουν κάνει τη διαδρομή μέσα από τον οικισμό του Μόλυβου και έχουν ανέβει εκατοντάδες σκαλιά, έχοντας και τη βεβαιότητα (μέσω google maps) ότι το Κάστρο είναι ανοιχτό.
«Αφού και έτσι, οι τουρίστες έρχονται», απαντάει στο ερώτημα που του θέτουμε ο άνθρωπος που μας υποδέχεται στο Πάρκο του Απολιθωμένου Δάσους, στο Σίγρι, το οποίο λειτουργεί έως τις 4μμ. Είναι γύρω στη 1 το μεσημέρι, το μελτέμι ίσα που σου επιτρέπει να αντέξεις τη ζέστη κάτω από το φαρδύ καπέλο, αλλά δύσκολα σε βοηθάει να καταπιείς και το «επιχείρημα» που μόλις έχεις ακούσει. «Σκεφτήκατε πόσοι περισσότεροι θα έρχονταν αν κλείνατε το μεσημέρι και ανοίγατε το απόγευμα;», ρωτάμε. «Και πώς θα πηγαινοέρχομαι σπίτι μου, είναι μια ώρα από εδώ», απαντάει, λες και το παγκόσμιας φήμης και υψηλής φυσικής, επιστημονικής και τουριστικής αξίας Πάρκο της Λέσβου εξαρτάται από τη δική του παρουσία και μόνο. Σκέφτεσαι ότι, τελικά, μάλλον έτσι θα είναι και για αυτό σίγουρα δεν έχει ευθύνη εκείνος. Όπως και για το ότι δεν μπορείς επί τόπου να εκδώσεις εισιτήρια, παρά μόνο on line, όπως σε πληροφορεί η σχετική σήμανση και ένα qr code που «κρέμεται» στην είσοδο. «Πηγαίνετε λίγο πιο πάνω γιατί δεν έχει δίκτυο εδώ», μας ενημερώνει ευγενικά, καθώς βλέπει την προσπάθειά μας να σκοντάφτει στην τεχνολογία.
Με τα πολλά μπήκαμε στο Πάρκο, χωρίς ίντερνετ και χωρίς καμία πληροφορία ή βοήθεια, αφού σήμανση στα εκθέματα δεν υπάρχει (βλ. φωτογραφία κάτω) και ένα και μοναδικό φυλλάδιο στην είσοδο, μας είπαν ότι θα το παίρναμε στην… έξοδο!

Τυχεροί, σκέφτομαι, όσοι μέσα στις διακοπές τους μένουν κάπου κοντά ή ξυπνάνε χαράματα για να προλάβουν την ξενάγηση που κάνει ειδικός επιστήμονας στις 10 κάθε πρωί. Άτυχοι (ή… τεμπέληδες) όλοι οι άλλοι. Άτυχοι και όσοι αναζητούν, καταμεσήμερο, μια σκιά στο πιο εντυπωσιακό από τα απολιθωμένα εκθέματα, που βρίσκεται στο πιο απομακρυσμένο σημείο του Πάρκου – στο καλαίσθητο κιόσκι που έχει κατασκευαστεί ακριβώς δίπλα, δεν μπορείς να καθίσεις, γιατί τα παγκάκια του είναι λερωμένα από περιττώματα πτηνών (βλ. φωτογραφία κάτω)…

Απογοητευμένοι από την έλλειψη φροντίδας σε έναν παγκόσμιο θησαυρό, εξέχον μέλος του δικτύου γεωπάρκων της UNESCO, κινήσαμε για το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου. Είναι δεν είναι 10 λεπτά απόσταση με το αυτοκίνητο από το κυρίως Πάρκο (υπάρχουν άλλα δύο πάρκα, που δυστυχώς δεν προλάβαμε να επισκεφτούμε, λόγω ωραρίου και μποφόρ – το ένα, της Νησιώπης, είναι υποθαλάσσιο). Αλλά με το που εισέρχεσαι στο Μουσείο, αισθάνεσαι ότι η απόσταση από το Πάρκο είναι… αιώνες!
«Α, τώρα που είστε τέσσερις, ελάτε στην αίθουσα προβολών να σας κάνω μια σύντομη παρουσίαση», μας προσκαλεί με ένα υπέροχο χαμόγελο η νεαρή με την κονκάρδα «εθελοντής του μουσείου» στο πέτο του πουκαμίσου της. Αδύνατο να αρνηθείς, θα ήταν και βλακώδες, όπως καταλάβαμε λίγα λεπτά μετά, όταν η παρουσίαση ολοκληρώθηκε ενώπιον περίπου 20 επισκεπτών – τώρα, ναι, μπορούσαμε να περιηγηθούμε στο Μουσείο σχεδόν «έτοιμοι» να το καταλάβουμε, να το νιώσουμε, να το χαρούμε.
Ένας άλλος νεαρός μας υποδέχεται στην πρώτη αίθουσα και μας εξηγεί χαμηλόφωνα αλλά καθαρά, τι θα δούμε και πού. «Ό,τι χρειαστείτε, είμαι στη διάθεσή σας», καταλήγει, καθώς ξεκινάμε την περιήγηση στο Μουσείο.
Και τι Μουσείο! Ο σχεδιασμός. Η αισθητική. Η καθαριότητα. Η σήμανση. Τα εκθέματα. Τα σύγχρονα έργα τέχνης, εμπνευσμένα από τα απολιθώματα. Τα παιδικά εργαστήρια. Η αίθουσα προσομοίωσης σεισμού όπου μπορείς να εκπαιδευτείς. Το αναψυκτήριο με τα εκλεκτά ντόπια προϊόντα. Κυρίως, όμως, οι άνθρωποι…
Γιατί αυτό είναι, τελικά, ένας χώρος, οι άνθρωποί του. Πέρα από ωράρια, πέρα από «ελλείψεις προσωπικού» και άλλες πατροπαράδοτες αγκυλώσεις του Δημοσίου, πέρα από κυρίαρχες αντιλήψεις, πέρα ακόμη και από τα εντυπωσιακά απολιθώματα και τη δουλειά δεκαετιών για την εύρεση και ανάδειξή τους, αυτό που τελικά κρατάμε είναι οι άνθρωποι που γνωρίσαμε: η χαμογελαστή δασολόγος με τη χαρακτηριστική ντοπιολαλιά και το επικοινωνιακό χάρισμα (που προφανώς βασίζεται στο μεράκι για γνώση και ανάπτυξη πέρα από την εδικότητά της), ο χαμηλόφωνος οδηγός (φοιτητής;) με τη διακριτική παρουσία, οι καλοσυνάτες κυρίες στο καφέ, όσες και όσοι κρατάνε τον χώρο σύγχρονο, καθαρό, ζωντανό, ανοιχτό και μετά τις 3:30μμ, τις 4μμ ή τις 5 μμ, όταν το λουκέτο και η πινακίδα θα μας θυμίσουν ότι οι απολιθωμένες νοοτροπίες είναι εδώ και πρέπει να συνεχίσουμε να τις εκθέτουμε και να τις πολεμάμε. Γιατί μόνο έτσι ίσως κάποτε τις βάλουμε και αυτές σε ένα μουσείο…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
