Είναι τελικά ο Τραμπ πραγματικός δικτάτορας;
Είναι τελικά ο Τραμπ πραγματικός δικτάτορας;
Μιλώντας στο Οβάλ Γραφείο αυτή την εβδομάδα, ο Ντόναλντ Τραμπ θέλησε να διευκρινίσει κάτι. «Δεν είμαι δικτάτορας. Δεν μου αρέσουν οι δικτάτορες», είπε ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Η δήλωση, όμως, ήρθε εβδομάδες αφότου ανέπτυξε ένοπλους στρατιώτες και στρατιωτικά οχήματα τους δρόμους της Ουάσινγκτον, ισχυριζόμενος, παρά τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ανάπτυξη της Εθνοφρουράς ήταν απαραίτητη για τον έλεγχο της εγκληματικότητας.
Τα σχόλια του αμερικανού προέδρου ακολούθησαν την απόφασή του –ή τις απειλές του– για παρακράτηση επιδοτήσεων ύψους δισεκατομμυρίων δολαρίων από πανεπιστήμια, καθώς και την εμφανώς πολιτικά υποκινούμενη έφοδο του FBI στην κατοικία του Τζον Μπόλτον, εξέχοντος επικριτή του Τραμπ και μέλους της πρώτης του κυβέρνησης, όπως επισημαίνει ανάλυση του Guardian.
Ο πρόεδρος έχει επίσης στοχοποιήσει δικηγορικά γραφεία που έχουν καταθέσει αγωγές στις οποίες αντιτίθεται, ενώ η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών του ερευνά κάθε μεγάλο ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο εκτός του φιλοτραμπικού Fox News. Εχει, δε, μηνύσει ειδησεογραφικά κανάλια για επικριτική κάλυψη και έχει απολύσει την κορυφαία στατιστικολόγο εργασίας της κυβέρνησης επειδή δημοσίευσε στοιχεία για την απασχόληση που δεν του άρεσαν.
Ο Τραμπ απειλεί τους Δημοκρατικούς αντιπάλους του με διώξεις και έχει απαιτήσει να διερευνηθεί ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα για εσχάτη προδοσία. Παράλληλα με όλα αυτά, η οικογένεια του προέδρου έχει φαινομενικά κερδίσει εκατομμύρια δολάρια από την προεδρία του. Τίποτε από τα προαναφερθέντα δεν συνάδει με τη συμπεριφορά ενός δημοκρατικού ηγέτη.
Κοινωνιολόγοι που ειδικεύονται σε αυταρχικά καθεστώτα δηλώνουν απερίφραστα στον Guardian ότι ο Τραμπ συμπεριφέρεται ως δικτάτορας. Οσοι από αυτούς τους πανεπιστημιακούς είχαν αναστολές για τη χρήση του όρου, δεν διστάζουν πλέον – ειδικά μετά την κινητοποίηση της Εθνοφρουράς και τις ενδείξεις ότι σχεδιάζει να αντιμετωπίσει κάθε αντίσταση στις πολιτικές του με χρήση βίας.
Ενθαρρυμένος από ένα Ρεπουμπλικανικό κόμμα που του επιτρέπει κάθε είδους αυθαιρεσία, ο Τραμπ απειλεί τώρα να στείλει στρατεύματα σε πόλεις που διοικούνται από Δημοκρατικούς κυβερνήτες, όπως το Σικάγο, η Βαλτιμόρη, το Σαν Φρανσίσκο και η Νέα Υόρκη, προκαλώντας δημόσια κατακραυγή, διαδηλώσεις και κατηγορίες για κατάχρηση εξουσίας. Οι αναλυτές φοβούνται ότι κάθε αντίσταση στους δρόμους θα καταστέλλεται πλέον με χρήση βίας.
Οι περισσότεροι σύγχρονοι δικτάτορες προσπαθούν να κρύψουν τις φιλοδοξίες τους – ο Πούτιν, ο Ορμπαν, ο Ερντογάν επιχειρούν δημοσίως να αποφύγουν την ταμπέλα του «δικτάτορα». Δεν ακολουθούν τις τακτικές του Χίτλερ, με τις μεγάλες στρατιωτικές παρελάσεις, τις αφίσες τους σε δημόσια κτίρια και τους στρατιωτικούς χαιρετισμούς. Ο Τραμπ, από την άλλη, δεν διαθέτει τέτοιες αναστολές.
Μόλις αυτή την εβδομάδα, ένα γιγάντιο πανό κρεμάστηκε στο κτίριο του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ, που δείχνει τον Τραμπ να αγναντεύει την Ουάσινγκτον πάνω από το σύνθημα «Πρώτα οι Αμερικανοί Εργαζόμενοι». Στα γενέθλιά του, που συνέπεσαν με την 250ή επέτειο από τον σχηματισμό του αμερικανικού στρατού, οργάνωσε στρατιωτική παρέλαση στην πρωτεύουσα και εμφανίστηκε εξοργισμένος που τα στρατεύματα δεν φαίνονταν αρκετά «απειλητικά».
Στη διάρκεια της πρώτης του θητείας, ενώ εξαπέλυε επιθέσεις στις πολιτικές νόρμες, το βιβλίο «Πώς Πεθαίνουν οι Δημοκρατίες», που εξέταζε την κατάρρευση των δημοκρατιών σε ολόκληρο τον πλανήτη, έγινε μπεστ σέλερ. Ο Στίβεν Λεβίτσκι, συν-συγγραφέας του βιβλίου και πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ισχυρίζεται πως, αν και ο Τραμπ έχει τη νοοτροπία «κλασικού αδύναμου δικτάτορα», δεν έχει καταφέρει να γίνει ακόμα, παρά τις αυταρχικές του διαθέσεις.
Παρά τη δήλωσή του ότι δεν είναι δικτάτορας, ο αμερικανός πρόεδρος ισχυρίστηκε την περασμένη εβδομάδα ότι «πολλοί άνθρωποι λένε ότι θα ήθελαν έναν δικτάτορα», χωρίς να αποσαφηνίσει σε ποιους αναφερόταν. Αυτή την εβδομάδα έδωσε περαιτέρω διευκρινίσεις. «Λένε ότι είμαι δικτάτορας, αλλά απλώς σταματώ την εγκληματικότητα. Οπότε πολλοί λένε “αν ισχύει αυτό, προτιμώ να έχω δικτατορία”», ανέφερε κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου του.
Η Ιστορία δείχνει ότι αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ φλερτάρουν με τον αυταρχισμό. Στη δεκαετία του 1930 το ένα τρίτο των Αμερικανών άκουγε τη ραδιοφωνική εκπομπή του καθολικού ιερέα Τσαρλς Κάφλιν, του οποίου οι αντισημιτικές εκπομπές επαινούσαν προσωπικότητες όπως ο Μπενίτο Μουσολίνι.
Οι ρατσιστικοί νόμοι με την κωδική ονομασία «Τζιμ Κρόου» επέτρεψαν τη διαιώνιση της επιβολής φυλετικών διαχωρισμών για έναν αιώνα, από το τέλος του εμφυλίου πολέμου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960, ενώ μια δεκαετία νωρίτερα ο μακαρθισμός επέβαλε ένα «κυνήγι μαγισσών» εναντίον των αμερικανών κομμουνιστών – μια περίοδος γνωστή ως «Κόκκινος Τρόμος».
Οι κοινωνιολόγοι επισημαίνουν στον Guardian ότι σε πολλές περιόδους της αμερικανικής Ιστορίας ένα ποσοστό 25%-30% του εκλογικού σώματος είχε αυταρχικές τάσεις – κάτι που ισχύει και στις μέρες μας, σε ένα μεγάλο τμήμα των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων. Τονίζουν όμως ότι τόσο ξεκάθαρη μερίδα του εκλογικού σώματος υπέρ του «θεατρινίστικου αυταρχισμού» του Τραμπ δεν έχει εμφανιστεί από τη δεκαετία του 1930 – και όχι στις ΗΠΑ, αλλά στην Ευρώπη.
Τα περισσότερα αυταρχικά καθεστώτα του 21ου αιώνα, όπως η Βενεζουέλα του Μαδούρο, η Ουγγαρία του Ορμπαν και η Τουρκία του επί σχεδόν 25 χρόνια προέδρου Ερντογάν, εδραίωσαν την εξουσία τους μέσω καταστολής των μέσων ενημέρωσης και ποινικών διώξεων εναντίον προσωπικοτήτων της αντιπολίτευσης. Πρόκειται για μορφές αυταρχισμού με εκτεταμένη κατάχρηση εξουσία, που εξισορροπούν μεταξύ δημοκρατίας τύπου μπανανίας και δικτατορίας.
Ο Τραμπ τεστάρει τις αντοχές του δημοκρατικού πολιτεύματος «ξεχειλώνοντας» τα όρια των εξουσιών του και χρησιμοποιώντας διευρυμένες ερμηνείες των δικαιωμάτων της προεδρικής εξουσίας του για να επιβάλει μέτρα για τη μετανάστευση και τους δασμούς – ενώ τελευταία επιχειρεί να χειραγωγήσει, αλλά και να υπονομεύσει, ακόμα και τη διαφάνεια των επερχόμενων εκλογών για το Κογκρέσο.
Είτε τα καταφέρει είτε όχι, η συστηματική κατάχρηση εξουσίας που ασκεί ο Τραμπ τους τελευταίους επτά μήνες, με παραβιάσεις των νόμων και των πολιτικών δικαιωμάτων των Αμερικανών, είναι πλέον τόσο διαδεδομένη ώστε απειλεί τις εκτελεστικές και εκλογικές δυνατότητες των Δημοκρατικών. Υπό αυτό το πρίσμα, καταλήγει ο Guardian, η κατάσταση στις ΗΠΑ από τις αρχές της χρονιάς δεν συνάδει απόλυτα με μια «υγιή δημοκρατία».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
