889
Ο Κάρλο Αντσελότι είναι έτοιμος για νέες περιπέτειες... | REUTERS/Juan Medina

Το βραζιλιάνικο κοκτέιλ του «Ντον Κάρλο» Αντσελότι

Sportscaster Sportscaster 13 Μαΐου 2025, 15:34
Ο Κάρλο Αντσελότι είναι έτοιμος για νέες περιπέτειες...
|REUTERS/Juan Medina

Το βραζιλιάνικο κοκτέιλ του «Ντον Κάρλο» Αντσελότι

Sportscaster Sportscaster 13 Μαΐου 2025, 15:34

Η συμφωνία, αν και αναμενόμενη, προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση. Το γιατί, το εξήγησε τη Δευτέρα με δυο κουβέντες ο πρόεδρος της βραζιλιάνικης ομοσπονδίας ποδοσφαίρου, Εντνάλντο Ροντρίγκες, αμέσως μετά την επίσημη ανακοίνωση της πρόσληψης του Κάρλο Αντσελότι: «Η μεγαλύτερη εθνική ομάδα στην ιστορία του σπορ θα έχει, πλέον, στο τιμόνι της τον πιο πολυνίκη προπονητή στον πλανήτη. Η επιλογή αυτή αποτελεί μια δήλωση προς όλο τον κόσμο ότι είμαστε αποφασισμένοι να επιστρέψουμε στην κορυφή».

Ο οσονούπω 66χρονος Ιταλός θα είναι ο πιο ακριβοπληρωμένος ομοσπονδιακός τεχνικός στα χρονικά του ποδοσφαίρου. Οπως έγραψε η Telegraph, υπέγραψε συμβόλαιο 14 μηνών (έως τη λήξη του Μουντιάλ 2026) με αποδοχές που ξεπερνούν τα 9,5 εκατομμύρια ευρώ. Θα είναι, ουσιαστικά, και ο πρώτος μη Βραζιλιάνος που θα κοουτσάρει την εθνική Βραζιλίας. Οι άλλοι τρεις που κάθισαν στον πάγκο της τον περασμένο αιώνα ήταν περαστικοί, σημειώνει το BBC Sport: ο Ουρουγουανός Ραμόν Πλατέρο σε τέσσερα παιχνίδια της (1925), ο Πορτογάλος Ζορέκα σε δύο (1944) και ο Αργεντινός Φίλπο Νούνιες σε ένα (1965).

Οι Βραζιλιάνοι δεν εμπιστεύονταν το καμάρι τους σε ξένους. Γιατί, όπως είπε κάποτε ο Ριβάλντο, «η Σελεσάο είναι δική μας και δεν μπορούμε να την παραδώσουμε σε κάποιον που στις φλέβες του δεν τρέχει βραζιλιάνικο αίμα». Το ίδιο συνέβαινε, μέχρι πρότινος, και με τους συλλόγους της χώρας. Μέχρι τη στιγμή που ο Πορτογάλος, Ζόρζε Ζεσούς, ανέλαβε τη Φλαμένγκο (2019) και την οδήγησε στην κατάκτηση της βραζιλιάνικης λίγκας και του Κόπα Λιμπερταδόρες, σε μια από τις πιο ένδοξες σεζόν της ιστορίας της.

Τις δύο τελευταίες δεκαετίες η εθνική ομάδα της Βραζιλίας έχει χάσει τη λάμψη της. Αν και κέρδισε δύο τρόπαια στο Κόπα Αμέρικα, το 2007 και το 2019, στα Παγκόσμια Κύπελλα, που αποτελούν το απόλυτο μέτρο της επιτυχίας, ήταν απογοητευτική. Κατέκτησε το χρυσό αγαλματίδιο για τελευταία φορά το 2002. Εκτοτε, έχει γευθεί πολλές πίκρες. Την πιο ταπεινωτική της στιγμή τη βίωσε στο «δικό της» Μουντιάλ, το 2014, όταν στα ημιτελικά η Γερμανία τη συνέτριψε με 7-1.

Από το 2002 κι έπειτα, όλοι οι αποκλεισμοί της σε νοκ-άουτ παιχνίδια σημειώθηκαν απέναντι σε ευρωπαϊκές ομάδες, τονίζει το BBC Sport. Η ιδέα να προσλάβουν έναν τεχνικό από την Ευρώπη τριγυρνούσε εδώ και αρκετό καιρό στο μυαλό των Βραζιλιάνων. «Αν θέλουμε να νικήσουμε τους Ευρωπαίους, ίσως χρειαζόμαστε την καθοδήγηση κάποιου που τους ξέρει καλά». Κανένας δεν γνωρίζει το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο καλύτερα από τον Αντσελότι, ο οποίος έχει θριαμβεύσει σε όλες τις μεγάλες λίγκες της Ευρώπης: στην Ισπανία, στην Ιταλία, στην Αγγλία, στη Γερμανία και στη Γαλλία. Με τη Ρεάλ Μαδρίτης, τη Μίλαν, την Τσέλσι, την Μπάγερν Μονάχου και την Παρί Σεν-Ζερμέν. Είναι ένας κοσμοπολίτης της προπονητικής.

Επιπλέον, γράφει το Athletic, είναι ο πλέον συμβατός με όλα τα στιλ παιχνιδιού. Δεν έχει εφεύρει το «τίκι-τάκα», ή το «γκεγκενπρέσινγκ», δεν είναι ο αρχιτέκτονας του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου, δεν έχει ανάγει σε επιστήμη το… παρκάρισμα του πούλμαν μπροστά από την εστία της ομάδας του. Δεν υπάρχει «Σχολή Αντσελότι». Στην πραγματικότητα, κανείς δεν μπορεί να ορίσει πώς παίζουν οι δικές του ομάδες. Επειδή, πολύ απλά, δεν παίζουν όλες και πάντα με τον ίδιο τρόπο. Ισως, τα μυθικά του επιτεύγματα δεν οφείλονται σε αυτό που είναι, αλλά σε αυτό… που δεν είναι.

Στη μεγάλη Μίλαν των ‘80s o Αντσελότι υπήρξε παίκτης του Αρίγκο Σάκι. Οπως έχει πει ο Γιούργκεν Κλοπ, ο Σάκι άλλαξε εντελώς τον τρόπο με τον οποίο οι προπονητές σκέφτονται το ποδόσφαιρο. Για τον νέο τεχνικό της Βραζιλίας, κανείς δεν πρόκειται να ισχυριστεί κάτι τέτοιο. Ο «Ντον Κάρλο», ποτέ δεν είχε μια συνταγή επιτυχίας που οι συνάδελφοί του προσπάθησαν να εφαρμόσουν. Είχε πολλές. Τόσες, όσες και οι ομάδες στις οποίες εργάστηκε. Οπου κι αν πήγαινε, φρόντιζε να προσαρμοστεί στα χαρακτηριστικά των παικτών που κάθε φορά συναντούσε, κι όχι να τους βάλει στα δικά του καλούπια.

Το ότι ποτέ δεν ακολούθησε δογματικά μια συγκεκριμένη τακτική εξηγεί και τη διαχρονικότητά του. Κατέκτησε το πρώτο του Τσάμπιονς Λιγκ το 2003, και το τελευταίο του (μέχρι σήμερα) το 2024. Μέσα σε αυτά τα 21 χρόνια το ποδόσφαιρο άλλαξε δραματικά, όμως ο Αντσελότι παραμένει στη μόδα, στο πιο υψηλό επίπεδο ανταγωνισμού. Είναι, ίσως, ο ιδανικός προπονητής για τη Βραζιλία, που εδώ και πολλά χρόνια προσπαθεί να συγκεράσει τον πραγματισμό με… τη σάμπα. Αυτά τα ποδοσφαιρικά κοκτέιλ ήταν πάντοτε το φόρτε του. Φάνηκε και στην τεράστια πρόοδο που σημείωσαν επί των ημερών του οι δύο διεθνείς Βραζιλιάνοι της Ρεάλ, ο Βινίσιους Τζούνιορ και ο Ροντρίγκο.

Τα τελευταία χρόνια η εθνική ομάδα της Βραζιλίας νιώθει αφόρητη πίεση, η οποία γίνεται ακόμη μεγαλύτερη έπειτα από κάθε αποτυχία. Ο Αντσελότι θα της μεταδώσει αυτή την ολύμπια ηρεμία που τον χαρακτηρίζει ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές. Σε αντίθεση με τον Πεπ Γκουαρντιόλα που έφτασε στο σημείο να τραυματίσει το πρόσωπό του από το άγχος, τον Κλοπ που αποχώρησε από τη Λίβερπουλ επειδή δεν άντεχε άλλο την πίεση, ή τον Ζοσέ Μουρίνιο που ξεσπά τα νεύρα του κατά δικαίων και αδίκων, ο «Καρλέτο» θα συνεχίσει να απολαμβάνει τη δουλειά του μέχρι να σταματήσει η μουσική.

Ο Αντσελότι θα αναλάβει τα νέα του καθήκοντα στις 26 Μαΐου, αμέσως μετά το τελευταίο παιχνίδι της Ρεάλ Μαδρίτης στο ισπανικό πρωτάθλημα. Θα κάνει το ντεμπούτο του στον πάγκο της Βραζιλίας στις 6 Ιουνίου, στον αγώνα εναντίον του Εκουαδόρ για τα προκριματικά του Μουντιάλ 2026, φιλοδοξώντας να της χαρίσει τον έκτο της παγκόσμιο τίτλο.

Θα είναι ο ενδέκατος σταθμός της μυθικής του καριέρας. Ακόμη κι αν εξακολουθήσει να εργάζεται μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο των ΗΠΑ, του Μεξικού και του Καναδά, πιθανότατα δεν θα τον ξαναδούμε στον πάγκο κάποιου συλλόγου.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...