Πώς να νικήσεις την Ακροδεξιά: Ο τρόπος της Ολλανδίας
Πώς να νικήσεις την Ακροδεξιά: Ο τρόπος της Ολλανδίας
Τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών στην Ολλανδία προκάλεσαν διεθνές ενδιαφέρον, καθώς οι φιλελεύθερες δυνάμεις κατάφεραν να ανακόψουν την άνοδο της Ακρας Δεξιάς. Το παράδειγμα του Ρομπ Γέτεν και του κόμματός του, D66, προσφέρει πολύτιμα μαθήματα για το πώς οι προοδευτικοί μπορούν να αντιμετωπίσουν τον λαϊκισμό στην Ευρώπη και πέρα από αυτήν.
Οι εκλογές της 29ης Οκτωβρίου στην Ολλανδία έστειλαν παντού το μήνυμα ότι ο Ρομπ Γέτεν, αρχηγός του προοδευτικού κόμματος D66, είχε βρει τη «συνταγή» για να νικήσει την Ακρα Δεξιά. Το D66 κατέλαβε την πρώτη θέση, νικώντας οριακά το Κόμμα για την Ελευθερία (PVV) του Γκερτ Βίλντερς, γνωστού για τον ακραίο αντιμουσουλμανικό του λόγο. Στις προηγούμενες εκλογές, του 2023, το PVV είχε σαρώσει, αλλά η κυβέρνηση που σχηματίστηκε στη συνέχεια, με το PVV ως κυρίαρχη δύναμη, αποδείχθηκε χαοτική και αναποτελεσματική.
Το D66 πρεσβεύει ακριβώς το αντίθετο, γράφει ο Economist: ένα φιλοευρωπαϊκό, τεχνοκρατικό κόμμα, που αντλεί στήριξη κυρίως από μορφωμένους αστούς ψηφοφόρους. Η εκλογική νίκη του φαίνεται να σηματοδοτεί την επιστροφή της Ολλανδίας στην ανεκτικότητα και τη μετριοπάθεια που κάποτε τη χαρακτήριζαν. Ο 38χρονος Γέτεν, που έχει την πρώτη ευκαιρία να σχηματίσει κυβέρνηση, θα γίνει ο νεότερος πρωθυπουργός της χώρας και ο πρώτος ανοιχτά ομοφυλόφιλος.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο που φιλελεύθεροι πολιτικοί από την Ουγγαρία, την Πολωνία ή τις ΗΠΑ στρέφουν το βλέμμα τους σε αυτόν, αναζητώντας έμπνευση. Ωστόσο, θα πρέπει να το κάνουν με επιφύλαξη. Το ολλανδικό πολιτικό σύστημα της αναλογικής εκπροσώπησης ευνοεί τον κατακερματισμό: στη Βουλή εκπροσωπούνται 15 κόμματα, και οι ψηφοφόροι αλλάζουν εύκολα προτιμήσεις. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν εντελώς άλλα αποτελέσματα την τελευταία εβδομάδα πριν από τις εκλογές, καθώς οι πολίτες ψηφίζουν στρατηγικά ή επηρεάζονται από τις τηλεμαχίες. Η εκστρατεία του Γέτεν προσφέρει μαθήματα· κανένα τους, όμως, σημειώνει ο Economist, δεν είναι εύκολο ή ξεκάθαρο.
Το D66 κέρδισε περίπου 17% των ψήφων και 26-27 έδρες από τις 150 του κοινοβουλίου, το μικρότερο ποσοστό που έχει εξασφαλίσει το πρώτο κόμμα στην ιστορία της Ολλανδίας. Την ίδια στιγμή, η συνολική δύναμη της δεξιάς λαϊκιστικής ψήφου παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη. Το PVV του Βίλντερς μειώθηκε από 37 σε 26 βουλευτές, όμως οι περισσότερες χαμένες ψήφοι μετακινήθηκαν προς δύο άλλα ακροδεξιά κόμματα: το JA21, που παρουσιάζεται ως πιο «πραγματιστικό», ανέβηκε από 1 σε 9 έδρες, ενώ το Forum για τη Δημοκρατία (FvD), γνωστό για θεωρίες συνωμοσίας και φιλορωσικές θέσεις, ανέβηκε από 3 σε 7 έδρες.
Οπως εξηγεί στον Εconomist η Σάρα ντε Λάνγκε, πολιτική επιστήμονας του Πανεπιστημίου του Λάιντεν, η επιτυχία του PVV το 2023, όπως και η φετινή του D66, στηρίχθηκε σε μια στροφή του εκλογικού σώματος «της τελευταίας στιγμής». Πολλοί από όσους είχαν ψηφίσει το PVV δεν ήταν αρχικά Ακροδεξιοί, αλλά έγιναν. Αυτό δείχνει ότι το ποσοστό της λαϊκιστικής ψήφου στη χώρα έχει αυξηθεί μόνιμα.
Αντιθέτως, η ολλανδική Αριστερά έχει συρρικνωθεί. Η συμμαχία Πράσινοι – Εργατικοί (GL – PvdA), που δημιουργήθηκε από τη συγχώνευση των δύο μεγαλύτερων αριστερών κομμάτων, έπεσε από τις 25 στις 20 έδρες. Παρά τις προσπάθειες ετών να παρουσιαστεί ως ενιαία εναλλακτική, η ήττα ήταν βαριά. Ο Φρανς Τίμερμανς, πρώην αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παραιτήθηκε αμέσως μετά τις εκλογές. Τα υπόλοιπα αριστερά κόμματα, σοσιαλιστές, φιλοζωικοί και μουσουλμανικοί σχηματισμοί, περιορίστηκαν σε 2-3 έδρες το καθένα. Συνολικά, η Αριστερά συγκέντρωσε μόλις 20%, δηλαδή το μισό από ό,τι πριν από είκοσι χρόνια.
Η μετατόπιση προς το Κέντρο, λοιπόν, είναι υπαρκτή αλλά προήλθε από την Αριστερά, όχι από την Ακρα Δεξιά. Εκτός από το D66, μεγάλος κερδισμένος ήταν και το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDA). Αφού είχε καταρρεύσει στις 5 έδρες το 2023, επέλεξε νέο αρχηγό, τον ευγενικό και σοβαρό Ενρί Μπόντενμπαλ, που φαινόταν ικανός να γίνει πρωθυπουργός. Παρ’ όλα αυτά, σημειώνει ο Economist, έχασε έδαφος όταν σε συνέντευξή του δεν υποστήριξε τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ μαθητών σε χριστιανικά σχολεία. Τελικά, το CDA πήρε 18 έδρες, διαμορφώνοντας μαζί με το D66 τον πυρήνα της επόμενης κυβέρνησης.
Η συγκρότηση αυτής της κυβέρνησης κάθε άλλο παρά εύκολη θα είναι. Το Φιλελεύθερο Κόμμα (VVD), με 22 έδρες, κρατά τον ρόλο του ρυθμιστή. Επί των ημερών του Μαρκ Ρούτε, του μακροβιότερου πρωθυπουργού της χώρας που σήμερα ηγείται του ΝΑΤΟ, το VVD συνεργαζόταν συχνά με κόμματα της Κεντροαριστεράς. Η νέα ηγέτις του, Ντιλάν Γεσιλγκόζ, επιχειρεί να επαναφέρει τη δεξιά ταυτότητα του κόμματος και απέκλεισε το ενδεχόμενο συνεργασίας με τη συμμαχία GL-PvdA, αν και ίσως επανεξετάσει τη στάση της μετά την αποχώρηση του Τίμερμανς.
Μια κυβέρνηση απαρτιζόμενη από τα D66, VVD, CDA και GL-PvdA θα είχε σταθερή πλειοψηφία. Αν όμως η Γεσιλγκόζ μπλοκάρει αυτή την επιλογή, ο Γέτεν ίσως στραφεί προς το JA21, που θεωρείται από τους μετριοπαθείς πιο αποδεκτό από το PVV ή το FvD. Ομως η συνεργασία αυτή θα προκαλούσε συγκρούσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την κλιματική πολιτική, καθώς το JA21 προτείνει απαγόρευση της μπούρκας και αντικατάσταση των ανεμογεννητριών με πυρηνικά εργοστάσια. Για το D66, κάτι τέτοιο θα ήταν προδοσία των νέων ψηφοφόρων του.
Τι μπορούν να μάθουν από όλα αυτά οι φιλελεύθεροι; Τα συμπεράσματα δεν είναι απλά, γράφει ο Economist. Οι επιτυχίες του D66 και του CDA οφείλονται όχι τόσο σε πολιτικές θέσεις όσο σε ύφος και στρατηγική. Ο Γέτεν αποφάσισε να κάνει μια θετική, αισιόδοξη εκστρατεία μετά την πτώση της τελευταίας κυβέρνησης Ρούτε, όπου είχε διατελέσει υπουργός Κλίματος. «Αν θέλω να συνεχίσω, πρέπει να το κάνω με τον δικό μου τρόπο, με πολλή θετική ενέργεια», είχε πει στον Economist.
Η τακτική απέδωσε. Στις συγκεντρώσεις, το D66 μοίραζε ολλανδικές σημαίες στους υποστηρικτές του, κάτι σπάνιο για κόμμα του Κέντρου ή της Αριστεράς, που συνήθως αποφεύγουν εθνικά σύμβολα. Η προσπάθεια καλλιέργειας πατριωτικής εικόνας πέτυχε: σύμφωνα με τα exit polls, 7% των ψηφοφόρων του D66 είχαν ψηφίσει PVV το 2023. Στις τηλεμαχίες, ο Γέτεν επαινούσε τους αντιπάλους του για τα κοινά σημεία των προγραμμάτων τους και ασκούσε κριτική μόνο στον Βίλντερς.
Σε άλλες χώρες, η αντιμετώπιση των λαϊκιστών ίσως απαιτεί διαφορετικές πολιτικές, υποστηρίζει ο Economist, όμως σε επίπεδο ύφους, το παράδειγμα του Γέτεν έχει ενδιαφέρον. Παρόμοια χαρακτηριστικά, νέοι, δραστήριοι και χαμογελαστοί, εμφανίζουν και πολιτικοί όπως ο Ζοχράν Μαμντάνι στη Νέα Υόρκη ή ο Πέτερ Μάγιαρ, που προηγείται του ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπαν στις δημοσκοπήσεις. Ολοι αποπνέουν αισιοδοξία, ακόμη κι αν οι υποσχέσεις τους είναι συχνά υπερβολικές.
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αποφεύγουν τα διχαστικά ζητήματα που θα μπορούσαν να διαλύσουν τις εύθραυστες συμμαχίες τους. Καθώς η δύναμη της Ακρας Δεξιάς αυξάνεται, οι νίκες εναντίον της απαιτούν πλέον απρόσμενες ιδεολογικές συνεργασίες και πολιτικούς ικανούς να τις διαχειριστούν με ψυχραιμία, ενότητα και, κυρίως, με θετικό όραμα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
