Πώς η Ευρώπη θα αποφύγει τη ρήξη με τις ΗΠΑ
Πώς η Ευρώπη θα αποφύγει τη ρήξη με τις ΗΠΑ
Την άποψη ότι η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με μία πολύ κρίσιμη στιγμή της ιστορίας της και κυρίως των σχέσεών της με τις ΗΠΑ, εκφράζει το αμερικανικό πρακτορείο Bloomberg, σε ανάλυσή του, με αφορμή τη νέα Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας που δημοσιοποιήθηκε και υποστηρίζει ότι η Γηραιά Ηπειρος κινδυνεύει να «σβηστεί από τον χάρτη».
Το αμερικανικό πρακτορείο υποστηρίζει ότι για τον Κιρ Στάρμερ στη Βρετανία, τον Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία και τον Φρίντριχ Μερτς στη Γερμανία, η χρονική συγκυρία της τελευταίας αυστηρής προειδοποίησης του βασικού συμμάχου τους —στο ίδιο πνεύμα της περιβόητης ομιλίας του αντιπροέδρου Τζ. Ντ. Βανς στο Μόναχο τον Φεβρουάριο— ήταν αποκαλυπτικός. Ηρθε τη στιγμή που ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία εισέρχεται σε μια πιθανώς καθοριστική φάση.
Οι ευρωπαίοι ηγέτες ανησυχούν βαθύτατα για τις προσπάθειες των ΗΠΑ να συνάψουν μια συμφωνία που διαμορφώθηκε σε συνεργασία με τη Ρωσία και η οποία θα αποτελούσε παράδοση της Δύσης. Εχει κλονίσει την εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση Τραμπ και εγείρει υπαρξιακά ερωτήματα: η διατλαντική συμμαχία διαρρηγνύεται — μπορεί η Ευρώπη να υπερασπιστεί τον εαυτό της;
Οι ευρωπαίοι διπλωμάτες συχνά παρομοιάζουν τη διαχείριση της πολιτικής Τραμπ για την Ουκρανία με «τρένο του τρόμου». Αυτή τη στιγμή βλέπουν μπροστά τους μια πολύ απότομη κάθοδο.
Ο Στάρμερ είχε δηλώσει στο Bloomberg τον Οκτώβριο ότι οι σύμμαχοι του Κιέβου πίστευαν πως η Ουκρανία βρισκόταν σε «καλύτερη θέση». Είχαν ξεπεράσει την έντονη αντιπαράθεση του Τραμπ με τον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο και τη σύνοδο κορυφής της Αλάσκας με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Οι ΗΠΑ έμοιαζαν να στρέφονται σε πιο αυστηρή στάση απέναντι στη Μόσχα, επιβάλλοντας κυρώσεις στις μεγάλες ενεργειακές της εταιρείες.
Οι υποστηρικτές της Ουκρανίας ήλπιζαν ότι, αν τύγχανε επαρκούς στρατιωτικής και οικονομικής στήριξης μέσα στον χειμώνα, τα οικονομικά προβλήματα της Ρωσίας θα επιδεινώνονταν τον επόμενο χρόνο, στερώντας από τον Πούτιν διαπραγματευτική ισχύ.
Ωστόσο, ευρωπαίοι αξιωματούχοι ήξεραν ότι θα ακολουθούσαν νέες ανατροπές — και πράγματι, τον περασμένο μήνα εμφανίστηκε ένα νέο αμερικανο-ρωσικό ειρηνευτικό σχέδιο. Οι Ευρωπαίοι επιστράτευσαν ξανά τη γνωστή στρατηγική: δημόσια καλωσόρισαν την πρωτοβουλία, ενώ ιδιωτικά ήλπιζαν ότι ο Πούτιν θα την υπονόμευε. Πλέον όμως η στρατηγική αυτή δοκιμάζεται στα όριά της — και δεν είναι σαφές αν υπάρχει σχέδιο Β.
Η αποκάλυψη του Bloomberg ότι ο αμερικανός απεσταλμένος Στιβ Γουίτκοφ είχε συμβουλεύσει τη Ρωσία για το πώς να προωθήσει το σχέδιο στον Τραμπ έκανε πολλούς στην Ευρώπη να χάσουν την εμπιστοσύνη στους διαπραγματευτές του αμερικανού προέδρου. Ο Μακρόν φέρεται να προειδοποίησε σε τηλεδιάσκεψη ευρωπαίων ηγετών ότι οι ΗΠΑ ενδεχομένως να «προδώσουν» την Ουκρανία. Ο Μερτς υποστήριξε ότι οι Αμερικανοί «παίζουν παιχνίδια».
Παράλληλα, οι ΗΠΑ στην αμυντική τους διακήρυξη ανέφεραν ότι οι Ευρωπαίοι «έχουν μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τον πόλεμο» και υποφέρουν από «έλλειψη αυτοπεποίθησης» —ιδιαίτερα στη σχέση τους με τη Ρωσία.
Για το Ηνωμένο Βασίλειο, η πρόκληση είναι ιδιαίτερη: ο Στάρμερ προσπαθεί να παρουσιάσει τη Βρετανία ως τον κορυφαίο σύμμαχο της Ουκρανίας και το ευρωπαϊκό κράτος που βρίσκεται πιο κοντά στις ΗΠΑ. Η ιδιαίτερη φύση της συνεργασίας τόσο στον στρατιωτικό τομέα όσο και σε αυτόν της ανταλλαγής πληροφοριών σημαίνει ότι ένα ρήγμα στη «ειδική σχέση» θεωρείται αδιανόητο. Αυτός είναι και ο λόγος που το Λονδίνο πιστεύει ότι αντιμετωπίζει τις κινήσεις Τραμπ πιο ψύχραιμα από άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Βρετανοί αξιωματούχοι σημειώνουν ότι φήμες περί άμεσης συμφωνίας δεν επιβεβαιώθηκαν, ότι ο Πούτιν φάνηκε να απορρίπτει τις προτάσεις των ΗΠΑ και ότι το σχέδιο τροποποιήθηκε ελαφρώς προς όφελος της Ουκρανίας.
Ωστόσο, πάντα σύμφωνα με το Bloomberg, οι Ευρωπαίοι βλέπουν διαφορετικές δυναμικές αυτή τη φορά. Διπλωμάτες αναφέρουν ότι η επικοινωνία με τις ΗΠΑ και την ουκρανική πλευρά έχει δυσκολέψει. Ολοένα και περισσότερο προετοιμάζονται για το ενδεχόμενο ο Τραμπ να αποχωρήσει, αν δεν μπορέσει να εξασφαλίσει συμφωνία.
«Ο κίνδυνος παραμένει ότι οι ΗΠΑ θα απομακρυνθούν πλήρως από το ζήτημα και θα αφήσουν την Ευρώπη να το αντιμετωπίσει μόνη της», δήλωσε στο αμερικανικό πρακτορείο, ο Τζον Φόρμαν, πρώην Βρετανός αμυντικός ακόλουθος στη Μόσχα και το Κίεβο. «Οι δηλώσεις του τύπου “μαζί όσο χρειαστεί” δεν είναι στρατηγική. Αν οι ΗΠΑ αποχωρήσουν, η Ευρώπη θα πρέπει να αποφασίσει αν μπορεί να συνεχίσει να στηρίζει την Ουκρανία στρατιωτικά και οικονομικά».
Την ίδια στιγμή, ο Ζελένσκι βρίσκεται υπό πίεση τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από ένα σκάνδαλο διαφθοράς που προκάλεσε αλλαγές στην ανώτατη ομάδα του, γεγονός που ίσως αποδυναμώνει τη θέση του απέναντι σε μια κακή συμφωνία. Παραμένει επίσης αβέβαιο αν η Ευρώπη θα μπορέσει να καταλήξει σε ένα βιώσιμο σχέδιο μακροχρόνιας χρηματοδότησης της Ουκρανίας. Η πρόταση να χρησιμοποιηθούν τα δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία παραμένει σε εκκρεμότητα, καθυστερεί από το Βέλγιο και αντιτίθεται από τις ΗΠΑ. Ο Μερτς αντιδρά σθεναρά σε οποιαδήποτε αμερικανική προσπάθεια να χρησιμοποιήσει τα χρήματα αυτά, λέγοντας ότι «δεν υπάρχει περίπτωση τα χρήματα που κινητοποιούμε να πάνε στις ΗΠΑ».
Ο πρωταρχικός στόχος της Ευρώπης είναι να αποφύγει μια κατάσταση όπου ένας αποδυναμωμένος Ζελένσκι εξαναγκάζεται από τις ΗΠΑ να αποσύρει τα στρατεύματα από το Ντονμπάς και να δεχθεί μια συμφωνία χωρίς σοβαρές αμερικανικές εγγυήσεις ασφαλείας. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι λένε ότι κάτι τέτοιο δεν θα ήταν δίκαιη ειρήνη και θα ενθάρρυνε έναν μελλοντικό, μεγαλύτερο πόλεμο με τη Ρωσία.
Η Ευρώπη —και ιδιαίτερα το Ηνωμένο Βασίλειο— εξακολουθεί να ελπίζει ότι ο Τραμπ θα επιστρέψει στην άποψη που εξέφρασε τον Οκτώβριο, θα δει τον Πούτιν ως τον πραγματικό υπαίτιο για την καθυστέρηση της ειρήνης και θα αυξήσει την οικονομική πίεση στη Ρωσία. Αλλά γνωρίζουν επίσης ότι μπορεί απλά να νίψει τας χείρας του από τον πόλεμο αν δεν καταφέρει να επιτύχει συμφωνία.
Υπάρχουν διάφορα πιθανά σενάρια σε αυτή την περίπτωση, σύμφωνα με δυτικοευρωπαίο αξιωματούχο, που μίλησε στο Bloomerg. Το χειρότερο θα ήταν να άρει την πίεση προς τη Ρωσία, να απαγορεύσει τη χρήση αμερικανικών όπλων από την Ουκρανία και να τερματίσει την ανταλλαγή πληροφοριών με το Κίεβο — αφήνοντας την Ευρώπη πραγματικά μόνη. Ενα λιγότερο κακό σενάριο θα ήταν να πει ότι «είναι πλέον πόλεμος της Ευρώπης», αλλά να συνεχίσει να πουλά όπλα στο ΝΑΤΟ για χρήση από την Ουκρανία και να διατηρήσει τη σχέση στον τομέα των πληροφοριών.
Ο Στάρμερ, ο Μακρόν και ο Μερτς θεωρούν ως αποστολή τους να αποτρέψουν μια ρήξη μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης — κάτι που πιστεύουν ότι αποτελεί βασικό στρατηγικό στόχο της Ρωσίας. Αυτό δείχνει και τη συνεχιζόμενη εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ.
«Η Ευρώπη έχει συνηθίσει στο αμερικανικό δίχτυ ασφαλείας, υποεπένδυσε για χρόνια, αγνόησε τα σημάδια απεμπλοκής και δεν προετοιμάστηκε επαρκώς», εκτιμά ο Φόρμαν. «Οι συνέπειες αυτής της στρατηγικής παρεξήγησης είναι πλέον σαφείς»
Ολοι οι ευρωπαίοι ηγέτες αντιμετωπίζουν εσωτερικούς πολιτικούς αντιπάλους στα δεξιά τους, οι οποίοι έχουν τύχει στήριξης από εθνικιστές αξιωματούχους της κυβέρνησης Τραμπ όπως ο Βανς. Η στρατηγική ασφαλείας αναφέρθηκε στην ανάγκη πολιτικών αλλαγών στην Ευρώπη για να «αποκατασταθούν συνθήκες στρατηγικής σταθερότητας στην ευρασιατική ήπειρο και να μετριαστεί ο κίνδυνος σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και ευρωπαϊκών κρατών»
Ωστόσο, το έγγραφο υπογράμμισε και τη συνέχιση της αμερικανικής παρουσίας στην ήπειρο: «Οχι μόνο δεν μπορούμε να “ξεγράψουμε” την Ευρώπη, αλλά κάτι τέτοιο θα ήταν αυτοκαταστροφικό», ανέφερε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
