Η Ρωσία, η Ουκρανία και η πιο «ξεκάθαρη» ώρα για διαπραγματεύσεις
Η Ρωσία, η Ουκρανία και η πιο «ξεκάθαρη» ώρα για διαπραγματεύσεις
Ενώ οι μέρες είναι κρίσιμες για τον πόλεμο στην Ουκρανία, πολλοί διεθνείς παρατηρητές, αλλά και κάποιοι από τους εμπλεκόμενους, επαναλαμβάνουν το αφήγημα αναφορικά με τη σύρραξη που εστιάζεται περισσότερο σε ζητήματα αρχής παρά στην πραγματικότητα. Σε αυτή την παρατήρηση προβαίνει σε μια ενδιαφέρουσα ανάλυσή του ο Μάσιμο Νάβα της Corriere della Sera. Υποστηρίζει ότι «το μοναδικό δεδομένο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε παρόμοιες περιπτώσεις είναι το πιο κοινότοπο. Οτι δηλαδή η ειρήνη εξαρτάται από την ηθικότητα (ή την ανηθικότητα) ενός ή και αμφοτέρων των αντιπάλων».
Επιστρέφοντας στο παρελθόν, ο ιταλός δημοσιογράφος σημειώνει πως όταν ο Ναπολέων εισέβαλε στη Ρωσία, για τον Λέοντα Τολστόι ήταν άρπαγας, ενώ για τον Βίκτωρα Ουγκό ήρωας. Η εναλλακτική επιλογή στις διαπραγματεύσεις είναι ένας από τους εμπλεκόμενους να παραδοθεί άνευ όρων, όπως συνέβη με την Ιαπωνία και το Τρίτο Ράιχ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό σημαίνει πως, παρότι οι ουκρανικές δυνάμεις εξακολουθούν να αντιστέκονται γνωρίζοντας ότι η Ρωσία δεν υπάρχει περίπτωση να ηττηθεί, το Κίεβο πρέπει να αρχίσει να διαπραγματεύεται ακόμη και όρους τους οποίους εξακολουθεί να χαρακτηρίζει απαράδεκτους.
«Μπορεί να είναι υποβλητικό και ευγενές να συγκρίνουμε τον Ζελένσκι με τον Τσόρτσιλ και, ως εκ τούτου, να εξυμνούμε στην “πιο σκοτεινή ώρα” την άρνησή του να κάνει αντίστοιχη παραχώρηση στον εχθρό και την ηρωική του στάση ενάντια στον επιτιθέμενο. Αυτό θα σήμαινε πως ο Πούτιν είναι ο νέος Χίτλερ και η Ρωσία θέλει να επεκταθεί μέχρι τον Σηκουάνα και τον Τάμεση, ή τουλάχιστον μέχρι τον Δούναβη» γράφει ο Μάσιμο Νάβα .
Αντιθέτως, «την “πιο ξεκάθαρη ώρα”, η δυνατότητα έναρξης ενός διαλόγου με τη Μόσχα δεν θα πρέπει να εξαρτάται από ηθικές κρίσεις για τον επιτιθέμενο (Ρωσία) και από την υπόθεση ότι ο Πούτιν δεν είναι αξιόπιστος ή ότι δεν πρέπει να ανταμειφθεί μετά από όσα έχει κατακτήσει ο ρωσικός στρατός στο πεδίο. Περισσότερη βαρύτητα πρέπει να δοθεί σε μια αντικειμενική ανάλυση της κατάστασης από στρατιωτική άποψη και σε μια εξίσου αντικειμενική αξιολόγηση πιθανών μελλοντικών σεναρίων» προσθέτει.
Με λίγα λόγια, ο Μάσιμο Νάβα υποστηρίζει ότι η αναγνώριση της ήττας της Ουκρανίας –η οποία συνεπάγεται αναγνώριση της νίκης της Ρωσίας– μπορεί να είναι ηθικώς μεμπτή, αλλά δεν μπορεί πλέον να αποκλείεται και, ως εκ τούτου, πρέπει να αναζητηθεί ο λιγότερο δύσβατος και πιο σύντομος δρόμος προς την ειρήνη.
Μάλιστα, επιδοκιμάζει τον Ντόναλντ Τραμπ, όχι μόνο επειδή το αντιλήφθηκε αυτό πρώτος και εγκαίρως, αλλά και επειδή, κατά κάποιο τρόπο, το επέβαλε, έχοντας κατά νου ότι η παράταση του πολέμου συνεπάγεται κυρίως περισσότερες απώλειες και θυσίες για την Ουκρανία (ειδικά λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τις διακηρύξεις των όποιων «προθύμων», η Ευρώπη δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί τη στρατιωτική υποστήριξη που χρειάζεται απεγνωσμένα το Κίεβο).
«Η επίκληση του διεθνούς δικαίου και της επιστροφής στην κατάσταση πριν από το 2014 απλώς θα παρατείνει τον πόλεμο. Αυτή είναι μια όχι ηθική, αλλά λογική διαπίστωση» σχολιάζει ο δημοσιογράφος της Corriere. Με βάση, λοιπόν, όχι την ηθική, αλλά την ψυχρή λογική και τη σκληρή πραγματικότητα, τι μπορεί να γίνει στο εξής;
Καταρχάς να δημιουργηθεί ένα διαπραγματευτικό πλαίσιο που θα προσφέρει στην Ουκρανία τη δυνατότητα μιας αξιοπρεπούς διεξόδου, κάτι που δεν είναι αδύνατο, δεδομένου ότι και η Μόσχα στην πραγματικότητα επιθυμεί τον τερματισμό της σύρραξης όσο το δυνατόν ταχύτερα.
Οσο για τις εδαφικές παραχωρήσεις που θα πρέπει να αποδεχτεί η Ουκρανία, φαίνεται να έχει γίνει ένα πρώτο βήμα, εξηγεί ο ιταλός σχολιαστής, με τον διαχωρισμό του ζητήματος του Ντονμπάς, των κατεχόμενων και των μονομερώς προσαρτημένων επαρχιών, από την υπόθεση της Κριμαίας, η οποία βρίσκεται υπό ρωσική κατοχή από το 2014. Νομικές αξιώσεις που αναπαράγονται από τις ουκρανικές αρχές στο πλαίσιο της εσωτερικής προπαγάνδας, πρακτικά έχουν μηδαμινή αξία.
Επί τούτου ο Μάσιμο Νάβα, σημειώνοντας ότι κάποτε, όχι πολύ παλιά, η Κριμαία ήταν ρωσική, παραθέτει την άποψη του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διερωτήθηκε γιατί οι Ουκρανοί θέλουν ξαφνικά πίσω την Κριμαία, ενώ πριν από 11 χρόνια η Ρωσία την κατέλαβε δίχως να ρίξει ούτε έναν πυροβολισμό, καθώς δεν είχε συναντήσει την παραμικρή αντίσταση.
Οσο για τα υπόλοιπα εδάφη υπό ρωσική κατοχή, ακόμη και αν η αμερικανική κυβέρνηση και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ εξακολουθούν να δίνουν την εντύπωση ότι πρακτικά δεν υπολογίζουν τον Ζελένσκι (άρα και η συνομιλία τους στο Βατικανό ήταν απλώς μια παράσταση για τον κόσμο) και επιθυμούν να καλοπιάσουν τον Πούτιν, ο καθορισμός ενός διαπραγματευτικού πλαισίου δεν συνεπάγεται εκ των προτέρων οριστικές εδαφικές παραχωρήσεις.
Ο Νάβα σημειώνει επίσης πως άλλο πράγμα είναι η αποδοχή της απαίτησης της Μόσχας για μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και άλλο η παροχή ισχυρών εγγυήσεων ασφαλείας στο Κίεβο. Επιπλέον, κάτι που ίσως είναι το πιο σημαντικό στην παρούσα φάση: ο καθορισμός ενός διαπραγματευτικού πλαισίου και η έναρξη συνομιλιών δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση πως οι Ουκρανοί πρέπει να λένε υποχρεωτικά «ναι] σε όλα.
«Δεν είμαστε αντιμέτωποι –όπως θα μπορούσε να συμβεί στο μέλλον– με μια κατάσταση όπου το ένα μέρος υπαγορεύει τους όρους και το άλλο τούς αποδέχεται επειδή δεν μπορεί να συνεχίσει να αντιστέκεται. Τροποποιήσεις και διορθώσεις θα είναι πάντα δυνατές και με τη συνδρομή εξωτερικών παραγόντων, κυρίως της ΕΕ. Διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος οι Αμερικανοί να αποσυρθούν από το παιχνίδι και να εγκαταλείψουν τον Ζελένσκι στην τύχη του» συνοψίζει ο ιταλός αναλυτής .
Οσο για τις προθέσεις της Ρωσίας, ο Μάσιμο Νάβα επικαλείται μια πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε στο γαλλικό περιοδικό Le Point ο Ντμίτρι Πεσκόφ. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου υπονόησε ότι μια πιθανή διακοπή της διαπραγματευτικής διαδικασίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα κλιμάκωση στο πεδίο. Συγχρόνως, όμως, κατέστησε σαφές ότι η Μόσχα ενδιαφέρεται για την ομαλοποίηση των σχέσεων με την Ουάσινγκτον το συντομότερο δυνατό, ανεξάρτητα από την πιο αδιάλλακτη στάση αρκετών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.
«Ολοι οι στρατιωτικοί παρατηρητές σημειώνουν ότι οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για τη Ρωσία, καθώς έχει την πρωτοβουλία επί του πεδίου. Πριν από τον Φεβρουάριο του 2022, όταν ο Πούτιν πρότεινε διαπραγματεύσεις, είχε επισημανθεί η ειρηνική επίλυση του ζητήματος. Σήμερα μιλάμε για ειρήνη με τη διαμεσολάβηση των Αμερικανών, αλλά οι Ευρωπαίοι θέλουν πόλεμο. Εμείς θέλουμε να πετύχουμε τους στόχους μας και θα τους πετύχουμε, είτε με ειρηνικά είτε με στρατιωτικά μέσα. Η ασφάλεια ορισμένων χωρών δεν πρέπει να επιτυγχάνεται σε βάρος της ασφάλειας άλλων χωρών. Αν θέλετε να δείτε ασφαλή της Ουκρανία παρασέρνοντάς την στο ΝΑΤΟ, παραβιάζετε την ασφάλεια της Ρωσίας. Είναι απαραίτητο ένα ουδέτερο καθεστώς για την Ουκρανία» είπε ο Ντμίτρι Πεσκόφ .
Ο εκπρόσωπος του Πούτιν κατέδειξε ότι η Μόσχα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στις ΗΠΑ για τον τερματισμό της σύρραξης, ενώ θεωρεί την Ευρώπη παράγοντα αποσταθεροποίησης και συνέχισης του πολέμου. «Δεν υπάρχει σημείο στο οποίο θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε, γιατί η Ευρώπη θέλει πόλεμο και όχι διαπραγματεύσεις. Είναι σαν όλη η Ευρώπη να εργάζεται ακόμα για την κυβέρνηση Μπάιντεν. Η Ευρώπη δεν είναι κυρίαρχη, έκανε αυτό που της ζήτησε να κάνει η κυβέρνηση Μπάιντεν […] Πλέον προκύπτουν διαφωνίες και όλα έχουν ανατραπεί: η Ουάσινγκτον είναι αυτή που μιλάει για ειρήνη και οι Ευρωπαίοι, που καλούνται να την εγγυηθούν, μιλούν μόνο για πόλεμο.
»Η Ευρώπη έχει σταματήσει να συνεργάζεται μαζί μας στον ενεργειακό τομέα, σε βάρος των δικών της συμφερόντων. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες έχουν πουλήσει μεγάλο μέρος των περιουσιακών στοιχείων τους στη Ρωσία και έχουν αρχίσει να χάνουν χρήματα. Αυτό δεν είναι μια οικονομική απόφαση, αλλά μια πολιτική επιλογή. Με εντολή της Ουάσινγκτον [του Μπάιντεν] η Ευρώπη άρχισε να πριονίζει το κλαδί στο οποίο καθόταν» σημείωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
