1462
|

Οι τίτλοι του τέλους για τον Νίκο Κούνδουρο

Protagon Team Protagon Team 22 Φεβρουαρίου 2017, 17:56

Οι τίτλοι του τέλους για τον Νίκο Κούνδουρο

Protagon Team Protagon Team 22 Φεβρουαρίου 2017, 17:56

Πλήρης ημερών και εμπειριών, σε ηλικία 91 ετών, έφυγε από τη ζωή ο σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος, ένας από τους σημαντικότερους ανθρώπους του ελληνικού κινηματογράφου. Το τελευταίο διάστημα της ζωής του το πέρασε νοσηλευόμενος με αναπνευστικά προβλήματα.

Ο Νίκος Κούνδουρος γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά οι γονείς του, Κρητικοί, δεν ανέχονταν να πολιτογραφηθεί σαν Αθηναίος. Τον μετέφεραν στην Κρήτη, τυλιγμένο σε μία πάνα, ώστε να γραφτεί στα δημοτολόγια του Αγίου Νικολάου της Κρήτης στις 15 Δεκεμβρίου του 1926. Είναι γιος του δικηγόρου και πολιτικού Ιωσήφ Κούνδουρου. Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από την οποία και αποφοίτησε το 1948. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ενταχθεί στις τάξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, και μετά τον πόλεμο εξορίστηκε στη Μακρονήσο, λόγω των αριστερών φρονημάτων του.

Είχε διηγηθεί ο ίδιος στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» της Κύπρου: «Όλοι νομίζουν πως γεννήθηκα στην Κρήτη. Η αλήθεια είναι πως γεννήθηκα στην Αθήνα, σε κάποια από τις κλινικές της εποχής, αλλά ο πατέρας και η μάνα μου, από ατελείωτες γενιές Κρητικοί, δεν ανέχονταν να πολιτογραφηθώ Αθηναίος. Με πήραν τυλιγμένο σε μία πάνα, με πήγαν στην Κρήτη και είμαι γραμμένος στα δημοτολόγια του Δήμου Αγίου Νικολάου με αύξοντα αριθμό 6 του έτους 1926. Έτσι σφραγίστηκε η παρουσία μου σ’ αυτόν τον κόσμο με ένα πλαστογραφημένο πιστοποιητικό Κρητικού. Κατά κάποιο τρόπο έζησα ένα μέρος της ζωής μου μέσα σε προνόμιο. Υπήρξα γόνος μιας μεγαλοαστικής οικογένειας και μεγάλωσα ως χαϊδεμένο παιδί, ακόμα και στην Κατοχή. Όταν η Ελλάδα θρηνούσε χιλιάδες νεκρούς από πείνα, εμείς ως εύπορη Κρητική οικογένεια τα είχαμε όλα. Τελευταία χρονιά του πολέμου άλλαξε η ζωή μου, όταν εντάχθηκα σε μια αριστερή οργάνωση και με τη συμμετοχή μου στον ένοπλο αγώνα που ονομάστηκε Αντίσταση. Τραυματίστηκα με τρεις σφαίρες στο πόδι. Γλίτωσα από την εκτέλεση γιατί με πέρασαν για Άγγλο, έτσι όπως ήμουν ξανθός με γαλανά μάτια».

Στα 28 του χρόνια αποφάσισε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως σκηνοθέτης με τη Μαγική Πόλη (1954), όπου συνδύασε τις επιρροές του από το νεορεαλισμό με την εικαστική του ματιά. Με το σύνθετο και πρωτοποριακό έργο «Ο Δράκος» (1956), ο Νίκος Κούνδουρος καθιερώνεται. Ακολούθησαν «Οι παράνομοι» (1958), «Το ποτάμι» (1959), «Μικρές Αφροδίτες» (1963), «Το πρόσωπο της Μέδουσας» (1967), «Τα τραγούδια της φωτιάς» (1974), «1922» (1978) κ.ά.

Ελεγε για την επαφή του με τον κινηματογράφο: «Είχα την τύχη -και δεν το λέω κατά λάθος- να ζήσω τέσσερα χρόνια στο Μακρονήσι. Εκεί έμαθα ένα σωρό πράγματα και θέατρο. Εκεί μου πρωτοδημιουργήθηκε η ιδέα του κινηματογράφου. Έτσι, όταν το 1952 τελειώνει και αυτή η περιπέτεια και μπαίνουμε σε μια περίοδο ύφεσης, παίρνω το δίπλωμά μου από τη Σχολή Καλών Τεχνών αλλά, αντί για αρχιτέκτονας, βγαίνω με ένα δίπλωμα ζωγράφου! Τότε, εντελώς ξαφνικά, αποφάσισα να ανταλλάξω τα σιωπηλά εργαλεία του ζωγράφου με τις εικόνες και τα μεγάφωνα του κινηματογράφου. Έτσι, λοιπόν, αυθαίρετα με ένα αστείρευτο πείσμα και με τη βοήθεια μερικών φίλων, του Μάνου Χατζιδάκι, της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, του Αλέξη Διαμαντόπουλου, στήνεται η πρώτη ταινία: “Η μαγική πόλις”. Το πρώτο γύρισμα που είδα στη ζωή μου ήταν η ταινία του Γρηγόρη Γρηγορίου “Ο κόκκινος βράχος”. Για πλατό είχαν την υπαίθρια σκηνή του θεάτρου Ακροπόλ. Εκεί, είχε στηθεί ένα στοιχειώδες ντεκοράκι, αστείο λίγο, εντελώς θεατρικό, με μερικά πανό που περιστοίχιζαν τις κουΐντες και με μια βαριά, δυσκίνητη μηχανή Debrie, που έδινε την πρώτη κίνηση στο μοτέρ με μανιβέλα. Μέσα σε φοβερό κρύο, καθώς τα γυρίσματα άρχιζαν τα μεσάνυχτα, αφού σχολούσε το θέατρο, ερχόταν το συνεργείο και σ’ αυτά τα τέσσερα αστεία χαρτονένια πανό, με μια τρεμάμενη πόρτα που έμπαιναν και έβγαιναν οι ηθοποιοί, γυριζόταν το κινηματογραφικό έργο».

Για τα μεγάλα ονόματα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου: «Με τον Φίνο είχα μια περίεργη αγάπη, μου είχε μια αφύσικη συμπάθεια. Διέθεσε τα εργαστήριά του, τα υλικά του, το χρήμα. Οι δικές μου ταινίες είναι έργο του Φίνου. Θυμάμαι, τον ρώταγα “γιατί Φίνο με αγαπάς;”. Έτσι, με αγαπούσε! Αν και δεν είχα καμία σχέση με το εμπορικό κύκλωμα, οφείλω να πω πως ο εμπορικός κινηματογράφος ήταν πίσω από τη σημαντική πρόοδο της τεχνολογίας. Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη προς τους σκηνοθέτες του, διότι συντήρησαν το στούντιο και το κοινό, τα είχαν προετοιμάσει εκείνοι. Εγώ έπαιξα στην ουρά των πραγμάτων, το βρήκα έτοιμο το τεχνικό στάτους. Ο ελληνικός κινηματογράφος είναι ταυτόσημος με αυτούς. Βέβαια, ήταν επιπολαιότητα αυτό που γράφτηκε ότι ο Φώσκολος ήταν ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης. Από πού κι ως πού; Όμως, ήταν εξαιρετικοί κι αυτός και ο Δαλιανίδης. Δεν έχω να τους προσάψω τίποτα. Εκείνοι ίσως θα είχαν να μου προσάψουν. Δεν υπήρχαν κοινά σημεία με αυτούς τους σκηνοθέτες – το μόνο που μας ένωνε ήταν τα εργαστήρια του Φίνου. Δεν έκαναν κακό όμως, λαϊκός κινηματογράφος ήταν. Αυτός ο λαϊκός κινηματογράφος μού προκαλούσε μια περίεργη μελαγχολία. Παρόλα αυτά, τον Βέγγο εγώ τον έφτιαξα. Εγώ τον έφερα από τη Μακρόνησο, στον “Δράκο”, κι έπειτα τον εγκατέλειψα στη μοίρα του, η οποία ήταν γνωστή. Δεν υπήρξε περίπτωση να συνεργαστώ με Αλίκη ή Καρέζη. Είναι άλλο είδος, άλλος κόσμος, τον οποίο όμως σέβομαι. Ήξερα τη Λαμπέτη, τον Χορν, τους αγαπούσα και μ’ αγαπούσαν. Είναι περίεργο που μου φέρθηκαν με συμπάθεια, επειδή ήμουν ένα σκάνδαλο μέσα στην περιπέτεια του κινηματογράφου – ήμουν “άλλος”. Είχα τα δικά μου κριτήρια, αλλά αυτό δεν με εμπόδιζε να διαπιστώσω π.χ. ότι η Βουγιουκλάκη ήταν μια εθνική ηρωίδα».

Για τον Μάνο Χατζιδάκι, τον «άνθρωπο της ζωής του»: «Ο Χατζιδάκις ήταν ήδη ένα επώνυμο άτομο στην πιάτσα, όταν εγώ ήμουν ένα άγουρο παιδί με φιλοδοξίες και φιλαρέσκεια. Με βοήθησε πολύ. Με έφερε σε επαφή με τον Φίνο, έγραψε τη μουσική στις πρώτες μου ταινίες, δίνοντας μια εμπορική ώθηση σε αυτές. Ήταν, ας πούμε, ο άνθρωπος της ζωής μου. Θυμάμαι τη ζωή μου με τον Χατζιδάκι και γεμίζει μουσικές το μυαλό μου. Αχόρταγος ο ίδιος, ακτινοβολούσε εκείνη τη λαιμαργία για ζωή που ήταν κολλητική και για τους άλλους, τους πιο “συμμαζεμένους”. Άνοιγε το δρόμο σε χώρους απάτητους, κι όπως όλα ήταν καινούρια τότε, εμείς χαζεύαμε μαζί του. Νομίζω πως τον Μάνο τον ήξερα από πάντα. Δεν μετράω χρόνια, μετράω την ψυχή του και την ψυχή μου, μετράω την καρδιά του και την καρδιά μου και τις ατέλειωτες ώρες από κουβέντες που ζήσαμε μαζί. Τώρα που εκείνος δεν έχει πια κορμί, σκέφτομαι πως δεν χάθηκαν στους ατελείωτους λαβύρινθους του μυαλού μου οι μουσικές του, δεν ξεθώριασαν τα καλογραμμένα με γυναικείο χαρακτήρα γράμματά του, δεν ξεχάστηκαν τα ατέλειωτα λόγια στα πέτρινα σκαλοπάτια της καλοκαιριάτικης Αθήνας».

Αποτιμώντας τη ζωή του: «Ούτε αδίκησα, ούτε αδικήθηκα. Είμαι ευχαριστημένος. Αγάπησα και αγαπήθηκα… Είμαι ένας άνθρωπος με ιδιόρρυθμο πείσμα. Αν περάσει κάτι στο νου μου θα το διεκπεραιώσω. Ασχολήθηκα με πολλά πράγματα: με αρχιτεκτονική, με ζωγραφική, με θέατρο. Δεν άφηνα τίποτα στη μέση, δεν ήμουν επιπόλαιος. Ήθελα να είμαι συνεπής. Είχα έναν σεβασμό στη φαμίλια μου. Γεννήθηκα Κρητικός και ήθελα να συντηρήσω τον μύθο του έντιμου Κρητικού. Από την οικογένεια ξεκινάνε όλα… Ο πατέρας μου ήταν ένα υπέροχος άνθρωπος, δεν θα μπορούσα ποτέ να προσβάλω την τάξη της φαμίλιας μας που εκείνος όρισε. Είχα μεγάλη υποχρέωση και δεν ήθελα να την προδώσω. Όταν έδωσα μια γροθιά σε αξιωματικό επειδή με είπε “Βούλγαρο”, η γροθιά αυτή θα μου στοίχιζε περισσότερο αν δεν είχα την προστασία της οικογένειας. Είχα την αίσθηση πως ό,τι κι αν έκανα ήμουν προστατευμένος. Αυτό μου έδινε μια αυτοπεποίθηση. Σε όλη μου τη ζωή έκανα χρήση αυτής της προστασίας – ίσως όχι επίτηδες…».

Μητσοτάκης για Κούνδουρο: «Αφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στον ελληνικό κινηματογράφο»

«Ο Νίκος Κούνδουρος υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς έλληνες σκηνοθέτες. Τίμησε και πρόβαλε με το έργο του την Ελλάδα στο εξωτερικό», ανέφερε σε δήλωσή του: «Οι ταινίες του διακρίθηκαν διεθνώς στα Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας και του Βερολίνου. Ως σκηνοθέτης, άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στον ελληνικό κινηματογράφο».

Στην ίδια ανακοίνωση, ο κ. Μητσοτάκης εξήρε τη σεμνότητα και το ήθος του σκηνοθέτη, που αποτέλεσαν παράδειγμα για τους νεότερους δημιουργούς.

«Το κενό που αφήνει η απώλειά του είναι δυσαναπλήρωτο. Στους οικείους του, εκφράζω τα ειλικρινή συλλυπητήριά μου», σημείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Ο επικεφαλής του Ποταμιού, στο twitter

ΚΚΕ για τον Νίκο Κούνδουρο: Εξέφρασε τον καθημερινό αγώνα των λαϊκών ανθρώπων

«Αποχαιρετούμε με θλίψη το Νίκο Κούνδουρο, έναν από τους κορυφαίους Έλληνες σκηνοθέτες, που εξέφρασε με βαθιά ανθρωπιά, διεισδυτικά και χωρίς εξιδανικεύσεις τις αγωνίες και τον καθημερινό αγώνα των λαϊκών ανθρώπων» αναφέρει σε ανακοίνωσή του το ΚΚΕ.

«Ο Νίκος Κούνδουρος έβλεπε στην κινηματογραφική δημιουργία ένα κοινωνικό ρόλο, δεν έκανε τέχνη για την τέχνη. Oπως ο ίδιος έλεγε: “Δεν κάνω κινηματογράφο για την αφεντιά μου. Οι άλλοι με νοιάζουν. Των άλλων τα ντέρτια, οι καημοί, οι δυστυχίες, οι έρωτες, οι θάνατοι”. Τα έργα του ξεχωρίζουν για την ποιητικότητα και την εξαιρετική εικαστική απόδοση της ατμόσφαιρας, στοιχεία οφειλόμενα στις πολύπλευρες γνώσεις του και την ιδιαίτερη καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία του.

Eχοντας ο ίδιος βιώσει τις διώξεις των αγωνιστών της ΕΑΜικής Αντίστασης και την εξορία στη Μακρόνησο, συμπαραστάθηκε έμπρακτα σε πολλούς αποκλεισμένους από το δικαίωμα της εργασίας συγκρατούμενους – συναγωνιστές του, προσλαμβάνοντάς τους στο κινηματογραφικό συνεργείο του.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας εκφράζει τα βαθιά του συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους του», καταλήγει η ανακοίνωση του κόμματος.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...