Μα, γίνεται να διώξουμε την COSCO;
Μα, γίνεται να διώξουμε την COSCO;
Μοιάζει με (και είναι) ένα τεράστιο γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό παζλ που, συμπτωματικά ή μη, άρχισε να αναδεικνύεται με την έλευση της Κίμπερλι Γκίλφοϊλ στην Αθήνα.
Η πρέσβης των ΗΠΑ μιλάει ευθύς εξαρχής και απολύτως ξεκάθαρα για τους σχεδιασμούς της αμερικανικής κυβέρνησης στην περιοχή και για τον ρόλο που έχει αποδοθεί στην Ελλάδα, ως καταλύτη για την απεξάρτηση από τα ρωσικά και τα κινεζικά συμφέροντα.
Σε αυτό το παιχνίδι είναι φανερό ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει επενδύσει «τα ρέστα της» στην αμερικανική στρατηγική και στη σχέση που απορρέει από αυτήν, προσδοκώντας οφέλη σε όλα τα πεδία. Από την ενεργειακή ασφάλεια μέχρι την άμυνα, την οικονομία και την αναβάθμιση της χώρας στη ΝΑ Μεσόγειο και στην ΕΕ.
Το σχέδιο απεξάρτησης της Ευρώπης από τη Ρωσία περνά μέσα από τον ενεργειακό εφοδιασμό και τη διακοπή διακίνησης του ρωσικού φυσικού αερίου. Ως προς αυτά, είναι κομβικής σημασίας οι συμφωνίες που υπογράφηκαν στις αρχές Νοεμβρίου στο Ζάππειο, στο πλαίσιο του σχεδιασμού του Κάθετου Διαδρόμου, της προμήθειας δηλαδή της Ανατολικής (και μελλοντικά της Κεντρικής) Ευρώπης με αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), με πύλη εισόδου την Αλεξανδρούπολη και διανομή μέσω ενός δικτύου που θα φτάνει ως την Ουκρανία.
Οι αποφάσεις αυτές της αμερικανικής κυβέρνησης και η υλοποίησή τους μέσω αμερικανικών ενεργειακών κολοσσών και κατασκευαστικών εταιρειών, σε συνεργασία με αντίστοιχες ελληνικές επιχειρήσεις, συνδυάζονται με ένα άλλο φιλόδοξο σχέδιο, για τη δημιουργία ενός γιγαντιαίου δικτύου μεταφορών, ενέργειας και ψηφιακών δεδομένων.
Είναι ο οικονομικός διάδρομος Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης, ο γνωστός IMEC.
Η αμερικανική κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχουν επιβεβαιώσει το ενδιαφέρον τους γι’ αυτό το σχέδιο από την προηγούμενη άνοιξη. Σύμφωνα δε με πληροφορίες, ο κομβικός ρόλος της Ελλάδας (και της Κύπρου) και σε αυτόν τον διάδρομο είχε συζητηθεί κατά τη συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη με τον αμερικανό ομόλογό του Μάρκο Ρούμπιο τον Μάρτιο του 2025 στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Σύμφωνα με αμερικανικές πηγές, το σχέδιο δεν έχει μόνο εμπορική και ενεργειακή διάσταση, αλλά αντιμετωπίζεται και ως βασική παράμετρος για τη διασφάλιση της ειρήνης στη Μέση Ανατολή.
Στενά συνδεδεμένη με τον IMEC είναι η αμερικανική προσπάθεια «αποκινεζοποίησης» του λιμανιού του Πειραιά μέσω, ει δυνατόν, της απομάκρυνσης της COSCO. Και γι’ αυτό μίλησε όσο πιο ανοιχτά γινόταν η Κίμπερλι Γκίλφοϊλ στη συνέντευξή της στον ΑΝΤ1 (13/11).
Πώς όμως θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, που μεταξύ όλων των άλλων θα μετέβαλλε σε σημαντικό βαθμό τους όρους της επιρροής της Κίνας στην ευρύτερη περιοχή και στα Δυτικά Βαλκάνια;
Κυριάρχη εκτίμηση είναι ότι η Ελλάδα δεν προτίθεται και δεν πρόκειται να έρθει σε σύγκρουση με την Κίνα για την COSCO, δεδομένου δε ότι η επένδυση του κινεζικού κολοσσού ήταν η μοναδική στρατηγικού χαρακτήρα και τέτοιου εύρους, σε μια εποχή που η χώρα ήταν πλήρως απαξιωμένη λόγω της χρεωκοπίας και των μνημονίων.
Υπάρχουν όμως ήδη συγκεκριμένα εναλλακτικά σενάρια.
Μεταξύ των όσων ανακοινώθηκαν προ ημερών στο Ζάππειο περιλαμβανόταν ένα στρατηγικό σχέδιο αναβάθμισης του λιμανιού της Ελευσίνας, ως ευθέως ανταγωνιστικού προς τις δραστηριότητες της COSCO στους προβλήτες ΙΙΙ και ΙV του Πειραιά.
Το σχέδιο υποστηρίζεται από την αμερικανική ONEX και την αμερικανική κυβέρνηση (μέσω της Development Finance Corporation – DFC) και πέραν του εναλλακτικού εμπορικού κόμβου, προβλέπει την ανάπτυξη ενός λιμένα πολλαπλών χρήσεων, με δυνατότητες υποδοχής και ελλιμενισμού εμπορικών και πολεμικών πλοίων.
Διακηρυγμένος στόχος είναι η δημιουργία ενός ισχυρού εμπορικού και ενεργειακού κόμβου στην Ελευσίνα και στο Θριάσιο, ο οποίος θα λειτουργήσει ως αντίβαρο στην κινεζική επιρροή του Πειραιά.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, σημαντικό ρόλο σε όλους αυτούς τους σχεδιασμούς, οι οποίοι αλληλεπιδρούν στον γεωπολιτικό χώρο που εκτείνεται από την Ινδία ως την ΝΑ Μεσόγειο και την Ουκρανία, αναδεικνύεται σήμερα η σημασία των σχέσεων που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια με την Ινδία, το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. και παράλληλα η στρατηγική και στρατιωτική συνεργασία με τις ΗΠΑ.
Οπως αρχίζει να γίνεται ευρύτερα αντιληπτό, η υλοποίηση αυτών των σχεδιασμών είναι ένα παζλ με πολλά κομμάτια, τα οποία βρίσκονται στα χέρια πολλών ενδιαφερομένων. Ποιος θα κάνει τις κινήσεις του και πότε μπορεί να επηρεάσει με διαφόρους τρόπους τις εξελίξεις. Πάντως η ελληνική πτυχή του ζητήματος έχει και μια άλλη, εσωτερική διάσταση: Εχει ιδιαίτερη σημασία το πώς τοποθετούνται ως προς αυτά οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις.
Υπό αυτήν την έννοια, η διατήρηση αυτών των γεωστρατηγικών επιλογών θα είναι εκ των πραγμάτων μια παράμετρος υπό εξέταση στις επόμενες εθνικές εκλογές και στη διακυβέρνηση έπειτα από αυτές.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
