994
| Creative Protagon

Κάνει λάθος η Ευρώπη με τις αμυντικές δαπάνες;

Protagon Team Protagon Team 1 Ιουλίου 2025, 12:50
|Creative Protagon

Κάνει λάθος η Ευρώπη με τις αμυντικές δαπάνες;

Protagon Team Protagon Team 1 Ιουλίου 2025, 12:50

Η Ευρώπη, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τις πολλαπλές κρίσεις που την κλονίζουν, από τη βιομηχανική παρακμή, μέχρι την αμυντική της εξάρτηση, στρέφεται μαζικά στην επανεξοπλιστική στρατηγική, επενδύοντας στη στρατιωτική βιομηχανία ως μέσο οικονομικής και γεωπολιτικής ανάκαμψης. Ομως, όπως γράφει στους Times της Νέας Υόρκης ο ερευνητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Αντον Γιέγκερ, αυτή η επιλογή, αντί να την οδηγήσει σε μια νέα εποχή αυτονομίας και ανάπτυξης, κινδυνεύει να αποδειχθεί ένα ιστορικό λάθος, στερώντας πόρους από τις κοινωνικές ανάγκες και εγκλωβίζοντας την ήπειρο σε έναν φαύλο κύκλο ανασφάλειας, αναποτελεσματικότητας και εξωτερικής εξάρτησης.

Λίγο έξω από τις Βρυξέλλες, βρίσκεται το παλιό εργοστάσιο της Audi. Κάποτε ήταν ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς αυτοκινήτων στο Βέλγιο, ένα σύμβολο της βιομηχανικής δύναμης της πρωτεύουσας της Ευρώπης. Ομως, στις αρχές του έτους, το εργοστάσιο έκλεισε αιφνιδιαστικά, χτυπημένο από τη βιομηχανική κρίση που σαρώνει την ευρωπαϊκή ήπειρο. Ηδη στους τοίχους του εμφανίζονται τα πρώτα γκράφιτι, γράφουν οι ΝΥΤ.

Τους τελευταίους μήνες, η ιστορία του εργοστασίου της Audi λειτουργεί ως μεταφορά για την κατάσταση της ίδιας της Ευρώπης. Μια ήπειρος που φαίνεται να έχει χάσει την αυτοπεποίθησή της, καθώς παρασύρεται από τα νέα γεωοικονομικά κύματα του 21ου αιώνα. Οι ηγέτες της, σε μια απέλπιδα προσπάθεια αναπροσανατολισμού, προτείνουν ένα φιλόδοξο αλλά επικίνδυνο σχέδιο: η παλιά αυτοκινητοβιομηχανία να μετατραπεί σε εργοστάσιο παραγωγής όπλων. Οι υποστηρικτές του σχεδίου ισχυρίζονται ότι αυτό θα ενισχύσει τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης και θα δημιουργήσει 3.000 νέες θέσεις εργασίας.

«Η Ευρώπη προσπαθεί να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα την οικονομική παρακμή και την αμυντική της αδυναμία ρίχνοντας χρήμα στην πολεμική βιομηχανία», όπως το θέτουν οι ΝΥΤ.

Αυτή η ιδέα, να χρησιμοποιηθεί η στρατιωτική επένδυση ως δίοδος για οικονομική και γεωπολιτική ανάκαμψη, διαπερνά πλέον όλες τις μεγάλες πρωτεύουσες της Ευρώπης. Από τη μία πλευρά, οι αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες υπόσχονται προστασία από τη ρωσική απειλή και αυτονόμηση από την αμερικανική επιρροή. Από την άλλη, θεωρείται πως μπορούν να αναζωογονήσουν τον ασθενή βιομηχανικό τομέα της Ευρώπης, που δέχεται πιέσεις από τον κινεζικό ανταγωνισμό και το υψηλό ενεργειακό κόστος.

Ομως αυτές οι ελπίδες είναι, κατά πάσα πιθανότητα, φρούδες. Η προώθηση της στρατιωτικοποίησης της Ευρώπης, εκτός του ότι έχει περιορισμένη εμβέλεια και αποτελεσματικότητα, ενέχει τον κίνδυνο να μην αποτύχει απλώς, αλλά να οδηγήσει και σε σοβαρή οπισθοδρόμηση. «Το ευρωπαϊκό σχέδιο για επανεξοπλισμό μοιάζει περισσότερο με αυτοϋπονόμευση παρά με αναγέννηση», σχολιάζουν οι ΝΥΤ.

Η προσέγγιση αυτή έχει ονομαστεί «στρατιωτικός κεϋνσιανισμός», ένας όρος που αναφέρεται στην ιδέα ότι οι κυβερνήσεις μπορούν να αντιμετωπίσουν την οικονομική ύφεση αυξάνοντας τις στρατιωτικές δαπάνες. Ο όρος πρωτοεμφανίστηκε για να περιγράψει τις πολιτικές των Ναζί στη δεκαετία του 1930 και αργότερα των ΗΠΑ κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σήμερα, χρησιμοποιείται και για την οικονομία της Ρωσίας υπό τον Πούτιν.

Ωστόσο, είναι αμφίβολο αν αυτό που επιχειρεί η Ευρώπη σήμερα εμπίπτει πράγματι σε αυτή την κατηγορία. Για παράδειγμα, η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών απλώς επαναφέρει τα επίπεδα που ίσχυαν πριν από το 1989. Στη δεκαετία του 1960, οι στρατιωτικές δαπάνες της Δυτικής Γερμανίας έφταναν σχεδόν το 5% του ΑΕΠ. Ο σημερινός στόχος του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς είναι μόλις 3,5%. Δεν πρόκειται λοιπόν για κάποιο ιστορικό άλμα, ούτε ανταποκρίνεται στο ρητορικό αφήγημα του «Zeitenwende» (σημείο καμπής) που συχνά επικαλούνται οι ευρωπαίοι ηγέτες.

Εξίσου ασαφή, σημειώνουν οι ΝΥΤ, είναι και τα αναμενόμενα κοινωνικά οφέλη. Παρ’ όλο που η Γερμανία έχει ελαφρώς χαλαρώσει τους δημοσιονομικούς κανόνες της, οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις διστάζουν να δημιουργήσουν νέα ελλείμματα. Περισσότερα χρήματα για τον στρατό σημαίνει λιγότερα για κοινωνικά προγράμματα, υποδομές και δημόσιες υπηρεσίες. Αντί για κεϋνσιανή ενίσχυση της οικονομίας, μοιάζει περισσότερο με τη στρατηγική του Ρόναλντ Ρίγκαν: στρατιωτική δαπάνη συνδυασμένη με κοινωνικές περικοπές.

Το Βέλγιο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της λογικής. Ο υπουργός Αμυνας, Τεό Φράνκεν, υπέρμαχος της μετατροπής του εργοστασίου της Audi σε μονάδα παραγωγής όπλων, έχει πει: «Η κοινωνική ασφάλιση είναι υπερβολικά μεγάλη. Το να αφαιρέσεις μερικά δισεκατομμύρια από έναν προϋπολογισμό 200 δισ. δεν είναι απάνθρωπο». Τέτοιες δηλώσεις μοιάζουν κοντόφθαλμες, εξηγούν οι ΝΥΤ, «ιδιαίτερα σε μια εποχή που η κοινωνική δυσαρέσκεια τροφοδοτεί την άνοδο της Ακροδεξιάς και απειλεί τη συνοχή της ΕΕ».

Υπάρχουν όμως και πιο πρακτικά προβλήματα. Η στροφή προς τη στρατιωτική παραγωγή ενέχει τον κίνδυνο να εξαρτηθούν ολόκληροι βιομηχανικοί τομείς από τον πόλεμο. Κι αυτό είναι μακροπρόθεσμα πιο ασταθές από την καταναλωτική αγορά. Επιπλέον, η αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα δεν εγγυάται απαραίτητα καλύτερα αποτελέσματα. Ο οικονομολόγος Ανταμ Τουζ έχει παρατηρήσει ότι η Ευρώπη δαπανά τεράστια ποσά για τις λεγόμενες «ζόμπι» στρατιωτικές της δυνάμεις, με ελάχιστη απόδοση σε ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό. Καμία ευρωπαϊκή αμυντική εταιρεία δεν περιλαμβάνεται στις 10 κορυφαίες παγκοσμίως, με βάση τους κύκλους εργασιών.

«Στο επίκεντρο του προβλήματος», επισημαίνουν οι ΝΥΤ «βρίσκεται η διαχρονική αδυναμία της Ευρώπης στον συντονισμό». Με τις αποφάσεις να λαμβάνονται ξεχωριστά από κάθε κράτος-μέλος, τα κόστη αυξάνονται, οι συμβάσεις διαμοιράζονται με πολιτικά κριτήρια και όχι με κριτήρια αποτελεσματικότητας, και τα προγράμματα καθυστερούν. Αυτό έγινε εμφανές στην καθυστέρηση της παραγωγής πυρομαχικών για την Ουκρανία. Επιπλέον, τα πρώτα κονδύλια από αυτή την αμυντική «επενδυτική έκρηξη» αναμένεται να καταλήξουν σε αμερικανικές εταιρείες. Πρόκειται για μια ειρωνική αντιστροφή της υποτιθέμενης «ευρωπαϊκής αυτονομίας».

Πέρα από τα οικονομικά και στρατηγικά εμπόδια, υπάρχουν και πολιτισμικοί φραγμοί. Η Ευρώπη, σε μεγάλο βαθμό, έχει εσωτερικεύσει τον αντιμιλιταρισμό. Στη δεκαετία του 1990, ο δημοσιογράφος Ανατόλ Λίβεν είχε γράψει ότι «όποιος πιστεύει ότι η Ευρώπη θα επιστρέψει στην παλιά στρατιωτική ισχύ της, δεν έχει μπει ποτέ σε γερμανική ντισκοτέκ». Πολλά κράτη της Ευρώπης έχουν καταργήσει τη στρατιωτική θητεία και δυσκολεύονται να πείσουν τους πολίτες τους να επιστρέψουν σε αυτήν. Οπως το έθεσε πρόσφατα ένας γερμανός ποντκάστερ: «Προτιμώ να είμαι ζωντανός, παρά να πεθαίνω».

Οι ευρωπαίοι ηγέτες, παρ’ όλα αυτά, φαίνεται ότι εμμένουν στο αφήγημα του επανεξοπλισμού ως προϋπόθεση για την είσοδο της ηπείρου στον 21ο αιώνα. Στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, σχεδόν όλα τα μέλη δεσμεύτηκαν να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες τους στο 5% του ΑΕΠ μέσα στην επόμενη δεκαετία, με το 1,5% να κατευθύνεται σε σχετικές υποδομές και έρευνα.

«Ομως, τα αποτελέσματα παραμένουν αβέβαια», καταλήγουν οι ΝΥΤ. «Η Ευρώπη φαίνεται να οδεύει προς ένα υβρίδιο αποτυχημένης στρατηγικής: ούτε πραγματική στρατιωτική ανεξαρτησία ούτε ουσιαστική οικονομική ανάκαμψη». Μια αμυντική φούσκα χωρίς κοινωνικά οφέλη και μια βιομηχανική αναβίωση χωρίς θεμέλια για ανάπτυξη.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...