Συμφωνία για τα πυρηνικά: Η πένα πιο ισχυρή από τη βόμβα
Συμφωνία για τα πυρηνικά: Η πένα πιο ισχυρή από τη βόμβα
Η αντιμετώπιση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν με στρατιωτικές επιθέσεις μπορεί να προκαλέσει βραχυπρόθεσμη καθυστέρηση, αλλά δεν αποτελεί βιώσιμη λύση για την αποτροπή της ανάπτυξης πυρηνικών όπλων στην Τεχεράνη. Η πραγματική απάντηση βρίσκεται στη διπλωματία και τις συμφωνίες που επιτρέπουν ελέγχους και περιορισμούς, καθώς το Ιράν διαθέτει την τεχνογνωσία για να ανακάμψει γρήγορα από τα στρατιωτικά πλήγματα.
Ο Φαρίντ Ζακαρία γράφει στην Washington Post, πως «μόνο η διπλωματία και η επίτευξη κάποιας συμφωνίας μπορούν να θέσουν πραγματικά υπό έλεγχο το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν», ενώ συμπληρώνει ότι «η στρατιωτική δράση, χωρίς πολιτική λύση, απλώς παρατείνει το πρόβλημα». Τέλος, υπογραμμίζει ότι «η μονομερής στρατιωτική επέμβαση υπονομεύει τη διεθνή σταθερότητα και τον κανόνα δικαίου».
Η συζήτηση σχετικά με την αποτελεσματικότητα των αμερικανικών αεροπορικών επιδρομών κατά του Ιράν αποσπά την προσοχή από το βασικό ζήτημα, συνεχίζει. Ακόμη και οι πιο επιτυχημένες στρατιωτικές ενέργειες δεν μπορούν από μόνες τους να εξασφαλίσουν ότι το Ιράν δεν θα αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Οι αμερικανικές επιθέσεις ήταν το αποκορύφωμα μιας εκστρατείας από το Ισραήλ, που διήρκεσε πάνω από έναν χρόνο και κατέστησε φανερό ότι ο λεγόμενος «άξονας αντίστασης» του Ιράν είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο εύθραυστος από ό,τι φαινόταν.
Πολλοί ειδικοί συμφωνούν ότι οι επιδρομές ήταν πολύ αποτελεσματικές. Οι εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου βασίζονται σε σύνθετα μηχανήματα, σταθερή παροχή ρεύματος και ανθεκτικά κατασκευαστικά περιβάλλοντα· όλα αυτά πιθανόν να έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές από τις 14 βόμβες τύπου bunker-buster που έπληξαν τους στόχους τους με μεγάλη ακρίβεια. Ωστόσο, ακόμα και αν οι ζημιές είναι όντως μεγάλες, οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι οι αεροπορικές επιδρομές καθυστέρησαν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν κατά μόλις ένα ή δύο χρόνια.
Στον αντίποδα, η πυρηνική συμφωνία του 2015 είχε κατορθώσει να καθυστερήσει το πρόγραμμα για μια δεκαετία ή και περισσότερο.
Πιο σημαντική, όμως, ήταν η επίδραση των ισραηλινών επιθέσεων που προηγήθηκαν, οι οποίες εξόντωσαν τουλάχιστον 14 κορυφαίους πυρηνικούς επιστήμονες του Ιράν, καθώς και πολλούς υψηλόβαθμους στρατιωτικούς, ενώ κατέστρεψαν σχεδόν το ήμισυ των πυραυλικών συστημάτων της χώρας, σύμφωνα με δηλώσεις του Νετανιάχου. Οι αεράμυνα του Ιράν αποδυναμώθηκε πλήρως, καθιστώντας τη χώρα ευάλωτη σε περαιτέρω επιθέσεις από το Ισραήλ ή τις ΗΠΑ.
Ομως, σημειώνει ο Ζακαρία στο άρθρο του στην Washington Post, ο επικεφαλής της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (IAEA), Ραφαέλ Μαριάνο Γκρόσι, ήταν ξεκάθαρος: Είπε ότι το Ιράν έχει τη γνώση και τα μέσα να ανασυντάξει το πρόγραμμά του μέσα σε μερικούς μήνες. Φαίνεται ότι έχει μετακινήσει μεγάλες ποσότητες εμπλουτισμένου ουρανίου που, αν παραμείνουν ανέπαφες, μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή όπλων. Η καταστροφή αυτών των αποθεμάτων με βομβαρδισμούς είναι πρακτικά αδύνατη χωρίς να προκαλέσει μεγάλες απώλειες αμάχων. Αυτό σημαίνει πως η μόνη βιώσιμη λύση για να διασφαλιστεί ότι το Ιράν δεν θα αποκτήσει πυρηνικά όπλα περνά μέσα από διαπραγματεύσεις και επιθεωρήσεις, δηλαδή, μέσω μιας νέας πυρηνικής συμφωνίας.
Παρά τις έμπλεες αυτοπεποίθηση δηλώσεις του σχετικά με τις αμερικανικές επιθέσεις, ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να κατανοεί αυτήν την αλήθεια, και καλεί εκ νέου στην εξεύρεση διπλωματικής λύσης. Ο ίδιος διαθέτει το πολιτικό κεφάλαιο –και στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ– για να προωθήσει μια συμφωνία. Το Ιράν μπορεί και πρέπει να πιεστεί να αποδεχθεί περισσότερα από όσα είχε δεχθεί το 2015, επί Ομπάμα. Η Ισλαμική Δημοκρατία βρίσκεται σε πολύ πιο αδύναμη θέση από τότε, ίσως την πιο αδύναμη των τελευταίων δεκαετιών.
Οι απαιτήσεις, συνεχίζει το άρθρο της Washington Post, θα πρέπει να περιλαμβάνουν αυστηρούς περιορισμούς, όχι μόνο στο πυρηνικό πρόγραμμα, το οποίο συνεισφέρει μόλις το 2% στην ηλεκτροπαραγωγή του Ιράν, αλλά και στην υποστήριξη παραστρατιωτικών ομάδων στη Μέση Ανατολή. Θα ήταν πολύ καλύτερο για τους Ιρανούς αν η κυβέρνησή τους επικεντρωνόταν στην ενίσχυση του ίδιου του λαού της, παρά στην διατήρηση των επαναστατικών συμμάχων της.
Το πιο κρίσιμο ζήτημα αφορά τον εμπλουτισμό ουρανίου. Σύμφωνα με τη Συνθήκη μη Διάδοσης των Πυρηνικών Οπλων (NPT), το Ιράν ισχυρίζεται ότι έχει το δικαίωμα στον εμπλουτισμό για ειρηνικούς σκοπούς. Αντιθέτως, το Ισραήλ απαιτεί να μην έχει κανένα επίπεδο εμπλουτισμού. Η κυβέρνηση Τραμπ είχε αρχικά προτείνει τη δημιουργία μιας περιφερειακής κοινοπραξίας που θα μπορούσε να εμπλουτίζει ουράνιο, υπό αυστηρή παρακολούθηση, και να παρέχει στο Ιράν ουράνιο τόσο χαμηλού εμπλουτισμού που να μην είναι κατάλληλο για όπλα. Οταν, όμως, είδε την επιτυχία των ισραηλινών επιθέσεων, σκλήρυνε τη στάση της. Θα ήταν ωφέλιμο να επανεξετάσει την προηγούμενη πρότασή της, καθώς οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι μια τέτοια κοινοπραξία θα ήταν ασφαλής και εφαρμόσιμη, σύμφωνα με τη Washingtοn Ρost.
Η επίτευξη μιας διπλωματικής συμφωνίας θα είχε, επιπλέον, ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Οσο κι αν υπάρχουν αμφιβολίες για τις μελλοντικές προθέσεις του Ιράν, το πρόγραμμα του δεν προσανατολίστηκε ποτέ στην κατασκευή όπλων. Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες έχουν επανειλημμένα επιβεβαιώσει αυτό το γεγονός, και δεν υπάρχει καμία αξιόπιστη απόδειξη που να το διαψεύδει. Παρ’ όλα αυτά, οι ΗΠΑ εξαπέλυσαν μια μονομερή και αδικαιολόγητη επίθεση σε ένα κυρίαρχο κράτος, χωρίς την έγκριση του ΟΗΕ ή του Κογκρέσου. Τέτοιου είδους ενέργειες δεν πρέπει να λαμβάνονται ελαφρά τη καρδία. «Είναι εύκολο να τις υποστηρίξει κανείς όταν προέρχονται από τη Δύση, αλλά πώς θα αισθανόμασταν αν τις έκανε η Κίνα ή η Ρωσία; Πώς βλέπουμε τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία;», αναρωτιέται η Washington Post.
Η παγκόσμια τάξη που βασίζεται σε κανόνες είναι ίσως μια αφηρημένη έννοια για πολλούς, αλλά μας έχει προσφέρει την πιο παρατεταμένη περίοδο ειρήνης και σταθερότητας στην Ιστορία. Αυτή η ειρήνη επέτρεψε την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, του εμπορίου, των μετακινήσεων και τη διατήρηση των εθνικών ανταγωνισμών μακριά από πυρηνικές συγκρούσεις.
Μια στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράν, ακόμα και αν είναι μονομερής και χωρίς πρόκληση, μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο αν οδηγήσει σε μια πιο σταθερή κατάσταση όσον αφορά τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, ένα ισχυρό μήνυμα σε όσους σκέφτονται να παραβούν τους κανόνες. Αυτό όμως απαιτεί μια πολιτική λύση που να είναι αποδεκτή και σταθερή για όλες τις πλευρές. Διαφορετικά, απλώς φτάνουμε σε μια εκεχειρία χωρίς πραγματική λύση.
Οι μονομερείς στρατιωτικές ενέργειες των ΗΠΑ μπορεί να τροφοδοτήσουν το διεθνές χάος, καταλήγει η Washington Post, καθώς άλλες μεγάλες δυνάμεις θα αισθανθούν και αυτές ότι δικαιούνται να παραβιάζουν τους κανόνες, επικαλούμενες «έκτακτες ανάγκες». Οπως είπε ένας στρατιώτης στον πόλεμο του Βιετνάμ, «για να σωθεί το χωριό, έπρεπε να το καταστρέψουμε». Αυτή η λογική κρύβει τον κίνδυνο να καταστραφεί η ίδια η ειρήνη που προσπαθούμε να διαφυλάξουμε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
