1601
| Shutterstock / Creative Protagon

Στην εποχή της οθόνης, ο έρωτας πεθαίνει

Protagon Team Protagon Team 11 Νοεμβρίου 2025, 13:45
|Shutterstock / Creative Protagon

Στην εποχή της οθόνης, ο έρωτας πεθαίνει

Protagon Team Protagon Team 11 Νοεμβρίου 2025, 13:45

Στις πλούσιες κοινωνίες του κόσμου, ένα ανησυχητικό φαινόμενο κερδίζει έδαφος: όλο και λιγότεροι άνθρωποι κάνουν σχέσεις, παντρεύονται ή συγκατοικούν. Η μοναχική ζωή κερδίζει έδαφος, ιδιαίτερα στους νέους, επηρεάζοντας τη δημογραφία, τις κοινωνικές ισορροπίες και την ίδια τη φύση των ανθρώπινων σχέσεων.

«Δεν βγαίνω ραντεβού με συντηρητικούς άνδρες», λέει στον Economist η 30χρονη Νάνσι Aντεμπι, εργαζόμενη στα social media στη Νέα Υόρκη. «Βγαίνω μόνο με προοδευτικούς». Δεν είναι όμως μόνο οι πολιτικές πεποιθήσεις που την απασχολούν· αναζητά κάποιον φιλόδοξο, με σταθερή καριέρα, που να είναι Εβραίος και, κυρίως, να θέλει να κάνει οικογένεια. «Δεν είναι εύκολο να βρεις κάποιον που να καλύπτει όλα αυτά», λέει με απογοήτευση. Πρόσφατα, ωστόσο, συνειδητοποίησε κάτι: «Δεν χρειάζομαι έναν άνδρα για να ζήσω τη ζωή που ονειρεύομαι».

Η Αντεμπι, γράφει ο Economist, δεν αποτελεί εξαίρεση. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 2023, οι μισοί άνδρες και τέσσερις στις δέκα γυναίκες ηλικίας 25-34 ετών ήταν εργένηδες. Τα ποσοστά είναι σχεδόν διπλάσια από πέντε δεκαετίες νωρίτερα. Κι αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην Αμερική: μεταξύ 2010 και 2022, το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν μόνοι αυξήθηκε στις 26 από τις 30 χώρες του ΟΟΣΑ. Οι γάμοι μειώνονται δραματικά όχι μόνο στη Δύση, αλλά και στην Ασία· στην Κίνα, την Ινδία, και ακόμη περισσότερο στην Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Ταϊβάν. Κάθε νέα γενιά στην Ευρώπη είναι λιγότερο πιθανό να παντρευτεί ή να συζήσει, σε σχέση με τις προηγούμενες.

Η «ύφεση των σχέσεων»

Αυτή η κρίση στις σχέσεις δεν επηρεάζει μόνο όσους θέλουν να παντρευτούν, αλλά και εκείνους που αναζητούν απλώς μια συντροφιά ή ένα περιστασιακό φλερτ, γράφει ο Economist. Οι νέοι κοινωνικοποιούνται λιγότερο, βγαίνουν ραντεβού σπανιότερα και κάνουν σεξ αργότερα στη ζωή τους σε σύγκριση με παλαιότερες γενιές. Ακόμη και όσοι έχουν σχέσεις, κάνουν λιγότερο σεξ.

Ο κοινωνιολόγος Μάικλ Ρόζενφελντ του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ υπολόγισε ότι η μείωση των γνωριμιών λόγω της πανδημίας αύξησε τον αριθμό των εργένηδων στην Αμερική κατά 13,7 εκατομμύρια το 2022. Με βάση αυτά τα δεδομένα και την πτώση των γάμων στην Ασία, ο Economist εκτιμά ότι μέσα σε μια δεκαετία, οι εργένηδες παγκοσμίως αυξήθηκαν τουλάχιστον κατά 100 εκατομμύρια.

Το ότι περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν σήμερα να είναι μόνοι, χωρίς την κοινωνική πίεση του γάμου, θα μπορούσε να θεωρηθεί μεγάλη κοινωνική πρόοδος, μια μορφή απελευθέρωσης από τον εξαναγκασμό παλιότερων εποχών. Ωστόσο, δεν είναι όλοι μόνοι τους από επιλογή.

Σε έρευνα που έγινε σε 14 χώρες, μόνο το 40% των εργένηδων δήλωσε ότι δεν ενδιαφέρεται να έχει σχέση. Στις ΗΠΑ, παρότι το 50% είπε ότι δεν βγαίνει ραντεβού, μόλις το 27% δήλωσε ότι το κάνει επειδή απολαμβάνει τη μοναξιά. Οι υπόλοιποι επικαλέστηκαν έλλειψη χρόνου ή την αίσθηση ότι «κανείς δεν θα ήθελε να βγει μαζί τους». Το 34% των ερωτηθέντων σε άλλη έρευνα είπε ότι θα ήθελε να έχει σύντροφο αλλά «δυσκολεύεται να προσελκύσει κάποιον». Το συμπέρασμα είναι ότι ο αριθμός των μοναχικών ανθρώπων που επιθυμούν σχέση αλλά δεν μπορούν να τη βρουν αυξάνεται ραγδαία.

Η «ασυμφωνία των φύλων»

Ο Economist γράφει ότι παρατηρείται και μια ανισορροπία ανάμεσα στα φύλα. Σε έρευνα της Pew, το 62% των γυναικών δήλωσε ότι δεν θέλει να βγαίνει ραντεβού, ενώ στους άνδρες το ποσοστό ήταν μόνο 37%. Σε χώρες όπως η Αμερική και η Νότια Κορέα, αναπτύσσονται ολόκληρα κινήματα νέων ανδρών που αισθάνονται «αδικημένοι» ή αποκλεισμένοι από το φλερτ και τις σχέσεις. Αυτό είναι ανησυχητικό διότι ιστορικά τα μεγάλα ποσοστά ανύπαντρων νέων ανδρών συνδέονται με αύξηση της βίας και του εγκλήματος.

Ολες αυτές οι αλλαγές έχουν βαθύτερες κοινωνικές επιπτώσεις: χαμηλότερη γεννητικότητα, αυξημένη ζήτηση για μικρότερα διαμερίσματα και μελλοντικά αυξημένα έξοδα για φροντίδα ηλικιωμένων αντί για σχολεία. Η «επιδημία της μοναξιάς» δεν είναι μόνο προσωπική εμπειρία, γράφει ο Economist· έχει δημογραφικές, οικονομικές και πολιτισμικές συνέπειες.

Αφού πολλοί άνθρωποι θέλουν σχέση αλλά δεν βρίσκουν, κάτι δεν λειτουργεί σωστά. Ισως υπάρχει πρόβλημα στην «αγορά γνωριμιών», ή η κοινωνία αλλάζει τόσο πολύ, που οι άνθρωποι γίνονται ασύμβατοι μεταξύ τους. Φαίνεται ότι ισχύουν και τα δύο.

Στην Ασία, όπου η μοναχικότητα αυξάνεται ταχύτερα, παίζουν ρόλο τόσο δημογραφικοί όσο και πολιτισμικοί παράγοντες. Η πολιτική του ενός παιδιού στην Κίνα προκάλεσε ανισορροπία φύλων: έως το 2027 αναμένεται να υπάρχουν 119 άνδρες για κάθε 100 γυναίκες. Αυτό σημαίνει ότι 30-50 εκατομμύρια άνδρες «περισσεύουν» στην αγορά γάμου. Οι περισσότεροι είναι φτωχότεροι και λιγότερο μορφωμένοι, ομάδες με μικρότερες πιθανότητες να παντρευτούν.

Παρόμοιο φαινόμενο παρατηρείται και στην Ινδία, όπου η προτίμηση για αγόρια και οι επιλεκτικές αμβλώσεις δημιούργησαν έλλειμμα εκατομμυρίων κοριτσιών. Η ανισορροπία αυτή ενισχύει τον ανταγωνισμό και οδηγεί πολλούς άνδρες στην περιθωριοποίηση.

Η βελτίωση της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής θέσης των γυναικών στην Ανατολική Ασία συνέβαλε επίσης στη συνειδητή αποφυγή του γάμου. Οπως επισημαίνει στον Economist η καθηγήτρια Γουέι-Τζουν Γιουνγκ του Πανεπιστημίου της Σιγκαπούρης, πολλές γυναίκες πλέον δεν έχουν την οικονομική ανάγκη ενός άνδρα. Αντιθέτως, ο γάμος συνεπάγεται απώλεια ανεξαρτησίας και υψηλό κόστος, καθώς οι γυναίκες εξακολουθούν να επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος της φροντίδας παιδιών και ηλικιωμένων.

Ετσι, οι πιο μορφωμένες γυναίκες σε χώρες όπως η Κίνα και η Κορέα είναι σήμερα εκείνες που μένουν πιο συχνά μόνες. Οι άνδρες, από την άλλη, συχνά παραμένουν προσκολλημένοι σε παραδοσιακούς ρόλους και δείχνουν εχθρικοί προς τον φεμινισμό. Στη Νότια Κορέα, περίπου το 60% των νέων ανδρών θεωρεί ότι ο φεμινισμός τους «υποτιμά». Δεν είναι παράξενο που οι φιλόδοξες γυναίκες απομακρύνονται από την ιδέα του γάμου.

Δύση: διαφορετικές αιτίες, παρόμοιο αποτέλεσμα

Στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, το μοτίβο είναι ανάλογο αλλά για διαφορετικούς λόγους. Μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα, οι άνδρες είχαν υψηλότερη εκπαίδευση. Σήμερα, όμως, οι γυναίκες υπερτερούν: σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ από το 2019, το 51% των γυναικών 25-34 ετών διαθέτει πτυχίο, έναντι 39% των ανδρών. Αυτό καθιστά αδύνατη τη διατήρηση του παραδοσιακού προτύπου. Οπως λέει στον Economist ο δημογράφος Αλμπερτ Εστέβε, οι γυναίκες που θέλουν να «παντρευτούν προς τα πάνω» δεν βρίσκουν πια αρκετούς υποψήφιους.

Αν λειτουργούσε μόνο η λογική των αριθμών, θα βλέπαμε περισσότερες γυναίκες να παντρεύονται άνδρες με χαμηλότερη μόρφωση. Ομως, τα κοινωνικά στερεότυπα παραμένουν ισχυρά. Ερευνες δείχνουν ότι οι πιο μορφωμένες γυναίκες προτιμούν να μείνουν μόνες παρά να παντρευτούν άνδρα με λιγότερα προσόντα. Κάποιες βέβαια επιλέγουν άνδρες λιγότερο μορφωμένους αλλά με υψηλότερο εισόδημα.

Οι γυναίκες δεν είναι παράλογες, σημειώνει ο Economist: σε χώρες όπως η Αυστραλία, οι άνδρες που κερδίζουν λιγότερα από τις συντρόφους τους τείνουν να εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά λεκτικής ή σωματικής βίας. Ωστόσο, οι νεότερες γενιές δείχνουν περισσότερη προσαρμοστικότητα, με λιγότερα διαζύγια μεταξύ ζευγαριών στα οποία η γυναίκα έχει ανώτερη μόρφωση.

Τεχνολογία και έρωτας

Ενα ακόμη στοιχείο που αλλάζει τις σχέσεις είναι η τεχνολογία. Επί δεκαετίες, τα ζευγάρια γνωρίζονταν κυρίως μέσω κοινών φίλων. Από τα τέλη της δεκαετίας του 2000, όμως, οι γνωριμίες μέσω διαδικτύου εκτοξεύτηκαν· το 2013 έγιναν ο πιο συχνός τρόπος για να γνωριστούν δύο άνθρωποι και να γίνουν ζευγάρι.

Ομως, οι διαδικτυακές γνωριμίες είναι ριζικά διαφορετικές από τις διά ζώσης. Οι εφαρμογές, όπως το Hinge ή το Bumble, επιτρέπουν «φιλτράρισμα» υποψηφίων με βάση ηλικία, επάγγελμα, ύψος και πολιτικά ή θρησκευτικά πιστεύω. Αυτή η δυνατότητα επιλογής οδηγεί σε ακραία επιλεκτικότητα και σε παραμορφωμένες προσδοκίες, γράφει ο Economist. Για παράδειγμα, η Wall Street Journal ανέφερε ότι οι περισσότερες γυναίκες στο Bumble αποκλείουν όλους τους άνδρες κάτω των 1,83 μ., δηλαδή το 85% του ανδρικού πληθυσμού.

Παρότι οι έρευνες δείχνουν ότι οι περισσότερες γυναίκες ενδιαφέρονται περισσότερο για καλοσύνη και χιούμορ, τα φίλτρα και οι φωτογραφίες οδηγούν σε επιφανειακές επιλογές. Αντίστοιχα, οι άνδρες στις δικές τους διαδικτυακές κοινότητες συχνά κατηγορούν τις γυναίκες ως «εγωίστριες», ενώ influencers όπως ο Αντριου Τέιτ προωθούν τοξικά πρότυπα ανδρισμού.

Στον αντίποδα, ορισμένες γυναίκες χρησιμοποιούν ιδιωτικά φόρουμ για να «προειδοποιούν» άλλες γυναίκες για επικίνδυνους άνδρες, κάτι θετικό για την ασφάλεια, που τροφοδοτεί, όμως, ένα κλίμα καχυποψίας. Ετσι, πολλοί άνδρες φοβούνται να προσεγγίσουν γυναίκες, υπό τον φόβο δημόσιου διασυρμού.

Η κουλτούρα των social media έχει δημιουργήσει ένα οικοσύστημα μη ρεαλιστικών προσδοκιών. Οπως λέει η coach σχέσεων Σαμπρίνα Ζοχάρ, που καθοδηγεί πελάτες μέσω TikTok, «πολλοί νέοι χρειάζονται πια να τους εξηγήσεις τα βασικά, ότι αν κάποιος δεν σου στέλνει μήνυμα κάθε μέρα, δεν σημαίνει ότι δεν σε θέλει».

Η ψηφιακή εποχή έχει συνηθίσει τους ανθρώπους να φιλτράρουν τα πάντα, από μουσική και ειδήσεις, ως κοινωνικές επαφές. Οταν αυτή η νοοτροπία μεταφέρεται στις σχέσεις, γίνεται δύσκολο να αποδεχθούν την ατέλεια ή τη διαφορετικότητα του άλλου. Επιπλέον, η πολιτική πόλωση δημιουργεί κι άλλα εμπόδια: στις ΗΠΑ, οι γυναίκες γίνονται όλο και πιο φιλελεύθερες και οι άνδρες πιο συντηρητικοί, κάτι που κάνει ακόμη και το φλερτ πεδίο ιδεολογικής σύγκρουσης.

Πέρα από την επιλεκτικότητα που δημιουργούν, οι συσκευές μάς απορροφούν τον ελεύθερο χρόνο, σημειώνει ο Economist. Στις ΗΠΑ, ο χρόνος που περνούν οι νέοι 15-24 ετών σε κοινωνικές δραστηριότητες μειώθηκε κατά 25% την τελευταία δεκαετία, ενώ ο χρόνος για βιντεοπαιχνίδια σχεδόν διπλασιάστηκε.

Αυτό έχει συνέπειες και στην ερωτική μας ζωή: οι άνθρωποι κάνουν λιγότερο σεξ από ποτέ. Στη Βρετανία, οι ενήλικοι 18-44 ετών έχουν μειώσει τη συχνότητα από πέντε φορές τον μήνα (1990) σε δύο (2021). Οι επιστήμονες αποδίδουν το φαινόμενο στην πίεση, την κόπωση, την πορνογραφία ή την ενασχόληση με streaming. Κάποιοι στρέφονται ακόμη και στην Τεχνητή Νοημοσύνη για συντροφιά.

Ομως, όσοι περνούν τα νιάτα τους μπροστά σε οθόνες, χάνουν την καλύτερη περίοδο της ζωής τους για να αναπτύξουν κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες. Οπως εξηγεί ο καθηγητής Ρόζενφελντ, «το ραντεβού δεν είναι σαν το ποδήλατο· αν μείνεις εκτός πρακτικής, δυσκολεύεσαι να ξαναμπείς στο παιχνίδι».

Η αύξηση της εργένικης ζωής μεταμορφώνει ήδη τις κοινωνίες της Δύσης και όλα δείχνουν ότι θα συνεχιστεί. Οι δημογράφοι κάποτε πίστευαν πως όταν οι άνδρες προσαρμόζονταν στην ισότητα των φύλων, θα επέστρεφε μια νέα ισορροπία: οι άνδρες θα βοηθούσαν στο σπίτι, οι γυναίκες θα ένιωθαν πιο ασφαλείς να παντρευτούν, και η οικογένεια θα ανανεωνόταν. Ωστόσο, ακόμη και στη Σκανδιναβία, το πιο ισότιμο τμήμα του πλανήτη, οι γάμοι και οι γεννήσεις συνεχίζουν να μειώνονται.

Ισως, τελικά, η απάντηση σε όλα αυτά να βρίσκεται σε αυτό που ο Economist αποκαλεί «το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου»: πώς να επαναπροσδιορίσουμε την ανθρώπινη επαφή σε μια εποχή όπου όλα, ακόμη και η αγάπη, περνούν μέσα από οθόνες.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...