Η Ευρώπη θα σωθεί μόνο όταν πάψει να φοβάται
Η Ευρώπη θα σωθεί μόνο όταν πάψει να φοβάται
Ο Φραγκλίνος Ντ. Ρούσβελτ είπε τα πιο διάσημα λόγια του μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του στον Λευκό Οίκο τον Μάρτιο του 1933, με τη Μεγάλη Υφεση να καταστρέφει την Αμερική: «Το μόνο που πρέπει να φοβόμαστε είναι ο ίδιος ο φόβος, ο παράλογος, ο αδικαιολόγητος, ο ανώνυμος τρόμος που παραλύει τις προσπάθειες που απαιτούνται για να μετατραπεί η παρακμή σε πρόοδο».
Ετσι ξεκίνησε την ανάλυσή του στην Corriere della Sera ο Πάολο Βαλεντίνο, χωρίς να επεκταθεί στο μεγάλο μπαμ στο αμερικανικό ΑΕΠ που επακολούθησε και συνδέεται με την άνθιση της πολεμικής βιομηχανίας των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Β’ΠΠ και με τα σχετικά εξοπλιστικά προγράμματα προς τη Βρετανία και τη Σοβιετική Ενωση, υπό μορφήν δανεισμού.
Αυτό είναι ένα μάθημα που η Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Ενωση και τα κράτη-μέλη της, πρέπει να λάβει υπ’ όψιν της σήμερα, αφού αντιμετωπίζει μια τέλεια καταιγίδα, απειλητική για τα θεμέλιά της, σημειώνει ο Βαλεντίνο. Απειλεί να την περιθωριοποιήσει στρατηγικά, οικονομικά, διπλωματικά, και να επισπεύσει τη διάλυσή της.
Ο φόβος φαίνεται να καθοδηγεί προς το παρόν όλες τις ενέργειες ή τις αδράνειες των ευρωπαίων ηγετών: φόβος μήπως χάσουν έναν σύμμαχο, ο οποίος στην πραγματικότητα έχει ήδη κόψει τις γέφυρες της διατλαντικής σχέσης, παρατηρεί ο Βαλεντίνο. Φόβος _προσθέτει _ να ανεβάσουμε τον πήχη, να εξοπλιστούμε ενάντια σε μια εχθρική δύναμη που διεξάγει πόλεμο στα σύνορά μας και ήδη εξαπολύει υβριδικές επιθέσεις στο έδαφός μας. Φόβος να παραδεχτούμε και να εξηγήσουμε στο κοινό ότι η ειρήνη που απολαμβάναμε για 80 χρόνια υπό τη σκιά της αμερικανικής ασπίδας δεν είναι πλέον μόνιμη και αναπόφευκτη συνθήκη της ηπείρου και ότι η διατήρησή της έχει κόστος. Τέλος, φόβος να αξιοποιήσουμε τους τρομερούς οικονομικούς, χρηματοπιστωτικούς και βιομηχανικούς μοχλούς της ισχύος της, αναγνωρίζοντας και ξεπερνώντας τους περιορισμούς του εθνικού κατακερματισμού.
Ενώ η Ουκρανία αντιστέκεται σε έναν βάναυσο επιθετικό πόλεμο, τον οποίο οι ίδιοι οι ευρωπαίοι ηγέτες πλέον αποκαλούν «υπαρξιακό», ακόμη και για εμάς, η Ευρώπη δεν συμμετέχει σε διαπραγματεύσεις που την αγνοούν εντελώς. Στην καλύτερη περίπτωση, λέει ο Βαλεντίνο, καταφέρνει να καλύπτει τη διαφορά, αγοράζοντας χρόνο και προσπαθώντας να περιορίσει τη ζημιά μιας ειρήνης που με τους σημερινούς όρους θα σήμαινε μόνο την υποταγή του Κιέβου στον τσάρο και το τέλος οποιωνδήποτε ψευδαισθήσεων σχετικά με τις πιθανότητές μας να ζήσουμε κυρίαρχοι και ασφαλείς τις επόμενες δεκαετίες. Μήπως υπερβάλλουμε; αναρωτιέται ο αρθρογράφος. «Οι Δυτικές χώρες», διαβάζουμε στο περιοδικό του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, «είναι όλο και πιο πρόθυμες να μας ακούσουν όταν ρωσικά στρατεύματα πατούν το πόδι τους στο Παρίσι ή στο Βερολίνο».
Και σημειώνει ο Βαλεντίνο: «Αντί να λέει ότι θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί για να νικήσουμε τον Πούτιν, η Ευρώπη επαναλαμβάνει ότι ο Πούτιν πρέπει να ηττηθεί». Στην πραγματικότητα, όμως, δεν είναι σε θέση να εκκινήσει το δάνειο των 140 δισ. ευρώ προς την Ουκρανία, χρησιμοποιώντας παγωμένα ρωσικά κεφάλαια, φοβούμενη μήπως το εξασφαλίσει με κοινή εγγύηση, με το ευρωομόλογο που τρομοκρατεί πολλούς. Και όμως, τα 70 δισ. ευρώ ετησίως που χρειάζεται το Κίεβο για να αντισταθεί στον εισβολέα και να εξασφαλίσει δίκαιη ειρήνη ισοδυναμούν μόλις με το 0,35% του ΑΕΠ ολόκληρης της ΕΕ.
Και -αναρωτιέται – τι άλλο, αν όχι ο φόβος, μας έκανε να αποδεχτούμε την περιοριστική συμφωνία των δασμών 15%, συν τον πρόσθετο φόρο στις αγορές και στις επενδύσεις ενέργειας στις ΗΠΑ; Εχουμε παραιτηθεί από τη δύναμη μιας αγοράς 450 εκατομμυρίων καταναλωτών για μια σκανδαλώδη στάση κατευνασμού, η οποία μας ταπεινώνει και όχι μόνο τιμωρεί τις ευρωπαϊκές εταιρείες, αλλά δεν έχει καθόλου κατευνάσει τις αρπακτικές ορέξεις του Τραμπ, ο οποίος τώρα απαιτεί ελευθερία για τους παμφάγους αμερικανούς ολιγάρχες του διαδικτύου. Πόσα ακόμη μαθήματα χρειαζόμαστε για να συνειδητοποιήσουμε ότι ο σύμμαχος της Αμερικής έχει μεταμορφωθεί, ότι η διατλαντική σχέση έχει τελειώσει;
Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι λάθος οι Ευρωπαίοι να επιδιώκουν σύγκλιση με την κυβέρνηση των ΗΠΑ όποτε είναι δυνατόν. Ωστόσο, όπως εξηγεί ο Martin Sandbu των Financial Times, σημαίνει ότι έχει έρθει η ώρα για αποσύνδεση, για στοχαστικό διαχωρισμό «που στοχεύει στην ελαχιστοποίηση της ζημιάς που οι ΗΠΑ των MAGA είναι ικανές να προκαλέσουν στην Ευρώπη». Πρέπει να το κάνουμε αυτό στο εμπόριο, απελευθερώνοντας τον εαυτό μας από την εξάρτηση από τις ΗΠΑ, ανταποδίδοντας δασμούς και αναζητώντας άλλες αγορές. Πρέπει να το κάνουμε αυτό ενοποιώντας την κεφαλαιαγορά, για να φέρουμε πίσω τα 300 δισ. ευρώ που οι ευρωπαίοι αποταμιευτές επενδύουν στις χρηματιστηριακές αγορές των ΗΠΑ κάθε χρόνο.
Και πρέπει να το κάνουμε στην άμυνα, κτίζοντας ευρωπαϊκή εναλλακτική λύση με την κοινή χρηματοδότηση των στρατιωτικών δυνατοτήτων μας. Η επιτυχία του SAFE, της πιστωτικής γραμμής της ΕΕ ύψους 150 δισ. ευρώ για αμυντικές επενδύσεις, είναι μια καλή αρχή. Ο Μάριο Ντράγκι υποστηρίζει ορθώς ότι ομάδες προθύμων χωρών, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Πολωνία, η Ιταλία, ακόμη και η Βρετανία, μπορούν να αρχίσουν να το κάνουν.
Πάνω απ’ όλα η Ευρώπη πρέπει να επιστρέψει στη μακροπρόθεσμη σκέψη. Η τελευταία φορά που το κάναμε αυτό ήταν στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν 200.000 εμπειρογνώμονες ηγήθηκαν πάνω από 2.000 τεχνικών ομάδων για να αναπτύξουν την έννοια της ενιαίας αγοράς. Αλλά πρέπει να ξεκινήσει τώρα, αφού ο χρόνος δεν είναι πλέον με το μέρος της, προειδοποιεί ο ιταλός αρθρογράφος. Και καταλήγει:
Τις τελευταίες ημέρες, ξεκίνησε στο Στρασβούργο η Πρωτοβουλία Europa Power, την οποία συνυπέγραψαν πάνω από 200 προσωπικότητες από τον ακαδημαϊκό χώρο, την πολιτική, τις επιχειρήσεις και τον πολιτισμό. Στόχος της είναι να αποτελέσει πολιτική κινητοποίηση, ώστε να πιέσει τις κυβερνήσεις να δράσουν για την οικοδόμηση μιας δημοκρατικής και παγκόσμιας ευρωπαϊκής δύναμης, ικανής να «ελέγχει τη δική της μοίρα». Αυτή είναι η σωστή κατεύθυνση. Αλλά, όπως είχε προειδοποιήσει ο Ρούσβελτ, το ξόρκισμα του φόβου είναι το πιο επείγον βήμα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
