Θαλάσσια πάρκα: Πάγιες διεκδικήσεις, ελεγχόμενη ένταση
Θαλάσσια πάρκα: Πάγιες διεκδικήσεις, ελεγχόμενη ένταση
Οι εκατέρωθεν κινήσεις από Αθήνα και Αγκυρα επί του πεδίου, δια των οποίων αναδεικνύονται αφενός οι ελληνικές θέσεις στα θέματα κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων, αφετέρου οι τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, φέρνουν στην επιφάνεια τα στενά περιθώρια του ελληνοτουρκικού διαλόγου, αλλά και τη διάθεση των δύο πλευρών να διατηρήσουν την ένταση σε ελεγχόμενο επίπεδο.
Τα δύο τουρκικά θαλάσσια πάρκα – ένα στο βόρειο Αιγαίο ανάμεσα σε Ιμβρο, Τένεδο, Λήμνο και Σαμοθράκη και το δεύτερο στην Ανατολική Μεσόγειο από τα ανατολικά της Ρόδου έως και τον κόλπο της Αττάλειας – εντάσσονται στο πλαίσιο μιας σειράς ενεργειών ευθείας αμφισβήτησης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Η Αθήνα, όμως, εμμένει και μεταφράζει τους χάρτες της Τουρκίας ως αντίδραση στις κινήσεις της χώρας να αναπτύξει μέσω του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού τα δικά της απώτατα όρια της δυνητικής υφαλοκρηπίδας, αλλά και να συμπεριλάβει το σύμπλεγμα Κινάρου- Λεβίθων, η κυριαρχία του οποίου αμφισβητείται από την Αγκυρα, στο θαλάσσιο πάρκο των νοτίων Κυκλάδων.
Επιβεβαιώνοντας το σκεπτικό της ελληνικής πρωτεύουσας, πηγές από το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών έσπευσαν, αμέσως μετά την ανακοίνωση της αρμόδιας υπηρεσίας, να υπενθυμίσουν ότι ήταν η Ελλάδα αυτή που ανακοίνωσε, στις 21 Ιουλίου, θαλάσσια πάρκα.
Επανέλαβαν, δε, όσα είχαν ανακοινώσει τότε: «Οι προσπάθειες της Ελλάδας να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα στο Αιγαίο, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειών της επί των γεωγραφικών σχηματισμών (γκρίζων ζωνών) που αποτελούνται από νησιά, νησίδες και βράχους που δεν έχουν παραχωρηθεί στην Ελλάδα με διεθνείς συμφωνίες, δεν έχουν κανένα νομικό αποτέλεσμα».
Το πρώτο, μείζον, πρόβλημα με τα τουρκικά θαλάσσια πάρκα είναι ότι αμφότερα εκτείνονται εκτός των χωρικών υδάτων, με τα απώτατα όρια αυτού στο βόρειο Αιγαίο να εφάπτονται μάλιστα στη μέση γραμμή, που σύμφωνα με την παράνομη θεώρηση της Άγκυρας τέμνει το Αιγαίο στη μέση.
Επί της ουσίας, η Τουρκία επαναλαμβάνει ότι η οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και υφαλοκρηπίδας πραγματοποιείται με βάση τις ηπειρωτικές ακτές των δύο χωρών, άρα τα ελληνικά νησιά ανεξαρτήτως μεγέθους δεν διαθέτουν κυριαρχικά δικαιώματα και περιορίζονται στα χωρικά ύδατα των 6 ναυτικών μιλιών.
Προς επίρρωση αυτής της θέσης, η οποία έρχεται σε αντίθεση με τις προβλέψεις του Δικαίου της Θάλασσας αλλά και τη σχετική νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου, και όσον αφορά τη χωροθέτηση του θαλάσσιου πάρκου της Ανατολικής Μεσογείου, η Τουρκία περικλείει και το Καστελλόριζο στα 6 ναυτικά μίλια.
Σημειολογικά, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός ότι στην περιοχή που αναπτύσσεται το πάρκο στο βόρειο Αιγαίο καταγράφηκε η πρώτη έμπρακτη αμφισβήτηση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, το 1973, με την έκδοση αδειών έρευνας στην Τουρκική Κρατική Εταιρεία Πετρελαίου (ΤΡΑΟ).
Η δε αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο αποτελεί την ύστατη κίνηση της Αγκυρας, με την κατάθεση στον ΟΗΕ των ορίων της τουρκικής υφαλοκρηπίδας τον Μάρτιο του 2020. Είχε προηγηθεί η υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου, επί του οποίου έχει αναπτυχθεί το θεώρημα της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Παρά το γεγονός ότι το Αιγαίο εξακολουθεί να αποτελεί τον ταυτοτικό πυρήνα των τουρκικών διεκδικήσεων – εκεί άλλωστε τίθεται ζήτημα κυριαρχίας – δεν μπορεί να αγνοηθεί η έμφαση που δίνει τα τελευταία χρόνια η Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο.
Είναι εκεί που καταγράφηκαν οι κρίσεις, οι οποίες παραλίγο να οδηγήσουν σε θερμό επεισόδιο: Το καλοκαίρι του 2020 με τις έρευνες του Ορούτς Ρέις πέριξ του Καστελλόριζου, λίγο έξω από τα χωρικά ύδατα. Και τέσσερα χρόνια αργότερα, και πάλι στο όριο των 6 ναυτικών μιλίων, αυτή τη φορά στα ανοικτά της Κάσου για το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας- Κύπρου.
«Οι Τούρκοι δεν ενδιαφέρονται πια για το Αιγαίο διότι γνωρίζουν ότι μόνο στην Ανατολική Μεσόγειο υπάρχει το ενδεχόμενο εύρεσης υδρογονανθράκων», λέει στο Protagon έμπειρος κοινοβουλευτικός. Οπως, άλλωστε, συνηθίζει να επαναλαμβάνει ανά τακτά χρονικά διαστήματα ο Ταγίπ Ερντογάν: «Κανένα ενεργειακό εγχείρημα δεν πρόκειται να προχωρήσει στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς την άδεια ή τη συμμετοχή της Τουρκίας». Εξ ου και το βάρος από την πλευρά της ελληνικής διπλωματίας δίνεται στην ενίσχυση των διμερών συνεργασιών, αλλά και των τριμερών σχημάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ είναι αδύνατο να αγνοηθούν και οι αντίστοιχες πρωτοβουλίες της Αγκυρας. Για παράδειγμα, στην Αθήνα είναι εύλογο να ανησυχούν περισσότερο για το ταξίδι της Τζόρτζια Μελόνι και του μεταβατικού πρωθυπουργού της Λιβύης Αμπντουλχαμίντ Ντιμπεϊμπά στην Κωνσταντινούπολη, παρά για τα θαλάσσια πάρκα της Τουρκίας.
Παρά, πάντως, τη φημολογία περί πιθανής συμπερίληψης περιοχών «γκρίζων ζωνών» στα τουρκικά θαλάσσια πάρκα, η Άγκυρα επέλεξε να κινηθεί πιο μετριοπαθώς. Παρατηρητές που γνωρίζουν τον τρόπο με τον οποίο κινείται ο Ερντογάν σε αντίστοιχες περιπτώσεις εκτιμούν ότι όσο η Τουρκία διεκδικεί συμμετοχή στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας, ενώ επιχειρεί να συμπεριληφθεί εκ νέου στο πρόγραμμα των F-35, δεν έχει κανένα λόγο να εκθέσει επί χάρτου ακραίες θέσεις έναντι των οποίων είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις. Για παράδειγμα, γιατί να ρισκάρει ένα νέο κύμα ενστάσεων στο αμερικανικό Κογκρέσο, λίγες μέρες αφότου ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος ανακοίνωσε ότι όσον αφορά τα F-35 έχουν ξεκινήσει συζητήσεις μεταξύ των δύο πλευρών σε τεχνικό επίπεδο;
Δια των τελευταίων εξελίξεων στις δύο πλευρές του Αιγαίου αναδεικνύονται οι πραγματικές αιτίες «παγώματος» του ελληνοτουρκικού διαλόγου – τουλάχιστον στο ανώτατο επίπεδο. Ουσιαστική ατζέντα για τις μείζονες νομικές – διπλωματικές είναι αδύνατο να υπάρξει. Εκλείπει όμως και ουσιαστικός λόγος κλιμάκωσης της έντασης. Αλλωστε, είναι φανερό ότι οι δύο κυβερνήσεις έχουν διακριτές και παντελώς διαφορετικές προτεραιότητες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
