Μετά τους δασμούς, η Κίνα εξαπολύει παγκόσμιο εξαγωγικό σοκ
Μετά τους δασμούς, η Κίνα εξαπολύει παγκόσμιο εξαγωγικό σοκ
Πριν από δύο δεκαετίες η Κίνα σόκαρε τις Ηνωμένες Πολιτείες με την ικανότητά της να κατασκευάζει και να μεταφέρει προϊόντα γρήγορα και οικονομικά, σε μια κλίμακα που ο κόσμος δεν είχε γνωρίσει. Η επακόλουθη αύξηση των κινεζικών εξαγωγών αναμόρφωσε την οικονομία και την πολιτική των ΗΠΑ.
Σήμερα το Πεκίνο εξαπολύει ένα νέο σοκ σε ολόκληρο τον πλανήτη – από την Ινδονησία μέχρι τη Γερμανία και τη Βραζιλία, όπως αναφέρει ανάλυση των New York Times. Καθώς οι δασμοί του προέδρου Τραμπ αρχίζουν να αποκλείουν τα προϊόντα της Κίνας από τις ΗΠΑ –τη μεγαλύτερη αγορά τους–, τα κινεζικά εργοστάσια στέλνουν τα παιχνίδια, τα αυτοκίνητα και τα παπούτσια τους σε άλλες χώρες με ρυθμό που αναδιαμορφώνει τις οικονομίες και τη διεθνή γεωπολιτική.
Φέτος, μέχρι στιγμής, το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο είναι περίπου 440 δισ. ευρώ – μια αύξηση άνω του 40% σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Καθώς οι δύο οικονομικές υπερδυνάμεις του πλανήτη ανταγωνίζονται εμπορικά, ο υπόλοιπος πλανήτης προετοιμάζεται τώρα για ένα ακόμη μεγαλύτερο σοκ από το Πεκίνο.
Ανεξαρτήτως του ύψους των δασμών του Τραμπ, η πλημμύρα των εξαγωγών από την Κίνα είναι συνέπεια της κυβερνητικής πολιτικής της και της επιβράδυνσης της εγχώριας οικονομίας της. Για να μετριάσει το πλήγμα της κρίσης ακινήτων που μείωσε τον πλούτο εκατομμυρίων νοικοκυριών του, το Πεκίνο εδώ και χρόνια διοχετεύει χρήματα στους μεταποιητικούς τομείς του, οι παραγωγές των οποίων υπερκαλύπτουν την εσωτερική ζήτηση, όπως επισημαίνουν οι New York Times.
Το παγκόσμιο μερίδιο αγοράς της Κίνας για όλες τις κατηγορίες αγαθών έχει αυξηθεί απότομα. Αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί παρά τους δασμούς, καθώς είναι απίθανο το Πεκίνο να αλλάξει την πορεία των εξαγωγικών πολιτικών του. Εκτρέποντας τη ροή των προϊόντων της προς τη Νοτιοανατολική Ασία, τη Λατινική Αμερική και την Ευρώπη, η Κίνα έχει ήδη μετριάσει τις οικονομικές επιπτώσεις της πτώσης της ζήτησης από τις ΗΠΑ.
Αλλά αυτή η πολιτική θέτει την Κίνα σε πιθανή σύγκρουση με εμπορικούς εταίρους της που αντιμετωπίζουν επίσης πιέσεις από την Ουάσινγκτον. Οι New York Times γράφουν ότι ο Τραμπ απειλεί με υψηλούς δασμούς και χώρες που κατακλύζονται από κινεζικά προϊόντα, όπως το Βιετνάμ, η Καμπότζη και η Ινδονησία. Αυτοί οι δασμοί έχουν προς το παρόν ανασταλεί, εν μέσω διαπραγματεύσεων.
Ορισμένες χώρες έχουν επωφεληθεί από την αύξηση των επενδύσεων ξένων εταιρειών, οι οποίες επιχειρούν να μεταφέρουν την παραγωγή τους από την Κίνα το συντομότερο δυνατό, ενώ άλλες έχουν καταφέρει να αναδιανέμουν κάποια κινεζικά προϊόντα εξάγοντάς τα στις ΗΠΑ. Αλλά αν αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις δασμών με πολύ ευνοϊκότερους όρους, εταιρείες χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας κινδυνεύουν να συνθλιβούν από τον ανταγωνισμό των κινεζικών ανταγωνιστών τους.
Σαν έτοιμοι από καιρό οι Κινέζοι
Παρά τη διατάραξη που έχουν επιφέρει οι πρωτοφανείς εδώ και έναν αιώνα δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ στο διεθνές εμπόριο, η δραστική μετατόπιση των εξαγωγών της Κίνας είχε αρχίσει να κτίζεται πολύ πριν εκείνος αναλάβει τα καθήκοντά του τον περασμένο Ιανουάριο, όπως επισημαίνουν οι New York Times.
Η κρίση ακινήτων στην Κίνα, με πτώση των τιμών και εκτεταμένες πτωχεύσεις, άρχισε να αντηχεί στην οικονομία της από το 2021. Οι υπεύθυνοι χάραξης εμπορικής πολιτικής στο Πεκίνο δεν έχασαν χρόνο, εκτρέποντας τα φθηνά δάνεια από τους κατασκευαστές ακινήτων σε εξαγωγείς προϊόντων – κίνηση που τελικά αντιστάθμισε την κατάρρευση του κατασκευαστικού κλάδου, ο οποίος στο αποκορύφωμά του συνέβαλε το ένα τρίτο της οικονομικής ανάπτυξης της ασιατικής χώρας.
Για το Πεκίνο, όπως επισημαίνουν οι New York Times, αυτή ήταν μια δοκιμασμένη κίνηση – να ρίξουν χρήμα πάνω στο πρόβλημα. Η Κίνα είχε ήδη ξεκινήσει μια εγχώρια βιομηχανική πολιτική σε βάθος δεκαετίας το 2015, γνωστή ως «Made in China 2025», για την κατασκευή αγαθών υψηλότερης εξειδίκευσης, όπως εξελιγμένα τσιπ υπολογιστών και ηλεκτρικά οχήματα.
Αυτή η πρωτοβουλία του Πεκίνου να ενισχύσει την παραγωγή από την κατάρρευση της αγοράς ακινήτων οδήγησε τις ΗΠΑ και την Ευρώπη σε αύξηση των δασμών στα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τα ηλιακά πάνελ και άλλα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Μόνο που η Κίνα το πήγε ακόμα πιο μακριά. Μαζί με τα προηγμένα προϊόντα της, διπλασίασε και την παραγωγή φθηνότερων αντικειμένων, δημιουργώντας ένα νέο μοντέλο που προκάλεσε σύγχυση στους οικονομολόγους.
Με τους δασμούς να αρχίζουν να αναπροσαρμόζουν τις διεθνείς εμπορικές ροές και τις αλυσίδες εφοδιασμού, τα οικονομικά αποτελέσματα αυτής της πολιτικής αρχίζουν να φαίνονται. Στη Γερμανία, όπου οι αποστολές κινεζικών αγαθών τον περασμένο μήνα αυξήθηκαν κατά 20% από πέρυσι, πολλές εταιρείες –ειδικά στον χώρο της παραγωγής αυτοκινήτων– έχουν αρχίσει να ανησυχούν σοβαρά, όπως αναφέρουν στελέχη τους στους New York Times.
Η Κίνα κατασκεύασε φέτος 45% περισσότερα ηλεκτρικά οχήματα από πέρυσι, παρότι οι κινεζικές εταιρείες εμπλέκονται σε έναν άγριο πόλεμο τιμών στην εγχώρια αγορά λόγω της μειωμένης καταναλωτικής όρεξης. Οι εξαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων έχουν αυξηθεί κατά 64,6% φέτος, οδηγώντας ευρωπαϊκές και άλλες κατασκευαστικές αυτοκινητοβιομηχανίες σε δραματικές μειώσεις πωλήσεων – και σε συνεπακόλουθες απώλειες θέσεων εργασίας και πτωχεύσεις.
Στην Ινδονησία τα εργοστάσια ενδυμάτων κλείνουν λόγω της αδυναμίας τους να ανταγωνιστούν τα φθηνότερα κινεζικά ρούχα, με περίπου 250.000 εργαζόμενους να χάνουν τις δουλειές τους στη βιομηχανία ενδυμάτων την περασμένη διετία. Οι κατασκευαστές ανταλλακτικών αυτοκινήτων της Ταϊλάνδης κλείνουν εξαιτίας των κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων, ενώ οι βραζιλιάνικες αυτοκινητοβιομηχανίες καλούν την κυβέρνηση να ξεκινήσει έρευνα για αλλοίωση ανταγωνισμού από την Κίνα.
Για τις περισσότερες χώρες υπάρχουν δύο επιλογές, όπως επισημαίνουν οικονομολόγοι στους New York Times. Η πρώτη είναι να μην κάνουν τίποτα και να συνεχίσουν να παρακολουθούν την παραγωγή τους να συρρικνώνεται. Η δεύτερη είναι να χρησιμοποιήσουν άλλα προστατευτικά μέτρα σε συγκεκριμένους τομείς – όπως ακριβώς έκαναν οι ΗΠΑ με την Κίνα.
Αλλά μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να επισύρει την εμπορική μήνιν της Κίνας –η οποία χρησιμοποιεί το εμπόριο και τις επενδύσεις ως διπλωματικό μοχλό– ή εκείνη των ΗΠΑ, η κυβέρνηση των οποίων απειλεί μονίμως με επιπλέον δασμούς. Οι διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού βρίσκονται πλέον αντιμέτωπες με γεωπολιτικά διλήμματα, επιχειρώντας αναγκαστικά να επιλέξουν στρατόπεδα και συμμαχίες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
