Γιατί η Ευρώπη δεν πρέπει να αδιαφορεί για τη Σερβία
Γιατί η Ευρώπη δεν πρέπει να αδιαφορεί για τη Σερβία
Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι κατέβηκαν για ακόμη μια φορά στους δρόμους του Βελιγραδίου την περασμένη Δευτέρα, για να διαμαρτυρηθούν κατά του προέδρου Αλεξάνταρ Βούτσιτς και του κυβερνώντος Σερβικού Προοδευτικού Κόμματος (SNS), ζητώντας τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
Οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν στα τέλη του περασμένου έτους, μετά την κατάρρευση ενός στεγάστρου στον σιδηροδρομικό σταθμό του Νόβι Σαντ την 1η Νοεμβρίου 2024, η οποία προκάλεσε τον θάνατο 16 ανθρώπων. Το δυστύχημα θεωρήθηκε ευρέως ως το πιο τραγικό παράδειγμα συστημικής διαφθοράς, κακοδιαχείρισης και συμπαιγνίας πολιτικών και επιχειρήσεων (ο σταθμός είχε μόλις ανακαινιστεί από δύο κινεζικές εταιρείες).
Στα μέσα του προηγούμενου μήνα, ύστερα από αρκετές συλλήψεις (και ενός πρώην υπουργού) στο πλαίσιο των ερευνών για το δυστύχημα, οι διαδηλώσεις εξελίχθηκαν σε βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία. Ο Βούτσιτς και η κυβέρνησή του κατηγορούνται εδώ και καιρό για αυξανόμενο αυταρχισμό, σε συνδυασμό με αυστηρό έλεγχο των μέσων ενημέρωσης, πίεση στην αντιπολίτευση και έλλειμμα θεσμικής διαφάνειας.
«Καθώς η πολιτική κρίση επιδεινωνόταν, το καθεστώς αποφάσισε να καταφύγει σε κατασταλτικά μέτρα, με βάναυσες αστυνομικές επιχειρήσεις, μαζικές συλλήψεις και εκστρατείες δυσφήμησης πολιτικών αντιπάλων», μετέδωσε σε ανταπόκρισή της από το Βελιγράδι η Ντανιέλα Νέναντιτς, της ιταλικής δεξαμενής σκέψης Osservatorio Balcani e Caucaso Transeuropa.
Οσο για τον σέρβο πρόεδρο, ο Φραντσέσκο Μπατιστίνι της Corriere della Sera έγραψε πως «στα νιάτα του ήταν εκπρόσωπος του καθεστώτος Μιλόσεβιτς, ενώ μέσα σε 13 χρόνια κατάφερε να συγκροτήσει ένα καθεστώς που στα λόγια φιλοδοξεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά στην πραγματικότητα είναι στραμμένο προς την ουγγρική Δεξιά, τη σλαβική αδελφοσύνη με το Κρεμλίνο και τις μπίζνες με το Πεκίνο».
Γι’ αυτό, όπως υποστήριξε σε κεντρικό άρθρο του Avvenire ο ιταλός φιλόσοφος και αρχισυντάκτης της εφημερίδας, Αντρέα Λαβάτσα, η ΕΕ πρέπει να αρχίσει να δίνει περισσότερη προσοχή σε όλα όσα συνεχίζουν να συμβαίνουν στο Βελιγράδι. «Εν όψει αυτής της κατάστασης, η ΕΕ δεν μπορεί να βρει (ίσως ούτε καν αναζητά) τρόπους για να κάνει αποτελεσματικά αισθητή την παρουσία της στο όνομα της υπεράσπισης της δημοκρατίας. Δεν μπορεί, φυσικά, να παρέμβει άμεσα στην πολιτική μιας υποψήφιας προς ένταξη χώρας, αλλά σίγουρα θα έπρεπε η φωνή της να ακούγεται πιο δυνατά.
»Η ιστορική εγγύτητα του Βούτσιτς με τη Ρωσία και η ιδιαίτερη σχέση του με τη Μόσχα, ίσως κάνουν την Κομισιόν να είναι επιφυλακτική, ώστε να μη σπρώξει το Βελιγράδι ακόμη πιο ανατολικά. Ωστόσο οι Βρυξέλλες έχουν υποσχεθεί στη Σερβία 1,6 δισ. ευρώ έως το 2027 για να προωθήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν αυτό το μέσο για να απαιτήσουν σεβασμό στην ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και στην ελευθερία του Τύπου.
»Επιπλέον, δεν είναι εντόνως φιλοευρωπαϊκά όλα τα μέλη του μπλοκ που ζητούν αλλαγή ηγεσίας. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για να ασκήσει η ΕΕ αποτελεσματική ηθική και οικονομική πειθώ, καταδεικνύοντας τα οφέλη της ευθυγράμμισης με τις αξίες και τις διαδικασίες της Ενωσης, και εμποδίζοντας έτσι τη χώρα να απομακρυνθεί, λόγω και της πιθανής έμμεσης επιρροής του Κρεμλίνου, από την τροχιά της ΕΕ, όπως συμβαίνει, έστω με διαφορετικούς τρόπους και σε διαφορετικό βαθμό, με τη Γεωργία και τη Μολδαβία. Τα μέσα ενημέρωσης του Βελιγραδίου παρουσιάζουν τους θεσμούς της ΕΕ ως ανειλικρινείς και εχθρικούς, και πολλοί πολίτες σήμερα είναι πεπεισμένοι γι‘ αυτό. To θέμα είναι να ανατραπεί με συγκεκριμένο τρόπο αυτή η εικόνα».
Επιπλέον, ο Βούτσιτς χρησιμοποιεί τις παραχωρήσεις της ΕΕ για να ωφεληθεί πολιτικά: «Η Σερβία», έγραψε ο σέρβος πρόεδρος απαντώντας σε ένα εξαιρετικά επικριτικό άρθρο του Guardian, «είναι βαθιά αφοσιωμένη στην Ευρώπη και προωθεί με συνέπεια τη δημοκρατική και οικονομική της ανάπτυξη. Η ΕΕ παρέχει πάνω από το 60% των άμεσων ξένων επενδύσεων και έχει δεσμευθεί να διαθέσει 1,6 δισ. ευρώ έως το 2027 για την υποστήριξη των μεταρρυθμίσεων. Ενας τέτοιος βαθμός δέσμευσης δύσκολα συνάδει με την ιδέα ότι η Σερβία αποτελεί μια “αυταρχική” και “κακόβουλη” εξαίρεση στην περιοχή. Η ΕΕ δεν θα επένδυε τόσο πολύ σε μια χώρα όπου οι αξίες και τα συμφέροντά της απορρίπτονται ριζικά».
Οσο για την άποψη του Guardian που ώθησε τον Βούτσιτς να απαντήσει, «ο σέρβος πρόεδρος προέβη σε μια ύπουλη γεωπολιτική ακροβασία, αποστέλλοντας όπλα μέσω τρίτων στο Κίεβο, καθώς και στη Μόσχα, και παρέχοντας στην ΕΕ κρίσιμη πρόσβαση στα τεράστια αποθέματα λιθίου της Σερβίας. Μετά τη βία αυτού του καλοκαιριού, ο Βούτσιτς κάλεσε καθυστερημένα σε διάλογο τους διαδηλωτές. Αλλά αυτό που χρειάζεται η Σερβία είναι ελεύθερες και δίκαιες εκλογές και μια αντιστροφή των αυταρχικών τάσεων της τελευταίας δεκαετίας».
Σύμφωνα με τους Βρετανούς, «σε μια εποχή που οι φιλελεύθερες αξίες της ΕΕ αμφισβητούνται στην Ουάσινγκτον, καθώς και στη Μόσχα και στο Πεκίνο, πρέπει να τις υπερασπιστεί πολύ πιο σθεναρά σε μια μάχη για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που λαμβάνει χώρα ακριβώς έξω από τα σύνορά της».
Ο Αντρέα Λαβάτσα συμφωνεί: «Η ενδυνάμωση των φοιτητών του Βελιγραδίου είναι εφικτή», θεωρεί ο ιταλός φιλόσοφος. «Το να τους βλέπαμε να θριαμβεύουν στις εκλογές, όπως έκαναν, αν και σε διαφορετικό πλαίσιο, στο πολυπληθές Μπαγκλαντές, θα ήταν ένα ισχυρό μήνυμα που θα μπορούσαμε να αντιτάξουμε στα σημάδια των νέων γεωστρατηγικών ισορροπιών που ήρθαν από τη σύνοδο κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης». Πάντως, την περασμένη Τετάρτη, ο Αλεξάνταρ Βούτσιτς ήταν στο Πεκίνο, όπου παρακολούθησε τη μεγάλη στρατιωτική παρέλαση παρέα με τον Πούτιν, τον Κιμ και τον Σι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
