Τι απέγινε ο ελληνικός αντιαμερικανισμός;
Τι απέγινε ο ελληνικός αντιαμερικανισμός;
Παρότι όταν ρωτήθηκε τη Δευτέρα (24/2) στον Λευκό Οίκο ο Τραμπ έδειξε να μη γνωρίζει (εδώ) όχι απλώς πού πέφτει η Αλεξανδρούπολη, αλλά ούτε καν τη λέξη «Αλεξανδρούπολη» (πολλώ μάλλον αν υπάρχει εκεί αμερικανική εγκατάσταση), στην Ελλάδα υπάρχουν άνθρωποι που τον λατρεύουν σαν θεό.
Ενώ, πάλι χωρίς να το γνωρίζει ο Τραμπ, η επιστροφή του στον Λευκό Οίκο εδώ και έναν μήνα μοιάζει να δίνει τη χαριστική βολή στον έντονο αντιαμερικανισμό που κυριάρχησε επί 40 και πλέον χρόνια στη χώρα μας – ή τουλάχιστον σε ό,τι είχε απομείνει από αυτόν μετά τη δεκαετία των μνημονίων.
Ο αντιαμερικανισμός καθόρισε επί δεκαετίες την πολιτική ρητορική, τους συμβολισμούς και τις συσπειρώσεις στο πολιτικό τοπίο της Ελλάδας. Και πώς να μη συνέβαινε κάτι τέτοιο μετά την εμπλοκή των Αμερικανών στον Εμφύλιο και αργότερα, με τη στήριξη των ΗΠΑ και των μυστικών τους υπηρεσιών στη χούντα των συνταγματαρχών, που οδήγησε στην προδοσία της Κύπρου.
Πέρα από το κυβερνών κόμμα και όσα έχουν κυβερνήσει (ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ), τα οποία λίγο-πολύ τηρούν τα προσχήματα με τις ΗΠΑ (τη χώρα που περιμένουμε να παρέμβει εάν κινηθεί επιθετικά η Τουρκία), στα υπόλοιπα κόμματα τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: οι προτεραιότητες άλλαξαν. Και η συμπάθεια προς τον Τραμπ αγγίζει πια τα όρια της λατρείας.
Στα δεξιά της ΝΔ το φαινόμενο παραπέμπει στον οπαδισμό που εκφράστηκε από την επομένη κιόλας της επικράτησης του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ τον περασμένο Νοέμβριο. Ο Κυριάκος Βελόπουλος εμφανίστηκε με τζόκεϊ «Make Greece Great Again» και κάλεσε τον Ελον Μασκ να μιλήσει στη Βουλή. Ενώ η Αφροδίτη Λατινοπούλου ζήτησε από τον «βασιλιά της πρωϊνής ζώνης» Γ. Παπαδάκη να παίξει το τραγούδι της εκστρατείας του Τραμπ («YMCA») και κούνησε τα χέρια της στον ρυθμό. Στη συνέχεια η κυρία Λατινοπούλου και ο Πάνος Καμμένος βρέθηκαν στην Ουάσινγκτον για την ορκωμοσία.
Ο κ. Καμμένος έχει σημασία εδώ, καθώς λειτουργεί ως ερμηνευτική γέφυρα με τα κόμματα της Αριστεράς: για να γίνουν αντιληπτές οι συνθήκες υπό τις οποίες ο αντιαμερικανισμός δέχθηκε τη δεκαετία του 2010 πλήγμα βαρύ στη χώρα μας, που τώρα ολοκληρώνει ο Τραμπ με τους δικούς του επικοινωνιακούς όρους και την προσέγγιση με τη Ρωσία.
Στην Ελλάδα η στροφή μακριά από τον αντιαμερικανισμό αφορά κυρίως την Κεντροαριστερά και την Αριστερά και λιγότερο τα ακροδεξιά κόμματα της χώρας. Οχι βέβαια πως δεν υπήρξε και εκεί αντιαμερικανισμός. Με εξαίρεση τη φιλοβασιλική και φιλοχουντική Εθνική Παράταξη, που μπήκε στη Βουλή το 1977, πολλά κόμματα, όπως π.χ. η ΕΠΕΝ, το κόμμα που «ίδρυσε» ο δικτάτορας Παπαδόπουλος μέσα από τη φυλακή το 1984, ήταν αντιαμερικανικά – ο Παπαδόπουλος, συγκεκριμένα, θεωρούσε ότι οι ΗΠΑ πρόδωσαν τον ίδιο και το καθεστώς των συνταγματαρχών…
Αντιαμερικανική ήταν επίσης η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή και πολλά ακόμη φιλοχουντικά και εθνικιστικά κόμματα και κομματίδια. Ενώ η φιλορωσική στάση του κ. Βελόπουλου (που δεν δέχεται τον χαρακτηρισμό «ακροδεξιός») συνδυαζόταν τα τελευταία χρόνια με έντονη κριτική εναντίον της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Πίσω όμως στη δεκαετία του 2010. Η οργή για τη Γερμανία και την καγκελάριο Μέρκελ την εποχή των βάρβαρων μνημονιακών περικοπών έφερε σε δεύτερο πλάνο τον αντιμαμερικανισμό. Το έτος τομή ήταν, ωστόσο, το 2015:
♦ Οπως ανέφερε σε τηλεοπτική συνέντευξη που παραχώρησε το 2023 ο Πάνος Καμμένος, κυβερνητικός εταίρος στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, «το 2015 η Ελλάδα αποφάσισε να αλλάξει γεωπολιτικά και να κάνει συμφωνία με τις ΗΠΑ». Συμπλήρωσε πως ο ίδιος μετέφερε στις ΗΠΑ ότι θα προχωρήσει η επέκταση της βάσης της Σούδας και θα αναβαθμιστεί το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.
Την εποχή εκείνη, καθώς επεκτεινόταν η αμερικανική παρουσία στην Ελλάδα με νέες βάσεις, η συμμετοχή στελεχών της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ σε πορείες έξω από την αμερικανική πρεσβεία είχε δώσει λαβές για ειρωνικά σχόλια, τα οποία αναδείκνυαν την αντίφαση.
Σήμερα, με τον Ντόναλντ Τραμπ να έχει συμπληρώσει έναν μήνα στη δεύτερη θητεία του, οι συγκλίσεις που δεν ευνοούν τον αντιαμερικανισμό είναι προφανείς – ασχέτως αν ελάχιστοι ασχολούνται με το θέμα.
Με άξονα την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, η οποία δεν προκάλεσε λαϊκές αντιδράσεις στη χώρα μας, καθώς οι ίσες αποστάσεις (τουλάχιστον) ανάμεσα στον επιτιθέμενο και τον αμυνόμενο υιοθετήθηκαν από αριστερά και ακροδεξιά κόμματα, ο προσεταιρισμός του Πούτιν από τον Τραμπ μοιάζει καθοριστικός. Και όχι μόνο για τη στροφή του κ. Βελόπουλου από την κριτική προς τον οπαδισμό για τη νέα αμερικανική ηγεσία.
Το ίδιο μοιάζει να συμβαίνει και σε ένα τμήμα της ελληνικής Αριστεράς. Ο Τραμπ, παρά τους αποικιοκρατικούς εκβιασμούς για τον ορυκτό πλούτο της Ουκρανίας και την πρόθεσή του να εκτοπίσει τους Παλαιστίνιους από τη Γάζα (για να κτίσει ξενοδοχεία), δεν προκαλεί αντιδράσεις.
Αντίθετα, η αίσθηση που εισπράττει κανείς, όχι μόνο στο διαδίκτυο, είναι πως «γελάνε και τα μουστάκια» ανθρώπων που αυτοπροσδιορίζονται ως Αριστεροί με την επιθετικότητα και τους χαρακτηρισμούς του Τράμπ (π.χ. «δικτάτορας») για τον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Επί Τραμπ η κριτική στον ιμπεριαλισμό και τη νεοαποικιοκρατία θεωρείται, περιέργως, μια «λεπτομέρεια» που μπορεί και να παραλειφθεί.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
