591
| CreativeProtagon

Αχ βρε Ρίκα!

Ρέα Βιτάλη Ρέα Βιτάλη 7 Αυγούστου 2018, 22:51

Αχ βρε Ρίκα!

Ρέα Βιτάλη Ρέα Βιτάλη 7 Αυγούστου 2018, 22:51

Στον χώρο της τραπεζαρίας υπήρχε κι ένα πιάνο. Αλλά κανένας δεν έπαιζε. Σε εκείνο το ξενοδοχείο της Βουλιαγμένης περνούσαμε όλο μας το καλοκαίρι με το που έκλεινε το σχολείο. Τη ρουτίνα έσπαζαν οι κάθε φορά νέες αφίξεις.

Η άφιξη του Γιάννη Διακογιάννη μεταδόθηκε αυτόματα.

Ο Διακογιάννης ήταν εμβληματική μορφή της ασπρόμαυρης τηλεόρασης. Η «Αθλητική Κυριακή» στην τηλεόραση, όπως και «Τα τραγούδια της Μίνως Μάτσας και υιός» στο ραδιόφωνο, ήταν για τη γενιά μας η μελαγχολική υπενθύμιση της Δευτέρας. Εκείνη λοιπόν την ημέρα στον χώρο της τραπεζαρίας οι κυρίες σκούνταγαν η μία στην άλλη. «Ο Διακογιάννης με τη γυναίκα του», που τη σχολίασαν ως «πανέμορφη» και μαζί τους ένα κοριτσάκι ψιλόλιγνο που κατευθύνθηκε μεμιάς προς το πιάνο.

Το άνοιξε διστακτικά, κάθισε στο σκαμνί, ο Διακογιάννης στάθηκε δίπλα της με πολύ τρυφερό βλέμμα και εκείνη έπαιξε κάτι σαν για τον εαυτό της. Επαιξε εξαιρετικά. Επαιξε, όση ώρα χρειάστηκε η μάνα μου να με κοιτάξει με νόημα, «Το βλέπεις το κοριτσάκι!» και με δεύτερο νόημα, κουνώντας μάλιστα το κεφάλι της δεξιά αριστερά, «Τόσα λεφτά που έχουμε ξοδέψει στα μαθήματα πιάνου!…»

Κανονικά θα έπρεπε να ειρωνευτώ το κοριτσάκι από αντίδραση. Να αυθαδιάσω… Λέξη ντεμοντέ, εποχής. Αλλά, ένα περίεργο πράγμα, εκείνο το πλάσμα μ’ ενδιέφερε. Το κατέγραψα. Το ακολούθησα στον χρόνο. Ρίκα Βαγιάνη.

Πολύ μας διασκέδαζε όποτε τη συναντούσα να θυμόμαστε την πρώτη γνωριμία που δεν γνωριστήκαμε. Η Ρίκα πορεύτηκε αυθύπαρκτα. Ομορφα ατίθαση, πληθωρική προσωπικότητα. Ο,τι έκανε, το έκανε χωρίς σκέψεις αναφοράς σε περίγυρο. Αυτή και η συνείδησή της. Ελεύθερη, ελεύθερο πλάσμα. Αρα αυτοδεσμευόταν εκουσίως. Την καμάρωνα για πολλά.

Η γραφή της γενναία, αυτο-αποκαλυπτική, στυγνή και τρυφερή. Δεν στρογγύλευε, δεν κολάκευε, δεν σκάμπαζε. Εβγαινε μπροστά. Ούτε ξέρω πόσες φορές έλεγα «Γεια σου, ρε Ρίκα» τελειώνοντας κάποιο κείμενό της. Ολα όσα έγραψε –και πόσα έγραψε!– τα διάβαζα και μύριζα πίσω από τις λέξεις της, όλα όσα νόμιζα ότι ήξερα ότι ένιωθε. Είναι ένα θέμα αυτό με τους γραφιάδες. Μέγας καταδότης, όπως συνηθίζω να λέω, η άτιμη η γραφή.

Μ’ έπνιξε η μελαγχολία της και το, η ανάγκη φιλοτιμία, την περίοδο της Αυστραλίας της. Αλλοτε πάλι… Στον αντίποδα τελείως. Εκείνη η στήλη «Sex and the city». Τι ευφυέστατη «ανάθεση» του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου! Μόνο η Ρίκα θα μπορούσε. Πόσες φορές της έβγαζα το καπέλο! Τόσο απελευθερωμένα, τόσο ανοιχτά και όλο αυτό να μη γίνεται πρόστυχο στο ελάχιστο, αλλά τρυφερό όσο δεν πάει. Είχε, πώς να το πω; Ενα άμετρο μέτρο. Είχε ήθος γραφής και ηθική αισθητικής. Την καμάρωνα. Πολύ. Και με συγκινούσε η γενναιοδωρία της, του καλού λόγου. Τόσους ανασφαλείς και μικρούς που έχω μπουκώσει!

Η Ρίκα είχε το δικό μου συνήθειο. Ευχαριστιόταν να στείλει ένα μήνυμα, αν κάτι της άρεσε. Δυο λέξεις. Ανοιγες την οθόνη, και στα ξαφνικά, εκεί που δεν την περίμενες!… Ρίκα, Μαρίκα. Γιατί, αν δεν σου έλεγε αυτό που ένιωσε καθώς σε διάβασε, θα έσκαγε. Ωραίο πλάσμα. Γλυκά μελαγχολικό. Πώς αλλιώς; Γίνεται αλλιώς; Α ρε Ρίκα.

Τόσα και τόσα κείμενά σου… Τόσες ατμόσφαιρες από λέξεις σου… Με το που είδα τη φωτογραφία σου, απόσπασμα από ένα κείμενό σου «Σε τέτοιες στιγμές αβεβαιότητας και σκοτεινιάς, βγάζω τα παπούτσια μου κι ανεβαίνω τις σκάλες, τρίτο δωμάτιο, τέρμα στο διάδρομο. Ο μικρούλης κοιμάται ανήσυχος, του ισιώνω τα μαλλιά, την κουβερτούλα, το μαξιλάρι. Δεν έχει να μου πει τίποτα, αλλά τουλάχιστον τώρα ξέρω, ποια ήταν η μόνη σωστή πολιτική φράση που έχω αρθρώσει όλη αυτή την παράξενη, νύχτα. Το παιδί και τα μάτια σας. Τους είπα φεύγοντας». Α ρε Ρίκα!

Στο αρχείο μου δίπλα δίπλα δυο κείμενα σου… Ενα γκομενικό του θανάτου κι ένα μαμαδίστικο, όσο πιο βαθιάς ψυχής αντέχεται. Γοητευτικό, περήφανο, ανήσυχο πλάσμα. «Το παιδί και τα μάτια σας». Πόσο θα ήθελα να μπορώ να σε καθησυχάσω…

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...