2438
O Τσάρλι Τσάπλιν στην εμβληματική σκηνή του εργοστασίου στο φιλμ «Modern Times» (1936). Πλέον, οι καιροί έχουν αλλάξει (και πάλι) για τους εργαζόμενους | United Artists

Πόσο «ευέλικτη» είναι στην πραγματικότητα η «ευέλικτη» εργασία;

Protagon Team Protagon Team 24 Απριλίου 2023, 11:50
O Τσάρλι Τσάπλιν στην εμβληματική σκηνή του εργοστασίου στο φιλμ «Modern Times» (1936). Πλέον, οι καιροί έχουν αλλάξει (και πάλι) για τους εργαζόμενους
|United Artists

Πόσο «ευέλικτη» είναι στην πραγματικότητα η «ευέλικτη» εργασία;

Protagon Team Protagon Team 24 Απριλίου 2023, 11:50

Η αποκαλούμενη, διεθνώς, «flexible working» είναι κάτι πολύ περισσότερο από «ευέλικτη εργασία»: είναι μια αναδιοργάνωση του χρόνου της ζωής και της εργασίας ανθρώπων, που πρόκειται να έχει μόνιμες συνέπειες, να προσφέρει αδιανόητες έως σήμερα ευκαιρίες αλλά και να δημιουργήσει πολλούς κινδύνους που πρέπει, όμως, να αντιμετωπιστούν εγκαίρως.

Η αναταραχή που επέφερε η πανδημία πριν από μία τριετία και στον κόσμο της εργασίας είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο ριζική από όσο φαίνεται. Μάλλον άρχισε πολύ πριν από την πανδημία, η οποία απλώς την επιτάχυνε σημαντικά και τη μεταμόρφωσε σε μαζικό φαινόμενο μέσα σε λίγες ημέρες. Το πώς συνέβη αυτό το εξηγεί ο ιστορικός του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ Φρεντ Τέρνερ στις σελίδες του New York Times Magazine.

Ο αμερικανός ακαδημαϊκός μελετά τον αντίκτυπο των νέων τεχνολογιών στον πολιτισμό και στην κοινωνία και στο άρθρο του –ένα μίνι δοκίμιο στην πραγματικότητα– αναλύει τους μετασχηματισμούς όσον αφορά την αντίληψη και την εμπειρία του χρόνου στην εργασία, αρχίζοντας από τη βιομηχανική επανάσταση, η οποία τον εκκοσμίκευσε, καθιστώντας τον θεμέλιο της εργασίας και μέσο ελέγχου (αλλά και απελευθέρωσης) του εργατικού δυναμικού.

«Οι άνθρωποι δούλευαν από το σπίτι επί χρόνια, αλλά όχι σε αυτή την κλίμακα. Πριν από την πανδημία, οι ρυθμοί της ημέρας, τουλάχιστον για τους υπαλλήλους γραφείου, ήταν ως επί το πλείστον αμετάβλητοι για εκατό χρόνια. Αλλά τώρα το κοινωνικό σύμφωνο της βιομηχανικής εποχής που καθόριζε τον τρόπο με τον οποίο βιώναμε την εργάσιμη ημέρα επί γενεές διαλύεται. Οι όροι αυτού του συμφώνου είναι τόσο γνωστοί σε εμάς που σχεδόν ποτέ δεν τους ονομάζουμε: η εργασία πρέπει να μετριέται με βάση τον χρόνο, σε ώρες και ημέρες και οι άνθρωποι πρέπει να αμείβονται με το ίδιο ποσό για την ίδια εργασία ενώ η ημέρα πρέπει να χωρίζεται σε διαστήματα εργασίας και αναψυχής», γράφει ο Τέρνερ.

«Εως πρόσφατα, η φυσική απόσταση μεταξύ του χώρου εργασίας και του σπιτιού βοηθούσε στην εξασφάλιση αυτών των όρων. Η μετακίνηση επέβαλε ένα όριο μεταξύ επαγγελματικού και προσωπικού χρόνου που σεβόντουσαν εκατομμύρια άνθρωποι καθημερινά. Το ίδιο έκανε και το ημερολόγιο, χωρίζοντας τις ημέρες σε καθημερινές για δουλειά και σε Σαββατοκύριακα για αναψυχή. Σήμερα οι δικτυωμένοι υπολογιστές διαλύουν αυτόν τον διαχωρισμό και, μαζί με αυτόν, τον συμπαγή χρόνο της βιομηχανικής εποχής», προσθέτει.

Μια νέα, πρωτότυπη ευελιξία

Από τότε που οι υπολογιστές κατέστησαν αρκετά μικροί, ούτως ώστε να μεταφέρονται από το γραφείο στο σπίτι, πριν από περίπου 50 χρόνια, και από τότε που συνδέθηκαν μεταξύ τους, λίγο αργότερα, σε παγκόσμια δίκτυα, εμφανίστηκε μια νέα, πρωτόγνωρη ευελιξία, η οποία έχει θετική επίδραση στις ζωές πολλών ανθρώπων, καθώς τους επιτρέπει να προσαρμόζουν καλύτερα τους ρυθμούς της εργασίας τους με τους ρυθμούς της ζωής και αντιστρόφως. Πολλοί από τους αποκαλούμενους εργαζόμενους της γνώσης, μπορούν για παράδειγμα, να εργάζονται στην πόλη, όντας, όμως, στην ύπαιθρο.

«Τον 19ο αιώνα, το σπίτι έπρεπε να παρέχει ένα καταφύγιο από τον έξω κόσμο. Αλλά στις αρχές της δεκαετίας του 2000, τα τείχη του είχαν παραβιαστεί ουσιαστικά και αμετάκλητα. Η φυσική απόσταση δεν μπορεί πλέον να κρατήσει μακριά τους εργοδότες. Ο,τι κάνουμε online μπορεί να παρακολουθείται. Τα αφεντικά μπορούν να μετρούν τις φορές που χτυπάμε τα πλήκτρα από απόσταση και να υπολογίζουν τα λεπτά που αφιερώνουμε στις δουλειές μας. Μπορούν επίσης να κρυφοκοιτάζουν στα σαλόνια μας, να μαθαίνουν πολλά για το ποιοι είμαστε και να τα χρησιμοποιήσουν για να αλλάξουν τους όρους της απασχόλησής μας. Σε πολλούς τομείς, η σχέση μεταξύ του χρόνου εργασίας και των καταβαλλόμενων μισθών αλλάζει. Και σε ορισμένους, το ιδανικό της ίσης αμοιβής για ίση εργασία δεν ισχύει πλέον. Αυτό που γίνεται σαφές είναι ότι χρειαζόμαστε ένα νέο σύμφωνο για μια νέα τεχνολογική εποχή», συνοψίζει Φρεντ Τέρνερ στην εξαιρετική ανάλυσή του.

Επιστρέφοντας στο παρελθόν, θυμίζει πως πριν από τα τέλη του 18ου αιώνα, οι περισσότεροι άνθρωποι δούλευαν μέσα ή κοντά στα σπίτια τους, σε αγροκτήματα ή σε εργαστήρια χειροτεχνίας και πολύ συχνά και στα δύο. Η φύση και η θρησκεία εξουσίαζαν την αίσθηση του χρόνου. Οι αριστοκράτες και οι πλούσιοι έμποροι είχαν ρολόγια, αλλά για τους περισσότερους ανθρώπους, τα όρια της εργάσιμης ημέρας τα καθόριζε ο ήλιος.

Αυτό άλλαξε με την άφιξη του εργοστασιακού συστήματος. Κατά την πρώτη δεκαετία του 18ου αιώνα η Βιομηχανική Επανάσταση μεταδόθηκε σε ολόκληρη τη Βρετανία, καθώς νέες τεχνολογίες όπως η ατμομηχανή και ο αργαλειός μεταμόρφωσαν την παραγωγή. Η αύξηση της αποδοτικότητας που επέφεραν, περιόρισε σημαντικά την ανταγωνιστικότητα όσων εργάζονταν στο σπίτι, ειδικά σε βιομηχανίες όπως η υφαντική. Από ανάγκη, οπότε, «ολόκληρες οικογένειες που εξαθλιώθηκαν ξαφνικά, αναγκάστηκαν να παρουσιαστούν στα εργοστάσια για δουλειά και όταν το έκαναν, συνάντησαν ένα νέο εργαλείο διαχείρισης: το ρολόι», σημειώνει ο αμερικανός ιστορικός.

«Οι εργάτες της προβιομηχανικής εποχής, όπως οι υπηρέτες και οι αγρότες, σίγουρα θα είχαν αντιληφθεί ότι, κατά κάποιο τρόπο, πουλούσαν τον χρόνο τους. Ομως, στο εργοστάσιο, τα αφεντικά παρακολουθούσαν τους υπαλλήλους από την αυγή μέχρι το βράδυ, ελέγχοντας τις κινήσεις τους με ρολόγια, δελτία απασχόλησης και χρονομέτρες», συμπληρώνει. Οποτε στο εργοστάσιο «ο χρόνος κατέστη ένα εργαλείο για την εκμετάλλευση των εργατών». Συγχρόνως, όμως, το εργοστασιακό σύστημα, συνέβαλε σημαντικά «στη δημιουργία ενός διαφορετικού είδους χρόνου, μακριά από τη δουλειά», τον οποίο ο καθένας μπορούσε να ξοδέψει όπως επιθυμούσε.

Η κοσμοθεωρία της Βιομηχανικής Επανάστασης

Διαχωρίζοντας την εργασία από την οικία, «το εργοστασιακό σύστημα ώθησε τους εργαζόμενους να μοιράσουν τις ημέρες τους σε ώρες που ανήκαν στους εργοδότες τους και σε ώρες που ανήκαν στους ίδιους». Πριν από την καθιέρωση του εργοστασιακού συστήματος, τα σπίτια ήταν «κοινωνικοί, ακόμη και δημόσιοι χώροι, όχι ιδιωτικά καταφύγια». Πολύ συχνά οι γονείς και τα παιδιά τους μοιράζονταν τις κατοικίες τους με μαθητευόμενους, υπηρέτες και μακρινούς συγγενείς, και συχνά όλοι κοιμόντουσαν, δούλευαν και έτρωγαν στα ίδια δωμάτια.

Καθώς, όμως, εδραιωνόταν η Βιομηχανική Επανάσταση, άρχισαν να καθορίζονται και «νέα όρια μεταξύ του προσωπικού και του επαγγελματικού, του ιδιωτικού και του δημόσιου, του αρσενικού και του θηλυκού», καθώς τα χρήματα που έβγαζαν οι άνδρες ήταν ξαφνικά αρκετά για την κάλυψη των οικογενειακών αναγκών, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να είναι σε θέση να μην εργάζονται και να αφοσιώνονται στα σπίτια τους και στα παιδιά τους.

Φυσικά, μια τέτοια κοσμοθεωρία για πάρα πολλά μέλη της εργατικής τάξης ήταν απλά ένα μακρινό ιδανικό, πόσο μάλλον για τους υπόδουλους πληθυσμούς στον Νότο της Αμερικής. Διαδόθηκε, όμως, μέσω δημοφιλών περιοδικών καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα και στην αρχή του 20ου αιώνα και συνέβαλε στο να καθοριστούν οι όροι με τους οποίους οι εργαζόμενοι στην Αγγλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες θα μάχονταν στη συνέχεια για το οκτάωρο και την πενθήμερη εβδομάδα.

Αυτός ο αγώνας ξεκίνησε με τα παιδιά. Στα πρώτα χρόνια της εκβιομηχάνισης, τα παιδιά στη Βρετανία δούλευαν κατά βάση από 12 έως 14 ώρες την ημέρα. Το 1830, δύο δεκαετίες αφότου η Αγγλία απαγόρευσε το δουλεμπόριο, ο βρετανός υπέρμαχος της κατάργησης Ρίτσαρντ Οστλερ έγραψε μια επιστολή σε μια εφημερίδα του Λιντς, συγκρίνοντας τα παιδιά-εργάτες με τους σκλάβους από τις αποικίες.

Η επιστολή του είχε ως αποτέλεσμα την έναρξη μιας πανεθνικής εκστρατείας για το 10ωρο για τα παιδιά που εργάζονται, γεγονός που συνέβαλε, τελικά, στη μείωση των ωρών εργασίας για τους ενήλικες στην Αγγλία αλλά και στις ΗΠΑ επίσης. Η αμερικανική αναταραχή για το οκτάωρο ξεκίνησε λίγο μετά την εκστρατεία του Οστλερ και επιταχύνθηκε γρήγορα στον απόηχο του Εμφυλίου Πολέμου, με το σύνθημα «Οκτώ ώρες για δουλειά, οκτώ ώρες για ξεκούραση, οκτώ ώρες για ό,τι θέλουμε».

Η Ford Motor Company και η αποδοτικότητα

Κατά τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, καθώς οι εργαζόμενοι συνέχιζαν να κερδίζουν μικρότερες εργάσιμες ημέρες σε διάφορους κλάδους, πολλοί Αμερικανοί πίστευαν ότι ο αυστηρός έλεγχος του χρόνου στην εργασία θα μπορούσε να συμβάλει όχι μόνο στην αύξηση της αποδοτικότητας των εργαζομένων, αλλά και στη βελτίωση της ζωής τους γενικότερα.

Ο Φρέντερικ Τέιλορ, ο κατεξοχήν ειδικός στην αποδοτικότητα εκείνη την εποχή, παρακολουθούσε τις κινήσεις μεμονωμένων εργαζομένων με ένα χρονόμετρο για να καθορίσει τον μέσο χρόνο που πρέπει να διαρκεί μια εργασία. Θεωρούσε πως με αυτό το πρότυπο οι διευθυντές θα μπορούσαν να αξιολογούν την απόδοση των εργαζομένων και να ανταμείβουν τους πιο αποδοτικούς με υψηλότερους μισθούς – δηλαδή, κατά την άποψη του Τέιλορ, να πληρώνουν τους πάντες πιο δίκαια, χρησιμοποιώντας τον χρόνο ως αντικειμενικό, ορατό σε όλους, μέτρο.

Οι εργαζόμενοι υποψιάζονταν ότι ο Τέιλορ επιδίωκε να χρησιμοποιήσει το χρονόμετρο του ως μέσο άσκησης πίεσης, ούτως ώστε να εργάζονται περισσότερο. Ωστόσο, την άποψη του αμερικανού ειδικού στην αποδοτικότητα την επιβεβαίωσε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο η Ford Motor Company. Οι αυτοματοποιημένες γραμμές συναρμολόγησης της Ford, οι οποίες συγχρόνισαν τις κινήσεις των εργαζομένων με τις μηχανές, επέτρεψαν στην εταιρεία να υπερδιπλασιάσει τον κατώτατο μισθό των εργαζομένων στο ανήκουστο ποσό των 5 δολαρίων την ημέρα για οχτώ ώρες εργασίας το 1914.

Αυτή η αύξηση μετέτρεψε τους εργάτες της Ford σε αγοραστές των αυτοκινήτων της, όπως επισήμανε συχνά ο ίδιος ο Χένρι Φορντ. Η χορήγηση στους εργαζομένους των «οκτώ ωρών για ό,τι θέλουμε» που ζητούσαν εδώ και καιρό τα συνδικάτα, επέτρεψε στη Ford να λειτουργεί τα εργοστάσιά της με τρεις οκτάωρες βάρδιες 24 ώρες την ημέρα. Το 1926, η εταιρεία ήταν από τις πρώτες που υιοθέτησε την πενθήμερη 40ωρη εβδομαδιαία εργασία.

«Οταν το Κογκρέσο ψήφισε τον νόμο περί Δίκαιων Προτύπων Εργασίας (Fair Labor Standards Act) μετέτρεψε τις αρχές πίσω από το σύστημα της Ford σε νόμο. Στο εξής η εργασία θα μετρούνταν σε χρόνο και θα αμειβόταν με χρήματα. Οι εργαζόμενοι και οι διευθυντές θα ενημερώνονταν από το ίδιο ρολόι και έτσι θα επέβαλαν από κοινού το ιδανικό της ίσης αμοιβής για ίση εργασία. Η μέρα θα χωριζόταν σε χρόνο για εργασία και σε χρόνο για αναψυχή, με μια μετακίνηση με αυτοκίνητο μεταξύ των δύο. Η ίδια η μετακίνηση θα βοηθούσε στη διατήρηση των ορίων μεταξύ εργασίας και σπιτιού, και κατ’ επέκταση, μεταξύ της πυρηνικής οικογένειας και του έξω κόσμου», συνοψίζει ο Φρεντ Τέρνερ.

«Αυτός ο τρόπος κατανομής του χρόνου διαμόρφωσε τη ζωή των Αμερικανών για δεκαετίες, παρά την εισαγωγή μιας σειράς νέων μιντιακών τεχνολογιών», προσθέτει. Το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση άλλαξαν σημαντικά τις ζωές των ανθρώπων αλλά καμία από αυτές τις συσκευές αυτή καθαυτή δεν απείλησε «τον θεμελιώδη διαχωρισμό του προσωπικού χρόνου από τον χρόνο εργασίας».

Στην υπηρεσία της ψηφιακής τεχνολογίας

Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει σταδιακά στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές δεν είχαν πια «μέγεθος δωματίου» και το Διαδίκτυο τους συνέδεσε μεταξύ τους. «Είχαν γίνει συσκευές για όλες τις χρήσεις. Μπορούσαν να επεξεργαστούν κείμενα σαν γραφομηχανή και να κάνουν υπολογισμούς σαν αριθμομηχανή, και μπορούσαν να τα κάνουν όλα σε οθόνες παρόμοιες με της τηλεόρασης. Τα φθηνά dial-up modem επέτρεπαν στους οικιακούς χρήστες να εργάζονται online, με τους συναδέλφους τους, σε πραγματικό χρόνο, σαν να κάθονταν και αυτοί στο γραφείο», γράφει ο Τέρνερ, επισημαίνοντας πως αυτά ήταν δυνατά πολύ πριν «οι φορητοί υπολογιστές και τα smartphone καταστήσουν δυνατή την εργασία από οπουδήποτε και οποτεδήποτε».

Σήερα τα αποτελέσματα αυτής της μεταμόρφωσης ποικίλλουν πολύ, ανάλογα με την εργασία, καθώς οι ίδιες βασικές τεχνολογίες που επιτρέπουν σε έναν προγραμματιστή λογισμικού της Silicon Valley να μετακομίσει στην Ελλάδα και να εργάζεται από ένα νησί του Αιγαίου, κρατούν τους baristas των Starbucks και τους εργαζομένους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης στο σπίτι. Στη βιομηχανική εποχή, τα χρονοδιαγράμματα ήταν προκαθορισμένα. Ηταν δυνατό να αλλάξει η βάρδια την τελευταία στιγμή, αλλά ένας εργοδότης γνώριζε πως υπήρχε πιθανότητα να μην κατάφερνε να βρει τους εργαζομένους που χρειαζόταν, καθώς δεν στέκονταν όλοι ολημερίς δίπλα στο σταθερό τους τηλέφωνο.

Αντιθέτως, σήμερα οι υπολογιστές επιτρέπουν στις εταιρείες να παρακολουθούν τις απαιτήσεις της αγοράς σε πραγματικό χρόνο και να προσαρμόζουν τα χρονοδιαγράμματα ανάλογα στη στιγμή. Τα κινητά τηλέφωνα επιτρέπουν στα αφεντικά να επικοινωνούν με τους εργαζόμενους όποτε θέλουν και ανεξάρτητα από το πού βρίσκονται, με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον δυνατό για πάρα πολλούς εργαζόμενους ανά την υφήλιο, να διαιρούν τις μέρες τους σε ώρες εργασίας και ώρες αναψυχής.

Οι ψηφιακές τεχνολογίες έχουν επίσης ενισχύσει σημαντικά τις εξουσίες επιτήρησης των εργοδοτών. Στα εργοστάσια του 19ου αιώνα, τα αφεντικά μπορούσαν να επιτηρούν τους εργαζόμενούς τους, αλλά η εν λόγω εξουσία τους έφτανε μέχρι τις πύλες των εργοστασίων τους, εκτός και εάν προσλάμβαναν ιδιωτικούς ντετέκτιβ ή απαιτούσαν από το προσωπικό τους να ζει σε πόλεις που ανήκαν στις εταιρείες τους.

Πλέον, όμως, όταν εργαζόμαστε στο σπίτι, «οι υπολογιστές μας διευκολύνουν τα αφεντικά μας να καταγράφουν τι πληκτρολογούμε, να ελέγχουν τις κάμερές μας και να παρακολουθούν τα μικρόφωνα μας. Μπορούν επίσης να μας ακολουθούν στο Facebook και στο Twitter και να συνθέτουν μια εικόνα όσον αφορά τις πολιτικές μας πεποιθήσεις, τις συναναστροφές μας, τις σεξουαλικές μας προτιμήσεις και την κλίση μας στον συνδικαλισμό. Αντίθετα, η δική μας ικανότητα να παρακολουθούμε τα αφεντικά μας περιορίζεται δραστικά, από τον νόμο και βάσει σχεδίου. Οι αλγόριθμοι είναι εμπορικά μυστικά. Το λογισμικό παρακολούθησης είναι ένας μονόδρομος καθρέφτης που καθιστά αδύνατο για τους εργαζομένους να κοιτάξουν πίσω».

Προσαρμογή προς όφελος των εργαζομένων

Καθώς, όμως, οι ψηφιακές τεχνολογίες αυξάνουν αναμφίβολα την ισχύ των εργοδοτών, συγχρόνως επιτρέπουν σε πολλούς εργαζόμενους να εργάζονται και να ξεκουράζονται στους ίδιους χώρους, στα σπίτια τους, μεταξύ συγγενών και φίλων, επανενώνοντας, έτσι, πτυχές των ζωών τους που είχαν χωριστεί από τη Βιομηχανική Επανάσταση. Οπότε το ερώτημα, σύμφωνα με τον Φρεντ Τέρνερ, είναι το εξής: «Πώς μπορούμε να δομήσουμε τον χρόνο με τρόπους που να εξισορροπούν τις επιθυμίες των εργοδοτών για έλεγχο και τις επιθυμίες των εργαζομένων για αυτονομία; Και πώς μπορούμε να το κάνουμε με τρόπους ωφέλιμους για όλους;».

Οταν οι εργαζόμενοι πάλευαν για το οκτάωρο, δεν επιδίωκαν απλώς να εργάζονται λιγότερο. Επιθυμούσαν να δημιουργήσουν συνθήκες υπό τις οποίες οι οικογένειες θα είχαν χρόνο να είναι μαζί, οι πολίτες θα είχαν χρόνο να πολιτικοποιούνται και να ψηφίζουν και όλοι θα είχαν χρόνο να διαβάζουν, να ψυχαγωγούνται και να προοδεύουν. Σήμερα οι εργαζόμενοι καλούνται να επιδιώξουν τους ίδιους στόχους με νέους, όμως, τεχνολογικούς όρους.

Τα κινητά τηλέφωνα και οι φορητοί υπολογιστές έχουν καταστήσει αδύνατο για πολλούς ανθρώπους να διαχωρίζουν οκτώ ώρες την ημέρα για αμειβόμενη εργασία και άλλες οκτώ για οτιδήποτε άλλο εκείνοι θέλουν. Τα κινητά τηλέφωνα και οι φορητοί υπολογιστές μπορούν επίσης «να μας γυρίσουν όλους πίσω σε μια εποχή ασταμάτητης, υποαμειβόμενης εργασίας».

Αλλά εάν οι εργαζόμενοι μπορέσουν προσαρμοστούν σε αυτή τη νέα ευελιξία και να την εκμεταλλευθούν προς όφελός τους, όπως οι εργάτες του 20ού αιώνα προσαρμόστηκαν στην ωρολογιακή λογική του εργοστασίου, θα μπορούσε να αλλάξει τις ζωές όλων μας.

«Θα μπορούσε να μας βοηθήσει να προσέχουμε τους φίλους μας, τα παιδιά μας, τους ηλικιωμένους γονείς μας. Θα μπορούσε να καταστήσει πιο βολικό, εάν όχι απαραίτητα πιο εύκολο, να πηγαινοερχόμαστε μεταξύ των υποχρεώσεών μας προς τους εργοδότες μας και των πραγμάτων που πρέπει να κάνουμε για εμάς και τις κοινότητές μας. Αυτό που χρειαζόμαστε τώρα είναι ένα νέο σύνολο κανόνων που θα μας επιτρέπουν όλους να απολαμβάνουμε τα οφέλη της νέας ευελιξίας», εξηγεί ο Τέρνερ.

«Ο τρόπος που δουλεύουμε αλλάζει πλέον λεπτό με το λεπτό. Οπως μας δίδαξε η πανδημία, οι αλλαγές θα συνεχίσουν να είναι αποπροσανατολιστικές. Αλλά εάν μπορέσουμε να οργανώσουμε τον χρόνο στην ψηφιακή εποχή με τρόπους που υπηρετούν τις αξίες της ισότητας και της αμοιβαίας φροντίδας, μπορεί να ανακαλύψουμε ευκαιρίες που δεν φανταζόντουσαν εκείνοι που συνέθεσαν το σύμφωνο της βιομηχανικής εποχής. Μπορεί να αποκτήσουμε μια νέα ελευθερία, να επιλέγουμε πού και πώς ζούμε», καταλήγει ο αμερικανός ιστορικός.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...