1742
Οι εκατομμυριούχοι αρνούνται να πληρώσουν επιπλέον, οπότε θα πρέπει να ξεκινήσουμε από τους δισεκατομμυριούχους, λέει ο Πικετί | Shutterstock / CreativeProtagon

Τομά Πικετί: Η Αριστερά έπεσε θύμα της επιτυχίας της

Protagon Team Protagon Team 9 Νοεμβρίου 2025, 15:56
Οι εκατομμυριούχοι αρνούνται να πληρώσουν επιπλέον, οπότε θα πρέπει να ξεκινήσουμε από τους δισεκατομμυριούχους, λέει ο Πικετί
|Shutterstock / CreativeProtagon

Τομά Πικετί: Η Αριστερά έπεσε θύμα της επιτυχίας της

Protagon Team Protagon Team 9 Νοεμβρίου 2025, 15:56

Μια δεκαετία μετά τη δημοσίευση του μπεστ σέλερ «Το Κεφάλαιο στον 21ο Αιώνα», του γάλλου οικονομολόγου Τομά Πικετί, ο κόσμος που περιέγραφε σε αυτό έχει αλλάξει πολύ. Το 2014 τα κράτη της Δύσης αντιμετώπιζαν ως επί το πλείστον χαμηλό πληθωρισμό, ενώ οι αποδόσεις του δημόσιου χρέους ήταν, σε πραγματικούς όρους, μηδενικές ή αρνητικές. Οι κυβερνήσεις καθοδηγούνταν από κεντρώους και ο λαϊκισμός, με τη μορφή του Brexit και του Ντόναλντ Τραμπ δεν είχε ακόμη αναδυθεί.

Η κατάσταση σήμερα είναι πολύ διαφορετική, γράφουν οι Financial Times. Στη Γαλλία, την πατρίδα του Πικετί, το πολιτικό αδιέξοδο συνδυάζεται με ένα ταχέως αυξανόμενο δημοσιονομικό έλλειμμα, με τα επιτόκια του δημόσιου χρέους να έχουν εκτοξευθεί από περίπου 1% το 2015 σε περίπου 3,5% σήμερα. Εν τω μεταξύ, ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός προηγείται άνετα στις δημοσκοπήσεις, ενώ το κεντρώο κόμμα του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν βρίσκεται στην τρίτη θέση.

Αυτό που δεν έχει αλλάξει είναι η εκστρατεία κατά των αυξανόμενων οικονομικών ανισοτήτων που διεξάγουν ο Πικετί και οι ακαδημαϊκοί συνεργάτες του. Ωστόσο, όπως εξηγεί στο βιβλίο του «Μια Σύντομη Ιστορία της Ισότητας» (2022), τα μακροπρόθεσμα στοιχεία δείχνουν ότι η ισότητα αυξάνεται. Η συγκέντρωση πλούτου σε κάποιες χώρες, η οποία αποτέλεσε το επίκεντρο του προηγούμενου έργου του, ήταν ένα στιγμιαίο σφάλμα και, όπως υποστηρίζει, αναπόφευκτα θα επανέλθει η μακροπρόθεσμη τάση.

Ο Πικετί επισημαίνει στους Financial Times ότι η κατάστασή μας σήμερα διαφέρει ριζικά από εκείνη πριν από περίπου μια δεκαετία, όταν ο ίδιος έγινε διεθνώς γνωστός. Παρά τις ριζικές αλλαγές, συνεχίζει, η καμπάνια του κατά των ανισοτήτων εισοδήματος και πλούτου παραμένει επίκαιρη και αναγκαία.

Ο Πικετί απορρίπτει τη χρήση του όρου «λαϊκισμός» ως γενική περιγραφή της πολιτικής κατάστασης. Επισημαίνει πως όταν χρησιμοποιείται με τον ίδιο τρόπο για τον Ντόναλντ Τραμπ (έναν υπερκαπιταλιστή και εθνικιστή) και για τον Μπέρνι Σάντερς (έναν δημοκρατικό σοσιαλιστή), ο όρος χάνει το νόημά του. Το αποτέλεσμα, λέει, είναι να αποκλείεται από τη δημοκρατική διαδικασία κάθε διαφορετική φωνή που δεν ανήκει στην «ευγενή», προνομιούχα μεσαία τάξη του φιλοεπιχειρηματικού κέντρου. Θεωρεί ότι αυτή η πρακτική είναι καταστροφική για τη δημοκρατία. «Δεν μπορεί να λειτουργήσει η δημοκρατία όταν απορρίπτεις όλους όσοι δεν είναι σαν εσένα και τους αποκαλείς λαϊκιστές» λέει.

Τρεις οι κυρίαρχες ιδεολογίες

Σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχουν τρεις κυρίαρχες ιδεολογικές οικογένειες μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση: ο εθνικισμός, ο φιλελευθερισμός και ο σοσιαλισμός.

Ο εθνικισμός εκδηλώνεται μέσα από κινήματα κατά των μεταναστών, με εθνοκεντρική ρητορική και εξαγωγή πόρων στο εσωτερικό.

Ο φιλελευθερισμός έχει αποδυναμωθεί σημαντικά λόγω αυξανόμενης ανισότητας και στασιμότητας των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης. Σήμερα, σύμφωνα με τον Πικετί, «δεν μπορείς πια να επανεκλεγείς με ένα απλό φιλοεπιχειρηματικό πρόγραμμα».

Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, η «Αριστερά», πέτυχε πολλά: δημιούργησε κράτη πρόνοιας, αύξησε την ευημερία και τη σχετική ισότητα· εκατό χρόνια πριν δεν μπορούσε καν να φανταστεί κάποιος τέτοια επιτεύγματα. Ωστόσο, λέει ο Πικετί στους Financial Times, «έχει σταματήσει να σκέφτεται το μέλλον». Εχει γίνει σε ορισμένες περιπτώσεις μια δύναμη συντήρησης, αντί για μια πολιτική δύναμη ανανέωσης.

Κατά συνέπεια, ο Πικετί υποστηρίζει ότι η Αριστερά χρειάζεται να ξανασκεφτεί και να διαμορφώσει ένα νέο πρόγραμμα, που θα συνοδεύεται από μια πολύ ισχυρή συμπίεση της ανισότητας στην κατανομή πλούτου και εξουσίας.

Ο ίδιος θέτει το ερώτημα επειδή, ενώ η ανισότητα αυξάνεται και προκαλεί δυσαρέσκεια, αυτή η δυσαρέσκεια κατευθύνει τον κόσμο προς εθνικιστικά κόμματα και τον απομακρύνει από τα κόμματα που παραδοσιακά προωθούσαν την πιο ίση κατανομή πλούτου και το κράτος πρόνοιας.

Το νέο στοίχημα της Αριστεράς

Η απάντηση που προτείνει χωρίζεται σε δύο σκέλη:

«Η επιτυχία της Αριστεράς την έχει καταστήσει θύμα της ίδιας της επιτυχίας της», λέει στους FT. Το κράτος πρόνοιας έχει γίνει πραγματικότητα. Κανείς δεν ζητά να γυρίσουμε στις συνθήκες πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου τα φορολογικά έσοδα και οι δημόσιες δαπάνες ήταν κάτω του 10% του ΑΕΠ. Το ερώτημα σήμερα είναι, όχι αν η Αριστερά κατάφερε να επιβάλει ένα κράτος πρόνοιας, αλλά αν θα το διατηρήσει και θα το εξελίξει. Ο Πικετί θεωρεί ότι πρέπει να συνεχίσουμε την αύξηση των δημόσιων πόρων για υγεία, εκπαίδευση, ενέργεια και μεταφορές, διότι αν αφήσουμε την ιδιωτική πρωτοβουλία να αναλάβει, αυτό δεν θα είναι ούτε πιο αποδοτικό ούτε πιο δίκαιο.

Φέρνει ως παράδειγμα τις ΗΠΑ, όπου το 20% του ΑΕΠ δαπανάται στην Υγεία, σε σύγκριση με περίπου 10% στην Ευρώπη, όμως τα αποτελέσματα της δημόσιας Υγείας στην Ευρώπη είναι γενικώς καλύτερα. Ισως υπάρχει, λοιπόν, ζήτημα αποδοτικότητας, λέει. Επιπλέον, η εκπαιδευτική διεύρυνση που προώθησε η Αριστερά δημιούργησε μια νέα κατηγορία ανθρώπων με υψηλή μόρφωση, οι οποίοι ψήφιζαν την Αριστερά και αισθάνονταν ευγνωμοσύνη προς εκείνη για ό,τι πέτυχε. Ομως για ανθρώπους από μικρότερες πόλεις ή αγροτικές περιοχές, με περιορισμένο εισόδημα, η πρόσβαση στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση ήταν πολύ δυσκολότερη. Ετσι, η Αριστερά σταδιακά αποσυνδέθηκε από αυτό το κομμάτι της κοινωνίας.

Αυτό, συνεχίζει, δημιούργησε νέες διαστάσεις: όχι απλώς την οικονομική (εισοδήματος), αλλά και την εκπαιδευτική και την τοπική (περιφέρειες/πόλεις). Σήμερα παρατηρείται το φαινόμενο η εκπαιδευτική και η εισοδηματική διάσταση να μην πηγαίνουν πάντα μαζί: για ένα δεδομένο εισόδημα, όσο ανεβαίνεις μορφωτικά, τόσο πιο «αριστερά» ψηφίζεις· ενώ για ένα δεδομένο μορφωτικό επίπεδο, όσο αυξάνει το εισόδημα, τόσο πιο «δεξιά» ψηφίζεις.

Το δεύτερο μετασχηματιστικό στοιχείο που εντοπίζει ο Πικετί είναι το περιφερειακό χάσμα, η ανισότητα μεταξύ περιοχών, που έχει επιστρέψει σε επίπεδα που είχαμε να δούμε από τις αρχές του 20ού αιώνα. Αντιθέτως, όπως αναφέρει στους FT, πιστεύει πως το γενεαλογικό χάσμα, η διαφορά μεταξύ ηλικιακών ομάδων, τελικά δεν είναι τόσο σημαντικό: η κοινωνική τάξη εντός κάθε ηλικιακού γκρουπ τού φαίνεται πιο σημαντική.

Σε κάθε ηλικιακή ομάδα, το 50% των φτωχότερων κατέχει περίπου το 5% του συνολικού πλούτου και το 10% των πλουσιότερων κατέχει το 50%-60%, εξηγεί. Αρα, αν εστιάσεις μόνο στο χάσμα μεταξύ των γενεών, χάνεις το μεγαλύτερο μέρος της ανισότητας, που βρίσκεται εντός των ηλικιακών ομάδων.

Η γαλλική και η βρετανική προσέγγιση

Για τη Γαλλία –αλλά όχι μόνο– ο Πικετί εντοπίζει δύο συνιστώσες: μία πολιτική και μία οικονομική. Ως προς την πολιτική, θεωρεί ότι το φιλοεπιχειρηματικό κέντρο πρέπει να διαλέξει: είτε θα πάει προς τον εθνικισμό είτε προς την Αριστερά. Αν δεν διαλέξει, λέει, τότε θα εξαφανιστεί.

Παρατηρεί ότι υπάρχει σαφής πρόταση από την Αριστερά για ελάχιστο φόρο πλούτου 2% στο κεφάλαιο άνω των 100 εκατ. ευρώ, ένα μέτρο που θεωρεί «ελάχιστο όριο» απέναντι στην αύξηση της συγκέντρωσης του πλούτου. Για παράδειγμα, σημειώνει στους Financial Times, στη Γαλλία οι 500 πλουσιότεροι άνθρωποι κατείχαν συλλογικά περίπου 200 δισ. ευρώ το 2010 και σήμερα έχουν περίπου 1.200 δισ. ευρώ, άρα ο πλούτος τους εξαπλασιάστηκε. Αν δεν γίνει κάτι, τότε «η μεσαία τάξη θα συνεχίσει να πληρώνει, αλλά δεν ξέρουμε πώς θα πληρώσουν οι πλούσιοι».

Παράλληλα, η εθνικιστική ρητορική προσπαθεί να στρέψει τον δημόσιο διάλογο στο «οι ξένοι να πληρώσουν» και στο «πηγαίνει υπερβολικό χρήμα σε ανίκανους φτωχούς ή σε ξένους», αλλά στην πράξη αυτό δεν απαντά καθόλου στις ανάγκες της δημόσιας υγείας ή των πανεπιστημίων.

Ως προς την οικονομική πλευρά, αναλύει το παλιό χρέος της Γαλλίας και της Βρετανίας. Τον 19ο αιώνα το δημόσιο χρέος της Βρετανίας ήταν άνω του 200% του ΑΕΠ. Η Γαλλία, μετά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους βρέθηκε με χρέος στο 200%-300% του ΑΕΠ της. Ωστόσο κατάφερε να το «ξεφορτωθεί» με διάφορους τρόπους (φόρος πλούτου, πληθωρισμός, επενδύσεις) και να το οδηγήσει σε κάτω από 20%-30% του ΑΕΠ σε λίγα χρόνια.

Από αυτές τις εμπειρίες προκύπτουν διάφορα διδάγματα, λέει στους FT: η βρετανική προσέγγιση (ένα «καθαρό» πλεόνασμα για έναν αιώνα) δεν ήταν ενδεδειγμένη, γιατί περισσότερα χρήματα πήγαιναν σε τόκους παρά στην εκπαίδευση. Και αυτό εξηγεί εν πολλοίς τη βρετανική οικονομική καθυστέρηση σε σχέση με τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και τη Γαλλία στον 20ό αιώνα. Η πιο επιτυχημένη εμπειρία ήταν η γερμανική: μετά τον Β’ Παγκόσμιο επιβλήθηκε υψηλός φόρος στον ιδιωτικό πλούτο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αντληθούν σημαντικοί πόροι χωρίς πληθωρισμό. Η άλλη οδός είναι ο πληθωρισμός, που όμως είναι ένας φόρος επί των φτωχών.

Φιλοεπιχειρηματικά συμφέροντα

Ο Πικετί αναφέρει ότι υπάρχουν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ κοινωνικών ομάδων: δεν υφίσταται κάποια «αντιπροσωπευτική πολιτική» που να εκφράζει τους πάντες· το ερώτημα είναι πώς κατανέμεται η επιβάρυνση. Οι κάτοχοι, για παράδειγμα, ενός εκατομμυρίου ευρώ αρνούνται να πληρώσουν επιπλέον, ειδικά όταν οι δισεκατομμυριούχοι δεν πληρώνουν επιπλέον. Γι’ αυτό ακριβώς, λέει στους Financial Times, πρέπει να ξεκινήσουμε από τους δισεκατομμυριούχους.

Ο Πικετί αναγνωρίζει ότι οι ραγδαίες εξελίξεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη σχετίζονται άμεσα με την ανισότητα, κυρίως μέσω των όρων ιδιοκτησίας και ρύθμισης. Τονίζει ότι οι νέοι «παίκτες» της ΤΝ καταφέρνουν να πείθουν τις Αρχές ότι μπορούν να εκμεταλλεύονται πνευματική ιδιοκτησία τρίτων χωρίς να αποκαλύπτουν ποιων είναι ή πώς λειτουργεί η αλγοριθμική διαδικασία. Το θεωρεί «εντελώς δυστοπικό», μια μορφή υπερ-καπιταλισμού που συνδυάζεται με εθνικιστική ιδεολογία, ιεραρχική αντίληψη και συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια λίγων.

Αν η Αριστερά στις ΗΠΑ παραμείνει «αιχμάλωτη» των φιλοεπιχειρηματικών συμφερόντων, τότε το «κόμμα Τραμπ» θα διατηρήσει την εξουσία, πιστεύει. Σε ένα αρνητικό σενάριο, ίσως δημιουργηθεί αναστροφή των παραδοσιακών πολιτικών διαχωρισμών: «εθνικιστική ελίτ» εναντίον «διεθνούς επιχειρηματικής ελίτ»· στην πραγματικότητα και οι δύο είναι ελίτ, αφήνοντας εκτός τις λιγότερο ευνοημένες ομάδες.

Στον τομέα της νομισματικής πολιτικής, υπογραμμίζει ότι μετά την κρίση του 2008 και την πανδημία άνοιξε μια εντελώς νέα εποχή για τις κεντρικές τράπεζες. Η νομισματική πολιτική (και η δημιουργία χρήματος) αποδείχθηκε το μοναδικό εργαλείο που μπορεί άμεσα να κινητοποιηθεί σε έκτακτες συνθήκες, καθώς η φορολόγηση και ο προϋπολογισμός παίρνουν χρόνο.

Ενα άλλο κρίσιμο σημείο, λέει, είναι το διεθνές νομισματικό σύστημα: σήμερα παρατηρείται τεράστια διαφορά επιτοκίων μεταξύ Βορρά και Νότου: στη Γαλλία το δημόσιο χρέος έχει επιτόκιο -3,5 % και ο πληθωρισμός είναι -2%, η χαμηλότερη διαφορά εδώ και 200 χρόνια. Αντιθέτως, πολλές χώρες του Παγκόσμιου Νότου πληρώνουν 5%-10 % επιτόκιο. Τα «υπερπρονόμια» του δολαρίου και των πλούσιων χωρών επεκτάθηκαν, λέει στους FT, σε ολόκληρο τον πλούσιο κόσμο (ευρωζώνη, Ιαπωνία, Βρετανία).

Αισιόδοξος… παρ’ όλα αυτά

Ο Πικετί δηλώνει αισιόδοξος. Αναφέρει ότι το 2020 φτάσαμε πολύ κοντά σε εφαρμογή της ετήσιας φορολόγησης πλούτου 6% για τα υπερπλούσια στρώματα (όπως πρότειναν ο Μπέρνι Σάντερς και η Ελίζαμπεθ Γουόρεν). Στη Γαλλία υπάρχει σήμερα δημόσια υποστήριξη κατά 90% για μια ελάχιστη φορολογία πλούτου που προωθεί ο συνεργάτης του, Γκαμπριέλ Ζικμάν.

Η εναλλακτική, τονίζει, είναι μια ρητορική που λέει «απέλαση μεταναστών, οι ανίκανοι πληρώνουν, οι πλούσιοι δεν θίγονται», μια ρητορική «μηδενικής λύσης», που στο τέλος δεν αρκεί, διότι «υπάρχουν πολύ λιγότερα χρήματα στη βάση παρά στην κορυφή».

Για το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Πικετί σημειώνει πως αν ο Κιρ Στάρμερ δεν κινηθεί προς τη φορολόγηση του πλούτου, τότε το Εργατικό Κόμμα κινδυνεύει να εξαφανιστεί, ακριβώς όπως ο Φρανσουά Ολάντ κατέστρεψε το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γαλλίας.

Το βιβλίο του «Μια Σύντομη Ιστορία της Ισότητας» είναι, σύμφωνα με τον ίδιο τον Πικετί, ένα αισιόδοξο σύγγραμμα, που συνιστάται σε όσους νιώθουν απαρηγόρητοι για την πολιτική κατάσταση. Επικεντρώνεται στο γεγονός ότι η Ιστορία δείχνει μια μακροχρόνια κίνηση προς την ισότητα· όχι μόνo νομισματική, αλλά και ισότητα συμμετοχής, κύρους και αξιοπρέπειας. Αυτό το κίνημα υπάρχει εδώ και πάνω από 200 χρόνια και δεν ήταν ποτέ γραμμικό, όμως ο ίδιος πιστεύει ότι θα συνεχιστεί.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...