Η «κλίκα» του Μπάιντεν που κυβερνούσε μυστικά τις ΗΠΑ
Η «κλίκα» του Μπάιντεν που κυβερνούσε μυστικά τις ΗΠΑ
Υπήρχε ένας βοηθός που απαίτησε 4 εκατ. δολάρια για να αναλάβει χρέη συμβούλου στην εκστρατεία για την επανεκλογή του Τζο Μπάιντεν. Υπήρχε επίσης ένας διώκτης των «αποστατών». Και υπήρχε και η Τζιλ Μπάιντεν.
«Εκαναν τόσο μεγάλη ζημιά στον Τζο Μπάιντεν και στη χώρα. Και η οικογένειά του επίσης. Δεν καταλαβαίνω πώς μπορεί κάποιος να τον έβλεπε στην κατάσταση που ήταν και να σκεφτόταν “Ναι, πρέπει να θέσει ξανά υποψηφιότητα για πρόεδρος”. Πώς το κάνεις αυτό σε κάποιον που αγαπάς;».
Αυτή είναι η ετυμηγορία του επί σειρά ετών συμβούλου του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, Ντέιβιντ Αξελροντ, όπως την εξέφρασε στους δημοσιογράφους Τζέικ Τάκερ και Αλεξ Τόμσον, συγγραφείς του βιβλίου «Original Sin» που μόλις κυκλοφόρησε και πραγματεύεται το πώς ο στενός κύκλος του αμερικανού τέως προέδρου έκανε τα πάντα ώστε να παραμείνει ο Τζο Μπάιντεν στην κούρσα για μια δεύτερη θητεία, ακόμη και όταν τα ίδια τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου του σήμαιναν συναγερμό για την κατάστασή του.
Αφού η οικογένεια του Μπάιντεν ανακοίνωσε, την περασμένη Κυριακή, ότι ο πρώην πρόεδρος διαγνώστηκε με επιθετικό καρκίνο του προστάτη και μετάσταση στα οστά, ο Ντέιβιντ Αξελροντ, καθώς και άλλοι Δημοκρατικοί, δήλωσαν πως οι όποιες συζητήσεις για την καταλληλόλητα ή την ακαταλληλότητα του «γηραιού Τζο» για το αξίωμα του προέδρου των ΗΠΑ πρέπει να σταματήσουν, τουλάχιστον προσωρινά.
Ωστόσο, καθώς το άκρως αποκαλυπτικό βιβλίο κυκλοφόρησε μόλις την περασμένη Τρίτη (20 Μαΐου), δύσκολα θα γλιτώσουν από τις όποιες επικρίσεις όσοι κατηγορούνται ότι συγκάλυψαν ή αγνόησαν σκόπιμα τη σταδιακή κατάρρευση του Μπάιντεν. «Δεν νομίζω ότι υπάρχει τρόπος να σταματήσει αυτό» είπε στους Times ένα στέλεχος του Δημοκρατικού Κόμματος. «Κάθε Δημοκρατικός θα πρέπει να έχει μια απάντηση όσον αφορά τον Μπάιντεν και το γιατί τον αφήσαμε να παραμείνει [στην κούρσα] για τόσον καιρό».
Αποδέκτες των κατηγοριών είναι τα μέλη μιας κλίκας πρώην συμβούλων του αμερικανού τέως προέδρου, η οποία, λόγω της μεγάλης επιρροής της, κατέληξε να είναι γνωστή στα ενδότερα του Λευκού Οίκου ως το «πολιτμπιρό» του Τζο Μπάιντεν.
«Πέντε άτομα κυβερνούσαν τη χώρα και ο Τζο Μπάιντεν ήταν στην καλύτερη περίπτωση ένα ανώτερο μέλος του συμβουλίου», ανέφερε στη λονδρέζικη εφημερίδα ένα πρώην μέλος της κυβέρνησης Μπάιντεν. «Δεν έχω ξαναδεί ποτέ μια τέτοια κατάσταση, με τόσο λίγους ανθρώπους να έχουν τόση εξουσία. Λάμβαναν εξαιρετικά σημαντικές οικονομικές αποφάσεις χωρίς να καλούν την υπουργό Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν».
Ποιοι, όμως, ανήκαν σε αυτή την υποτιθέμενη κλίκα και ποια από τα μέλη της οικογένειας Μπάιντεν τους σιγοντάριζαν;
Μάικ Ντόνιλον: ο σύμβουλος των 4 εκατ. δολαρίων
Φίλος του Μπάιντεν για περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες και σύμβουλός του επί σειρά ετών, ο 66χρονος Μάικ Ντόνιλον, πρακτικά εκτελούσε χρέη επικεφαλής πολιτικής του Λευκού Οίκου, ενώ ο ρόλος του ήταν καθοριστικός για την παραμονή του Μπάιντεν στην προεδρική κούρσα. Η σχέση των δύο ανδρών ήταν τόσο στενή που μέλη του προσωπικού του Λευκού Οίκου έλεγαν, μεταξύ σοβαρού και αστείου, πως «εάν ήθελε, θα μπορούσε να πείσει τον Μπάιντεν να ξεκινήσει έναν πόλεμο».
Διετέλεσε επικεφαλής στρατηγικής της πετυχημένης προεκλογικής εκστρατείας του Μπάιντεν το 2020, ενώ προσφέρθηκε να κάνει το ίδιο και πέρυσι, με την προϋπόθεση, όμως, ότι για τις υπηρεσίες του θα αμειβόταν με το ποσό των 4 εκατ. δολαρίων. «Δώστε του όσα ζητάει», είχε πει στους υπεύθυνους της προεκλογικής εκστρατείας του ο πρώην πρόεδρος, επιβεβαιώνοντας τους φόβους όσων πίστευαν πως οι τύχες των πιο στενών συνεργατών του ήταν τόσο συνυφασμένες με τη μοίρα του προέδρου ώστε δεν μπορούσαν (ή δεν ήθελαν) να δουν και να αποδεχτούν την πραγματικότητα.
Ακόμη και μετά το καταστροφικό debate με τον Τραμπ, πέρυσι το καλοκαίρι, ο Ντόνιλον εξακολουθούσε να επιμένει πως θα μπορούσε να τα καταφέρει. Και τον περασμένο Φεβρουάριο, σε μια δημόσια εμφάνισή του, εξέφρασε την ίδια άποψη, υπονοώντας, μάλιστα, ότι η ηγεσία των Δημοκρατικών «έχασε τα λογικά της» επιλέγοντας να αντικαταστήσει τον Μπάιντεν με την Κάμαλα Χάρις.
Στιβ Ρικέτι: ο προστάτης
Ο «προστάτης», όπως τον χαρακτηρίζουν οι Times, του Μπάιντεν, συνεργαζόταν με τον πρώην πρόεδρο από το 2012, έχοντας εργαστεί προηγουμένως για τον Μπιλ Κλίντον. Οι σχέσεις τους ήταν στενές, τόσο σε επαγγελματικό όσο και προσωπικό επίπεδο: όταν ο μεγαλύτερος γιος του Μπάιντεν διαγνώστηκε με καρκίνο στον εγκέφαλο, το 2013, ο 66χρονος σήμερα Ρικέτι ήταν επικεφαλής βοηθός του Μπάιντεν, ο οποίος τότε εκτελούσε χρέη αντιπροέδρου των ΗΠΑ. Μετά την εκλογή του στην προεδρία, και τα τέσσερα παιδιά του Ρικέτι κατέληξαν να εργάζονται για την κυβέρνησή του.

Ο Ρικέτι, ο οποίος ουσιαστικά έλεγχε τις νομοθετικές υποθέσεις, προσπάθησε να περιορίσει τη ζημιά καθώς αυξάνονταν οι αμφιβολίες για την ψυχοσωματική κατάσταση του Μπάιντεν. Οταν μια δημοσιογράφος προσπάθησε να δημοσιεύσει ένα άρθρο στο οποίο παρέθετε μαρτυρίες σύμφωνα με τις οποίες, κεκλεισμένων των θυρών, «ο πρόεδρος περνούσε σοβαρές και ανησυχητικές στιγμές, ξεχνώντας ονόματα και γεγονότα, και ενίοτε φαινόταν ιδιαίτερα μπερδεμένος στις συναντήσεις», ο Ρικέτι της τηλεφώνησε ανεπίσημα, λέγοντάς της πως «όλα όσα έλεγαν οι άλλοι ήταν ψευδή». Τελικά το άρθρο δεν δημοσιεύθηκε.
Πριν ο Τζορτζ Κλούνεϊ γράψει ένα άρθρο στους New York Times με τίτλο «Αγαπώ τον Τζο Μπάιντεν. Αλλά χρειαζόμαστε έναν νέο υποψήφιο», λέγεται ότι ο Ρικέτι απείλησε να «κάνει τον Κλούνεϊ να σιγήσει», με ορισμένους πρώην συναδέλφους του να αναφέρουν πως είχε ακουστεί «σαν αρχιμαφιόζος».
Λίγο πριν την αποχώρηση του Τζο Μπάιντεν από την κούρσα, οι εξοργισμένοι Δημοκρατικοί φοβούνταν ότι το «πολίτμπιρο» του τέως προέδρου δεν του αποκάλυπτε την πραγματικότητα όπως αυτή αποτυπωνόταν στις δημοσκοπήσεις. Ερωτηθείς από κάποιον εάν «έχει μπει κανείς στο Οβάλ να του πει ότι όλα θα μπορούσαν να καταρρεύσουν», ο Ρικέτι είχε απαντήσει ξερά «όχι».
Ρον Κλάιν: ο πρώην προσωπάρχης
Ο 63χρονος Ρον Κλάιν διετέλεσε προσωπάρχης του Λευκού Οίκου έως το 2023, αλλά παρέμεινε κοντά στον Μπάιντεν μέχρι το τέλος της θητείας του. Οταν ο Ντέιβιντ Αξελροντ, ο σύμβουλος του Ομπάμα, είπε σε έναν δημοσιογράφο των New York Times ότι η ηλικία του Μπάιντεν θα μπορούσε να αποτελέσει «μείζον ζήτημα» εάν έθετε υποψηφιότητα για μια δεύτερη θητεία, ο Κλάιν τον κάλεσε στο τηλέφωνο και τον επέπληξε, λέγοντάς του «ποιος άλλος θα το κάνει αυτό, Αξ, ποιος θα νικήσει τον Τραμπ;».

Ωστόσο ο Κλάιν γνώριζε πολύ καλά ότι ο Μπάιντεν είχε αρχίσει να χάνει τον έλεγχο, έχοντας προηγουμένως αναγκαστεί να αναιρέσει αμφιλεγόμενα έως και επικίνδυνα σχόλια του προέδρου του, περί αλλαγής καθεστώτος στη Ρωσία, για παράδειγμα. Πέρυσι το καλοκαίρι, μεταβαίνοντας στο Καμπ Ντέιβιντ για να βοηθήσει τον Μπάιντεν να προετοιμαστεί για την τηλεμαχία με τον Τραμπ, είχε σοκαριστεί βλέποντάς τον κυρίως να κοιμάται και να πλατσουρίζει στην πισίνα.
Αντονι Μπέρναλ: τα «μάτια και τα αυτιά» του Μπάιντεν
Οταν ξέσπασε η πανδημία το 2020, ο γηραιός Τζο και η σύζυγός του κατέφυγαν στο Γουίλμινγκτον του Ντέλαγουερ, συνοδευόμενοι από τον Αντονι Μπέρναλ, τον προσωπικό βοηθό της Τζιλ Μπάιντεν. Οταν ο Μπάιντεν κέρδισε τις εκλογές, ο Μπέρναλ ήταν ο μοναδικός από το προσωπικό του Λευκού Οίκου που αποκαλούσε την Πρώτη Κυρία «Τζιλ», ενώ η προνομιακή σχέση του μαζί της προκάλεσε πολλές δυσαρέσκειες.
Σύμφωνα με επικριτές του, ο Αντονι Μπέρναλ ήταν «τα μάτια και τα αυτιά» των Μπάιντεν, καθώς και υπεύθυνος για την «εκδίωξη πιθανών αποστατών». Ενας επί σειρά ετών βοηθός του Μπάιντεν, αναφερόμενος στον Μπέρναλ, είπε χαρακτηριστικά πως «δεν θα ήταν ευπρόσδεκτος στην κηδεία μου».
Τζιλ Μπάιντεν: η πανίσχυρη Πρώτη Κυρία
Η 73χρονη Τζιλ Μπάιντεν ήταν πάντα παρούσα στο πλευρό του συζύγου της και πολλοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι έλεγαν ότι ήταν μια από τις πιο ισχυρές Πρώτες Κυρίες στην Ιστορία. Πρώην βοηθοί της δήλωσαν ότι επέκρινε μέλη του προσωπικού του Λευκού Οίκου που άφηναν τον Μπάιντεν να μακρολογεί στα ΜΜΕ.

«Εγινε σύντροφος και στην πολιτική, πέρα από σύζυγος» είπε ένας εξ αυτών. «Εβλεπε τον εαυτό της πρωτίστως και κυρίως ως υπερασπίστριά του». Στον Λευκό Οίκο η φράση «αυτό δεν θα αρέσει στην Τζιλ» είχε καταλήξει να σημαίνει πως μια συζήτηση έπρεπε να τερματιστεί ή μια ιδέα να εγκαταλειφθεί. Η Τζιλ Μπάιντεν συγκαταλεγόταν, φυσικά, μεταξύ των πιο ένθερμων υποστηρικτών της υποψηφιότητας του συζύγου της για μια δεύτερη θητεία.
Χάντερ Μπάιντεν: ο προβληματικός γιος
Ο 55χρονος Χάντερ Μπάιντεν και τα μπλεξίματά του με τη Δικαιοσύνη προκάλεσαν πολλά πολιτικά προβλήματα κατά τη διάρκεια της θητείας του πατέρα του στην προεδρία των ΗΠΑ, ωστόσο συνέχισε να τον συμβουλεύει ως το τέλος. Οταν ο ειδικός εισαγγελέας Ρόμπερτ Χουρ περιέγραψε σε έκθεσή του τον Μπάιντεν ως «ηλικιωμένο άνδρα με κακή μνήμη», η ομάδα Τύπου του Λευκού Οίκου σχεδίαζε να αντιδράσει εκδίδοντας μια απλή γραπτή δήλωση. Ωστόσο ο Χάντερ Μπάιντεν τάχθηκε υπέρ μιας πιο επιθετικής τακτικής, προτείνοντας στον πατέρα του να αντιδράσει ο ίδιος και σε προσωπικό επίπεδο.

Μετά την καταστροφική τηλεμαχία, ο μικρότερος γιος του Τζο Μπάιντεν συνέχισε να δηλώνει ότι ο πατέρας του είχε τις περισσότερες πιθανότητες να νικήσει τον Τραμπ, υποστηρίζοντας, μάλιστα, ότι όλος ο κόσμος είχε στραφεί ξαφνικά κατά της οικογένειάς του. Στη συνέχεια, η απόφαση του Μπάιντεν να απονείμει χάρη στον γιο του επιδείνωσε περαιτέρω τις σχέσεις μεταξύ της οικογένειας Μπάιντεν και του ευρύτερου Δημοκρατικού Κόμματος. «Είναι τοξικό» σχολίασε τότε ένα στέλεχος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
