Guardian: Ποιοι μπήκαν νωρίς στην Ελλάδα μέσω Τραμπ για το LNG
Guardian: Ποιοι μπήκαν νωρίς στην Ελλάδα μέσω Τραμπ για το LNG
Σε ένα εκτενές ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας Guardian υπάρχει μια αναφορά με ελληνικό ενδιαφέρον και, πιο συγκεκριμένα, για το ενεργειακό τοπίο στη χώρα μας, έτσι όπως διαμορφώνεται μετά από τις τελευταίες εξελίξεις και τη μακροχρόνια συμφωνία της Ελλάδας με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ας αρχίσουμε από το γενικό πλαίσιο. Σύμφωνα με την εφημερίδα, δύο αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι, γνώστες του τομέα των ορυκτών καυσίμων οι οποίοι διατηρούν στενούς δεσμούς με τον Ντόναλντ Τραμπ, αγόρασαν εκατομμύρια μετοχές της εταιρείας που συνίδρυσαν λίγες μόλις μέρες μετά από μια συνάντηση που είχαν με ανώτερους αξιωματούχους του Λευκού Οίκου —οι οποίοι στη συνέχεια εξέδωσαν μια σημαντική ρυθμιστική άδεια που βοήθησε στην επέκταση των δραστηριοτήτων της εταιρείας τους στην Ευρώπη.
Πρόκειται για τον Ρόμπερτ Πέντερ, δικηγόρο ειδικευμένο σε θέματα ενέργειας, και τον Μάικλ Σάμπελ, πρώην τραπεζίτη στον τομέα των επενδύσεων. Είναι οι ιδρυτές και συνπρόεδροι της Venture Global, μιας εταιρείας με έδρα τη Βιρτζίνια, η οποία αναπτύσσει και λειτουργεί τερματικούς σταθμούς εξαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).

Πιο συγκεκριμένα, ο Guardian αναφέρει ότι η Venture Global, των Πέντερ και Σάμπελ, έχει εξασφαλίσει «μακροπρόθεσμες συμφωνίες με την Ελλάδα και τη Γερμανία» κάνοντας επίσης λόγο για στενούς δεσμούς της εταιρείας με την κυβέρνηση Τραμπ. Οπως είναι γνωστό, στις 7 Νοεμβρίου υπογράφηκε στην Αθήνα η μακροχρόνια συμφωνία αγοραπωλησίας με την αμερικανική εταιρεία Venture Global για την προμήθεια από την πλευρά της χώρας μας σημαντικών ποσοτήτων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ.
Το δημοσίευμα του Guardian αναφέρεται στην Ελλάδα και τη Γερμανία, αλλά στέκεται κυρίως σε ζητήματα σχέσεων των Πέντερ και Σάμπελ με την κυβέρνηση Τραμπ και στη φερόμενη αγορά εκατομμυρίων μετοχών της εταιρείας του από τους ίδιους. Περιλαμβάνει επίσης τις απαντήσεις διάψευσης του Λευκού Οίκου και της Venture Global.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Το ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας αναφέρει ότι οι Πέντερ και Σάμπελ ήταν μεταξύ των περίπου 20 ατόμων που παραβρέθηκαν σε μια εκδήλωση στο ιδιωτικό κλαμπ του Τραμπ, στο πασίγνωστο πλέον Μαρ-α-Λάγκο, τον Απρίλιο του 2024, όταν, σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας, «ο Τραμπ ζήτησε 1 δισεκατομμύριο δολάρια σε δωρεές για την προεκλογική του εκστρατεία από τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων σε αντάλλαγμα για ευνοϊκή νομοθεσία».
Ο Guardian παραθέτει ακόμη δημοσίευμα της Wall Street Journal του Ιανουαρίου του 2025, σύμφωνα με το οποίο η Venture Global ήταν μεταξύ των «κορυφαίων δωρητών» στην ορκωμοσία του Τραμπ, δωρίζοντας 1 εκατομμύριο δολάρια για την τελετή.
«Την πρώτη μέρα της επιστροφής του στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ εξέδωσε εκτελεστικό διάταγμα με το οποίο αναίρεσε τους προηγούμενους κανονισμούς για να ευνοήσει την παραγωγή ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων των αδειών εξαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου, ενώ ταυτόχρονα ανακάλεσε τις υφιστάμενες πολιτικές για το κλίμα και την καθαρή ενέργεια», θυμίζει η βρετανική εφημερίδα.
«Τρεις ημέρες μετά την ορκωμοσία του Τραμπ», συνεχίζει το δημοσίευμα, «η Venture Global προχώρησε σε αρχική δημόσια προσφορά μετοχών και έτσι έγινε εταιρεία εισηγμένη στο χρηματιστήριο». Οι Σάμπελ και Πέντερ χτύπησαν το καμπανάκι της έναρξης των συναλλαγών στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης.
Η δημόσια προσφορά μετοχών χαρακτηρίστηκε από το Reuters ως «μεγάλη επιτυχία» και από τη στιγμή που η εταιρεία εισήχθη στο χρηματιστήριο, δεν υπήρξαν σημαντικές επιπλέον αγορές μετοχών από τους Σάμπελ και Πέντερ, με εξαίρεση, σύμφωνα με το δημοσίευμα. «μια αξιοσημείωτη εβδομάδα τον Μάρτιο».
♦ Στις 6 Μαρτίου, η Venture Global ανακοίνωσε επέκταση ύψους 18 δισ. δολαρίων στον τεράστιο τερματικό σταθμό εξαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στη Λουιζιάνα. Μεταξύ των διακεκριμένων προσκεκλημένων στην εκδήλωση ήταν ο Κρις Ράιτ, υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ καθώς και ο υπουργός Εσωτερικών, Νταγκ Μπούργκουμ.
«Είμαι περήφανος που βρίσκομαι ανάμεσά σας. Δεν θα μπορούσα να υπογραμμίσω περισσότερο το πόσο σημαντικό είναι αυτό που κάνετε και πόσο συνάδει με την ατζέντα του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ», δήλωσε ο Ράιτ. Ο Μπούργκουμ είπε ότι οι Σάμπελ και Πέντερ είναι «εκπληκτικοί» (amazing), προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει τίποτα πιο πατριωτικό από έναν αμερικανό εργαζόμενο που εργάζεται για την οικοδόμηση της ενεργειακής κυριαρχίας αυτής της χώρας».
♦ Στις 10 Μαρτίου, οι Σάμπελ και Πέντερ προχώρησαν σύμφωνα με τον Guardian σε μαζική αγορά μετοχών. «Η τιμή της μετοχής της Venture Global εκείνη την εβδομάδα ήταν σχετικά χαμηλή, στα 9,37 δολάρια, μετά την πτώση που σημείωσε λόγω των απογοητευτικών αποτελεσμάτων του τέταρτου τριμήνου» σημειώνεται στο ρεπορτάζ για να προστεθούν τα εξής:
—«Κάθε μέρα για μια εβδομάδα, οι δύο (σ.σ.: Σάμπελ και Πέντερ) αγόρασαν χιλιάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες μετοχές. Μέχρι το τέλος της εβδομάδας, στις 14 Μαρτίου, είχαν συγκεντρώσει λίγο λιγότερο από 1,2 εκατομμύρια μετοχές ο καθένας, αξίας λίγο λιγότερο από 12 εκατομμύρια δολάρια ο καθένας».
Την επόμενη εβδομάδα, στις 19 Μαρτίου, ο υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ χορήγησε άδεια εξαγωγής σε ένα άλλο έργο της Venture Global, τον τερματικό σταθμό Cameron Parish 2 (CP2), τον οποίο ο Τζο Μπάιντεν είχε μπλοκάρει εν μέσω εκτεταμένων διαμαρτυριών από ειδικούς για το κλίμα, περιβαλλοντικές ομάδες και τοπικούς αλιείς. Ο τερματικός CP2 έχει τη δυνατότητα να παράγει 28 εκατομμύρια τόνους LNG ετησίως, με την εταιρεία να βρίσκεται πλέον σε τροχιά ώστε να γίνει ο μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου στη Γερμανία.
«Χάρη στην ηγεσία του προέδρου Τραμπ, μειώνουμε τη γραφειοκρατία γύρω από έργα όπως ο CP2, απελευθερώνοντας το ενεργειακό μας δυναμικό και διασφαλίζοντας ότι οι ΗΠΑ θα μπορούν να συνεχίσουν να καλύπτουν την αυξανόμενη ζήτηση ενέργειας για τις επόμενες δεκαετίες», δήλωσε ο υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ μετά από αυτή την εξέλιξη.
«Είμαστε ευγνώμονες για την επιστροφή της κυβέρνησης Τραμπ στην κανονική τάξη πραγμάτων και τη ρυθμιστική βεβαιότητα που θα μας επιτρέψει να επεκτείνουμε περαιτέρω τις εξαγωγές LNG των ΗΠΑ», δήλωσε ο Σάμπελ εκ μέρους της Venture Global.
Η βρετανική εφημερίδα προσθέτει ότι «πρόσωπα που συνδέονται με την Venture Global ξόδεψαν 860.000 δολάρια για λόμπινγκ στο Καπιτώλιο το 2024 και άλλα 810.000 δολάρια μέχρι στιγμής φέτος, σύμφωνα με την Open Secrets, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που παρακολουθεί τις χρηματοδοτήσεις των προεκλογικών εκστρατειών. Το προηγούμενο υψηλό ήταν 70.000 δολάρια το 2019».
«Τόσο ο χρόνος όσο και το ποσό της επένδυσης εγείρουν σοβαρές υποψίες. Απαιτείται κλήτευση και έρευνα», δήλωσε στον Guardian ο ειδικός σε θέματα κυβερνητικής δεοντολογίας, Κρεγκ Χόλμαν, επικεφαλής των κυβερνητικών υποθέσεων της ομάδας παρακολούθησης Public Citizen. Η εφημερίδα αναφέρει ότι όλα τα μέρη που αναφέρονται στο ρεπορτάζ, δηλαδή η εταιρεία και η κυβέρνηση Τραμπ, «αρνούνται οποιαδήποτε παράνομη πράξη».
Πιο συγκεκριμένα:
—«Η Venture Global συνεργάστηκε σε τακτική βάση με κυβερνητικούς αξιωματούχους σε διακομματική βάση από τέσσερις διαφορετικές προεδρικές διοικήσεις. Τηρούμε αυστηρά όλους τους νόμους, τους κανόνες και τους κανονισμούς που σχετίζονται με τις συναλλαγές μας με κυβερνητικούς αξιωματούχους και υποστηρίζουμε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής που αναγνωρίζουν τα οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη της αμερικανικής βιομηχανίας υγροποιημένου φυσικού αερίου», δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας.
«Η απόκτηση μετοχών από τους κ.κ. Σάμπελ και Πέντερ ήταν πλήρως σύμφωνη με τους κανόνες και τους κανονισμούς της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) και την πολιτική της Venture Global σχετικά με τη διαπραγμάτευση τίτλων της εταιρείας. Ο χρόνος αυτών των αποκτήσεων δεν είχε καμία σχέση με οποιαδήποτε συνάντηση ή ρυθμιστική ενέργεια. Οποιαδήποτε άλλη υπόθεση είναι ψευδής», πρόσθεσε.
—Η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, ανέφερε: «Οι συνεχείς προσπάθειες των μέσων ενημέρωσης να κατασκευάσουν συγκρούσεις συμφερόντων είναι ανεύθυνες και ενισχύουν την δυσπιστία του κοινού σε ό,τι διαβάζει. Ο πρόεδρος δεν έχει εμπλακεί ποτέ και δεν θα εμπλακεί ποτέ σε συγκρούσεις συμφερόντων».
O Guardian αναφέρει ότι τα αιτήματα που απέστειλε για σχόλια προς τον υπουργό Ενέργειας των ΗΠΑ, Κρις Ράιτ, καθώς και προς τον υπουργός Εσωτερικών, Νταγκ Μπούργκουμ «έμειναν αναπάντητα». Και προσθέτει πώς «αφότου ο Ράιτ έδωσε το πράσινο φως για την άδεια εξαγωγής, η τιμή της μετοχής της εταιρείας αυξήθηκε ελαφρώς τις επόμενες δύο ημέρες, πριν πέσει ξανά».
«Η εταιρεία αποτιμάται σήμερα σε 19,6 δισεκατομμύρια δολάρια, με την τιμή της μετοχής να ανέρχεται στα 7,90 δολάρια στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης στα μέσα Νοεμβρίου – μια μείωση 67% από την αρχική δημόσια προσφορά», συνεχίζει η βρετανική εφημερίδα, για να προσθέσει ότι «η πτώση των τιμών των μετοχών ήρθε παρά τις πρόσφατες μακροπρόθεσμες συμφωνίες με την Ελλάδα και τη Γερμανία και τους στενούς δεσμούς της εταιρείας με την κυβέρνηση Τραμπ».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
