Το κόμμα της Μελόνι θέλει τον χρυσό της Τράπεζας της Ιταλίας
Το κόμμα της Μελόνι θέλει τον χρυσό της Τράπεζας της Ιταλίας
Το κόμμα Αδέλφια της Ιταλίας της Τζόρτζια Μελόνι ξεκίνησε μια διαμάχη με την ισχυρή κεντρική τράπεζα της χώρας για τα αποθέματα χρυσού, εντείνοντας τη σύγκρουση της κυβέρνησης με την τεχνοκρατική ελίτ της χώρας.
Τον περασμένο μήνα ο Λούτσιο Μάλαν, επικεφαλής του ακροδεξιού κόμματος στη Γερουσία και στενός σύμμαχος της Μελόνι, κατέθεσε μια τροπολογία στον προϋπολογισμό του 2026 που θα επιβεβαιώνει την ιδιοκτησία του ιταλικού κράτους σε αποθέματα χρυσού αξίας σχεδόν 290 δισ. ευρώ, τα οποία κατέχει η Τράπεζα της Ιταλίας.
Με την πρώτη ματιά φαίνεται αρκετά σαφές γιατί προέκυψε αυτή η τροπολογία, σημείωσε το Politico. Η Ιταλία έχει ένα τεράστιο χρέος, περίπου στο 140% του εθνικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, και η αυστηρή εντολή της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι να περιορίσει το έλλειμμά της, με αποτέλεσμα μια διαρκή συμπίεση του προϋπολογισμού.
Γι’ αυτό και σε κάποιους μπορεί να φαίνεται λογικό «να απλώσουν χέρι» στο τρίτο μεγαλύτερο απόθεμα χρυσού στον κόσμο για να αποπληρωθεί το δεύτερο μεγαλύτερο χρέος της Ευρώπης.
Η αξία του αποθέματος της Τράπεζας της Ιταλίας έχει αυξηθεί κατά 60% τον τελευταίο χρόνο χάρη σε ένα παγκόσμιο ράλι που οφείλεται κατά μεγάλο βαθμό στις αγορές άλλων κεντρικών τραπεζών. Αλλά, όπως πολλά πράγματα στη χώρα, σημειώνει το Politico, αυτό δεν είναι τόσο απλό. Καταρχάς, η τροπολογία του Μάλαν δεν υπονοεί τη χρήση του χρυσού για συγκεκριμένο σκοπό – απλώς ισχυρίζεται ότι ο χρυσός είναι ιδιοκτησία του ιταλικού λαού.
«Τίποτα δεν πρόκειται να μεταβιβαστεί», δήλωσε ο ίδιος ο Μάλαν στο Politico. «Αυτός ο χρυσός ανήκε πάντα στον ιταλικό λαό και αυτό δεν θα αλλάξει». Πρόσθεσε, δε, ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πουληθεί έστω και ελάχιστο τμήμα των αποθεμάτων.
Τρεις πρώην πρωθυπουργοί (Ρομάνο Πρόντι, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, Τζουζέπε Κόντε) είχαν όλοι παρόμοια σχέδια για να θέσουν τον χρυσό υπό πιο άμεσο κυβερνητικό έλεγχο. Αλλά αυτά τα σχέδια –το τελευταίο από τα οποία μόλις πριν από έξι χρόνια– ναυάγησαν λόγω των αντιρρήσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Η ΕΚΤ δημοσίευσε μια αρνητική γνώμη σχετικά με τη νομιμότητα της πρότασης την Τετάρτη, υπενθυμίζοντας απερίφραστα στη Ρώμη ότι η Συνθήκη της ΕΕ δίνει στο Ευρωσύστημα αποκλειστικά δικαιώματα για την κατοχή και διαχείριση των συναλλαγματικών αποθεμάτων των χωρών που χρησιμοποιούν το ευρώ και επισημαίνοντας ότι έλεγε ακριβώς το ίδιο πράγμα πριν από έξι χρόνια.
«Αυτή η πρόταση δεν έχει καμία πιθανότητα να υλοποιηθεί», δήλωσε ο Λούτσιο Πεντς, καθηγητής με εξειδίκευση στην οικονομική διακυβέρνηση και συνεργάτης στη δεξαμενή σκέψης Bruegel, επισημαίνοντας τη «σαφή σύγκρουση» με τη Συνθήκη της ΕΕ. Αυτά βέβαια τα γνωρίζει το κόμμα της ιταλίδας πρωθυπουργού, οπότε προκύπτει το ερώτημα ποιος είναι ο πραγματικός σκοπός της πρότασης του Μάλαν, επισήμανε το Politico.
Κάποιοι το βλέπουν ως μια προειδοποιητική βολή προς την Τράπεζα της Ιταλίας, υποστηρίζοντας ότι ο Μάλαν, ως επικεφαλής της Γερουσίας, είναι απίθανο να ενήργησε χωρίς τη συγκατάθεση της πρωθυπουργού – ο ίδιος δεν σχολίασε εάν η Μελόνι ενέκρινε την κατάθεση της τροπολογίας.
Στους διαδρόμους της ίδιας της Τράπεζας, πίσω από τη νεοκλασική πρόσοψή της στη Via Nazionale, στην καρδιά της Ρώμης, η κίνηση προκάλεσε ανησυχία στα υψηλότερα επίπεδα. «Μπορώ να σας πω ότι οι άνθρωποι στην τράπεζα είναι έξαλλοι», δήλωσε εξοργισμένος στο Politico ένας αξιωματούχος, προσθέτοντας ότι η πρόταση είναι παράνομη βάσει του Δικαίου της ΕΕ.
«Η κυβέρνησή μας, ακόμα κι αν αποτελείται από κλέφτες, δεν μπορεί να κλέψει από την Κεντρική Τράπεζα, ακόμα κι αν το νομοθετήσει», πρόσθεσε χαρακτηριστικά.
Η Τράπεζα της Ιταλίας αρνήθηκε να σχολιάσει αυτό το σημείο, αλλά αρκετοί αξιωματούχοι της τράπεζας παραδέχτηκαν κατ’ ιδίαν ότι η κίνηση είναι συνεπής με ένα αυξανόμενο αίσθημα ανταγωνισμού από την κυβέρνηση Μελόνι. Η τράπεζα ανέκαθεν προκαλούσε την οργή της λαϊκιστικής Δεξιάς, η οποία την κατηγορεί ποικιλοτρόπως για τη διάβρωση των πραγματικών μισθών σε διάστημα τριών δεκαετιών και για την πτώση του Μπερλουσκόνι.
Αλλά το φαινόμενο αυτό δεν είναι αποκλειστικά ιταλικό. Σε ολόκληρο τον Δυτικό κόσμο οι βαθιά χρεωμένες κυβερνήσεις στηρίζονται στις κεντρικές τους τράπεζες, καθώς οι δημοσιονομικές ανάγκες γίνονται πιο πιεστικές και αυξάνεται η δυσαρέσκεια για την τεχνοκρατική διαχείριση της οικονομίας.
Οι επιθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα φέτος ήταν το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα, αλλά, όπως δήλωσε ένας αξιωματούχος της ΕΚΤ στο Politico, «η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών δεν είναι μόνο πρόβλημα των ΗΠΑ – υπάρχει παγκόσμια παρέμβαση».
Υπήρξαν ενδείξεις ότι οι κάποτε στενές σχέσεις μεταξύ της Μελόνι και του διοικητή της Τράπεζας της Ιταλίας, Φάμπιο Πανέτα, τον οποίο η ίδια έφερε στη Ρώμη από την έδρα της ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη, έχουν ψυχρανθεί. Πράγματι, ο Πανέτα αρχικά χλευάστηκε από ορισμένους εντός της τράπεζας για την προφανή σεβασμό του προς την πρωθυπουργό.
Ωστόσο ορισμένοι αξιωματούχοι πιστεύουν ότι η σχέση χάλασε όταν ο επικεφαλής έρευνας της τράπεζας, Φαμπρίτσιο Μπαλασόνε, επέκρινε ένα σχέδιο προϋπολογισμού της κυβέρνησης τον περασμένο μήνα, υπονοώντας ότι οι φορολογικές περικοπές που απευθύνονταν στις μεσαίες τάξεις ήταν πιο ωφέλιμες για τους πλούσιους Ιταλούς παρά για τους φτωχούς.
Οι αξιωματούχοι της τράπεζας υποστήριξαν ότι η ανάλυση ήταν καθαρά τεχνική και χωρίς πολιτικά κίνητρα, αλλά προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στα δεξιά ΜΜΕ που στηρίζουν τη Μελόνι.
Η ηγεσία της τράπεζας ανησυχεί ότι η κυβέρνηση δεν σέβεται τις «παραδόσεις ανεξαρτησίας» του θεσμού, που ιδρύθηκε πριν από 132 χρόνια. Αλλοι βλέπουν την τροπολογία ως μέρος μίας ευρύτερης μάχης κατά της ιταλικής γραφειοκρατίας: ο Φραντσέσκο Γκαλιέτι, πρώην αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών, σημείωσε ότι τους τελευταίους μήνες η Μελόνι έχει προωθήσει ένα νομοσχέδιο για να περιορίσει αυτό που θεωρεί πολιτικοποιημένη δικαστική εξουσία, ενώ συγκρούστηκε και με τον ιταλό πρόεδρο Σέρτζο Ματαρέλα για ένα δημοσίευμα που υπονοούσε ότι σχεδίαζε να αποτρέψει την επανεκλογή της.
Ο ίδιος ο Μάλαν επέμεινε ότι η πρωτοβουλία για τον χρυσό δεν στρεφόταν «εναντίον κανενός». Παρ’ όλα αυτά, περιέγραψε την κίνηση ως εμβληματική της «μάχης» των Αδελφών της Ιταλίας – χωρίς να επεκταθεί περαιτέρω.
Αν και το νομοσχέδιο δεν έχει μέλλον, εξακολουθεί να συνιστά μια ενδιαφέρουσα δοκιμασία για το πόσο σθεναρά είναι πρόθυμη η ΕΕ να υπερασπιστεί τους νόμους της έναντι των εθνικών κυβερνήσεων που, σε όλη την ήπειρο, γίνονται όλο και πιο ασταθείς, καθώς παλεύουν με τους περιορισμούς της οικονομικής στασιμότητας και της δημογραφικής παρακμής.
Νωρίτερα φέτος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέμεινε άπραγη όταν η κυβέρνηση της Μελόνι πίεζε την UniCredit, μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ιταλίας, να εγκαταλείψει τη διαδικασία μιας εξαγοράς την οποία δεν ενέκρινε. Οι αντιμονοπωλιακές αρχές της ΕΕ ξεκίνησαν διαδικασία επί παραβάσει, μόνο αφού η UniCredit απέσυρε την προσφορά της.
Ακούγεται επίσης ότι η πίεση από τη Ρώμη πρόκειται να ματαιώσει μια σχεδιαζόμενη συγχώνευση μεταξύ του βραχίονα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων της Generali, της μεγαλύτερης ασφαλιστικής εταιρείας της Ιταλίας, με έναν γάλλο ανταγωνιστή, από φόβο ότι η νέα εταιρεία θα ήταν ένας λιγότερο αξιόπιστος αγοραστής του ιταλικού δημόσιου χρέους.
Αν δεν αμφισβητηθεί, η τελευταία τροπολογία θα μπορούσε σύντομα να γίνει μια υπαρξιακή πρόκληση για την Τράπεζα της Ιταλίας, δήλωσε ένας πρώην αξιωματούχος που διατηρεί στενές διασυνδέσεις με την ηγεσία της τράπεζας. «Αν πάρεις τον χρυσό από την Τράπεζα της Ιταλίας, αυτή δεν θα έχει πλέον κανένα λόγο να υπάρχει», είπε στο Politico.
Και ενώ ο Πανέτα συνεργάστηκε στην αρχή με τη Μελόνι, «υπάρχει πάντα ένα όριο», είπε ο αξιωματούχος. «Οταν πρόκειται για την ανεξαρτησία του θεσμού, εκεί τελειώνει. Αυτή είναι μόνο η αρχή ενός πολέμου».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
