864
Με αυτόν τον τρόπο υποδέχτηκε ο Ολυμπιακός τον νέο του προπονητή, Κάρλος Κορμπεράν | Olympiacos.org

Κάρλος Κορμπεράν, αυτός ο άγνωστος

Sportscaster Sportscaster 2 Αυγούστου 2022, 22:55
Με αυτόν τον τρόπο υποδέχτηκε ο Ολυμπιακός τον νέο του προπονητή, Κάρλος Κορμπεράν
|Olympiacos.org

Κάρλος Κορμπεράν, αυτός ο άγνωστος

Sportscaster Sportscaster 2 Αυγούστου 2022, 22:55

Και το όνομα αυτού, Κάρλος Κορμπεράν. Οποιος δεν είναι Ισπανός, Σαουδάραβας, Κύπριος, ή Αγγλος, και δεν παρακολουθεί φανατικά την Τσάμπιονσιπ (Β’ Κατηγορία του αγγλικού πρωταθλήματος), πιθανότατα δεν το είχε ακούσει μέχρι πριν από μερικές μέρες, που άρχισε να «παίζει» στα ρεπορτάζ των αθλητικών media για τη διαδοχή του Πέδρο Μαρτίνς. Η (χθεσινή) ανακοίνωση της πρόσληψής του προκάλεσε στους οπαδούς του Ολυμπιακού την ελπίδα και την αισιοδοξία που γεννά κάθε νέα αρχή, αλλά και μια σειρά από ενστάσεις.

«Μα είναι, μόλις, 39 ετών…». Πράγματι, είναι (σχεδόν) συνομήλικος του Ματιέ Βαλμπουενά, και τέσσερα χρόνια μεγαλύτερος από έναν άλλον παίκτη του, τον Γιουσέφ Ελ Αραμπί. Αλλά στα 27 του, ως βοηθός του Χουάν Κάρλος Γκαρίδο στην πρώτη ομάδα της Βιγιαρεάλ, είχε, ήδη, καταφέρει να επιβληθεί σε «φίρμες» όπως ο Αριελ Ιμπαγάσα (πριν πάρει μεταγραφή στον Ολυμπιακό), ο Σάντι Καθόρλα και ο Μάρκος Σένα. Πλέον, στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, δεν θεωρείται απαραίτητο να είσαι γκριζομάλης για να εμπνεύσεις σεβασμό και πειθαρχία. Ολοένα και περισσότερα club της ευρωπαϊκής ελίτ εμπιστεύονται προπονητές γύρω στα 40, ή και νεαρότερους. Ο Τσάβι είναι 42, και του εμπιστεύτηκαν κοτζάμ Μπαρτσελόνα. Ο Γιούλιαν Νάγκελσμαν (της Μπάγερν Μονάχου), μόλις έκλεισε τα 35. Ο Μαρτίνεθ (της Εσπανιόλ), 41. Ο Αρτέτα (της Αρσεναλ), 40. Στην Μπουντεσλίγκα υπάρχει προπονητής 34 ετών: ο Ολε Βέρνερ, της Βέρντερ Βρέμης. Εκεί, δύσκολα θα συναντήσεις 50άρη.

«Μα είναι άπειρος, ακόμη». Η αλήθεια είναι ότι την παρθενική του εμφάνιση ως πρώτος προπονητής την έκανε πριν από, μόλις, έξι χρόνια, στην Κύπρο, όταν ανέλαβε τη Δόξα Κατωκοπιάς. Αλλά, παρά το νεαρό της ηλικίας του, ως μέλος τεχνικών τιμ μετράει πάνω από μια 15ετία. Στα 23 του, ενώ σπούδαζε Φυσική Αγωγή στο Πανεπιστήμιο της Βαλένθια (και, παραλλήλως, προπονούσε τους μικρούς της Τσέστε, της ομάδας της γενέτειράς του), άρχισε να εργάζεται ως γυμναστής στη δεύτερη ομάδα της Βιγιαρεάλ, μαθαίνοντας τα μυστικά της λειτουργίας ενός από τους top συλλόγους της Ισπανίας. Από το 2008 ήταν μέλος του τεχνικού τιμ της πρώτης ομάδας, για ένα διάστημα με «αφεντικό» τον πρώην προπονητή του Ολυμπιακού, Ερνέστο Βαλβέρδε. Κι όταν, τον Ιανουάριο του 2010, ο Βαλβέρδε αποχώρησε και ανέλαβε ο Χουάν Κάρλος Γκαρίδο, ο άνθρωπος που τον είχε προσλάβει στον σύλλογο, έγινε βοηθός του. Εως το 2011, που απολύθηκαν. Φυσικά, τα μεγαλύτερα παράσημα της μέχρι τώρα καριέρας του είναι η μαθητεία του δίπλα στον «δάσκαλο» Μαρσέλο Μπιέλσα στη Λιντς (2018-2020), και η εξαιρετικά επιτυχημένη θητεία του, ως πρώτος προπονητής πια, στην Χάντερσφιλντ.

«Μα η Χάντερσφιλντ, όπως και η Λιντς τότε, έπαιζαν στη Β’ Κατηγορία». Σωστά. Μόνο που, από όποια σκοπιά κι αν το δει κανείς, η Τσάμπιονσιπ είναι σκάλες ανώτερη από την ελληνική Σούπερ Λιγκ. Την Χάντερσφιλντ την ανέλαβε, σχεδόν, διαλυμένη, και με σχετικά περιορισμένο μπάτζετ, αλλά μέσα σε δυο σεζόν τη μετέτρεψε σε διεκδικήτρια του προβιβασμού στην Πρέμιερ Λιγκ. Τον έχασε την τελευταία στιγμή, από τη Νότιγχαμ Φόρεστ του Βαγγέλη Μαρινάκη.

«Μα έχει εργαστεί και σε συλλόγους πολύ χαμηλής δυναμικότητας». Πράγματι. Ηταν βοηθός του Ραούλ Κανέδα στη Σαουδική Αραβία: στην Αλ Ιτιχάντ το 2012-2013, και στην Αλ Νασρ το 2014-2015. Το 2016 ανέλαβε τη Δόξα Κατωκοπιάς, κι αμέσως μετά τον Ερμή Αραδίππου. Αποδέχτηκε αυτά τα… ταπεινά πόστα επειδή, όπως έχει εξηγήσει, το μόνο που τον ένοιαζε, ήταν να αναπτύξει τις ποδοσφαιρικές του ιδέες και να γίνει καλύτερος προπονητής.

«Μα δεν υπήρξε σπουδαίος ως ποδοσφαιριστής». Το παιδικό του όνειρο ήταν να γίνει μεγάλος τερματοφύλακας. Γράφτηκε στις ακαδημίες της Βαλένθια, όμως πολύ γρήγορα κατάλαβε δυο πράγματα: πως δεν είχε τα προσόντα να φτάσει ψηλά ως γκολκίπερ, και ότι του άρεσε περισσότερο η προπονητική. Μπάλα δεν έπαιξε σε υψηλό επίπεδο, αλλά έτσι είχε απεριόριστο χρόνο για να μελετήσει συστήματα, τακτικές, ιδέες και μεθόδους προπόνησης. Αλλωστε, η άποψη ότι κάποιος που δεν διακρίθηκε ως παίκτης, δεν θα γίνει καλός τεχνικός, ανήκει στο μακρινό παρελθόν. Τα παραδείγματα που τη διαψεύδουν, είναι αμέτρητα.

Υπάρχει υπομονή;

Αν υπάρχει ένα «μα» που θα πρέπει να απασχολεί τους οπαδούς (και τη διοίκηση) του Ολυμπιακού, αυτό είναι ένα: πότε ο νέος προπονητής θα βρει τον χρόνο που απαιτείται, για να διδάξει το στιλ παιχνιδιού που έχει στο μυαλό του. Αν οι «ερυθρόλευκοι» προκριθούν σε ευρωπαϊκό όμιλο, πράγμα πολύ πιθανό, έως τα μέσα Νοεμβρίου θα κληθούν να δώσουν 23 αγώνες. Θα παίζουν ανά τρεις ή τέσσερις μέρες. Μέχρι τη διακοπή για το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, ο προπονητής μόνο διαχείριση θα προλαβαίνει να κάνει. Υστερα, θα απουσιάζουν οι διεθνείς. Επιπλέον, οι μεταγραφές που, ήδη, πραγματοποιήθηκαν αυτό το καλοκαίρι (Βρσάλικο, Καμαρά, Ζίνγκερλαγκεν, Αβιλα, Χουάνγκ, Λάιντνερ), έγιναν ερήμην του Ισπανού. Στην πραγματικότητα, τον «δικό του» Ολυμπιακό θα τον δούμε την επόμενη σεζόν. Θα του δοθεί αυτή η πίστωση χρόνου, αν, στο μεταξύ, τα αποτελέσματα δεν βοηθήσουν;

Ενα είναι βέβαιο: ότι πρόκειται για έναν προπονητή διψασμένο για επιτυχίες, γεμάτο αυτοπεποίθηση. Το 2020, όταν ο Μπιέλσα επανέφερε τη Λιντς στην Πρέμιερ Λιγκ έπειτα από 16 ολόκληρα χρόνια, ο Κορμπεράν εγκατέλειψε την ασφαλή θέση του βοηθού ενός προπονητή – «ήρωα», και πήγε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στην απρόβλεπτη Τσάμπιονσιπ, που έχει καταστρέψει καριέρες. Προ ημερών, πάλι, αποφάσισε να αφήσει την αγαπημένη του Αγγλία (εκεί γεννήθηκε ο γιος του, εκεί γνώρισε την Ισπανίδα που παντρεύτηκε), να απαρνηθεί το αγγλικό ποδόσφαιρο που λατρεύει, και να ρισκάρει σε έναν ελληνικό σύλλογο που δεν φημίζεται για την υπομονή του. Αρνήθηκε να ανανεώσει το συμβόλαιό του με την Χάντερσφιλντ, επειδή το πρότζεκτ για το 2022-2023 δεν ήταν αρκετά φιλόδοξο.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...