1352
Η Τζίνα Λολομπρίτζιντα στην ταινία η «Πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου», το 1955 | G.E.S.I. Cinematografica

Η Λολό δεν μένει πια εδώ

Κική Τριανταφύλλη Κική Τριανταφύλλη 17 Ιανουαρίου 2023, 10:45
Η Τζίνα Λολομπρίτζιντα στην ταινία η «Πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου», το 1955
|G.E.S.I. Cinematografica

Η Λολό δεν μένει πια εδώ

Κική Τριανταφύλλη Κική Τριανταφύλλη 17 Ιανουαρίου 2023, 10:45

Η Τζίνα Λολομπρίτζιντα, που  άφησε την τελευταία της πνοή σε ηλικία 95 ετών, είχε ήδη εμφανιστεί σε περισσότερες από δύο δωδεκάδες ευρωπαϊκές ταινίες, όταν γύρισε την πρώτη της αγγλόφωνη ταινία, «Πιο δυνατός από τον διάβολο» («Beat the Devil», 1953), κλασικό νουάρ και ταυτόχρονα χαλαρή παρωδία της ταινίας του Τζον Χιούστον επίσης «Το γεράκι της Μάλτας» (1941).

Στο «Πιο δυνατός από τον διάβολο», η ιταλίδα ηθοποιός πρωταγωνίστησε δίπλα στον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ· υποδύθηκαν τη Μαρία και τον Μπίλι Ντανρούθερ,  αντίστοιχα, ένα ζευγάρι τυχοδιωκτών, που συνεργάζονται με μια ομάδα απατεώνων σκοπεύοντας να αρπάξουν γη πλούσια σε ουράνιο στις βρετανικές αποικίες της Αφρικής και μέχρι να επισκευαστεί το πλοίο τους και να  αναχωρήσουν τους περιφέρονται ασκόπως σε μια παραθαλάσσια ιταλική πόλη.

Το ενδιαφέρον που προκάλεσε η ερμηνεία της στο «Πιο δυνατός από τον διάβολο» και στην ιταλογαλλική κωμωδία εποχής «Ο ιππότης και η τσιγγάνα» («Fanfan la Tulipe», 1952) που προβλήθηκαν την ίδια χρονιά στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αρκετό για να βάλει τη Λολομπρίτζιντα το 1954 στο εξώφυλλο του περιοδικού Time, γράφει η Ανίτα Γκέιτς στους New York Times.

Η ιταλίδα ηθοποιός συνέχισε την καριέρα της σαν σταρ του αμερικανικού κινηματογράφου, πλέον, αποπνέοντας ανεπεξέργαστη λαγνεία σε μια σειρά από ενδιαφέρουσες  ταινίες. Πρωταγωνίστησε στο «Βαριετέ» («Trapeze», 1956) πλάι στον Μπαρτ Λάνκαστερ  και τον Τόνι Κέρτις και την ίδια χρονιά στην «Παναγία των Παρισίων» ( «The Hunchback of Notre Dame» (1956), ως Εσμεράλδα, αγαπημένη τσιγγάνα καλλονή του Κουασιμόδου (Αντονι Κουίν)· στο έπος βιβλικό έπος «Σολομών και η βασίλισσα του Σαβά» («Solomon and Sheba», 1959), με τον Γιουλ Μπρίνερ· στην αισθηματική κωμωδία «Ραντεβού κάθε Σεπτέμβρη («Come September», 1961), δίπλα στον Ροκ Χάτσον και στο «Μπουόνα σέρα, κυρία Κάμπελ» («Buona Sera, Mrs. Campbell», 1968), μια κωμωδία για μια ανύπαντρη μητέρα.

Mε τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στην ταινία «Πιο δυνατός από τον διάβολο» το 1953

Κατά τη διάρκεια της καριέρας της, ωστόσο, συνέχισε να γυρίζει πολύ περισσότερες ευρωπαϊκές ταινίες από ότι αμερικανικές, πρωταγωνιστώντας πλάι σε κορυφαίους σταρ της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων οι Ζαν Πολ Μπελμοντό, Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Ζαν Λουί Τρεντινιάν και Ιβ Μοντάν.

Ο τίτλος της γαλλοϊταλικής βιογραφίας της σοπράνο Λίνα Καβαλιέρι «Η ωραία των ωραίων» («La Donna Più Bella del Mondo», 1955) με τον Βιτόριο Γκάσμαν στο πλευρό της, της χάρισε το χολιγουντιανό χαρακτηρισμό «η πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου» (προκαλώντας κάποιον ανταγωνισμό στην Ελίζαμπεθ Τέιλορ)· με τον ίδιο τίτλο εξάλλου ήταν επί χρόνια αντίπαλος της συμπατριώτισσάς της Σοφία Λόρεν. Η ταινία της χάρισε επίσης το πρώτο της σημαντικό βραβείο ερμηνείας, το Νταβίντ ντι Ντονατέλο, το αντίστοιχο Οσκαρ της Ιταλίας. Μάλιστα, κέρδισε άλλες δύο φορές το Νταβίντ ντι Ντονατέλο, για το «Αυτοκρατορική Αφροδίτη» («Venere Imperial» (1962), το οποίο μοιράστηκε με τη Σιλβάνα Μάνγκανο και για το «Μπουόνα σέρα, κυρία Κάμπελ», που μοιράστηκε με τη Μόνικα Βίτι.

Ανάμεσα στον Μπαρτ Λάνκαστερ και τον Τόνι Κέρτις στην ταινία «Βαριετέ», το 1956

Η Τζίνα Λολομπρίτζιντα,  θεωρούνταν πάντα -τουλάχιστον από τον αμερικανικό Τύπο-περισσότερο σύμβολο του σεξ παρά σοβαρή ηθοποιός, γράφει η Ανίτα Γκέιτς στους New York Times· ωστόσο, ήταν επίσης υποψήφια για το βραβείο BAFTA της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου καλύτερης ξένης ηθοποιού για την ερμηνεία της στο «Ψωμί, έρωτας και φαντασία» («Pane, amore e fantasia», 1953), του Λουίτζι Κομεντσίνι.

Mε τη Σοφία Λόρεν και την Ιβόν Ντε Κάρλο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, το 1954 (ullstein bild/ullstein bild via Getty Images)

Μετά από δύο δεκαετίες μπροστά από την κάμερα, η Λολομπρίτζιντα ξεκίνησε μια δεύτερη πολύπλευρη καλλιτεχνική καριέρα. Το 1973, δημοσίευσε το πρώτο της βιβλίο με φωτογραφίες, με τίτλο «Italia Mia». Μάλιστα, ο Τζιν Θόρντον των New York Times έγραψε: «Είτε το πιστεύετε είτε όχι, τραβάει καλές φωτογραφίες και δεν εμπορεύεται απλά το όνομά της».

Η αγαπημένη Λολό του ιταλικού κινηματογράφου υπογράφει επίσης το σενάριο, τη σκηνοθεσία και την παραγωγή του «Ritratto di Fidel», ενός ντοκιμαντέρ βασισμένου στην αποκλειστική της συνέντευξη με τον κομμουνιστή ηγέτη της Κούβας Φιντέλ Κάστρο, που προβλήθηκε στο Φεστιβάλ του Βερολίνου το 1975. Ηταν επίσης γλύπτρια και το 2003 μια έκθεση με 38 χάλκινα έργα της παρουσιάστηκε στο Μουσείο Πούσκιν στη Μόσχα, μεταξύ άλλων χώρων.

Η Τζίνα Λολομπρίτζιντα ποζάρει μαζί με ένα από τα γλυπτά της σε έκθεση στο Παρίσι (Stephane Cardinale/Corbis via Getty Images)

Ακόμη, το 1993 τιμήθηκε με το γαλλικό βραβείο της Λεγεώνας της Τιμής και το 1999 έθεσε υποψηφιότητα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πλην όμως ανεπιτυχώς. Το περασμένο καλοκαίρι, εξάλλου, επιχείρησε και πάλι να εισέλθει στην Πολιτική «έχοντας βαρεθεί τους διαπληκτισμούς των πολιτικών», όπως δήλωσε, ανακοινώνοντας την υποψηφιότητά της για τη Γερουσία στις ιταλικές εκλογές του περασμένου Σεπτέμβρη με το κόμμα «Κυρίαρχη και Λαϊκή Ιταλία» (ISP), μια νέα ευρωσκεπτικιστική πολιτική συμμαχία κατά του Μάριο Ντράγκι (μεταξύ άλλων μαζί με συνωμοσιολόγους και φιλοπουτινικούς υποψήφιους), η οποία αντιτίθεται στην αποστολή όπλων στην Ουκρανία.

Από τηΡώμη στο Χόλιγουντ και πάλι πίσω

Η Λουιτζίνα Λολομπρίτζιντα γεννήθηκε στις 4 Ιουλίου 1927 στο Σουμπιάκο, ανατολικά της Ρώμης. Hταν μια από τις τέσσερις κόρες του Τζιοβάνι Λολομπρίτζιντα, ενός πλούσιου κατασκευαστή επίπλων που έχασε όλη την περιουσία του εξαιτίας ενός αγγλοαμερικανικού βομβαρδισμού, και της Τζιουζεπίνα Μερκούρι Λολομπρίτζιντα. Το 1944, πριν από την άφιξη των συμμαχικών στρατευμάτων, η οικογένεια μετακόμισε στη Ρώμη και η Τζίνα μπήκε στη Σχολή Καλών Τεχνών. Παράλληλα, ασχολήθηκε με το μόντελινγκ και συμμετείχε με επιτυχία σε αρκετούς διαγωνισμούς ομορφιάς. Εκείνη την εποχή, την ανακάλυψε ο σκηνοθέτης Μάριο Κόστα και το 1946 άρχισε να εμφανίζεται σε μικρούς ρόλους σε ιταλικές ταινίες.

Το 1949 πρωταγωνίστησε στην ιταλική κωμωδία  «La Sposa Non Può Attendere» («Η νύφη δεν μπορεί να περιμένει»). Και την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε στο «Miss Italia», μια ταινία εμπνευσμένη από την πραγματική της εμπειρία: το 1947 είχε πάρει μέρος στον διαγωνισμό ομορφιάς για τη Μις Ιταλία και ήρθε τρίτη (Η νικήτρια, Λουτσία Μποζέ, και η πρώτη επιλαχούσα, Τζιάνα Μαρία Κανάλε, έκαναν επίσης κινηματογραφική καριέρα.)

Μετά τον τερματισμό της καριέρας της στον κινηματογράφο, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, η Λολομπρίτζιντα εμφανίστηκε στην τηλεόραση στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταξύ άλλων σε επεισόδια της σαπουνόπερας «Falcon Crest», της δεκαετίας του 1980 και στη αμερικανική μίνι σειρά «Deceptions» (1985), στην οποία έπαιξε μια ευέξαπτη δούκισσα που διασκεδάζει στη Βενετία και την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε ως guest star στην τελευταία σεζόν της σειράς «Το πλοίο της αγάπης». Η τελευταία της εμφάνιση σε μεγάλου μήκους ταινία ήταν στην γαλλική κωμωδία «XXL» (1997), με πρωταγωνιστή τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ, για μια εβραϊκή οικογένεια στο εμπόριο ενδυμάτων.

Με τον σύζυγο της Μίλκο Σκόφιτς και τον γιο τους, το 1963 (Keystone-France/Gamma-Rapho via Getty Images)

Το 1949 παντρεύτηκε τον σλοβάκο γιατρό Μίλκο Σκόφιτς, ο οποίος έγινε στη συνέχεια μάνατζέρ της. Απέκτησαν έναν γιο, τον Αντρέα Μίλκο Σκόφιτς (και έναν εγγονό). Το ζευγάρι ήταν σε διάσταση από το 1966 και πήρε διαζύγιο το 1971.

Το 2006 ανακοίνωσε τα σχέδιά της να παντρευτεί τον Χαβιέ Ριγάου Υ Ραφόλς, έναν 45χρονο ισπανό επιχειρηματία, αλλά ακύρωσε τον γάμο πριν καλά-καλά περάσουν δύο μήνες, σύμφωνα με πληροφορίες λόγω της τεράστιου ενδιαφέροντος του Τύπου.

Η Λολομπρίτζιντα «δεν μάσαγε» τα λόγια της σε συνεντεύξεις, γράφει στους New York Times η Ανίτα Γκέιτς· το 1969 για παράδειγμα είπε ότι οι γυναίκες παρίσταναν τις ανόητες μπροστά στους άνδρες. Ισχυρίστηκε ότι δεν είχε μυστικά ομορφιάς, ότι δεν έκανε άλλη άσκηση εκτός από τον χορό, και ότι δεν είχε καμία αντίρρηση στο να τη βλέπουν ως αντικείμενο του σεξ και να της λένε πως έχει όμορφο σώμα. «Γιατί να προσβληθώ;» είπε σε συνέντευξή της στους New York Times το 1995.«Δεν είναι προσβολή».

Ωστόσο, με την ηλικία είχε γίνει πιο φιλοσοφημένη. «Η επιτυχία είναι κάτι που πάει πάνω κάτω», είπε στην ίδια συνέντευξη. «Πείνασα, ήμουν πλούσια, η ζωή άλλαξε ξανά, και τώρα δεν είμαι πλούσια, αλλά έχω ακόμα το μυαλό μου».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...