Τι θα συμβεί στο ΝΑΤΟ εάν οι ΗΠΑ κάνουν πίσω;
Τι θα συμβεί στο ΝΑΤΟ εάν οι ΗΠΑ κάνουν πίσω;
Τις προηγούμενες εβδομάδες και ημέρες, ενόψει της επικείμενης συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ (24-25 Ιουνίου στη Χάγη) οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επιδίωξαν με κάθε τρόπο να λάβουν μια άμεση και σαφή απάντηση από την Ουάσιγκτον: σχεδιάζουν οι ΗΠΑ να αποσύρουν τα στρατεύματά τους και τα όπλα τους από την Ευρώπη ή όχι;
Είναι, ένα υπαρξιακό ερώτημα για τα κράτη της Ευρώπης, δεδομένου ότι εδώ και οκτώ δεκαετίες η ισχύς του αμερικανικού στρατού αποτελεί τη βάση της ευρωπαϊκής άμυνας ενώ η δέσμευση του Λευκού Οίκου να υπερασπίζεται όλους τους ευρωπαίους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ αντιπροσωπεύει την απόλυτη εγγύηση ασφάλειας.
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος πριν από τον βομβαρδισμό του Ιράν, είχε ανακοινώσει πως επρόκειτο να παραστεί στη σύνοδο κορυφής στη Χάγη, έχει θέσει έναν «όρο» όσον αφορά το μέλλον της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας: κάθε κράτος – μέλος σύμμαχος θα πρέπει να δαπανά το 5% του ΑΕΠ του για την άμυνα. Αυτή η δέσμευση ισχύει και για τις ΗΠΑ αλλά ο κύριος στόχος της διήμερης συνάντησης των 32 ηγετών της Συμμαχίας θα είναι, ακριβώς, η ικανοποίηση αυτής της απαίτησης του Τραμπ, το να πειστεί κάπως ο αμερικανός πρόεδρος το ΝΑΤΟ είναι αξιόπιστο καθώς επίσης και να αποφευχθεί οποιαδήποτε σύγκρουση με τον απρόβλεπτο όσο και κυκλοθυμικό ηγέτη των ΗΠΑ.
Είναι αλήθεια πως οι ευρωπαίοι ηγέτες είναι πιο αισιόδοξοι από όσο ήταν πριν από τέσσερις μήνες, όταν ο Τραμπ τραμπούκισε τον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο, πριν αναστείλει την αρωγή του Κιέβου από την Ουάσιγκτον, σοκάροντας πολλούς στη Γηραιά Ηπειρο.
Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, αναχωρώντας από τον Λευκό Οίκο, νωρίτερα αυτόν τον μήνα, υποστήριξε πως δεν υπάρχει «απολύτως καμία αμφιβολία» ότι η αμερικανική κυβέρνηση παραμένει πιστή στη συμμαχία. Το πιο σημαντικό, όμως, χαρτί για τους Ευρωπαίους, είναι το ότι, χάρη στις προσπάθειες του γ.γ. του οργανισμού Μαρκ Ρούτε, έχουν λίγο πολύ ήδη συμφωνήσει στον στόχο του 5%.
«Η απόφαση του Τραμπ να αναλάβει στρατιωτική δράση κατά του Ιράν, παρά το γεγονός ότι τασσόταν κατά νέων επεμβάσεων στο εξωτερικό, είναι το τελευταίο σημάδι ότι η εξωτερική του πολιτική θα μπορούσε να είναι πιο ρευστή από όσο ενδεχομένως να φαινόταν κατά τις πρώτες ημέρες της δεύτερης θητείας του – και πως γεγονότα αλλού μπορούν να καθορίζουν αποφάσεις στον Λευκό Οίκο», σχολιάζουν σε εκτενές ρεπορτάζ τους ενόψει της Συνόδου οι Financial Times.
«Αλλά το να εξασφαλιστεί ότι ο Τραμπ, ένας χρόνιος αμφισβητίας του ΝΑΤΟ, δεν θα συμπεριφερθεί όπως στη σύνοδο κορυφής του 2018, όταν απείλησε να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη Συμμαχία, είναι μόνο μια βραχυπρόθεσμη λύση, μια λύση που καθυστερεί ένα βαθύτερο, μακροπρόθεσμο ζήτημα: αποσύρεται, τελικά, ο αμερικανικός στρατός την ήπειρο και πώς μπορεί η Ευρώπη να τον αντικαταστήσει;», όπως το θέτουν οι δημοσιογράφοι της λονδρέζικης εφημερίδας.
«Αυτό που με ανησυχεί είναι η συζήτηση για την παρουσία των ΗΠΑ στην Ευρώπη που θα λάβει χώρα μετά τη σύνοδο κορυφής, αφού η σύνοδος υποτίθεται ότι θα εδραιώσει κατά κάποιο τρόπο την αμυντική δέσμευση. Τρόπον τινά οι Ευρωπαίοι δεν ξέρουν τι υπογράφουν», ανέφερε σχετικά στους FT ο γάλλος Καμίλ Γκραντ, πρώην βοηθός γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ. «Η κυβέρνηση [των ΗΠΑ] αφήνει όλες τις επιλογές της ανοιχτές», πρόσθεσε.
Ο Τραμπ, όπως άλλωστε και ο Τζο Μπάιντεν κατά τη διάρκεια της θητείας του, έχει καταστήσει σαφές ότι οι ΗΠΑ πρέπει να στρέψουν την προσοχή τους στην Ασία και πως, κατά συνέπεια, τα όπλα, το ανθρώπινο δυναμικό και οι επιχειρησιακές δυνατότητες της Αμερικής στην Ευρώπη θα πρέπει να αναδιαταχθούν. Και η επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράν το Σαββατοκύριακο θα μπορούσε σίγουρα να αυξήσει αυτές τις πιέσεις.
Οπως το έθεσε ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, κατά την πρώτη του συνάντηση με τους ομολόγους του στο ΝΑΤΟ, τον περασμένο Φεβρουάριο, «οι σκληρές στρατηγικές πραγματικότητες εμποδίζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής να εστιάζουν κυρίως στην ασφάλεια της Ευρώπης». Η διατήρηση της συμμαχίας, πρόσθεσε, θα «απαιτούσε από τους ευρωπαίους συμμάχους μας να βγουν στην αρένα και να αναλάβουν την ευθύνη της συμβατικής ασφάλειας στην ήπειρο».
Ο Χέγκσεθ διέταξε το Πεντάγωνο να διαμορφώσει μια νέα εθνική αμυντική στρατηγική (αναμένεται να είναι έτοιμη πριν από το τέλος του καλοκαιριού), με επίκεντρο την ενίσχυση της εσωτερικής άμυνας και την αποτροπή της Κίνας. Οι αμερικανοί αξιωματούχοι δεν έχουν μέχρι στιγμής παράσχει στους Ευρωπαίους συμμάχους τους κανένα επίσημο σχέδιο ή χρονοδιάγραμμα για αυτή τη μετατόπιση ενώ θεωρείται βέβαιο πως, στο πλαίσιο της όποιας νέας αμυντικής στρατηγικής, η Ουάσιγκτον θα κληθεί αναπόφευκτα να αναθεωρήσει και τη στάση των δυνάμεών της.
Ελλείψει ενός οδικού χάρτη, οι Ευρωπαίοι ηγέτες γνωρίζουν ότι θα πρέπει να συμφωνήσουν να δαπανούν περισσότερα, ώστε να ενισχύσουν και τα οπλοστάσια και τις δυνατότητές τους, αλλά δεν έχουν ιδέα από πού να αρχίσουν, ειδικά εάν ό στόχος είναι να αρχίσουν να αντικαθιστούν σταδιακά, έστω και μερικώς, τις ΗΠΑ.
Η όλη κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω και από το ζήτημα του εμπορίου, το οποίο εξακολουθεί να εκκρεμεί, με την απειλή του Τραμπ περί επιβολής δασμών 50% σε περίπτωση μη συμφωνίας με την Ευρώπη να ισχύει ακόμη. Αρκετοί Ευρωπαίοι δεν έχουν ξεχάσει επίσης την έμμεση απειλή που εξαπέλυσε στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, τον περασμένο Φεβρουάριο, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς, δηλώνοντας ότι, εάν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν αρχίσουν να υιοθετούν πιο… MAGA απόψεις, «δεν υπάρχει τίποτα που η Αμερική μπορεί να κάνει για την ασφάλειά τους».
Νέα σχέδια μάχης
Εκτός από τις δαπάνες, οι ηγέτες του ΝΑΤΟ θα εγκρίνουν επίσης νέα σχέδια μάχης και δεσμεύσεις για ενίσχυση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων των ενόπλων δυνάμεών τους. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας η οποία άρχισε το 2022, προβλέπεται αύξηση της συμβολής της Ευρώπης στην άμυνα της ηπείρου κατά 30%. Προϋπόθεση, όμως, εξακολουθεί να αποτελεί ότι η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην Ευρώπη να συνεχίσει να είναι ισχυρή όσο είναι σήμερα, το οποίο, όμως, παραμένει ερωτηματικό και μεγάλο, μάλιστα, όπως δήλωσε στους Financial Times ένας γάλλος στρατιωτικός.
«Οι ΗΠΑ ενέκριναν τα σχέδια, αλλά απλά δεν γνωρίζουμε εάν θα μπορούσαν να επανέλθουν σε λίγους μήνες ή σε έναν χρόνο και να πουν, στην πραγματικότητα αλλάζουμε το αποτύπωμα των δυνάμεών μας στην Ευρώπη, οπότε εσείς θα πρέπει να κάνετε περισσότερα», είπε. «Αυτό είναι απλώς άγνωστο στην παρούσα φάση και δεν γίνεται να προετοιμαστούμε», παραδέχτηκε.
Ο Τραμπ απαίτησε «εξίσωση» των αμυντικών δαπανών μεταξύ των ΗΠΑ και των υπόλοιπων κρατών μελών, με την κυβέρνησή του να δηλώνει ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να τηρούν τις αμυντικές τους δεσμεύσεις, όπως αυτές απορρέουν από την Βορειοατλαντική Συνθήκη. Τις επόμενες ημέρες στη Χάγη οι ηγέτες του ΝΑΤΟ θα υπογράψουν όλοι μια δέσμευση για επίτευξη του στόχου του 5% έως το 2035, με τα κράτη-μέλη να καλούνται να δαπανούν το 3,5% του ΑΕΠ για την κάλυψη βασικών αμυντικών αναγκών ενώ το υπόλοιπο 1,5% σε συναφείς τομείς, όπως η κυβερνοασφάλεια και οι υποδομές.
«Αυτοί οι στόχοι περιγράφουν τις δυνατότητες στις οποίες πρέπει να επενδύσουν οι σύμμαχοι τα επόμενα χρόνια. Από την αεράμυνα και τα μαχητικά αεροσκάφη μας, έως τα άρματα μάχης, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, την επιμελητεία και, φυσικά, το προσωπικό», δήλωσε ο Μαρκ Ρούτε την προηγούμενη εβδομάδα. «Το 3,5% όσον αφορά τις βασικές αμυντικές δαπάνες πραγματικά διέπει, πλέον, ολόκληρη τη διαδικασία αμυντικού σχεδιασμού του ΝΑΤΟ», πρόσθεσε ο ολλανδός γενικός γραμματέας της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.
«Εκ πρώτης όψεως η δημοσιονομική αναστάτωση της Ευρώπη και η απαίτηση του Τραμπ για εξίσωση θα μπορούσαν να ταιριάζουν απόλυτα με τις εκκλήσεις ορισμένων ευρωπαίων ηγετών, με επικεφαλής τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, για αύξηση της «στρατηγικής αυτονομίας» των στρατών της ηπείρου», γράφουν οι Financial Times.
«Αλλά αυτή η προτεινόμενη σημαντική ενίσχυση του λεγόμενου ευρωπαϊκού πυλώνα εντός της συμμαχίας είναι γεμάτη με διαβολικά περίπλοκα ερωτήματα λόγω της κλίμακας της εξάρτησης από τις ΗΠΑ και του βασικού ρόλου που διαδραματίζουν όχι μόνο στην υποστήριξη, την ενίσχυση και τον εφοδιασμό όλων των στρατών της συμμαχίας, αλλά και στον συντονισμό και τη διοίκησή τους», προσθέτουν.
Ποιος μπορεί να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ;
«Δεν υπάρχει ευρωπαϊκός πυλώνας. Αυτή είναι μια κούφια φράση», υποστήριξε από την πλευρά του ο Κάρλο Μασάλα, καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Μπούντεσβερ του Μονάχου. «Το ΝΑΤΟ είναι μια ολοκληρωμένη στρατιωτική δομή διοίκησης, σαν ένας τροχός. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις είναι σαν τις ακτίνες. Και οι ΗΠΑ είναι το κέντρο που τις συνδέει όλες μαζί και εξασφαλίζει ότι ο τροχός μπορεί να κινείται. Ποιος θα αντικαταστήσει αυτή τη λειτουργία;». Δίχως κάποιον άλλο να μπορεί να διαδραματίζει τον ρόλο των ΗΠΑ, «το ΝΑΤΟ μετατρέπεται από μια σύγχρονη συμμαχία με μια ολοκληρωμένη στρατιωτική δομή διοίκησης σε ένα είδος κλασικής συμμαχίας με αμοιβαίες αμυντικές δεσμεύσεις», προειδοποίησε ο γερμανός ειδικός.
Οπως υπενθυμίζουν οι Financial Times, η Γαλλία έχει εδώ και πολλές δεκαετίες μια ιδιαίτερη σχέση με το ΝΑΤΟ. Είναι μεν ένα βασικό, ιδρυτικό, μέλος της συμμαχίας, αλλά, συγχρόνως, διαφυλάσσει με ζήλο τη στρατιωτική της ανεξαρτησία (ακριβώς λόγω του φόβου απομάκρυνσης των Αμερικανών).
Κατασκεύασε τα δικά της πυρηνικά όπλα, ώστε να μην εξαρτάται από την Ουάσιγκτον, και, ως εκ τούτου, δεν μετέχει στη συμφωνία κοινής χρήσης πυρηνικών όπλων της συμμαχίας. Το Παρίσι επίσης αγοράζει λιγότερα αμερικανικά όπλα σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, επιλέγοντας να ενισχύσει τις εγχώριες αμυντικές βιομηχανίες.
Επιπλέον, λόγω των ραγδαίων εξελίξεων των τελευταίων αρκετών, πλέον, ετών ανά τον κόσμο, η πάλαι ποτέ περιθωριακή, ακόμη και «προκλητικά αντιαμερικανική» σύμφωνα με κάποιους, θέση του Μακρόν περί «στρατηγικής αυτονομίας» άρχισε ξαφνικά να κερδίζει έδαφος.
Αυτή η αλλαγή νοοτροπίας οφείλεται καταρχάς στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και στην μόνιμη απειλή που αποτελεί για τα ανατολικά μέλη του ΝΑΤΟ αλλά και στην αμφισβήτηση της σημασίας της διατλαντικής συμμαχίας από τον Τραμπ. Σε αυτό το πλαίσιο οι Βρυξέλλες έχουν επίσης υποστηρίξει την αύξηση των αμυντικών δαπανών μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.
«Φέτος η Ρωσία δαπανά περισσότερα για την άμυνα από όσα για την υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση και την κοινωνική πολιτική μαζί. Πρόκειται για ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο για μακροπρόθεσμη επιθετικότητα», προειδοποίησε η Κάγια Κάλλας, αντιπρόεδρος της Κομισιόν και επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης πριν από τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ. Περιέγραψε την απειλή για τη διατλαντική ενότητα και την ασφάλεια ως «ένα πρόβλημα που μας αφορά όλους μας».
Αλλά σε αντίθεση με ορισμένους ευρωπαίους συμμάχους, η Γαλλία δεν βλέπει μια πιθανή απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων ως υπαρξιακό πρόβλημα και πιστεύει ότι η Ευρώπη μπορεί να απεξαρτηθεί από τις ΗΠΑ μέσα στην επόμενη δεκαετία. Πρόκειται, όμως, αναμφίβολα για ένα τιτάνιο έργο, δεδομένου ότι, πέρα από ορισμένες δυνατότητες που έχουν οι Γάλλοι και οι Βρετανοί, οι ευρωπαϊκοί στρατοί βασίζονται σχεδόν εξ ολοκλήρου στις ΗΠΑ για τη λεγόμενη «στρατηγική υποστήριξη», καθώς η συλλογή πληροφοριών, οι επιχειρήσεις και επιτήρησης και αναγνώρισης, τα βαρέα αεροσκάφη μεταφοράς όπλων σε σύντομο χρονικό διάστημα, τα διαστημικά μέσα και οι επιχειρήσεις διοίκησης και ελέγχου αποτελούν εδώ και καιρό αρμοδιότητα των ΗΠΑ.
Ο Καμίλ Γκραντ, ο πρώην βοηθός γ.γ. του ΝΑΤΟ και νυν εταίρος της δεξαμενής σκέψης European Council on Foreign Relations θεωρεί ότι η αντιστάθμιση της μείωσης των στρατευμάτων των ΗΠΑ είναι «κατά κάποιο τρόπο διαχειρίσιμη, ακόμη και μέσα σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα» από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
«[Αλλά] εάν αρχίσουμε να εξετάζουμε κρίσιμους παράγοντες, ακόμη και πέρα από την πυρηνική αποτροπή, εκεί οι απαιτήσεις είναι πολύ υψηλότερες και το χρονικό πλαίσιο είναι τουλάχιστον μερικά χρόνια, πιθανώς έως και μια δεκαετία. Εκεί η απουσία ενός συμφωνημένου και συντονισμένου σχεδίου είναι πολύ πιο επιζήμια από όσο η μονομερής απόσυρση μερικών χιλιάδων στρατευμάτων», εξήγησε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
