Το ΠΑΣΟΚ και οι ευκαιρίες που περνούν και χάνονται
Το ΠΑΣΟΚ και οι ευκαιρίες που περνούν και χάνονται
Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν το πανελλήνιο ήταν κρεμασμένο στις τηλεοράσεις του την Τετάρτη (18/6), για να παρακολουθήσει μία ακόμη κοινοβουλευτική συζήτηση για την τραγωδία των Τεμπών.
Δυστυχώς, αυτό που διαπιστώνεται μεταξύ άλλων και στις δημοσκοπήσεις, είναι ότι η τερατολογία και οι υπερβολές της αντιπολίτευσης που έφτασαν να παίρνουν τη μορφή κατηγορητηρίου κατά του Πρωθυπουργού για «δολοφονία» 57 ανθρώπων και για «εσχάτη προδοσία», μόνο στην αναζήτηση αιτίων του δυστυχήματος και απόδoσης ευθυνών δεν συνέβαλαν.
Αντιθέτως, υπάρχει πλέον η βάσιμη εκτίμηση, ότι όλα αυτά ήταν τόσο ακραία, που προσέφεραν υπηρεσίες στην κυβέρνηση, ώστε να βρει διέξοδο και ευκαιρίες για αντεπίθεση.
Παρά ταύτα, η πολύωρη αυτή συζήτηση και διαδικασία ήταν χρήσιμη για την εξαγωγή ορισμένων συμπερασμάτων. Ή, αν το δει κάποιος από μία διαφορετική σκοπιά, θα μπορούσαν να είναι ένα μάθημα για όσες πολιτικές δυνάμεις και ηγεσίες της αντιπολίτευσης δεν έχουν «κόψει καπίστρι» και εξακολουθούν να πιστεύουν ότι απευθύνονται σε ένα ακροατήριο που απεχθάνεται την τοξικότητα, την αερολογία και τον φτηνό καιροσκοπισμό.
Από τα όσα έχουν εκτυλιχθεί τους τελευταίους μήνες, δεν δικαιολογείται κάποια ελπίδα ότι οι δυνάμεις που κατατάσσονται σε αυτήν την κατηγορία είναι πολλές. Για την ακρίβεια, σε θεωρητική τουλάχιστον βάση, είναι μόνο μία: το ΠΑΣΟΚ.
Παρά ταύτα, ακόμη και με τις όσες διαπιστώσεις μπορούν να γίνουν σήμερα ή τα όσα χρήσιμα προσφέρουν οι δημοσκοπήσεις ως προς την ποιοτική αξιολόγηση των κομμάτων και των ηγεσιών τους, φαίνεται ότι και στο ΠΑΣΟΚ δεν έχουν ακόμη αποφασίσει πού ακριβώς θέλουν να απευθύνονται.
Ή, ακόμη χειρότερα, έχουν κάνει κάποιες επιλογές, οι οποίες είναι λανθασμένες και αδιέξοδες.
Εχει επισημανθεί πολλαπλώς ότι το στοιχείο αυτό είναι προβληματικό με διαφόρους τρόπους και για διαφόρους λόγους. Κατ’ αρχάς για το ίδιο το κόμμα, κυρίως όμως για τη χώρα και την ίδια την πολιτική της τάξη (όπως και αν την ορίσει κανείς), η οποία κατατρύχεται από την ασυμμετρία της κυρίαρχης κυβέρνησης, δίχως στοιχειωδώς αξιόπιστη αντιπολίτευση.
Το στοιχείο αυτό αναδείχθηκε και στη συζήτηση για την Προανακριτική Επιτροπή των Τεμπών.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης είχε άλλη μία ευκαιρία να ξεχωρίσει, να διαχωρίσει τη θέση του με διαφόρους τρόπους από το αντιπολιτευτικό μέτωπο της ασυναρτησίας και να επιδείξει νηφαλιότητα και υπευθυνότητα. Πώς θα γινόταν αυτό;
Δεν θα ήταν και τόσο δύσκολο, θεωρητικά τουλάχιστον. Θα όφειλε να επιλέξει μία γραμμή ρεαλιστική και αποτελεσματική και να προτάξει το μείζον, τόσο κατά την κατάρτιση της νομικής πρότασης για την Προανακριτική, όσο και στην ομιλία του. Και, φυσικά, να έχει μία καλή παρουσία στη Βουλή.
Το μείζον δεν ήταν ο μαξιμαλισμός και οι πάσης φύσεως ακροβασίες για το τι συνέβη στα Τέμπη. Ηταν και παραμένει ο εντοπισμός των αιτίων του δυστυχήματος και η απόδοση ευθυνών εκεί που πρέπει για τον θάνατο των 57 ανθρώπων.
Φάνηκε όμως για μία ακόμη φορά ότι όσο η απόπειρα εκτροπής από τους εκπροσώπους της εξαλλότητας αποτύγχανε, το ΠΑΣΟΚ έχανε μία ακόμη ευκαιρία.
Και ταυτόχρονα, διαπιστωνόταν και πάλι κάτι στοιχειώδες. Οτι ο πολιτικός ηγέτης δεν αναδεικνύεται μεταξύ των στελεχών του γραφείου του. Οφείλει να έχει (και) σοβαρή και επαρκή κοινοβουλευτική παρουσία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
