Πώς θα γίνουν οι πόλεις πιο ανθεκτικές στους καύσωνες
Πώς θα γίνουν οι πόλεις πιο ανθεκτικές στους καύσωνες
Περίπου 2.300 άνθρωποι ενδέχεται να πέθαναν από αίτια που σχετίζονται με την υπερβολική ζέστη σε 12 πόλεις της Ευρώπης στη διάρκεια του πρόσφατου κύματος καύσωνα, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησαν επιστήμονες στο Imperial College του Λονδίνου και στο London School of Hygiene and Tropical Medicine.
Οι ερευνητές εστιάστηκαν στις δέκα ημέρες, από τις 23 Ιουνίου έως τις 2 Ιουλίου, όταν μεγάλα τμήματα της Δυτικής Ευρώπης επλήγησαν από ακραία ζέστη, με τη θερμοκρασία να ξεπερνά τους 40 βαθμούς Κελσίου, φτάνοντας έως τους 46 βαθμούς στην Ισπανία και στην Πορτογαλία.
Ωστόσο από τους 2.300 ανθρώπους που εκτιμάται ότι έχασαν τη ζωή τους στο διάστημα αυτό, 1.500 θάνατοι κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είχαν συμβεί εάν δεν υπήρχε η κλιματική αλλαγή, η οποία κάνει τα κύματα καύσωνα ακόμη πιο έντονα. Αναλύοντας ιστορικά μετεωρολογικά δεδομένα, οι ερευνητές διαπίστωσαν πως, εξαιτίας ακριβώς της κλιματικής αλλαγής, οι θερμοκρασίες ήταν υψηλότερες από 1 έως 4 βαθμούς σε σχέση με τα φυσιολογικά επίπεδα.
Σε παγκόσμια κλίμακα ο φετινός Ιούνιος ήταν ο τρίτος θερμότερος που έχει καταγραφεί ποτέ, μετά τον περυσινό και εκείνον του 2023. Για τη Δυτική Ευρώπη, όμως, ήταν ο θερμότερος όλων των εποχών, σύμφωνα με στοιχεία της υπηρεσίας Copernicus της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την κλιματική αλλαγή, με μεγάλο μέρος της περιοχής να βιώνει «πολύ ισχυρή θερμική καταπόνηση» και τις μέσες αισθητές θερμοκρασίες να ξεπερνούν σε πολλές περιπτώσεις τους 38 βαθμούς, φτάνοντας έως και τους 48 βαθμούς στην Πορτογαλία, δηλαδή σε επίπεδα «ακραίας θερμικής καταπόνησης».
Αυτές οι συνθήκες γίνονται ακόμη πιο ακραίες στις πόλεις λόγω του φαινομένου της αστικής θερμικής νησίδας. Ο όρος αναφέρεται στην αυξημένη θερμοκρασία που παρατηρείται τόσο στην ατμοσφαιρική όσο και στην επιφανειακή θερμοκρασία των πόλεων, συγκριτικά με την θερμοκρασία σε περιοχές πέριξ αυτών, κυρίως εξαιτίας της μεγαλύτερης απορρόφησης θερμότητας από δομικά υλικά όπως το σκυρόδεμα και η άσφαλτος, καθώς και της έλλειψης πρασίνου.
Με λίγα λόγια, στις πόλεις η υπερθέρμανση του πλανήτη γίνεται περισσότερο αισθητή – και η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί: σύμφωνα με έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας που δημοσιεύθηκε στα τέλη του προηγούμενου μήνα, ο αριθμός των ζεστών ημερών στις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης και της Κεντρικής Ασίας θα μπορούσε να υπερτριπλασιαστεί έως το 2050, με πολλές πόλεις να βιώνουν από 40 έως 70 επιπλέον ημέρες ζέστης ανά έτος, ειδικά στη Νότια Ευρώπη και στην Τουρκία. Οι θάνατοι που σχετίζονται με τη ζέστη θα μπορούσαν επίσης να διπλασιαστούν ή να τριπλασιαστούν έως το 2050, φτάνοντας σε επίπεδα αντίστοιχα με εκείνα των θανάτων από τροχαία.
Ετσι, πολλές πόλεις στην Ευρώπη και στην Κεντρική Ασία τείνουν να καταστούν αβίωτες. Ωστόσο, παρότι άσχημη, η κατάσταση είναι ακόμα αναστρέψιμη, καθώς τα μεγάλα αστικά κέντρα μπορούν να γίνουν πιο ανθεκτικά στις ολοένα υψηλότερες θερμοκρασίες και στα συχνότερα κύματα καύσωνα. Για να συμβεί αυτό από άποψη περιβάλλοντος και χωροταξίας, σύμφωνα με τους ειδικούς της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι απαραίτητες οι εξής τρεις στρατηγικές δράσεις:
- Αύξηση του πρασίνου
Μία από τις πιο αποτελεσματικές τακτικές ώστε να δροσίσει μια πόλη είναι η αύξηση των χώρων πρασίνου, ειδικά του αριθμού των δέντρων, ενώ ένα πρακτικό σημείο εκκίνησης είναι ο λεγόμενος «κανόνας του 3–30–300»: «Κάθε κάτοικος της πόλης θα πρέπει να βλέπει τουλάχιστον τρία δέντρα από το σπίτι του, να ζει σε μια γειτονιά το 30% της οποίας καλύπτεται από δέντρα και να βρίσκεται σε απόσταση 300 μέτρων από κάποιον δημόσιο χώρο πρασίνου», σύμφωνα με την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Για να γίνει όμως περισσότερο πράσινη και βιώσιμη μια πόλη απαιτείται μακρόπνοος στρατηγικός σχεδιασμός με ορίζοντα 10-20 ετών και σε συνδυασμό με τον χωροταξικό σχεδιασμό, τη χρήση γης και τις όποιες στρατηγικές προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή. Παράδειγμα προς μίμηση στην προκειμένη αποτελεί η Λιουμπλιάνα.
Το 2007 η πρωτεύουσα της Σλοβενίας έθεσε σε εφαρμογή το πρόγραμμα «Ljubljana 2025» με στόχο την ενίσχυση των πρασίνων και υδάτινων υποδομών και τη δημιουργία μιας οικολογικής ζώνης στο κέντρο της πόλης συνολικής έκτασης 100.000 τετραγωνικών μέτρων. Από το 2010 έχουν φυτευτεί περισσότερα από 40.000 δέντρα, ενώ σήμερα οι χώροι πρασίνου καλύπτουν το 75% της πόλης.
- Αστικός σχεδιασμός με στόχο τη διευκόλυνση της ροής των ανέμων και τη δημιουργία σκιάς
«Οι φυσικές θαλασσινές αύρες μπορούν να μειώσουν τις καλοκαιρινές θερμοκρασίες κατά αρκετούς βαθμούς. Για να διατηρηθεί αυτό το όφελος, ο πολεοδομικός σχεδιασμός θα πρέπει να προστατεύει τους αιολικούς διαδρόμους ρυθμίζοντας το ύψος, τον προσανατολισμό και την πυκνότητα των κτιρίων […] Οι κλιμακωτές προσόψεις και οι δρόμοι που είναι ευθυγραμμισμένοι με τους ανέμους μπορούν να αυξήσουν τη ροή τους. Παρόμοιες αρχές ισχύουν για τις ορεινές πόλεις, όπου οι νυχτερινοί καταβατικοί άνεμοι μπορούν να προσφέρουν φυσική ψύξη», συνοψίζεται στην έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Οσο για τη δημιουργία σκίασης –με δέντρα, πέργκολες, στέγαστρα ή εφελκυόμενες κατασκευές–, αποτελεί μια ιδιαίτερα αποτελεσματική παρέμβαση (αν και παραγνωρισμένη), δεδομένου ότι μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη μείωση των αισθητών θερμοκρασιών. «Η Σεβίλλη βρίσκεται σε μια από τις πιο ζεστές περιοχές της Ισπανίας, όπου οι θερμοκρασίες συχνά υπερβαίνουν τους 30° Κελσίου από τον Μάιο έως τον Σεπτέμβριο και πολλές φορές μπορούν να φτάσουν τους 40° ή και να τους ξεπεράσουν. Ο ήλιος είναι η κύρια πηγή θερμότητας κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού [….] Για να μετριαστούν οι επιπτώσεις των ακραίων θερμοκρασιών, ο δήμος εγκαθιστά τέντες σε όλο το κέντρο της πόλης κάθε χρόνο», αναφέρει η Παγκόσμια Τράπεζα.
- Προσαρμογή των κτιρίων στην κλιματική αλλαγή και βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης
Μία από τις περιοχές της Ευρώπης όπου το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας γίνεται ολοένα και πιο έντονο τα τελευταία χρόνια είναι η μεθόριος Κροατίας – Σερβίας. Το Οσιγεκ, η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της Κροατίας, έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από αιτίες που σχετίζονται με τη ζέστη στην Ευρώπη. Το 2015, στο Νόβι Σαντ, ο υδράργυρος κυμαινόταν άνω των 30°C για περίπου το μισό καλοκαίρι.
Οι δύο πόλεις υλοποίησαν από κοινού το (χρηματοδοτούμενο από την ΕΕ) GReENERGY Project (2019-2022), κύριος στόχος του οποίου ήταν η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των δημόσιων κτιρίων μέσω της κάλυψης στεγών και τοίχων με πράσινο, η παραγωγή και χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και η προώθηση ενεργειακής απόδοσης και χρήσης πράσινης ενέργειας στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Αυτόματοι μετεωρολογικοί σταθμοί και στις δύο πόλεις κατέγραψαν μειώσεις της θερμοκρασίας έως και 3°C και σημαντικές βελτιώσεις στην ενεργειακή απόδοση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
