1284
| CreativeProtagon

Η κρίση της βενζίνης στη Γαλλία και η «μεγάλη αλληγορία της πολιτικής»

Protagon Team Protagon Team 20 Οκτωβρίου 2022, 09:40
|CreativeProtagon

Η κρίση της βενζίνης στη Γαλλία και η «μεγάλη αλληγορία της πολιτικής»

Protagon Team Protagon Team 20 Οκτωβρίου 2022, 09:40

Εδώ και ημέρες, το να φουλάρει κάποιος το ρεζερβουάρ με βενζίνη στη Γαλλία έχει καταστεί διαδικασία εξαιρετικά δύσκολη, χρονοβόρα και, συχνά, κυριολεκτικά τραυματική, δεδομένου ότι αγανακτισμένοι οδηγοί καταλήγουν να πιάνονται στα χέρια.

Οι σοβαρότατες ελλείψεις που παρατηρούνται σε ολόκληρη τη χώρα οφείλονται στις πολυήμερες κινητοποιήσεις στα διυλιστήρια, που αποφάσισαν τα συνδικάτα, ζητώντας αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων που να συμβαδίζουν με τον πληθωρισμό.

Ωστόσο, αυτοί που πλήττονται άμεσα και περισσότερο είναι πολλά εκατομμύρια οδηγοί που αναγκάζονται να περιμένουν επί ώρες στην ουρά για μερικά ευρώ βενζίνη, με πολλούς να μην καταφέρνουν, τελικά, να μεταβούν στις δουλειές τους.

Η απεργία στα διυλιστήρια έχει μετατραπεί σε μία από τις πιο σοβαρές προκλήσεις για τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, μετά την επανεκλογή του, τον περασμένο Μάιο. Ωστόσο, φλέγον ζήτημα αποτελεί όχι η μόνο έλλειψη βενζίνης που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα, αλλά και η επιπλέον αύξηση, εξαιτίας της απεργίας, των ήδη υψηλών (λόγω του πολέμου) τιμών των καυσίμων.

Η γαλλική κυβέρνηση ανησυχεί ιδιαίτερα για το ενδεχόμενο να γενικευτεί η λαϊκή αγανάκτηση και να καταλάβουν εκ νέου τους δρόμους και τις πλατείες της Γαλλίας τα «Κίτρινα Γιλέκα», το κίνημα των οποίων άρχισε να σχηματίζεται στα τέλη του 2018, με αφορμή το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης, την οικονομική ανισότητα και την άνοδο των τιμών των καυσίμων.

Ωστόσο, φαίνεται πως στη Γαλλία υπάρχουν κάποιοι που δεν ανησυχούν ούτε για την έλλειψη βενζίνης ούτε για τον πληθωρισμό ή την αύξηση του ενεργειακού κόστους. Σε άρθρο του, ο Φιλίπ Μπερνάρ της Le Monde σημειώνει πως, ενώ οι κάτοικοι των προαστίων και της περιφέρειας δίνουν αγώνα για να γεμίσουν τα ρεζερβουάρ τους, οι Παριζιάνοι σχεδόν δεν αντιλαμβάνονται το πρόβλημα, καθώς το 65% δεν έχει αυτοκίνητο, ενώ από όλους όσοι διαθέτουν, μόλις ένας στους τέσσερις το χρησιμοποιεί για τις καθημερινές μετακινήσεις του.

Την ώρα που τα 2/3 των γάλλων εργαζομένων χαρακτηρίζουν το αυτοκίνητο ως απαραίτητο για τη δουλειά τους, οι κάτοικοι του Παρισιού δείχνουν να αδιαφορούν για τη χρήση του, και αυτό οφείλεται στις εξαιρετικές συγκοινωνίες που διαθέτει η πρωτεύουσα της Γαλλίας. «Εκατό τοις εκατό: αυτό είναι το ποσοστό των Παριζιάνων που ζουν κοντά σε μια γρήγορη και συχνή γραμμή του μετρό, ποσοστό που μειώνεται κατά μέσο όρο στο μισό μόλις διασχίσει κανείς την περιφερειακή οδό», αναφέρει ενδεικτικά ο γάλλος αρθρογράφος.

Ουρά οχημάτων για προμήθεια λίγων λίτρων βενζίνης, σε πρατήριο στη Νίκαια (REUTERS/Eric Gaillard)

Σε εθνικό επίπεδο, «το 45% των Γάλλων δηλώνει ότι δεν έχει πρόσβαση στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Στις αγροτικές περιοχές το ποσοστό φθάνει στο 71%, ενώ στις μεγαλουπόλεις είναι 8%. Η διαφορά είναι τεράστια», ανέφερε την προηγούμενη εβδομάδα στην εφημερίδα Le Parisien η Σαντρά Ουαμπιάν, γενική διευθύντρια του Ερευνητικού Κέντρου για τη Μελέτη και την Καταγραφή των Συνθηκών Διαβίωσης (Crédoc).

Εστιάζοντας την προσοχή του ειδικά στην περιφέρεια του Ιλ-ντε-Φρανς (πρόκειται για την περιφέρεια του Παρισιού), ο Φιλίπ Μπερνάρ υποστηρίζει πως η διαφορά είναι αβυσσαλέα. Γιατί, ενώ οι δημοτικοί σύμβουλοι της γαλλικής πρωτεύουσας υπόσχονται μια «πόλη του τετάρτου», όπου τα πάντα, μεταξύ των οποίων σχολεία, καταστήματα, αθλητικές εγκαταστάσεις και υπηρεσίες υγείας, δεν θα απέχουν περισσότερο από δεκαπέντε λεπτά με τα πόδια, όσοι κατοικούν στις πιο απομακρυσμένες ζώνες αναγκάζονται να χρησιμοποιούν, θέλοντας ή μη, το αυτοκίνητό τους για το 87% των μετακινήσεών τους.

Ομως, το χάσμα του χωρίζει τα 20 διαμερίσματα του Παρισιού από τα προάστια και την ευρύτερη περιφέρειά του δεν αφορά μόνο τις συγκοινωνίες και τις μετακινήσεις. Ο όρος «intra-muros» (εντός των τειχών) εξακολουθεί να χρησιμοποιείται στη γαλλική πρωτεύουσα για τον καθορισμό της αστικής γεωγραφίας, αλλά στην πραγματικότητα οριοθετεί κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες.

Τα υποβαθμισμένα προάστια του Ιλ-ντε-Φρανς καθίστανται ολοένα πιο φτωχά, ενώ οι πλούσιες περιοχές ολοένα πιο εύπορες. Οσοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν ή να νοικιάσουν ένα σπίτι στο Παρίσι, μετακομίζουν εκτός, αλλά τα προάστια δεν εξυπηρετούνται επαρκώς από τις συγκοινωνίες, ενώ συχνά είναι και λιγότερο ασφαλή.

Στα προάστια υπάρχουν, επίσης, λιγότεροι αστυνομικοί, λιγότεροι δάσκαλοι, λιγότεροι δικηγόροι, λιγότεροι δημόσιοι υπάλληλοι, λιγότεροι σχολικοί γιατροί.

Οι υψηλές τιμές των καυσίμων και η απεργία στα διυλιστήρια έχουν γίνει πονοκέφαλος για τη γαλλική κυβέρνηση (REUTERS/Gonzalo Fuentes)

Ολα αυτά συνεπάγονται κοινωνική δυσφορία, οργή κατά των ελίτ, απόχη από τις εκλογές ή ψήφο διαμαρτυρίας. Τα εκλογικά αποτελέσματα, όχι μόνο στη Γαλλία, επιβεβαιώνουν εν μέρει τον ισχυρισμό ότι η Δεξιά και η Αριστερά δεν έχουν πλέον νόημα ως ιδεολογικές κατηγορίες, εφόσον η Δεξιά αντιπροσωπεύει ολοένα περισσότερο τις περιφέρειες, τις εργατικές τάξεις και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα (περιλαμβανομένων και όλων όσοι υποχρεούνται να χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητά τους) και η Αριστερά τις άρχουσες τάξεις, τους διανοούμενους και τους αστούς (περιλαμβανομένων και των ποδηλατών και όσων χρησιμοποιούν ηλεκτρικά σκούτερ για τις μετακινήσεις τους). Το ότι η σοσιαλίστρια Αν Ινταλγκό, που κατάφερε να επανεκλεγεί δήμαρχος του Παρισιού, πάτωσε στις προεδρικές εκλογές, μάλλον δεν είναι τυχαίο.

Ορόσημο του ευρύτερου χάσματος που χωρίζει τους Παριζιάνους από τους υπόλοιπους κατοίκους του Ιλ-Ντε-Φρανς αποτελεί η περιφερειακή οδός της γαλλικής πρωτεύουσας, μήκους 35 χλμ., που κατασκευάστηκε κατά μήκος της νοητής γραμμής των τειχών της πόλης, τα οποία γκρεμίστηκαν το 1919. Οι οικονομικές ανισότητες, οι οποίες είναι ξεκάθαρες στους χάρτες που ταξινομούν τους δήμους ανάλογα με το εισόδημα των κατοίκων, ακολουθούν τη γραμμή οριοθέτησης της περιφερειακής οδού.

Εκατέρωθεν των «τειχών», ή μάλλον της περιφερειακής οδού της πόλης, «διαιωνίζονται ντε φάκτο δύο καθεστώτα», όσον αφορά «την ιδιοκτησία, τη φορολογία, την εκπαίδευση και την πολιτική», εξηγεί ο Φιλίπ Μπερνάρ. Αναφέρει ενδεικτικά ότι εκτός των τειχών, δηλαδή πέρα από την περιφερειακή οδό, η αξία του τετραγωνικού μέτρου μειώνεται κατά μέσο όρο 30% και σε ορισμένους δήμους και κοινότητες έως και 60%.

Παρότι είναι λιγότερο εύποροι και ζουν σε υποβαθμισμένες σε σχέση με την πρωτεύουσα περιοχές, οι κάτοικοι των προαστίων πληρώνουν αισθητά υψηλότερο φόρο ακίνητης περιουσίας από τους Παριζιάνους, που ζουν «εντός των τειχών».

Επικαλούμενος το άρθρο του Φιλίπ Μπερνάρ, ο Μάσιμο Νάβα, ανταποκριτής της Corriere della Sera στο Παρίσι, υπενθυμίζει πως η Μαρίν Λεπέν θριαμβεύει στα προάστια και στην περιφέρεια, ενώ χάνει στην πρωτεύουσα της Γαλλίας. Αλλά το Παρίσι δεν αποτελεί μια μεμονωμένη περίπτωση, επισημαίνει ο ιταλός δημοσιογράφος, υποστηρίζοντας πως η κατάσταση που επικρατεί στη Γαλλία θα μπορούσε να προσφέρει ένα κλειδί για την ερμηνεία και την κατανόηση της αποσύνθεσης των κοινωνικών τάξεων και των αντίστοιχων πολιτικών τάσεων και συμπεριφορών.  

Επιχειρώντας ένα νοητικό άλμα, ο ιταλός δημοσιογράφος ανάγει το αυτοκίνητο σε «αλληγορία της πολιτικής». Τι ακριβώς εννοεί; «Εάν η ακριβή βενζίνη (και γενικότερα οι ακριβοί λογαριασμοί) ενδέχεται να έχουν πολιτικές και εκλογικές συνέπειες, επιβάλλεται να διερωτηθούμε κατά πόσο είναι πραγματική η ευρωπαϊκή συνοχή όσον αφορά τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Πέρα από τους πονοκεφάλους που προκάλεσε σε κυρίως γερμανικούς και γαλλικούς κύκλους η νίκη της Τζόρτζια Μελόνι, η στροφή του ευρωπαϊκού εκλογικού σώματος προς τη Δεξιά είναι εμφανής. Αν αυτή η μετατόπιση περιοριζόταν σε μια συντηρητική στροφή, ειδικά όσον αφορά την οικονομία, θα υπαγόταν –είτε μας αρέσει είτε όχι– στη φυσιολογική διαλεκτική της δημοκρατίας», εξηγεί ο Μάσιμο Νάβα.  

«Αλλά, όπως στη Γαλλία και σε πολλές χώρες, η στροφή αποτελεί μια έκφραση της βαθιάς δυσφορίας των λαϊκών τάξεων (που στηρίζουν τη Δεξιά), των εθνικιστικών και ευρωσκεπτικιστικών τάσεων και των συλλογικών ευαισθησιών που επηρεάζουν τον πολιτισμό, τους τρόπους ζωής, τα σημαντικά ζητήματα που σχετίζονται με τη δημόσια τάξη, τη μετανάστευση, την ενσωμάτωση και την κοινωνική κινητικότητα. Αυτή η στροφή θα μπορούσε, επίσης, να καθορίσει τη συνολική εξωτερική πολιτική της Ευρώπης (υποθέτοντας ότι υπάρχει μία κοινή πολιτική) και να επηρεάσει επίσης μεσοπρόθεσμα τη στάση απέναντι στη Ρωσία», προσθέτει.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...