ΕΕ και Ελλάδα στην κινούμενη άμμο της Λιβύης
ΕΕ και Ελλάδα στην κινούμενη άμμο της Λιβύης
Σε ένα απρόβλεπτο παίγνιο, με σκληρά χαρακτηριστικά αλλά και συγκεκαλυμμένα στοιχεία εκβιασμού, έχουν εισέλθει η Ευρωπαϊκή Ενωση και ειδικότερα η Ελλάδα, παρασυρόμενες στην κινούμενη άμμο της Λιβύης, με τον de facto ηγέτη της ανατολικής πλευράς, στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, να χρησιμοποιεί το Μεταναστευτικό ως πολιορκητικό κριό, πιέζοντας την Αθήνα, τις Βρυξέλλες και έτερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες προκειμένου να εξασφαλίσει κοινοτική χρηματοδότηση, αλλά και να επιβάλει την –έστω έμμεση– νομιμοποίηση της κυβέρνησης στη Βεγγάζη.
Αποκορύφωμα της ιδιότυπης εκστρατείας του Χαφτάρ ήταν το επεισόδιο που στήθηκε εις βάρος της ευρωπαϊκής αποστολής, όταν τόσο ο Επίτροπος Μετανάστευσης όσο και οι αρμόδιοι υπουργοί Ελλάδας-Ιταλίας-Μάλτας κρίθηκαν ανεπιθύμητοι διότι αρνήθηκαν να γίνουν επισήμως δεκτοί από την κυβερνητική αντιπροσωπεία που ανέμενε στην αίθουσα υποδοχής του αεροδρομίου της Βεγγάζης.
Παραλλήλως, τις τελευταίες εβδομάδες, και παρά την παρουσία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού στα ανοιχτά της Λιβύης, καταγράφηκε ραγδαία αύξηση των μεταναστευτικών ροών από τα ανατολικά παράλια προς την Κρήτη, με τις τοπικές αρχές να είναι ολοφάνερο ότι ασκούν πλημμελώς τα καθήκοντά τους – και αυτό παρά το γεγονός ότι διαθέτουν ακριβείς πληροφορίες για τα δρομολόγια των λαθροδιακινητών και τα σημεία αναχώρησης των πλοιαρίων.
Η χρονική συγκυρία της –σε μεγάλο βαθμό υποκινούμενης– έξαρσης του Μεταναστευτικού συνδέεται και με τις ευρύτερες εξελίξεις στην αχανή αφρικανική χώρα, η οποία όχι μόνο αδυνατεί να ξεφύγει από τη σκληρή μετεμφυλιακή πραγματικότητα, αλλά αποσταθεροποιείται ακόμα παραπάνω, καθώς η νόμιμη –αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ και την ΕΕ– κυβέρνηση της Τρίπολης αμφισβητείται, ενώ την ίδια ώρα πολλαπλασιάζονται οι συγκρούσεις μεταξύ των διαφόρων ένοπλων ομάδων και οργανώσεων που διεκδικούν από τον πρωθυπουργό Ντιμπεϊμπά μερίδιο στη νομή της εξουσίας.
Είναι φανερό ότι ο στρατάρχης Χαφτάρ διαβλέπει ευκαιρία περαιτέρω ενίσχυσης του δικού του καθεστώτος στα ανατολικά, τόσο σε επίπεδο χρηματοδότησης όσο και έναντι του διεθνούς παράγοντα, επιδιώκοντας να καταστεί ακόμα πιο σημαντικός συνομιλητής των μεγάλων παικτών.
«Ο Χαλίφα Χαφτάρ θέλει προσοχή διότι μιλάει με όλους. Κάποτε διασώθηκε από τους Αμερικανούς, τώρα βρίσκεται σε απευθείας επικοινωνία με τη Μόσχα, συνεργάζεται στενά με την Αίγυπτο και τα Εμιράτα. Με λίγα λόγια, δεν μπορείς να τον βγάλεις έξω από το κάδρο», λέει στο Protagon έλληνας διπλωμάτης που γνωρίζει σε βάθος τις εξελίξεις στη Λιβύη.
Πράγματι, ο τρόπος που αντιμετώπισαν οι Βρυξέλλες την εκδίωξη της ευρωπαϊκής αποστολής ήταν εντυπωσιακά αναιμικός, ενώ δεν μπορεί να παραβλεφθεί ότι τόσο ο υπουργός Εξωτερικών κ. Γεραπετρίτης όσο και η Ρώμη επέλεξαν να κρατήσουν αποστάσεις από την ΕΕ, ουσιαστικά αφήνοντας να εννοηθεί ότι η Κομισιόν οργάνωσε ελλιπώς το ταξίδι στη Λιβύη. Δεν πέρασαν, άλλωστε, παρά λίγες ώρες έως ότου η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η Τζόρτζια Μελόνι και ο μαλτέζος ομόλογός τους συμφωνήσουν να εκκινήσουν οι διαδικασίες για την πραγματοποίηση μιας νέας αποστολής στη Βεγγάζη.
Είναι προφανές ότι οι Ευρωπαίοι και η Αθήνα χρειάζονται τον Χαφτάρ προκειμένου να μην έρθουν ξανά αντιμέτωποι με φαινόμενα των ετών 2015-16, όταν περισσότεροι από 1 εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες πέρασαν από τα ανατολικά σύνορα στην Ελλάδα και από εκεί στον ευρωπαϊκό Βορρά.
«Η δυτική Λιβύη έχει ήδη λάβει πάνω από 600 εκατ. ευρώ για την ανακοπή των μεταναστευτικών ροών προς την Ιταλία. Γιατί να μην κάνει το ίδιο και ο Χαφτάρ, ο οποίος αυτή τη στιγμή θέλει διακαώς τα λεφτά;», αναρωτιέται έμπειρος κοινοβουλευτικός. Ομως το ευρωπαϊκό χρήμα, εκτός από την πράξη, ουσιαστικά αποτελεί και ενός είδους νομιμοποίηση του καθεστώς της Ανατολικής Λιβύης. Από τη στιγμή που ένας διεθνής θεσμός όπως η ΕΕ πληρώνει, τότε καθιστά την κυβέρνηση της απόλυτης επιρροής του Χαφτάρ άμεσο συνομιλητή της.
«Εξ ου και στόχος του σκηνικού που στήθηκε στο αεροδρόμιο της Βεγγάζης ήταν η έμμεση αναγνώριση του πρωθυπουργού της Ανατολικής Λιβύης», επισημαίνει ο έλληνας διπλωμάτης, ο οποίος προσθέτει στη συζήτηση και την κρίσιμη παράμετρο της δια του χρήματος διατήρησης των εσωτερικών ισορροπιών στη Βεγγάζη και στο Τομπρούκ.
«Οι τοπικές αρχές, αλλά και οι διάφορες φυλές, διαχειρίζονται και βγάζουν κέρδος από το Μεταναστευτικό, άρα για να σταματήσουν θα πρέπει ο Χαφτάρ να τους δελεάσει με κάτι πολύ προσφορότερο». Δηλαδή το ευρωπαϊκό χρήμα που θα προκύψει μέσα από μια συμφωνία της Βεγγάζης με τις Βρυξέλλες, και θα αφορά κυρίως τη διάθεση μέσων επιτήρησης και κυρίως τη δημιουργία κέντρων κράτησης των εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών που φθάνουν από την Αίγυπτο και την Υποσαχάρια Αφρική.
Αν για τους Ευρωπαίους η συνεργασία με τις αρχές της Ανατολικής Λιβύης είναι απαραίτητη, για την Αθήνα αποτελεί απόλυτη ανάγκη. Η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί να αναχαιτίσει τις μεταναστευτικές ροές με μέτρα που στοχεύουν κυρίως στην αναμετάδοση του μηνύματος προς τα κυκλώματα, αλλά και τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, ότι το πολυδάπανο ταξίδι είναι επικίνδυνο και ενδεχομένως να καταστεί ατελέσφορο. Τόσο όμως η αποτροπή δια των φρεγατών όσο και η αναστολή της κατάθεσης αιτημάτων ασύλου είναι κινήσεις προβληματικές.
Η πρώτη, διότι ως γνωστόν τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού δεν προβλέπεται, εκ καθήκοντος και αποστολής, να ανακόπτουν την πορεία μικρών υπερφορτωμένων αλιευτικών, και η δεύτερη, διότι αποτελεί οριακή επιλογή έκτακτης ανάγκης, μαχητή σε νομικό επίπεδο, καθώς αντίκεται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αλλά κυρίως αμφίβολης αποτελεσματικότητας ως προς την ουσία του μεταναστευτικού-προσφυγικού ζητήματος.
Οπως αποδείχτηκε και στο παρελθόν, μεγάλο ποσοστό των μετακινούμενων πληθυσμών, ανεξαρτήτως αν θα φτάσουν στο τελικό προορισμό τους, προτιμά να πατήσει πάση θυσία σε ευρωπαϊκό έδαφος παρά να παραμείνει, υπό άθλιες συνθήκες, μεταξύ των συνόρων αφρικανικών χωρών ή, ακόμα χειρότερα, υπό ακραίο κίνδυνο στις εμπόλεμες ζώνες, όπως για παράδειγμα το Σουδάν.
Οσο δε για τις πολυπόθητες επιστροφές, την απειλή των οποίων κραδαίνουν οι ελληνικές αρχές, αν δεν υπάρχει διμερής συμφωνία με τις χώρες προέλευσης, τότε παραμένουν κενό γράμμα, όπως συμβαίνει εδώ και πολλά χρόνια, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Τα σχετικά στατιστικά στοιχεία, άλλωστε, είναι αποκαρδιωτικά.
«Δεν είναι δυνατόν όσοι έρχονται να μην καταγράφονται. Οι δε καταγραφές γίνονται σε συγκεκριμένα σημεία βάσει νόμου, στα ΚΥΤ των νησιών για παράδειγμα. Και αν δεν καταγράφονται πώς θα επιστρέφονται; Ποιοι είναι αυτοί που έρχονται και από που έρχονται;», λέει στο Protagon έμπειρο στέλεχος της δημόσιας διοίκησης με θητεία στο υπουργείο Μετανάστευσης στα δύσκολα χρόνια της μεταναστευτικής κρίσης.
Η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε δυσχερή θέση, γεγονός που αποδεικνύεται και με τις άστοχες δηλώσεις του αρμόδιου υπουργού αναφορικά με την τροφοδοσία των αιτούντων άσυλο. Το Μεταναστευτικό είναι ένα ζήτημα –με πτυχές που χαρακτηρίζονται έως και μη διαχειρίσιμες– το οποίο όχι μόνο πλήττει την εικόνα της Νέας Δημοκρατίας, αλλά δημιουργεί τριβές και ρήγματα τόσο στο εσωτερικό όσο και ευρύτερα στον χώρο της Δεξιάς.
Εξ ου και η Αθήνα θα επιδιώξει να διατηρήσει ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας με τον Χαφτάρ –κάτι που διαφάνηκε και από τις αλλεπάλληλες επαφές των γιων του στρατάρχη με τον πρόεδρο της ελληνικής κοινότητας και τον έλληνα πρόξενο στη Βεγγάζη–, ενώ είναι εύλογο ότι θα πρωτοστατήσει στις διεργασίες για την παροχή οικονομικής βοήθειας στην Ανατολική Λιβύη προκειμένου να περιοριστούν οι μεταναστευτικές ροές. Αλλωστε αυτή ήταν η προσέγγιση και στην περίπτωση της Αιγύπτου, όπου η ελληνική πρωτεύουσα ανέλαβε πρωτοβουλίες για τη συμφωνία οικονομικής βοήθειας μεταξύ Καΐρου και Κομισιόν.
Το μείζον ζήτημα που προκύπτει είναι ότι η Λιβύη συνολικά αποτελεί το απόλυτο παράδειγμα ενός failed state (αποδιαρθρωμένου κράτους), το οποίο εν μέσω κυκεώνα αλληλοσυγκρουόμενων τοπικών συμφερόντων και εμπλοκής ξένων παραγόντων, είναι αδύνατον να καταστεί αξιόπιστο. Οποιαδήποτε συμφωνία κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να τιναχτεί στον αέρα, αλλά αυτό είναι κάτι που τουλάχιστον προς το παρόν βαραίνει πολύ λιγότερο στο μυαλό των Ευρωπαίων σε σχέση με μια νέα έξαρση του Μεταναστευτικού.
Αθήνα και Βρυξέλλες μοιάζουν να σύρονται, θέλοντας και μη, στην κινούμενη άμμο της Λιβύης, ενώ μέσα σε αυτό το κλίμα ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης αναμένεται στις 15 Ιουλίου να ταξιδέψει για δεύτερη φορά τις τελευταίες δύο εβδομάδες στη Λιβύη, προκειμένου να συναντηθεί στην Τρίπολη με μέλη της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, που σε μεγάλο βαθμό ελέγχεται από την Αγκυρα.
Στο επίκεντρο της επίσκεψης θα βρεθούν οι θαλάσσιες ζώνες, με την ελληνική διπλωματία να στοχεύει –έστω στο εγγύς μέλλον– στην έναρξη συζήτησης για οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, κίνηση που θα μπορούσε να αποτελέσει τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο έμπρακτης αμφισβήτηση του τουρκολιβυκού μνημονίου. Φυσικά, τίποτα δεν προμηνύει ότι μεταξύ των δύο πλευρών υπάρχουν έστω τα παραμικρά περιθώρια σύγκλισης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
