Τι επιδιώκει ο Τραμπ κατεβάζοντας τον στρατό στο Λος Αντζελες;
Τι επιδιώκει ο Τραμπ κατεβάζοντας τον στρατό στο Λος Αντζελες;
Σε πρώτη ανάγνωση, η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να βγάλει την Εθνοφρουρά στους δρόμους του Λος Αντζελες, προκειμένου να καταστείλει τις διαμαρτυρίες κατά της μεταναστευτικής πολιτικής φαίνεται εντελώς άσκοπη. Μια «θεατρική κίνηση», την οποία ακολούθησε και ο υπουργός Αμυνας, Πιτ Χέγκσεθ, ο οποίος κινητοποίησε και τους πεζοναύτες. Η πολιτεία της Καλιφόρνιας αριθμεί από μόνη της περισσότερους από 75.000 ένστολους αστυνομικούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μερικές δεκάδες ταραχοποιούς που πετούσαν πέτρες.
Σε περίπτωση που δεν τα καταφέρουν, τότε η πολιτεία μπορεί να ζητήσει ομοσπονδιακή βοήθεια με δική της πρωτοβουλία. Οταν το είχε κάνει, κατά τη διάρκεια των πυρκαγιών στις αρχές του έτους, ο Τραμπ αρνήθηκε. Τώρα επιβάλλει βοήθεια που η πολιτεία δεν χρειάζεται και δεν θέλει.
Δεν πρόκειται για προσπάθεια αποκατάστασης της τάξης, γράφει το Atlantic, αλλά για μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής εκ μέρους του.
«Από την επιστροφή του Τραμπ στην προεδρία, τον Ιανουάριο, πολλοί πολιτικοί παρατηρητές προβληματίζονται για ένα παράδοξο. Από τη μία πλευρά, ο Τραμπ συνεχίζει να κάνει διεφθαρμένες και παράνομες ενέργειες. Εάν και όταν το κόμμα του χάσει την πλειοψηφία του στο Κογκρέσο –και επομένως την ικανότητα να προστατεύσει τον Τραμπ από την έρευνα και τη λογοδοσία– ο ίδιος πιθανότατα θα αντιμετωπίσει σοβαρούς νομικούς κινδύνους. Από την άλλη πλευρά, ο Τραμπ κάνει ακραία και αντιδημοφιλή πράγματα που φαίνεται βέβαιο ότι θα ανατρέψουν την πλειοψηφία του κόμματός του στις εκλογές του 2026. Δεν γνωρίζει ότι έρχονται οι ενδιάμεσες εκλογές; Γιατί δεν ανησυχεί περισσότερο;», γράφει το Atlantic.
Το γνωρίζει και το φοβάται και πιθανώς αυτό που έκανε στο Λος Αντζελες είναι μια «γενική πρόβα» για τον τρόπο με τον οποίο σκοπεύει να αντιμετωπίσει τον «εκλογικό κίνδυνο».
Από την επανεκλογή του Τραμπ, οι στενοί παρατηρητές της προεδρίας του φοβούνται μια συγκεκριμένη ακολουθία γεγονότων που θα μπορούσαν να διαδραματιστούν πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026:
Το πρώτο βήμα θα είναι η χρήση ομοσπονδιακών εξουσιών με τρόπους για να προκαλέσουν κάποιο είδος αναστάτωσης· φλόγες, καπνός, δυνατοί θόρυβοι, κυματισμός ξένων σημαιών.
Το δεύτερο βήμα θα είναι η επίκληση της αναστάτωσης για την κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης και ανάπτυξη ομοσπονδιακών στρατευμάτων.
Το τρίτο βήμα θα είναι η ανάληψη του ελέγχου των τοπικών κυβερνητικών επιχειρήσεων.
Με λίγα λόγια, θα μπορούσε να προσπαθήσει να επηρεάσει το αποτέλεσμα των εκλογών, πριν καν αυτές γίνουν.
Τον Νοέμβριο του 2020 άργησε. Οι εκλογές έγιναν και η χρήση του στρατού για την ανατροπή εκλογών που είχαν ήδη ολοκληρωθεί ήταν ένα πολύ ακραίο βήμα για έναν υπουργό Αμυνας που σέβεται τους νόμους, όπως ήταν ο Μαρκ Εσπερ. Ο Τραμπ στράφηκε στα δικαστήρια. Οταν αυτά τον απογοήτευσαν, επιχείρησε να ανατρέψει τις εκλογές με τη βία, και τότε το μόνο διαθέσιμο εργαλείο του ήταν το πλήθος που κάλεσε στην Ουάσινγκτον, στις 6 Ιανουαρίου 2021.
Ολα αυτά δεν είχαν πολλές πιθανότητες επιτυχίας: «Χωρίς την υποστήριξη οποιουδήποτε στοιχείου του στρατού, οι ταραχοποιοί του Τραμπ δεν μπορούσαν να επιβάλουν το αποτέλεσμα που ήθελε ο ίδιος», γράφει το Atlantic.
Ομως, οι μέθοδοι που εφάρμοσε ο Τραμπ στο Λος Αντζελες θα μπορούσαν να φανούν πολύ πιο αποτελεσματικές τον Νοέμβριο του 2026. Εάν ο Τραμπ μπορεί να υποκινήσει αναταραχές στις μπλε πολιτείες πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές, μπορεί να ασκήσει έκτακτες εξουσίες για να επιβάλει ομοσπονδιακό έλεγχο στη διαδικασία ψηφοφορίας. Ή μπορεί να αναστείλει εντελώς την ψηφοφορία μέχρι, κατά τη γνώμη του, να αποκατασταθεί η τάξη. Σε κάθε περίπτωση, οι έδρες των μπλε πολιτειών θα μπορούσαν να μείνουν κενές για κάποιο χρονικό διάστημα.
Υπάρχουν προηγούμενα για τέτοιες ενέργειες, σημειώνει το Atlantic. Το φθινόπωρο του 1871, ο πρόεδρος Γκραντ επέβαλε στρατιωτικό νόμο στις κομητείες της Νότιας Καρολίνας για να καταστείλει τις ταραχές της Κου Κλουξ Κλαν που παρεμπόδιζαν τη νόμιμη ψηφοφορία. Πιο πρόσφατα, ο κυβερνήτης της Κοινοπολιτείας των Βόρειων Μαριάνων Νήσων των ΗΠΑ καθυστέρησε τις τοπικές εκλογές, όταν η Σαϊπάν χτυπήθηκε από έναν υπερτυφώνα, τον Οκτώβριο του 2018. Τον ίδιο μήνα, ο ίδιος ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι ένα καραβάνι παράτυπων μεταναστών που κατευθύνονταν βόρεια προς τις ΗΠΑ αποτελούσε «εθνική έκτακτη ανάγκη» που θα δικαιολογούσε την αναστολή της πολιτικής εξουσίας και την ανάπτυξη του στρατού στις παραμεθόριες πολιτείες.
Κατά την πρώτη θητεία του, ο Τραμπ «προσέκρουσε» σε μια σειρά από άμεσους συνεργάτες του. Ο τότε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων, Μαρκ Μίλεϊ, απέρριψε την πρόταση του Τραμπ να πυροβολεί ο στρατός τους διαδηλωτές, κατά τη διάρκεια των ταραχών για τον Τζορτζ Φλόιντ, και ο Τραμπ έκανε πίσω.
Αλλά αντί για τον Εσπερ και τον Μίλεϊ, ο στρατός της δεύτερης κυβέρνησης Τραμπ διευθύνεται από έναν πρώην παρουσιαστή talk show που αντιμετωπίζει κατηγορίες για υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και σεξουαλική κακοποίηση. Ο Χέγκσεθ, γράφει το Atlantic, οφείλει τα πάντα στον Τραμπ.

Το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας και το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών διευθύνονται επίσης από πιστούς οπαδούς του με αμφιλεγόμενο παρελθόν. Αυτή η κυβέρνηση Τραμπ στέλνει μασκοφόρους πράκτορες στους δρόμους για να συλλάβουν και να κρατήσουν ανθρώπους –και, σε ορισμένες περιπτώσεις, στέλνει κρατούμενους σε φυλακή στο Ελ Σαλβαδόρ χωρίς να περάσουν από δικαστήρια– βάσει ενός νόμου του 1798 που αρχικά σχεδιάστηκε για να υπερασπιστεί τις ΗΠΑ από εισβολή της Γαλλίας.
Ο Τραμπ και η νέα ομάδα του χρησιμοποιούν με ενθουσιασμό τις κάθε είδους εξουσίες που έχουν στα χέρια τους, με τρόπους που δεν είχαν ποτέ προβλεφθεί. Ισως ο Τραμπ να δοκιμάζει ήδη τρόπους για να προστατεύσει τον εαυτό του από ένα –ενδεχομένως μη ευνοϊκό για τον ίδιο– αποτέλεσμα στις ενδιάμεσες εκλογές, υπονομεύοντας την ακεραιότητα των εκλογών αυτών.
Οι Times του Λονδίνου εκφράζουν περίπου την ίδια ανησυχία, γράφοντας ότι «οι διαμαρτυρίες κατά της καταστολής της μετανάστευσης στην Καλιφόρνια έδωσαν στον Τραμπ την τέλεια ευκαιρία να βελτιώσει τα διαπιστευτήριά του ως φορέας της τάξης και να δει πόσο μακριά μπορεί να επιβάλει τη θέλησή του σε μια πολιτεία που διοικείται από τους Δημοκρατικούς».
Το Λος Αντζελες είναι μια «πόλη-καταφύγιο» και η Καλιφόρνια είναι μια «πολιτεία-καταφύγιο», κάτι που σημαίνει ότι οι τοπικές αρχές περιορίζουν τη συνεργασία τους με ομοσπονδιακούς πράκτορες που επιδιώκουν να συλλάβουν και να απελάσουν παράνομους μετανάστες που ζουν κατά τα άλλα νομοταγείς ζωές. Ο Τραμπ έχει επανειλημμένα καταδικάσει την πολιτική της πόλης-καταφυγίου, την οποία έχουν υιοθετήσει περισσότερες από 500 πόλεις στις ΗΠΑ. Πολλές από αυτές έγιναν εστίες ταραχών, μετά τις σκληρές –και συχνά αδιαφανείς– αντιμεταναστευτικές τακτικές του.
Κατά την προεκλογική εκστρατεία, ο Τραμπ είχε πει ότι δεν θα δίσταζε να στείλει στρατεύματα εάν οι τοπικές αρχές αποτύγχαναν να αποτρέψουν βίαιες διαδηλώσεις. «Κοιτάξτε τι συμβαίνει στη χώρα μας», είχε πει σε μια συγκέντρωση, στην Αϊοβα, τον Μάρτιο του 2023. «Πρέπει να μας ζητήσει ο κυβερνήτης ή ο δήμαρχος να έρθουμε με τον στρατό. Την επόμενη φορά, δεν θα περιμένω».
Η επιθετική στάση του κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας υιοθετήθηκε, γράφουν οι Times. εν μέρει για να ρεφάρει τη ζημιά που υπέστη η φήμη του από τις ταραχές που προκάλεσαν οι δικοί του υποστηρικτές στις 6 Ιανουαρίου 2021.
Είναι επίσης μέρος της αντι-woke ατζέντας του, η οποία έχει μεγάλη απήχηση στους ψηφοφόρους και έχει το πρόσθετο πολιτικό όφελος ότι «κάνει τους Δημοκρατικούς, που υποστηρίζουν τα πολιτικά δικαιώματα, να φαίνονται σαν να τάσσονται με κάποιους “κακούς” χαρακτήρες, στην προκειμένη περίπτωση ταραξίες».
Ο Τραμπ πιστεύει ότι η κοινή γνώμη είναι με το μέρος του και αυτό, πράγματι, υποστηρίζεται από δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι το κλίμα στρέφεται κατά της μετανάστευσης στην Αμερική.
Η Gallup διαπίστωσε πέρυσι ότι η στάση των Αμερικανών απέναντι στη μετανάστευση έχει αλλάξει τα τελευταία τέσσερα χρόνια: το 55% θέλει τώρα να μειωθεί η μετανάστευση, ποσοστό που ήταν μόλις 30% το 2020. Μια δημοσκόπηση για το YouGov, την περασμένη εβδομάδα, έδειξε 50% έγκριση και 43% αποδοκιμασία για «τον τρόπο που ο Τραμπ χειρίζεται τη μετανάστευση», καθιστώντας την μία από τις πολιτικές του με την καλύτερη υποστήριξη.
Τα πολιτικά ένστικτα του Τραμπ τού λένε ότι μπορεί να προωθήσει την εικόνα του ισχυρού άνδρα και να αποδυναμώσει τους Δημοκρατικούς, χρησιμοποιώντας, ταυτόχρονα, το Λος Αντζελες ως «εργαστήριο» για να διευρύνει τα όρια του τι θεωρείται αποδεκτό στη χρήση στρατιωτικής βίας.
Αλλά είναι ένα επικίνδυνο τέχνασμα. Οι κανόνες εμπλοκής είναι ασαφείς, καταλήγουν οι Times, και το δημόσιο αίσθημα θα μπορούσε να αλλάξει ταχύτατα, αν Αμερικανοί σκοτωθούν από τα δικά τους στρατεύματα στην ίδια τους τη χώρα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
