904
| CreativeProtagon

Πόλεμος Ισραήλ – Ιράν: Γιατί οι αγορές δεν πτοούνται

Protagon Team Protagon Team 20 Ιουνίου 2025, 13:00

Πόλεμος Ισραήλ – Ιράν: Γιατί οι αγορές δεν πτοούνται

Protagon Team Protagon Team 20 Ιουνίου 2025, 13:00

Με τους βομβαρδισμούς ανάμεσα σε Ισραήλ και Ιράν σε πλήρη εξέλιξη και τη διεθνή κοινότητα να περιμένει με κομμένη την ανάσα την απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για τον βομβαρδισμό του πυρηνικού εργοστασίου Φόρντοου στο Ιράν, o Economist εξετάζει την εικόνα στις αγορές και τα ιστορικά της προηγούμενα.

Η βρετανική επιθεώρηση σημειώνει ότι στις 13 Ιουνίου, όταν άρχισαν να πέφτουν οι βόμβες, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του αμερικανικού δείκτη S&P 500 υποχώρησαν κατά 1,6%, ωστόσο στη συνέχεια, καθώς περνούσαν οι ώρες, η χρηματιστηριακή αγορά σημείωσε σταθερή άνοδο αγγίζοντας το ιστορικό υψηλό του.

Ο Economist σχολιάζει ότι τέτοιου τύπου (μη) αντιδράσεις συνοψίζονται από ένα νέο μότο της χρηματιστηριακής αγοράς: «Τίποτα δεν συμβαίνει ποτέ». Η φράση αυτή κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στο διαδικτυακό φόρουμ 4chan μια δεκαετία πριν (ίσως και παραπάνω) και έχει γίνει πλέον ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ των νεότερων επενδυτών.

Θεωρητικώς, η φράση μοιάζει εντελώς εκτός θέματος σε μια εποχή εμπορικών πολέμων και ανάφλεξης ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν. Είναι όμως έτσι; Το βρετανικό περιοδικό σημειώνει πως, αν λάβουμε υπόψη τον μακρύ κατάλογο των πρόσφατων γεγονότων που αρχικά φαινόταν να έχουν τεράστια σημασία αλλά τελικά εξαντλήθηκαν, η φράση «τίποτα δεν συμβαίνει ποτέ» φαίνεται πιο λογική. Τα παραδείγματα περιλαμβάνουν τις διαμαρτυρίες κατά του lockdown στην Κίνα, την εξέγερση της Ομάδας Βάγκνερ κατά του Πούτιν στη Ρωσία και τις συγκρούσεις μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν.

«Ο Σι Τζινπίνγκ και ο Βλαντίμιρ Πούτιν εξακολουθούν να βρίσκονται στην εξουσία, ενώ ο πυρηνικός πόλεμος έχει αποφευχθεί» επισημαίνει ο Economist. Και με αυτό τον τρόπο επικρατεί ο κυνισμός και οι αγορές συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Κρίση, ποια κρίση; Βάζοντας έναν τίτλο σε αυτό που συμβαίνει, η βρετανική επιθεώρηση υπογραμμίζει ότι η προσέγγιση «κρύβω το κεφάλι στην άμμο» είναι μια πιο εξελιγμένη στρατηγική από ό,τι φαίνεται αρχικά – και όχι μόνο επειδή οι τίτλοι των εφημερίδων τείνουν να υπερβάλλουν.

Στο πλαίσιο αυτό ο Economist αναφέρεται σε μια μελέτη που εκπονήθηκε το 1988 –από τους Ντέιβιντ Κάτλερ και Τζέιμς Ποτέρμπα, που τότε βρίσκονταν στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (MIT), αλλά και τον διάσημο οικονομολόγο Λάρι Σάμερς (τότε στο Χάρβαρντ και μετέπειτα υπουργό Οικονομικών του Κλίντον και σύμβουλο του Ομπάμα)–, η οποία προσπάθησε να προσδιορίσει τι πραγματικά επηρεάζει τις τιμές των μετοχών.

Οι τρεις οικονομολόγοι εξέτασαν πέντε δεκαετίες γεγονότων που άλλαξαν τον κόσμο, από την επίθεση της Ιαπωνίας στο Περλ Χάρμπορ το 1941 και την κρίση των πυραύλων στην Κούβα το 1962 έως την πυρηνική καταστροφή του Τσερνόμπιλ το 1986. Εξεπλάγησαν όταν ανακάλυψαν ότι η μεταβλητότητα των αποδόσεων στις αγορές τις ημέρες που συνέβαιναν κοσμοϊστορικά γεγονότα ήταν λιγότερο από τρεις φορές μεγαλύτερη από ό,τι σε μια συνηθισμένη ημέρα.

Ο Economist σχολιάζει ότι οι γεωπολιτικές απειλές συχνά οδηγούν σε αναγνώσεις του τύπου «όλα ή τίποτα», που είναι δύσκολο να αποτιμηθούν από τις αγορές. Αυτό ισχύει, δε, ιδιαιτέρως για καταστροφικά γεγονότα, τα οποία ενέχουν τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου. «Ας πάρουμε για παράδειγμα τη Νότια Κορέα, η οποία διαθέτει ένα χρηματιστήριο αξίας 2 τρισ. δολαρίων, που θα μπορούσε να καταστραφεί ολοσχερώς από τον πολεμοχαρή βόρειο γείτονά της. Πώς πρέπει ένας επενδυτής να αποτιμήσει την απειλή; Για τους Νοτιοκορεάτες, η απόπειρα αντιστάθμισης του κινδύνου έναντι ενός τέτοιου γεγονότος είναι σχεδόν αδύνατη. Πολλοί προτιμούν να αγνοούν αυτή την προοπτική» εξηγεί το περιοδικό.

Μια άλλη διάσταση του θέματος που προσεγγίζει η βρετανική επιθεώρηση είναι ότι οι αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία μειώνουν τον αντίκτυπο γεγονότων που άλλοτε θα προκαλούσαν αναταραχή. Για παράδειγμα, η πετρελαϊκή κρίση του 1973 και η έναρξη του πολέμου του Κόλπου το 1990 είχαν και οι δύο μακροχρόνιο αντίκτυπο στις χρηματιστηριακές αγορές.

Σήμερα, ωστόσο, οι ΗΠΑ εξάγουν ενέργεια χάρη στην επανάσταση του σχιστολιθικού πετρελαίου. Το γεγονός αυτό προστατεύει τους καταναλωτές της από τις διεθνείς εξελίξεις. Ενώ η άνοδος των παγκόσμιων τιμών του πετρελαίου ενθαρρύνει την εξερεύνηση και την αύξηση της παραγωγής μαύρου χρυσού στις ΗΠΑ, ενισχύοντας έτσι και την οικονομία. Και ό,τι συμβαίνει στην Αμερική έχει σημασία, πάνω από όλα για τις παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές.

«Από την άλλη πλευρά, η δυναμική των αγορών μπορεί να είναι αμείλικτη. Οι μετοχές τείνουν να ανεβαίνουν με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι καταναλωτές ξοδεύουν, οι επιχειρηματίες καινοτομούν και οι εταιρείες αναπτύσσονται. Τα κέρδη ανά μετοχή για τις αμερικανικές εταιρείες έχουν αυξηθεί κατά 250% περίπου τα τελευταία 15 χρόνια. Για να έχει ένα γεγονός σημαντική επίδραση, τουλάχιστον για περισσότερο από λίγες ημέρες, πρέπει να βλάψει αυτή τη δυναμική» συνοψίζει το βρετανικό περιοδικό.

Ακόμη και οι δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ –οι οποίοι, σε αντίθεση με πολλούς γεωπολιτικούς κινδύνους, έχουν άμεσο και ουσιαστικό αντίκτυπο στα κέρδη πολλών εταιρειών– δεν ήταν αρκετοί για να σταματήσουν τον κινητήριο μοχλό της ανάπτυξης που έχει ωθήσει την αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά πέρα από κάθε ανταγωνισμό, προσθέτει το βρετανικό περιοδικό. Τα αναμενόμενα κέρδη των εταιρειών του δείκτη S&P 500 για τους επόμενους 12 μήνες, ύψους 263 δολαρίων ανά μετοχή, είναι ελαφρώς υψηλότερα από τα επίπεδα που είχαν πριν από την ανακοίνωση του Τραμπ για την «Ημέρα της Απελευθέρωσης» – την ημέρα (2 Απριλίου) που ο πρόεδρος των ΗΠΑ ανακοίνωσε το μπαράζ των δασμών χαρακτηρίζοντάς τη «μία από τις πιο σημαντικές ημέρες στην αμερικανική Ιστορία».

Βεβαίως, ο Economist δεν αποκλείει να βρίσκεται καθ’ οδόν ένα γεγονός μεγάλης κλίμακας που θα μπορεί ταράξει τις αγορές και να κινητοποιήσει τους αγοραστές που σπεύδουν να εκμεταλλευτούν τις πτώσεις των χρηματιστηρίων.

Ευρύτερα, όμως, το συμπέρασμα της ανάλυσης του βρετανικού περιοδικού είναι ότι οι σημαντικές ειδήσεις που επηρεάζουν τις αγορές τείνουν όλο και περισσότερο να προέρχονται από την πραγματική οικονομία ή από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, και «όχι από τα πεδία μάχης ανά τον κόσμο». Και αυτό το γεγονός αποδεικνύει τελικά τη δύναμη του καπιταλισμού.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...