815
|

Αυτονομία, ετερονομία

Αυτονομία, ετερονομία

Τις επόμενες ώρες η ελληνική Βουλή θα ψηφίσει μέτρα που εμφανίζονται ως επινοημένα και επιβληθέντα από ξένους Θεσμούς. Aς προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το θέμα ψύχραιμα με επιστημονικούς και φιλοσοφικούς όρους.

Θα έλεγε κανείς αφελώς ότι βρισκόμαστε σε καθεστώς απόλυτης ετερονομίας με την έννοια ότι νόμος μας είναι ο νόμος του Άλλου. Τα μέτρα αυτά θα τα ψηφίσει ως δικά της η ελληνική Βουλή που είναι η ανεξάρτητη νομοθετική Αρχή της χώρας. Θα έλεγε κανείς, χωρίς καμιά αφέλεια, ότι με την υιοθέτησή τους μετακινούμαστε σε καθεστώς αυτονομίας με την έννοια ότι νόμος μας είναι αυτός που ψηφίσαμε για τον Εαυτό μας. Φυσικά αυτό το δεύτερο δεν θα το παραδεχθεί κανείς από τους πολιτικούς οργανισμούς της χώρας που, ορθά και όχι μόνο υποχρεωτικά λόγω της κρισιμότητας της κατάστασης, θα ψηφίσουν υπέρ μιας γνωστής και με αναμενόμενες πολλές εκπλήξεις ως προς τις συνέπειές της, συμφωνίας. Θα επιχειρηματολογούν όλοι πάνω στο επιχείρημα ότι «είναι αναγκαίο για τη διάσωση της ελληνικής κοινωνίας να γίνει η αποδοχή της ετερονομίας του ξένου που κάποιος δικός μας με τα λάθη του μας επέβαλε» και θα εφαρμόζουν μια δημαγωγική   πρακτική που θα γεμίζει το κοινωνικό φαντασιακό με παρανοϊκές παραμέτρους και αντιεπιστημονικές θεωρήσεις.

Ας δούμε κάποιες από αυτές:

– η «αναγκαιότητα για διάσωση» γίνεται μία αποκλειστικά «κακή συνθήκη» αφού για πολλά χρόνια ο κυρίαρχος λόγος ήταν αυτός της «αναγκαιότητας της εκπλήρωσης της επιθυμίας» με κάθε μέσον! Δεν θέλω να πω ότι πολλές ελληνικές οικογένειες και επιχειρήσεις είχαν χάσει το πνευματικό ισοζύγιο ανάμεσα στην αντικειμενική σκέψη και στην πίεση για εκπλήρωση των επιθυμιών τους (αυτές οι συγκροτημένες μονάδες άλλωστε κρατούν ακόμη τον κοινωνικό ιστό και δεν έχουμε καταρρεύσει). Υποστηρίζω ότι η μετακίνηση από το «ίσοι μπροστά στην ελευθερία» είχε μετατεθεί στο «ίσοι μπροστά στην απόκτηση καταναλωτικών αγαθών», νεφέλωμα πλασματικής δημοκρατικής εξομοίωσης των Ελλήνων, που έκρυβε την πραγματική «καλή συνθήκη» που είναι η γνώση ότι η ζωή είναι συνεχώς αγώνας για «διάσωση» ατομική και συλλογική.

-«η αποδοχή της ετερονομίας του ξένου». Η αναγνώριση της ετερονομίας ως της πρωταρχικής συνθήκης που καθορίζει το ανθρώπινο όν είναι βασική γνώση για τη ρεαλιστική αναπαράσταση του εαυτού μας. Ας αναφέρω ενδεικτικά ότι οι βιολογικοί μας ρυθμοί και λειτουργίες είναι νόμοι «από έξω» που μας επιβάλλονται (έστω και αν αυτό το «έξω» είναι το σώμα μας), ότι από την πρώτη στιγμή που αρχίζουμε την επαφή με τον κόσμο η μητέρα μάς δίνει μαζί με το γάλα της και όλες τις θεμελιώδεις αρχές του πολιτισμού μέσα στον οποίο αυτή συνειδητά και ασυνείδητα εγγράφεται, ας πω ότι μας «εμβαπτίζει στο νόμο της δικής της επιθυμίας να έχουμε ταυτότητα συμβατή με τον δικό της πολιτισμό», και ότι προοδευτικά υποχρεωνόμαστε στην αναγνώριση εξωτερικών κωδίκων και νόμων που εγγράφουμε στην ψυχή μας είτε ως νόμους του Άλλου είτε στην καλύτερη περίπτωση, όταν τους αποδεχόμαστε, ως δικούς μας. Έτσι το ζήτημα της υποταγής στη θέληση ή στη δύναμη του Άλλου, που κάνουμε σαν τώρα να μας προέκυψε ως ατύχημα, δεν είναι παρά η με έκπληξη οδυνηρή αναγνώριση μιας διαρκούς συνθήκης και μοιάζει να συμβαίνει παράλληλα με την αναγνώριση της απόλυτης αδυναμίας μας.

Ο αγώνας για την «αυτονομία» γίνεται ενάντια στην ετερονομία, η οποία από την αρχή προσπαθεί να μπει «στο πετσί μας» και στην ψυχή μας και να μας διαμορφώσει, δες διαστρεβλώσει, καλλιεργώντας μας το «αίσθημα της αγέλης» και την ελπίδα να ζήσουμε κάτω από τον δικό της νόμο. Η κορύφωση της κρίσης ανέδειξε το ότι χωρίς «αυτάρκεια για επιβίωση», χωρίς να μπορούμε οι ίδιοι να σώσουμε τους εαυτούς μας, η λέξη «αυτονομία» είναι κενή περιεχομένου και η «ετερονομία» η συνθήκη που θα εκλιπαρούμε να επιβάλει ο αφέντης. Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα καταθλιπτική και δημιουργεί ένα σύγχρονο συλλογικό τραύμα γιατί κανείς Έλληνας δεν μπορεί να εθελοτυφλήσει και να μην παραδεχθεί σε ποιό σκέλος του δίπολου «αφέντης-δούλος» βρισκόμαστε. Το μόνο, ίσως, κέρδος θα ήταν ένα πρώτο βήμα αυτογνωσίας ως προς την αναγνώριση των βαθύτερων αιτίων που εμπόδισαν «τη δύναμη για θέληση» (Νίτσε) αυτόνομης ελληνικής κοινωνίας.

Όμως ένα τέτοιο σχέδιο αναγνώρισης των φανερών και των κρυμμένων δυναμικών που κράτησαν την Ελλάδα σε κατάσταση εξάρτησης δεν πριμοδοτείται ως συλλογική σκέψη αλλά αντιθέτως ανακόπτεται από τη συνεχή απόδοση ευθυνών του ενός «δικού μας» στον «άλλον δικό μας». Η προβολή της ευθύνης στον Άλλον έχει σαν στόχο όχι μόνο την αποενοχοποίηση αλλά και την στροφή της βίας από τον εαυτό (στον οποίο θα έπρεπε να την στρέψω αναγνωρίζοντας τα λάθη μου άρα και την ανάγκη τιμωρίας μου) στον Άλλον. Μήπως όμως και οι μεν και οι δε δεν αποτελούν παρά συμπληρωματικές πλευρές του εποικοδομήματος της ελληνικής μεταπρατικής κοινωνίας (Κωστής Μοσκώφ) που πολλαπλασίασε τα εσωτερικά ζεύγη «αφέντη-δούλου» για την εσωτερική κυριαρχία και τη σαγήνη των ξένων μεγάλων αφεντικών;

Έχοντας κάπως διαβάσει τον Κορνήλιο Καστοριάδη, γνωρίζω ότι η αυτονομία δεν μπορεί να προκύψει παρά μόνο μέσα από συλλογικές διαδικασίες αναθεώρησης των εργαλείων σκέψης και των μεθόδων πρακτικής και ότι καμιά από τις υπάρχουσες θεσμοθετημένες δομές εξουσίας δεν θα ευνοήσει μια τέτοια συλλογικότητα. Χωρίς όμως μια τέτοια αλλαγή οι ίδιοι που βάζουν τις πυρκαγιές θα εμφανίζονται και ως πυροσβέστες μέχρι την πλήρη αποτέφρωση.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News