1229
| REUTERS/Jon Nazca

Η αποτυχία της ελεύθερης μετανάστευσης

Η αποτυχία της ελεύθερης μετανάστευσης

Η αποτρόπαια επίθεση από έναν Γαλλοτυνήσιο έναντι του πλήθους που γιόρταζε την Ημέρα της Βαστίλης, επίθεση κατά την οποία σκοτώθηκαν 84 άνθρωποι και τραυματίστηκαν εκατοντάδες άλλοι, θα δώσει στην Μαρίν Λεπέν, την ηγέτιδα του Εθνικού Μετώπου, τεράστια ώθηση στις προεδρικές εκλογές την επόμενη άνοιξη. Δεν έχει σημασία αν ο δολοφόνος, ο Μοχάμεντ Λαχουέζ Μπουχλέλ, όντως είχε σχέσεις με τον ριζοσπαστικό ισλαμισμό. Σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, ένα τοξικό μείγμα προσωπικής, οικονομικής και πολιτιστικής ανασφάλειας τροφοδοτεί αντιμεταναστευτικά συναισθήματα και πολιτικές, ακριβώς την ώρα που η διάλυση των μεταποικιακών κρατών στο ισλαμικό τόξο παράγει ένα προσφυγικό πρόβλημα σε μια κλίμακα που δεν έχουμε ξαναδεί από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Την τελευταία τριακονταετία, ένα βασικό διακριτικό γνώρισμα για τις φιλελεύθερες-δημοκρατικές κοινωνίες ήταν το ότι ήταν ανοιχτές στους νεοφερμένους. Μόνο οι φανατικοί δεν μπορούσαν να δουν ότι η μετανάστευση ωφελεί και αυτούς που φιλοξενούν και τους μετανάστες. Εργο της πολιτικής ηγεσίας ήταν, λοιπόν, να κρατά αυτές τις απόψεις μακριά από τον κυρίαρχο λόγο και να διευκολύνει την ενσωμάτωση ή την αφομοίωση. Δυστυχώς, οι περισσότερες δυτικές ελίτ δεν κατάφερναν να εκτιμήσουν τις συνθήκες της επιτυχίας.

Αν και η κίνηση των εθνών έχει υπάρξει μόνιμο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ιστορίας, υπήρξε σχετικά αναίμακτη μόνο όταν γινόταν προς αραιοκατοικημένα ή αναπτυσσόμενα εδάφη. Μια κλασική περίπτωση ήταν οι μεταναστεύσεις τον 19ο αιώνα από την Ευρώπη στον Νέο Κόσμο. Μεταξύ του 1840 και του 1914, έφυγαν από την Ευρώπη 55 εκατομμύρια άνθρωποι για την Αμερική, ένα κύμα που σε σχέση με τον τότε πληθυσμό ήταν αναλογικά πολύ μεγαλύτερο από αυτό μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σχεδόν όλοι όσοι μετακινήθηκαν ήταν οικονομικοί μετανάστες, σπρωγμένοι μακριά από τις χώρες τους από την πείνα και την καταπίεση της αγροτιάς· στον Νέο Κόσμο τους τράβηξε η υπόσχεση της δωρεάν γης και μιας καλύτερης ζωής.

Καθώς ο κόσμος εκβιομηχανιζόταν και ο πληθυσμός αυξανόταν, η ροή των ανθρώπων από τις ανεπτυγμένες στις αναπτυσσόμενες χώρες αντιστρεφόταν. Η ένδεια και η πείνα εξακολουθούσαν να σπρώχνουν τους μετανάστες μακριά από τις φτωχές χώρες. Ωστόσο ο παράγοντας που τους προσείλκυε δεν ήταν η δωρεάν γη αλλά οι καλύτερες δουλειές στις ανεπτυγμένες χώρες.

Δίπλα στα οικονομικά κίνητρα για την μετανάστευση, πάντα υπήρχε και κάτι άλλο: οι εθνοτικές, θρησκευτικές και πολιτικές διώξεις

Αυτό έβαλε τις βάσεις για την σημερινή ένταση. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δυτικές κυβερνήσεις χάραξαν πολιτικές που στόχευαν στο να ισορροπήσουν τα οικονομικά οφέλη της μετανάστευσης (φτηνό εργατικό δυναμικό) με την προστασία των θέσεων εργασίας στο εσωτερικό και του τρόπου της ζωής. Μεταξύ του 1955 και του 1973, για παράδειγμα, η Δυτική Γερμανία δέχτηκε 14 εκατομμύρια «φιλοξενούμενους εργάτες» (γκασταρμπάιτερ), κατά κύριο λόγο από την Τουρκία. Ωστόσο, αν και οι εργάτες θα έπρεπε να επιστρέψουν στις πατρίδες τους μέσα σε δύο χρόνια, σταδιακά αυτοί οι έλεγχοι χαλάρωσαν σαν μέρος της γενικότερης τάσης για ελεύθερο εμπόριο και ελεύθερη κίνηση του κεφαλαίου.

Δίπλα στα οικονομικά κίνητρα για την μετανάστευση, πάντα υπήρχε και κάτι άλλο: οι εθνοτικές, θρησκευτικές και πολιτικές διώξεις. Στα παραδείγματα περιλαμβάνονται η εκδίωξη των Εβραίων από την Ισπανία το 1492, των Ουγενότων από τη Γαλλία το 1685, των Γερμανών και άλλων λαών από την Ανατολική Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κάποιων Παλαιστινίων από το Ισραήλ το 1948, και των Ινδών από την Ουγκάντα τη δεκαετία του 1970.

Τα τελευταία χρόνια οι πρόσφυγες εγκαταλείπουν τις χώρες τους είτε λόγω δίωξης είτε λόγω ακραίας ανασφάλειας μετά από την διάλυση του κράτους. Αυτό το είδαμε στα Βαλκάνια τη δεκαετία του 1990 και στο Αφγανιστάν και στο Κέρας της Αφρικής τη δεκαετία του 2000. Τα πέντε εκατομμύρια Σύροι που είναι τώρα στην Τουρκία, στον Λίβανο και στην Ιορδανία είναι το πιο πρόσφατο και το πιο δραματικό παράδειγμα αυτού του μοτίβου.

Για αυτή την κατηγορία των μεταναστών, οι παράγοντες που τους ωθούν μακριά είναι οι πλέον σημαντικοί. Το όριο, ωστόσο, ανάμεσα στους πρόσφυγες και τους οικονομικούς μετανάστες γίνεται με την πάροδο του χρόνου θολό. Η ιστορία δείχνει ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες δεν επιστρέφουν στην χώρα καταγωγής τους. Χρειάζεται πάρα πολύς χρόνος για να υποχωρήσει το αίσθημα της ακραίας ανασφάλειας και, εν τω μεταξύ, η γοητεία μιας καλύτερης ζωής κυριαρχεί.

Αυτό εξηγεί ένα σημαντικό παράγοντα για τις αντιλήψεις των ανθρώπων: οι περισσότεροι πολίτες στις χώρες φιλοξενίας δεν μπορούν να κάνουν τη διάκριση ανάμεσα σε οικονομικούς μετανάστες και πρόσφυγες. Και τους δύο τους βλέπουν κυρίως σαν διεκδικητές των πόρων που υπάρχουν και όχι σαν δημιουργούς νέων πόρων. Η φυγή από την Κένυα των προερχόμενων από της ανατολική Ασία κατά τη διάρκεια της εκστρατείας «αφρικανοποίησης» οδήγησε κατευθείαν στην βρετανική αντιμεταναστευτική νομοθεσία του 1968.

Η εποχή της χωρίς έλεγχο, μαζικής μετακίνησης πληθυσμών φτάνει στο τέλος της

Αυτή η ιστορική προοπτική υποδεικνύει τρία συμπεράσματα. Πρώτον, το αντιμεταναστευτικό αίσθημα δεν βασίζεται μόνο στις προκαταλήψεις, την άγνοια ή τον πολιτικό καιροσκοπισμό. Η αντιμεταναστευτική ρητορική δεν είναι απλά μια κοινωνική κατασκευή. Οι λέξεις δεν είναι καθρέφτες των πραγμάτων «εκεί έξω», αλλά έχουν και κάποια σχέση με τέτοια πράγματα. Δεν μπορείς να χειραγωγήσεις κάτι, αν δεν υπάρχει κάτι για να χειραγωγήσεις. Δεν θα έχουμε και πολλή τύχη στο να αλλάξουμε τις λέξεις, παρά μόνο αν αλλάξουμε τις πραγματικότητες στις οποίες αναφέρονται.

Δεύτερον, η εποχή της χωρίς έλεγχο, μαζικής μετακίνησης πληθυσμών φτάνει στο τέλος της. Οπως έδειξε η ψήφος για το Brexit, η πολιτική τάξη της Ευρώπης υποτίμησε κατά πολύ τις πιέσεις που προκλήθηκαν από την ελεύθερη κίνηση μεταξύ των συνόρων – ένα παλιό σύνθημα του αποτυχημένου νεοφιλελεύθερου σχεδίου για την μεγιστοποίηση της κατανομής των πόρων μέσω των αγορών. Οι επικριτές του νεοφιλελευθερισμού δεν μπορούν να εξαιρέσουν συστηματικά τις κινήσεις των πληθυσμών από τον έλεγχο. Πράγματι, το μοιραίο σφάλμα της ελεύθερης κίνησης μέσα στην ΕΕ είναι ότι πάντα προϋπέθετε ένα κράτος για να ελέγχει την κίνηση. Αυτό το κράτος δεν υπάρχει. Το να δίνεις ένα ευρωπαϊκό διαβατήριο δεν νομιμοποιεί την ενιαία αγορά εργασίας, κάτι που είναι η αιτία για την οποία τα «φρένα εκτάκτου ανάγκης» για την μετανάστευση μέσα στην ΕΕ είναι αναπόφευκτα.

Τρίτον, πρέπει να αποδεχτούμε το γεγονός ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες που φτάνουν στην ΕΕ δεν θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους.

Ο δρόμος μπροστά μας είναι δύσκολος. Τα πιο εύκολα βήματα είναι αυτά που αυξάνουν την ασφάλεια των ψηφοφόρων με την ευρεία έννοια, διότι τέτοιες πολιτικές είναι υπό τον έλεγχο των ηγεσιών. Αυτά τα μέτρα δεν θα περιλαμβάνουν μόνο ένα όριο στον αριθμό των οικονομικών μεταναστών, αλλά και πολιτικές που θα οδηγούν στην προσδοκία πλήρους απασχόλησης και συνέχειας στο εισόδημα. Μόνο αν περιοριστεί η αβεβαιότητα των ψηφοφόρων υπάρχει ελπίδα για ενεργές πολιτικές για την απορρόφηση ή την ένταξη των προσφύγων, τους αριθμούς των οποίων προσφύγων οι δυτικοί ηγέτες δεν μπορούν να ελέγξουν απευθείας.

Το άλυτο πρόβλημα είναι πώς να περιορίσουμε αυτούς τους παράγοντες που ωθούν τους ανθρώπους μακριά από τις χώρες τους.

Μπορούμε να ελπίζουμε ότι οι οικονομικές εξελίξεις στην Ανατολική Ευρώπη ή το Μεξικό θα εξισορροπήσουν τις συνθήκες σε επαρκή βαθμό για να τερματίσουν τις καθαρές ροές από την μία περιοχή στην άλλη. Ωστόσο, ο τερματισμός της ροής των προσφύγων από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική είναι από μόνο του έργο πιο δύσκολο. Η αποκατάσταση της τάξης και η δημιουργία νομιμοποιημένης εξουσίας είναι προϋποθέσεις οικονομικής ανάπτυξης – αλλά δεν γνωρίζουμε πώς γίνεται αυτό. Σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να χρειάζεται επαναχάραξη συνόρων. Είναι, πάντως, δύσκολο να το δεις να συμβαίνει χωρίς χρόνια συγκρούσεων ή να γνωρίζεις με ποιο τρόπο μπορεί η Δύση να μειώσει την αιματοχυσία.

Ενα πράγμα μου φαίνεται βέβαιο: χωρίς αυξημένη ασφάλεια και στις δύο πλευρές, η πολιτική βία θα ξεχυθεί από τον ισλαμικό κόσμο στους πιο κοντινούς γείτονές του στην Ευρώπη.


* Ο Ρόμπερτ Σκιντέλσκι (Robert Skidelsky) αρθρογραφεί στο Project Syndicate. Είναι ομότιμος καθηγητής στο πανεπιστήμιο Warwick και μέλος της Βουλής των Λόρδων.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...