1113
| Intime News / Reuters

Ελλάδα-Τουρκία: Προτεραιότητα ένα ήρεμο καλοκαίρι 

|Intime News / Reuters

Ελλάδα-Τουρκία: Προτεραιότητα ένα ήρεμο καλοκαίρι 

Να προφυλάξει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις από πιθανές αναταράξεις που μπορεί να προκύψουν λόγω των εκατέρωθεν πρωτοβουλιών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο επιχειρεί η Αθήνα, παραμένοντας πιστή στη λογική ότι εν μέσω της διεθνούς αναταραχής και με το ενδιαφέρον της Δύσης να είναι στραμμένο αποκλειστικά στα μέτωπα της Μέσης Ανατολής και της Ουκρανίας, δεν υπάρχουν περιθώρια αναζωπύρωσης περιφερειακών εντάσεων.

Στο πλαίσιο αυτό δεν περνά απαρατήρητη η εξαιρετικά προσεκτική ανάπτυξη των ελληνικών θέσεων, είτε αυτές αφορούν διπλωματικές κινήσεις είτε επιλογές του πεδίου. Εκκινώντας από την κατάθεση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού στα μέσα Απριλίου (σημειώνεται ότι ακόμα δεν έχουν καταχωρηθεί οι συγκεκριμένες χρήσεις σε κάθε περιοχή), η Αθήνα χάραξε μεν τα όρια της δυνητικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, αποτυπώνοντας όμως τα χωρικά ύδατα των νησιών στα 6 και όχι στα 12 ναυτικά μίλια, με την υποσημείωση ότι διατηρεί αναφαίρετο το σχετικό δικαίωμα επέκτασης στο μέλλον.

Η συγκεκριμένη επιλογή εκτιμήθηκε ως μήνυμα κοινής κατανόησης- αν όχι ως αποτέλεσμα συνεννόησης- γεγονός που σε ένα βαθμό επιβεβαιώνεται από τη σχετικά ήπια αντίδραση της Aγκυρας, μέσω μιας εν πολλοίς αναμενόμενης ανακοίνωσης του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, ενώ την ίδια ώρα δεν έχει υπάρξει έως σήμερα δημοσίευση αντίστοιχου χάρτη όπως συστηματικά διακινείτο ότι θα συμβεί από την άλλη πλευρά του Αιγαίου.

Η έτερη, δε, πιθανή αιτία τριβής μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, δηλαδή η ανακήρυξη των θαλάσσιων πάρκων από την πλευρά της Αθήνας, φαίνεται ότι απαλείφεται, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης προανήγγειλε ότι εκτός του Ιονίου, το δεύτερο πάρκο θα βρίσκεται στο Αιγαίο, «στις νότιες Κυκλάδες». Ετσι λοιπόν δεν επελέγη, τουλάχιστον για το επόμενο ικανό χρονικό διάστημα, η περιοχή των Δωδεκανήσων, κάτι που θα οδηγούσε στη σφοδρή αντίδραση της Αγκυρας και στην επαναφορά στη δημόσια συζήτηση των αιτιάσεων περί «γκρίζων ζωνών».

Και στη συγκεκριμένη περίπτωση γίνεται κατανοητό ότι η ελληνική κυβέρνηση κινείται με εξαιρετικά προσεκτικά βήματα, ούσα υποχρεωμένη να ζυγίσει τα θετικά και τα αρνητικά των επιλογών της: ποιον θα συνέφερε να ενσκήψει τώρα μια διπλωματική αντιπαράθεση με την Τουρκία για το ζήτημα των θαλάσσιων πάρκων; Η απάντηση είναι φανερή, με τους ιθύνοντες στο Μέγαρο Μαξίμου και το υπουργείο Εξωτερικών να εκτιμούν ότι είναι προτιμότερο να δεχθούν την εσωτερική κριτική από το να διολισθήσουν σε μια ελληνοτουρκική κρίση.

Εξίσου προσεκτική ήταν και η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο ερώτημα που του τέθηκε κατά τη διάρκεια της συνόδου νοτιοανατολικής Ευρώπης – Ουκρανίας για τη συμμετοχή τρίτων χωρών στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας, σε αντίθεση μάλιστα με τα όσα είχε αναφέρει ρητά προ εβδομάδων στη συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΙ. Ενώ, λοιπόν, απευθυνόμενος στο εσωτερικό ακροατήριο είχε συνδέσει εμμέσως πλην σαφώς την παρουσία της Τουρκίας στο πρόγραμμα SAFE με την άρση του casus belli, στην Οδησσό ο κ. Μητσοτάκης ήταν φανερά πιο ήπιος λέγοντας ότι όποιο κράτος θέλει πρόσβαση σε ευρωπαϊκά χρήματα «θα χρειαζόταν τουλάχιστον να βρίσκεται σε κάποια ευθυγράμμιση με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας της ΕΕ».

Πάντως, διπλωματικές πηγές με άριστη γνώση της στρατηγικής της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εξωτερικών, επισημαίνουν ότι «μπορεί μεν η λογική να είναι ότι πηγαίνουμε με προσεκτικά βήματα, υλοποιούμε όμως και αυτά που πρέπει, χωρίς να δημιουργούνται προβλήματα, παρά το γεγονός ότι η άλλη πλευρά ενοχλείται». Και ως τέτοια βήματα αναφέρουν πρωτίστως την παραχώρηση αδειών έρευνες στη Chevron στα νότια της Κρήτης, αλλά ακόμα και την κατάθεση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού και την ανακήρυξη των θαλάσσιων πάρκων.

Εως τώρα, πάντως, όσοι προέβλεπαν ότι τα εν λόγω ζητήματα θα οδηγούσαν σε ένα θερμό καλοκαίρι διαψεύδονται, γεγονός που αποδεικνύει ότι πράγματι η Αθήνα κινήθηκε μετριοπαθώς, αποφεύγοντας κατά περίπτωση να ασκήσει, έστω επί χάρτου, τα πλήρη κυριαρχικά δικαιώματά της, προκειμένου να αποφύγει τις εντάσεις. Κάτι αντίστοιχο, βεβαίως, δεν ισχύει στην περίπτωση των ερευνών για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας- Κύπρου- Ισραήλ, όπου η τουρκική παρέμβαση επί του πεδίου έφερε τις δύο πλευρές στα όρια της κρίσης, οδηγώντας μάλιστα στο «πάγωμα» του έργου.

Το μείζον ερώτημα που προκύπτει είναι αν και πότε θα συγκληθεί τελικά το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας και κυρίως αν υπάρχει πράγματι λόγος στην τρέχουσα συγκυρία να πραγματοποιηθεί μια ακόμα συνάντηση κορυφής Μητσοτάκη – Ερντογάν. Κρίνοντας, ευλόγως, από τη μετρημένη ελληνική στάση, η πρώτη εκτίμηση που προκύπτει είναι ότι πράγματι η Αθήνα θα ήθελε να συνεδριάσει το όργανο στην τουρκική πρωτεύουσα ώστε αφενός να μεταδοθεί για ακόμα μια φορά μία εικόνα σύμπλευσης που θα εξασφάλιζε τη νηνεμία στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο για τους επόμενους μήνες, αφετέρου να επικοινωνηθεί ότι παρά τις διαφορές και την τουρκική αντίδραση η Αθήνα είναι ικανή να αναπτύσσει τις θέσεις της όπου και όταν αυτό χρειαστεί.

Από την άλλη πλευρά, η πραγματικότητα είναι ότι αυτή τη στιγμή η ατζέντα ενός Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας είναι σχεδόν άδεια. «Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι απαραίτητο να υπάρχει κάτι παραδοτέο, έστω σε χαμηλό επίπεδο ώστε να διατηρηθεί μια σχετική δυναμική στη διαδικασία, αλλά αυτή τη στιγμή είμαστε αρκετά μακριά από κάτι τέτοιο», λέει στο Protagon ανώτερη διπλωματική πηγή. Ενδεχομένως οι συναντήσεις της Πέμπτης και της Παρασκευής στην Αγκυρα για τον πολιτικό διάλογο και τη «θετική ατζέντα» να λειτουργούσαν προς αυτήν την κατεύθυνση, χωρίς όμως- τουλάχιστον προς ώρας- να έχει προκύψει κάτι χειροπιαστό.

Οπως όλα δείχνουν οι κ.κ. Μητσοτάκης και Ερντογάν δεν θα έχουν ουσιαστική συνάντηση ούτε στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη, κυρίως εξαιτίας του βεβαρημένου προγράμματος των ηγετών, αλλά και της αναταραχής που είναι βέβαιο ότι θα προκύψει μετά την πρόταση του Γενικού Γραμματέα της Συμμαχίας, σε κοινή γραμμή με τις Ηνωμένες Πολιτείες, για αύξηση των εθνικών δαπανών υπέρ της άμυνας στο 5%.

Η ίδια πηγή επισημαίνει ότι μια τέτοια συνάντηση θα μπορούσε να λειτουργήσει προπαρασκευαστικά για τη διεξαγωγή του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, με τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη να υπογραμμίζει, μάλιστα, το πρωί της Παρασκευής ότι αυτό «θα οργανωθεί σε χρόνο στον οποίο θα επιλέξουν οι δύο ηγέτες». Αρα αυτά που προκύπτουν είναι ότι αφενός ο προγραμματισμός για ένα πιθανό ταξίδι του Ελληνα πρωθυπουργού στην Τουρκία στις αρχές Ιουλίου παραμένει στον αέρα, αφετέρου ότι το τι μέλλει γενέσθαι εξαρτάται από τις προθέσεις στο ανώτατο επίπεδο, δηλαδή μεταξύ των κ. Μητσοτάκη και Ερντογάν.

Ανεξαρτήτως της πορείας που θα λάβει ο ελληνοτουρκικός διάλογος, η Αθήνα καλείται να αντιμετωπίσει και άλλα μέτωπα, με τις εξελίξεις που προκύπτουν να είναι σε πολλές περιπτώσεις ξαφνικές, όπως για παράδειγμα συνέβη με το ζήτημα της ιδιοκτησίας της Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά ή με τη σύσταση επιτροπής από τη Βουλή της Ανατολικής Λιβύης για την επικύρωση του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου. Η Λιβύη θα βρεθεί τις επόμενες εβδομάδες στο επίκεντρο των ενεργειών της ελληνικής διπλωματίας, με τον κ. Γεραπετρίτη να προαναγγέλλει επίσκεψη τόσο στην Τρίπολη, όσο και στη Βεγγάζη, όχι απλώς προς αποκατάσταση και ενίσχυση των διμερών σχέσεων αλλά κυρίως για τη διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος. Οι ροές από τις ανατολικές ακτές της Λιβύης προς την Κρήτη είναι ήδη πολύ αυξημένες, με την ελληνική κυβέρνηση να βρίσκεται σε εγρήγορση προκειμένου να αποφευχθεί μια νέα έξαρση κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...