1377
| REUTERS/Umit Bektas, Intime News

Αναθεωρητική Τουρκία: Η Ανατολική Μεσόγειος στο κόκκινο

|REUTERS/Umit Bektas, Intime News

Αναθεωρητική Τουρκία: Η Ανατολική Μεσόγειος στο κόκκινο

Να επιβάλει τη δική της –αναθεωρητική– λογική στην Ανατολική Μεσόγειο επιδιώκει η Τουρκία, αφενός εναγκαλιζόμενη, σε βαθμό σχεδόν δοροφοροποίησης, τόσο τη Λιβύη όσο και τη Συρία, αφετέρου διαμορφώνοντας συστηματικά διά δηλώσεων και κατευθυνόμενων δημοσιευμάτων την ατμόσφαιρα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με Αθήνα και Αγκυρα να οδηγούνται πλέον σταδιακά, αλλά σχεδόν αναπόφευκτα, σε τροχιά αντιπαράθεσης. Παρότι οι προθέσεις της τουρκικής διπλωματίας είναι έκδηλες, στην ελληνική πρωτεύουσα προτιμούν να κρατούν χαμηλά τους τόνους, τουλάχιστον προς το παρόν, ενισχύοντας τα υπάρχοντα –αλλά και αναζητώντας επιπλέον– ερείσματα στην ευρύτερη περιοχή. 

Μετά τις αλλεπάλληλες αντιδράσεις αρχικά της μεταβατικής κυβέρνησης της Τρίπολης και εν συνεχεία της διοίκησης της Ανατολικής Λιβύης –κατά πολλούς αμφότερες είναι υποκινούμενες από την Τουρκία– έναντι της δημοσίευσης του διαγωνισμού για την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στα νότια της Κρήτης, την περασμένη Πέμπτη ήρθε ξανά στο προσκήνιο ζήτημα περί πιθανής οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ της Άγκυρας και της κυβέρνησης Αλ Σάρα στη Συρία. 

Η σχετική συζήτηση είχε ξεκινήσει στις αρχές του 2025 από τούρκους αναλυτές στα ΜΜΕ της γείτονος, λαμβάνοντας ιδιαίτερη προβολή και σε ελληνικά μίντια, αλλά σταδιακά απώλεσε την όποια δυναμική της. Αυτή τη φορά ένα δημοσίευμα του γνωστού δικτύου Nordic Monitor αναφέρθηκε σε μυστικές διαπραγματεύσεις Αγκυρας – Δαμασκού, για τις οποίες ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν ενημέρωσε τον περασμένο Μάρτιο την Εθνοσυνέλευση απαντώντας σε ερώτηση τοπικού βουλευτή.

Στην επιστολή του κ. Φιντάν διαψεύδεται, μάλιστα, δέσμευση της Τουρκίας προς την ΕΕ περί μη υπογραφής συμφωνίας ΑΟΖ μεταξύ των δύο πλευρών, με τον τούρκο υπουργό να επισημαίνει ότι πράγματι βρίσκονται σε εξέλιξη συνομιλίες «για τον καθορισμό των θαλάσσιων πλευρικών συνόρων με τη Συρία για την οριοθέτηση των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας πέραν των χωρικών υδάτων στο πλαίσιο της υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο, την οποία η Τουρκία κοινοποίησε στον ΟΗΕ το 2020, με τρόπο που να προστατεύει τα δικαιώματα και τα συμφέροντα της “Τουρκικής Δημοκρατίας της Βορείου Κύπρου” στην Ανατολική Μεσόγειο».

Ανεξαρτήτως αν πράγματι βρίσκονται σε εξέλιξη τέτοιου είδους συζητήσεις ανάμεσα σε Τουρκία και Συρία, αυτό που γίνεται σαφέστερα αντιληπτό είναι ότι η Αγκυρα επιχειρεί, μετά τη Λιβύη, να καταστήσει και τη Συρία κοινωνό του αφηγήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», σύροντάς τες αμφότερες σε μια επικίνδυνη και κυρίως παράνομη λογική διευθετήσεων των διμερών διαφορών στην Ανατολική Μεσόγειο, κόντρα σε κάθε πρόβλεψη του Διεθνούς Δικαίου και δη του Δικαίου της Θάλασσας. 

Τουρκία και Συρία δεν έχουν αντικείμενες ακτές, ενώ μια τέτοια πιθανή συμφωνία αγνοεί πλήρως τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, κάτι που προφανώς απορρίπτεται τόσο από την Αθήνα και τη Λευκωσία, όσο όμως και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς όπως υπενθυμίζεται με κάθε ευκαιρία από Ελλάδα και Κύπρο, «τα θαλάσσια σύνορα με τη Συρία δεν είναι κυπριακά αλλά ευρωπαϊκά σύνορα». Αξίζει να σημειωθεί ότι στην πρόσφατη παρουσίαση του Μνημονίου Κατανόησης μεταξύ της Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου της Λιβύης και της κρατικής Εταιρείας Πετρελαίου της Τουρκίας (ΤΡΑΟ), εκτός από τον χάρτη των τεσσάρων οικοπέδων που παραχωρούνται προς έρευνα στην Άγκυρα νοτίως της μέσης γραμμής μεταξύ Λιβύης- Κρήτης, παρουσιάστηκε και ένας έτερος χάρτης επί του οποίου αναπτύσσονταν πλήρως τόσο τουρκολιβυκό μνημόνιο, όσο και η γενικότερη προσέγγιση της Τουρκίας περί των οριοθετήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, με κύρια χαρακτηριστικά τον περιορισμό της Ελλάδας στα χωρικά ύδατα των έξι ναυτικών μιλίων και την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κρατικής οντότητας. 

Μπορεί, πάντως, η σπουδή των τουρκικών ΜΜΕ να αναδείξουν τις φημολογούμενες διαπραγματεύσεις να είναι εύλογη, στην πραγματικότητα όμως η διοίκηση του Αλ Σάρα δεν έχει λόγο αυτή τη στιγμή να ανοίξει μέτωπα με τη Δύση, ειδικά λίγες ημέρες μετά την άρση των αμερικανικών κυρώσεων και με σειρά ευρωπαϊκών εταιρειών να ενδιαφέρονται για την ανοικοδόμηση της χώρας. 

Ουδείς αμφιβάλλει για το βαθμό επιρροής της Τουρκίας στο νέο καθεστώς της Δαμασκού, αλλά και η Άγκυρα έχει μια σειρά άλλες προτεραιότητες επί του συριακού εδάφους- όπως η κυριαρχία στα βόρεια σύνορα, η πλήρης επικράτηση έναντι του κουρδικού στοιχείου, καθώς και το μέγεθος της ισραηλινής παρουσίας στον νότο –με αποτέλεσμα μια συζήτηση περί οριοθέτησης μιας ούτως ή άλλως παράνομης ΑΟΖ να μοιάζει μάλλον πρωθύστερη. Υπό αίρεση τελεί επίσης και ο βαθμός νομιμοποίησης του Αλ Σάρα για την υπογραφή διεθνών συμφωνιών που επηρεάζουν τρίτες χώρες και δη κράτη- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Είναι πλέον προφανές, ότι ο Ταγίπ Ερντογάν διαβλέπει στην τρέχουσα συγκυρία μια σημαντική ευκαιρία να παρουσιάσει την Τουρκία ως τη δύναμη η οποία ηγεμονεύει στο κομβικό σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Γνωρίζει, όμως, για να υλοποιήσει το νέο-οθωμανικό όραμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» αφενός θα χρειαστεί πιστούς συμμάχους στην Ανατολική Μεσόγειο, αφετέρου θα πρέπει να έλθει σε ευθεία αντιπαράθεση με τους λοιπούς εμπλεκόμενους: Ελλάδα, Κύπρο, Αίγυπτο, Ισραήλ και Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ακόμα δεν έχουν καταγραφεί, τουλάχιστον επισήμως, οι προθέσεις των Αμερικανών, με τον Ντόναλντ Τραμπ πάντως να προτάσσει παντού τη λογική του κατευνασμού. 

Αυτό που δεν μπορεί, βεβαίως, να αγνοηθεί είναι το γεγονός ότι η έξαρση της τουρκικής αντίδρασης των τελευταίων ημερών ήρθε κατόπιν της εκ νέου καταδίκης του τουρκολιβυκού μνημονίου στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με Τούρκους αξιωματούχους, αλλά και σχεδόν σύσσωμα τα ΜΜΕ, να κατακεραυνώνουν Αθήνα και Λευκωσία για τη σχετική πρωτοβουλία. Είναι γνωστό ότι η Άγκυρα απεχθάνεται παρεμβάσεις της Δύσης, ακολουθώντας διαχρονικά το δόγμα της απομόνωσης των ελληνοτουρκικών διαφορών από το διεθνές ή το ευρωπαϊκό πλαίσιο στο οποίο εκ των πραγμάτων εντάσσονται. Ενδεικτική είναι και η αποστροφή του Χακάν Φιντάν- και πάλι στην απάντησή του προς την τουρκική Εθνοσυνέλευση- όσον αφορά τη θέση των Βρυξελλών έναντι μιας πιθανής συμφωνίας οριοθέτησης με τη Συρία: «Η ΕΕ δεν έχει το δικαίωμα να έχει λόγο σε έναν πιθανό συμβιβασμό που θα επιτευχθεί από δύο κυρίαρχες χώρες σχετικά με τις περιοχές θαλάσσιας δικαιοδοσίας τους». 

Ενδεικτική της ηγεμονικής αντίληψης, αλλά και της πίεσης διαρκείας που ασκεί η Άγκυρα στην Αθήνα είναι και η εικόνα της τουρκικής διπλωματίας που φιλοτεχνούν προσεκτικά τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ. Όπως αναφέρει σε πρόσφατο δημοσίευμα του TRT «η Τουρκία συνεχίζει να είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που αλλάζουν τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο με τη συμφωνία για τη θαλάσσια δικαιοδοσία της με τη Λιβύη και τη στρατιωτική και διπλωματική της παρουσία στην περιοχή. Παρά τις αντιρρήσεις παραγόντων όπως της Αιγύπτου και της Ελλάδας, η Τουρκία δεν εγκαταλείπει την αποφασιστικότητά της να προστατεύσει τα δικαιώματά της στην Ανατολική Μεσόγειο, λαμβάνοντας μέτρα σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο». 

Αμεσος στόχος της Αθήνας στο επόμενο χρονικό διάστημα είναι η ενίσχυση των δεσμών με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, τόσο διμερώς όσο και στα συνεργατικά σχήματα με την παρουσία της Κυπριακής Δημοκρατίας, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η προσήλωση στην από κοινού αντιμετώπιση της πειρατικής λογικής που επιχειρεί να καθιερώσει ως κανονικότητα η Τουρκία. Την ίδια ώρα, και με την Ανατολική Μεσόγειο να γυρίζει ξανά στο κόκκινο, η δυναμική του ελληνοτουρκικού διαλόγου αμβλύνεται, με τη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας και την επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Άγκυρα να παραπέμπονται, πλέον αορίστως, «εν ευθέτω χρόνω». 

Οσο δε αφορά την κινούμενη άμμο της Λιβύης, στη διπλή επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών κ. Γεραπετρίτη σε Τρίπολη και Βεγγάζη αφενός θα επιχειρηθεί να τεθούν αναχώματα στην αυξανόμενη τουρκική επιρροή, αφετέρου θα εκφραστεί η διάθεση για έναρξη συζητήσεων –τουλάχιστον στο απώτερο μέλλον– για διμερή συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών στη βάση του Δικαίου της Θάλασσας. Αμφότερα δεν συγκεντρώνουν πολλές πιθανότητες επιτυχίας, με την ελληνική κυβέρνηση πάντως να οδηγείται εκ των πραγμάτων σε μια πιο ενεργητική αντιμετώπιση της κατάστασης, όχι μόνο λόγω των πολλαπλών μετώπων που έρχονται στο προσκήνιο αλλά και προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι όλο και αυξανόμενες αντιπολιτευτικές φωνές στο εσωτερικό. 

Αν, πάντως, υπάρχει μια δυνητική εξέλιξη που θα μπορούσε να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού, τουλάχιστον όπως διαμορφώνονται από την πλευρά της Τουρκίας, αυτή είναι το εμπράγματο ενδιαφέρον των αμερικανικών και των ευρωπαϊκών εταιρειών για έρευνες στα νότια της Κρήτης, εκατέρωθεν της μέσης γραμμής μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης. Παρότι, ως γνωστόν, οι ιδιωτικές εταιρείες δεν επικυρώνουν ή ακυρώνουν διακρατικές συμφωνίες και παράνομα μνημόνια, η δραστηριοποίηση τους σε οριοθετημένες περιοχές λειτουργεί σε ορισμένες περιπτώσεις προς αποκλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων, ενώ στην εν λόγω συγκυρία ενδεχομένως να προκαλέσουν και το ενδιαφέρον του Λευκού Οίκου. 

Από την άλλη πλευρά, όπως λέει στο Protagon έλληνας διπλωμάτης με εξειδίκευση στις θαλάσσιες ζώνες, το επιχείρημα λειτουργεί μάλλον ανάποδα: «οι εταιρείες εξετάζουν πολύ προσεκτικά τους χάρτες και εκφράζουν το ενδιαφέρον τους για περιοχές που, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως, δεν είναι διαφιλονικούμενες. Διότι ουδείς θέλει να ρισκάρει τα χρήματά του, πολλώ δε μάλλον που δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις στο παρελθόν όπου ακόμα και αποκαλούμενοι “κολοσσοί” εγκατέλειψαν τις εργασίες τους και αποχώρησαν από το πεδίο κατόπιν πρόκλησης διμερών εντάσεων». 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...