1491
Φόρος τιμής στον Μπράιαν Κλαφ από τους οπαδούς στην αναμέτρηση Νότιγχαμ Φόρεστ - Ντέρμπι Κάουντι, στις 14 Σεπτεμβρίου 2014 | Laurence Griffiths/ Getty Images/ Ideal Images

Αν ζούσε, σήμερα, ο Μπράιαν Κλαφ…

Sportscaster Sportscaster 21 Σεπτεμβρίου 2017, 18:24
Φόρος τιμής στον Μπράιαν Κλαφ από τους οπαδούς στην αναμέτρηση Νότιγχαμ Φόρεστ - Ντέρμπι Κάουντι, στις 14 Σεπτεμβρίου 2014
|Laurence Griffiths/ Getty Images/ Ideal Images

Αν ζούσε, σήμερα, ο Μπράιαν Κλαφ…

Sportscaster Sportscaster 21 Σεπτεμβρίου 2017, 18:24

Στην κηδεία του, στις 22 Σεπτεμβρίου 2004, είναι ζήτημα αν δάκρυσαν πέντε ζευγάρια μάτια. Ο Μπράιαν Κλαφ ήταν όλα τ’ άλλα εκτός από αγαπητός. Τα επιτεύγματά του παραμένουν, ακόμη και σήμερα, ακατόρθωτα για οποιονδήποτε άλλον προπονητή. Κι όμως, οι προβολείς στράφηκαν στην πιο θλιβερή περίοδο της καριέρας του: στις (μόλις) 44 μέρες που έμεινε στον πάγκο της -τότε- πρωταθλήτριας Αγγλίας, Λιντς Γιουνάιτεντ, το καλοκαίρι του 1974. Επειδή όλοι τον αντιπαθούσαν. Αλλά και γιατί, σε ό,τι αφορούσε τον Κλαφ, «είδηση» ήταν η αποτυχία.

Το φόρτε του ήταν να μεταμορφώνει άσημες ομάδες σε «βασίλισσες». Το έκανε πρώτα με την  Ντέρμπι Κάουντι (1967-1973). Την ανέβασε στην Α’ Κατηγορία, την έστεψε Πρωταθλήτρια Αγγλίας για πρώτη φορά στην ιστορία της, κι έπειτα την οδήγησε μέχρι τους ημιτελικούς του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Αδιανόητο. Υστερα, με τη Νότιγχαμ Φόρεστ (1975-1993). Μία μέτρια ομάδα που πάλευε να κρατηθεί στη Β’ Κατηγορία (τη σημερινή Championship). Την ανέδειξε Πρωταθλήτρια και κατέκτησε μαζί της δύο διαδοχικά Κύπελλα Πρωταθλητριών. Αυτό κι αν είναι αδιανόητο: προβιβασμός το 1977, Πρωτάθλημα το 1978, ευρωπαϊκές Κούπες το 1979 και το 1980.

8 Ιανουαρίου 1975. Η πρώτη νίκη του Μπράιαν Κλαφ ως προπονητού της Νότιγχαμ Φόρεστ, εκτός έδρας επί της Τότεναμ (φωτό: Michael Fresco/Evening Standard/Hulton Archive/Getty Images/ Ideal Images)
8 Ιανουαρίου 1975. Η πρώτη νίκη του Μπράιαν Κλαφ (στη φωτό με τη γραβάτα) ως προπονητή της Νότιγχαμ Φόρεστ, εκτός έδρας επί της Τότεναμ (φωτό: Michael Fresco/Evening Standard/Hulton Archive/Getty Images/ Ideal Images)

Δεν υπάρχει προηγούμενο, ούτε κι επόμενο, προπονητή που να σάρωσε τρεις major τίτλους με ποδοσφαιριστές δεύτερης διαλογής που συνάντησε, ή με κάποιους που εκείνος έφερε στις ομάδες του – ενώ όλοι τους θεωρούσαν «τελειωμένους». Ηταν ο προφήτης του σύγχρονου σκάουτινγκ. Είχε ένα σπάνιο χάρισμα στην επιλογή παικτών, σε συνεργασία με το προπονητικό του alter ego, τον Πίτερ Τέιλορ, αλλά και στη διαχείρισή τους – αυτό που σήμερα ονομάζουμε man management και, τότε, απλώς δεν υπήρχε ως έννοια στο αγγλικό ποδόσφαιρο.

Οπως δεν υπήρχε, ως πρακτική, η ξεκούραση των ποδοσφαιριστών πριν από τους αγώνες. Στη δεκαετία των ’70s, όσο πλησίαζε η μέρα του ματς, τόσο οι γυμναστές έβαζαν τους παίκτες να τρέχουν και να ασκούνται – χωρίς την μπάλα. Οι προπονήσεις του Κλαφ είχαν προκαλέσει τα ειρωνικά σχόλια πολλών συναδέλφων του. Διοργάνωνε διάφορα παιχνίδια με την μπάλα, επικεντρώνοντας στη γρήγορη (και σωστή) αντίδραση των ποδοσφαιριστών. Στην ευφυΐα τους. Ακόμη και το… κρυφτό ήταν μέρος των καθημερινών ασκήσεων. «Πάμε αγόρια», φώναζε, και όλοι εξαφανίζονταν πίσω από τις κερκίδες. Στους αγώνες, δεν ζητούσε από τους παίκτες του να έχουν κατοχή της μπάλας – όπως ήταν, τότε, η κυρίαρχη τάση. Ηθελε κίνηση στον χώρο και σουτ με την παραμικρή ευκαιρία.

Ισως το πιο σημαντικό του χαρακτηριστικό ήταν η προσωπικότητά του. Στα χρόνια του, οι ποδοσφαιριστές είχαν, ήδη, αρχίσει να γίνονται φίρμες μεγαλύτερες από τους προπονητές τους, να τους υπερβαίνουν. Ο Κλαφ, ποτέ δεν επέτρεψε να συμβεί κάτι τέτοιο στις ομάδες του. Ηταν σατράπης, όμως δεν επέβαλλε την πειθαρχία μόνο με τον αυταρχισμό του. Φρόντισε να γίνει, ο ίδιος, πιο φωτεινός «αστέρας» απ’ ό,τι οι παίκτες του. Η τηλεόραση τον λάτρεψε, εκκεντρικός και ετοιμόλογος καθώς ήταν. Οι κάμερες έτρεχαν διαρκώς πίσω του, κάνοντας τους παίκτες να κατανοήσουν ποιος είναι το «αφεντικό».

Οδηγίες από τον πάγκο σε έντονο ύφος. Πίσω του με την πράσινη μπλούζα ο συνεργάτης του Αρτσι Γκέμιλ φωτό: Gary M Prior/Allsport UK/ Getty Images/ Ideal Images)
Οδηγίες από τον πάγκο σε έντονο ύφος. Πίσω του με την πράσινη μπλούζα ο συνεργάτης του Αρτσι Γκέμιλ (φωτό: Gary M Prior/Allsport UK/ Getty Images/ Ideal Images)

Μόνο στη Λιντς δεν λειτούργησε ο «τσαμπουκάς» του. Λέγεται πως, επιχειρώντας να τους πάρει τον αέρα, σε μια από τις πρώτες ομιλίες του στους παίκτες της, είπε: «Πετάξτε τα μετάλλιά σας. Τα περισσότερα τα έχετε κερδίσει παράνομα. Θα πάρουμε άλλα, μαζί». Μόνο που, η Λιντς ήταν, ήδη, πρωταθλήτρια. Οσο κι αν προσπάθησε να επιβάλει τον δικό του νόμο, οι ποδοσφαιριστές αποδείχθηκαν σκληρά καρύδια. Συσπειρώθηκαν εναντίον του και σε 44 μέρες απολύθηκε. Αλλά, τον Ιανουάριο του 1975 συνέχισε στη Φόρεστ, με τη γνωστή επιτυχία.

Σε όλες του τις ομάδες προσπάθησε να διδάξει «ευρωπαϊκό» ποδόσφαιρο. Με εξαίρεση τη Λίβερπουλ, όλοι οι υπόλοιποι αγγλικοί σύλλογοι άργησαν πολύ να ξεφύγουν από την παράδοση που ήθελε την μπάλα να παίζεται ψηλά. «Εάν ο Θεός ήθελε να παίξουμε ποδόσφαιρο στα σύννεφα, θα έβαζε το χορτάρι εκεί πάνω», επέμενε εκείνος. Ηταν ξεροκέφαλος, ποτέ δεν υποχωρούσε. Εξ’ ου και το παρατσούκλι του «Big Head».

Γι’ αυτό, άλλωστε, δεν του έδωσαν την ευκαιρία να κοουτσάρει την εθνική ομάδα της Αγγλίας. Οταν ο Ντον Ρέβι αποχώρησε, οι περισσότεροι ήθελαν να αναλάβει ο Κλαφ. Η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, όμως, τον… έτρεμε. Προτιμούσε έναν μέτριο αλλά ήρεμο προπονητή, κάποιον που να μην ερχόταν σε κόντρα μαζί τους. Γι’ αυτό και… πρόκοψε.

Εξαιρετικός προπονητής, γητευτής των media, δύσκολος χαρακτήρας. Πολλοί τον συγκρίνουν με τον Μουρίνιο. Κάποτε, ο ίδιος ο Κλαφ είχε πει ότι «αυτός ο Μουρίνιο είναι αρκετά όμορφος τύπος και μου θυμίζει τον εαυτό μου όταν ήμουν νεότερος». Αραγε, τι θα κατάφερνε στα γήπεδα, εάν ζούσε σήμερα; Σίγουρα, κάποιον νεωτερισμό θα σκαρφιζόταν πάλι. Σίγουρα θα διέφερε από τον σωρό. Και, σίγουρα, θα αποτύγχανε, είχε απαντήσει ο γιος του, Νάιτζελ, σε σχετική ερώτηση. Δεν θα τα έβγαζε πέρα με τους σύγχρονους παίκτες. Ηταν πολύ extreme, και οι top ποδοσφαιριστές είναι, πλέον, πανίσχυροι. Εχουν μάθει, τα πάντα να κινούνται γύρω από αυτούς. Ο Κλαφ δεν θα μπορούσε να προσαρμοστεί.

Το άγαλμα του Μπράιαν Κλαφ και του alter ego του στους πάγκους Πίτερ Τέιλορ δεσπόζει έξω από το γήπεδο της Ντέρμπι Κάουντι φωτό: Laurence Griffiths/ Getty Images/ Ideal Images)
Το άγαλμα του Μπράιαν Κλαφ και του alter ego του στους πάγκους Πίτερ Τέιλορ δεσπόζει έξω από το γήπεδο της Ντέρμπι Κάουντι (φωτό: Laurence Griffiths/ Getty Images/ Ideal Images)

Από το 1993, οπότε και αποσύρθηκε από τους πάγκους (έπειτα από 18 χρόνια συνεχούς παρουσίας στη Νότιγχαμ Φόρεστ), πάλεψε για να νικήσει τον αλκοολισμό, με κίνητρο την παράκληση του εγγονού του να σταματήσει το ποτό. Αλλά, η ζημιά είχε γίνει. Το 2003 χρειάστηκε μεταμόσχευση ήπατος. Ο χρόνος μετρούσε, ήδη, αντίστροφα. Αντεξε είκοσι μήνες. Πέθανε, από καρκίνο, στις 20 Σεπτεμβρίου 2004.

Τα έργα και οι ημέρες του Κλαφ έχουν εμπνεύσει μια σειρά από ταινίες, βιβλία και ντοκιμαντέρ. Η τελευταία προσπάθεια, που τιτλοφορείται «I Believe in Miracles» («Πιστεύω στα θαύματα)», είναι αφιερωμένη στο θαύμα διαρκείας της δικής του Φόρεστ. Ενα ντοκιμαντέρ must για τους λάτρεις του ποδοσφαίρου, το οποίο ο Guardian χαρακτήρισε ως «την καλύτερη ποδοσφαιρική ταινία που είδαμε ποτέ».

Οι φοβερές «ατάκες»

Από «ατάκες», άλλο τίποτα. Τον μύθο του δεν τον οφείλει μόνο στην αυθεντία του ως προπονητής, αλλά και στα όσα -φοβερά- έχει πει κατά καιρούς. Ποτέ δεν μάσησε τα λόγια του, για ποδοσφαιριστές, για συναδέλφους του, για την αγγλική ομοσπονδία, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Αυτά που, σήμερα, λέει ο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, προκαλώντας ντόρο γύρω από το όνομά του, μοιάζουν τυπικά και τετριμμένα μπροστά σε όσα ο Κλαφ εκστόμιζε στη συντηρητική Αγγλία της εποχής του. Ιδού μερικά από τα πιο διάσημα σχόλιά του:

– Για την πρόσληψη του (Σουηδού) Σβεν Γκόραν Ερικσον στον πάγκο της εθνικής Αγγλίας: «Τουλάχιστον η Αγγλία προσέλαβε έναν προπονητή που μιλάει καλύτερα Αγγλικά από τους παίκτες».

– Για το γεγονός ότι ο ίδιος δεν εργάστηκε ποτέ στην εθνική Αγγλίας: «Οι υπεύθυνοι της Ομοσπονδίας πιστεύουν πως, αν μου έδιναν τη δουλειά, θα ήθελα να κάνω εγώ το κουμάντο. Είναι έξυπνοι. Γιατί αυτό ακριβώς θα έκανα».

– Για το πόσο καλός προπονητής είναι: «Δεν ξέρω αν είμαι ο καλύτερος στον κόσμο, όμως σίγουρα ανήκω στο… top-1».

– Για το αν η γνώμη των παικτών του μετράει στις αποφάσεις του: «Τους ρωτώ ποια είναι η γνώμη τους, συζητάμε για καμιά εικοσαριά λεπτά και, στο τέλος, αποφασίζουμε όλοι μαζί ότι είχα δίκιο».

– Για τη σχέση του με το ποτό: «Παλεύω με το πρόβλημα του αλκοολισμού μου και έχω τη φήμη ότι φέρνω τα πάντα εις πέρας».

– Για τον Ντέιβιντ Μπέκαμ: «Η γυναίκα του δεν μπορεί να τραγουδήσει κι ο κουρέας του δεν μπορεί να κουρέψει». Σχετικώς με το περιεχόμενο μιας βαλίτσας που είχε χάσει η Βικτόρια Μπέκαμ, είχε σχολιάσει: «Ποιος στην ευχή θέλει 14 ζευγάρια παπουτσιών για να πάει διακοπές; Εγώ δεν είχα 14 ζευγάρια σε όλη μου τη ζωή».

Η αναγνώριση των οπαδών... φωτό: Laurence Griffiths/ Getty Images/ Ideal Images)
Η αναγνώριση των οπαδών… (φωτό: Laurence Griffiths/ Getty Images/ Ideal Images)

– Για τον Μπράιαν Ράις (παίκτη του στη Νότιγχαμ Φόρεστ): «Είναι τόσο χλωμός κι αδύνατος, που η καμαριέρα στο ξενοδοχείο μας τράβηξε τα σεντόνια για να στρώσει το κρεβάτι χωρίς να καταλάβει ότι ήταν ξαπλωμένος».

– Για τον Ντέιβιντ Σίμαν (άλλοτε διεθνή τερματοφύλακα της Αρσεναλ): «Είναι ωραίος νέος, αλλά κοιτάζει πιο πολύ τον καθρέφτη παρά την μπάλα».

– Για τη μέρα που απομακρύνθηκε από τη Λιντς (έπειτα από μόλις 44 ημέρες): «Είναι μια θλιβερή μέρα. Για τη Λιντς…».

– Για κάτι που τον ρώτησε σε μία συνέντευξη, το 1973, ο διάσημος σπορτκάστερ Τζον Μότσον, φωνή του αγγλικού ποδοσφαίρου για τέσσερις δεκαετίες (στον ίδιο): «Σου προτείνω να βγάλεις τον σκασμό και να παρακολουθείς περισσότερο ποδόσφαιρο».

– Για το ποιος τον πρότεινε για Σερ: «Νομίζω η γειτόνισσα. Νομίζει πως αν κερδίσω τον τίτλο, θα μετακομίσω».

– Για τον θάνατο: «Οταν πεθάνω, ο Θεός θα πρέπει να αφήσει την αγαπημένη του καρέκλα».

– Για την κηδεία του: «Μη στείλετε λουλούδια. Αν σας αρέσω, στείλτε τα όσο είμαι ζωντανός».

 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...