Τι «πιάνει» με τον Τραμπ, η κολακεία ή η κόντρα;
Τι «πιάνει» με τον Τραμπ, η κολακεία ή η κόντρα;
Για τον Ντόναλντ Τραμπ η πρόσφατη περιοδεία του στη Μέση Ανατολή ήταν ιδιαίτερα σημαντική επειδή κατέδειξε σε όλον τον κόσμο πώς ο αμερικανός πρόεδρος αναμένει να τον αντιμετωπίζουν στη διεθνή σκηνή: «με απόλυτη μεγαλοπρέπεια, με επενδυτικές δεσμεύσεις αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων και με ενθουσιώδεις επαίνους», όπως γράφουν οι Financial Times σε ανάλυσή τους. Οι ηγέτες των ζάπλουτων όσο και αυταρχικών κρατών του Κόλπου έκαναν τα πάντα και με το παραπάνω, μάλιστα, ώστε να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του Τραμπ, ωστόσο δεν ακολουθούν όλες οι χώρες την ίδια προσέγγιση.
Η Κίνα αντιστάθηκε, για παράδειγμα, με σθένος επί εβδομάδες: όχι μόνον δεν επιδίωξε να κολακεύσει τον Τραμπ αλλά αρνήθηκε και κάθε συνεργασία με τον Λευκό Οίκο παρά τους υψηλότατους δασμούς από αμφότερες τις πλευρές και τη γενική ανησυχία για παγκόσμια οικονομική ύφεση. Τελικά υποχώρησε πρώτος ο Τραμπ: την Δευτέρα 12 Μαΐου στις όχθες της λίμνης της Γενεύης, αμερικανοί και κινέζοι αξιωματούχοι συμφώνησαν σε μια δραστική μείωση των αμοιβαίων δασμών.
Οπότε, ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος προσέγγισης του Ντόναλντ Τραμπ, «η κολακεία ή η αντιπαράθεση;», διερωτώνται οι βρετανοί δημοσιογράφοι. «Εχουνπεράσει σχεδόν τέσσερις μήνες από την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο και οι ξένοι ηγέτες εξακολουθούν να βασανίζονται με το πώς να αντιμετωπίζουν έναν ασταθή και απρόβλεπτο αμερικανό πρόεδρο με μακροπρόθεσμες φιλοδοξίες να αναδιαμορφώσει την παγκόσμια τάξη και μια δίψα για συμφωνίες περί παντός, από το εμπόριο έως την επίλυση συγκρούσεων», σχολιάζουν. Και είναι αλήθεια πως την ώρα που κάποιοι ακολουθούν το παράδειγμα των κρατών του Κόλπου -«διατυμπανίζοντας εμπορικές συμφωνίες και τονώνοντας απροκάλυπτα τον εγωισμό του με μεγαλοπρεπείς χειρονομίες»- άλλοι εναντιώνονται στον Τραμπ, τολμώντας να ρισκάρουν.
«Είναι λίγο σαν το πόκερ. Το πόκερ έχει να κάνει εν μέρει με το παιχνίδι, αλλά έχει επίσης να κάνει με το να μπορείς να διαβάζεις τους ανθρώπους με τους οποίους παίζεις… και ο Τραμπ το έχει καταστήσει αυτό πολύ προσωπικό», ανέφερε σχετικά στους Financial Times ο Τζον Aλτερμαν, επικεφαλής παγκόσμιας ασφάλειας και γεωστρατηγικής στην αμερικανική δεξαμενή σκέψης Center for Strategic and International Studies. «Και διαφορετικές χώρες με διαφορετικά εργαλεία και διαφορετικά συμφέροντα προσπαθούν να πετύχουν διαφορετικά πράγματα», πρόσθεσε.
Η Βρετανία, για παράδειγμα, ήταν η πρώτη που εφάρμοσε τη μέθοδο του κατευνασμού και της κολακείας, καταφέρνοντας, τελικά, να συνάψει με γρήγορη εμπορική συμφωνία με τον Τραμπ. Παρόλο που η μείωση των δασμών περιορίστηκε σε λίγους τομείς, ο βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ επισήμανε ενθουσιωδώς στον πρόεδρο των ΗΠΑ ότι η συμφωνία ήταν ένας «φόρος τιμής στην ηγεσία σας». Η Ευρώπη επέλεξε να εφαρμόσει διαφορετική τακτική, κρίνοντας ότι περισσότερο θα ωφεληθεί παρά θα ζημιωθεί από μια παρατεταμένη διαπραγμάτευση με την Ουάσιγκτον.
Οι ομόλογοι του Τραμπ γνωρίζουν, πλέον, ότι οι σχέσεις μαζί του μπορεί να είναι επισφαλείς, αλλά γνωρίζουν επίσης πως μπορούν να αποκατασταθούν (με το κατάλληλο αντίτιμο). Οι σχέσεις του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, για παράδειγμα, με τον αμερικανό ηγέτη, μπορούν πλέον να χαρακτηρισθούν έως και καλές, λαμβάνοντας υπόψη το πώς αντιμετωπίστηκε ο ουκρανός πρόεδρος στα τέλη του Φεβρουαρίου στο Οβάλ Γραφείο.
Ο Μαρκ Κάρνεϊ, ο καναδός πρωθυπουργός, κέρδισε τις εκλογές τον προηγούμενο μήνα, βάλλοντας κατά του Τραμπ. Αλλά όταν επισκέφτηκε τον Λευκό Οίκο αυτόν τον μήνα, ο αμερικανός πρόεδρος ήταν μάλλον επιεικής μαζί του και τον αντιμετώπισε με έναν σχετικό σεβασμό, παρότι επανέλαβε τα περί μετατροπής του Καναδά σε 51η πολιτεία των ΗΠΑ, με τον καναδό πρωθυπουργό, όμως, να απορρίπτει κατηγορηματικά και για πολλοστή φορά κάθε ενδεχόμενο.
«[Ο Τραμπ] θέλει να επανεξετάσει ζητήματα που θεωρούνταν εδώ και καιρό διευθετημένα, για να δει εάν μπορεί να αποσπάσει καλύτερους όρους για τις ΗΠΑ. Είναι σίγουρα κατά του στάτους κβο [και] δεν υπάρχει συγκεκριμένη φόρμουλα ή κάποιο πρότυπο όσον αφορά το πώς μπορεί να ανταποκριθεί κανείς σε τέτοιες συμπεριφορές», είπε, μιλώντας στη λονδρέζικη εφημερίδα ο Πίτερ Ρουφ, διευθυντής του Κέντρου για την Ευρώπη και την Ευρασία στο Hudson Institute, μια συντηρητική δεξαμενή σκέψης στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ. «Είναι απόλυτα ικανοποιημένος με το να αρχίζει πολλές διαπραγματεύσεις ταυτόχρονα, προβάλλοντας ισχύ σε όλες και στη συνέχεια να αρπάζει ό,τι μπορεί. Αλλά νομίζω ότι οι εταίροι ρισκάρουν, προβαίνοντας σε αντισταθμιστικές κινήσεις. Νομίζω ότι είναι πολύ καλύτερο να κάνουν στις ΗΠΑ μια γενναιόδωρη προσφορά και να διαπραγματεύονται [στη συνέχεια] με ευελιξία».
Οσο για την αξιοσημείωτη, δεδομένου ότι εξέπληξε ακόμη και τον ίδιο τον Τραμπ, στάση των αυταρχικών χωρών του Κόλπου, δεν υπήρχε καμία αμφιβολία πως επρόκειτο να ήταν οι «πιο δουλοπρεπείς από όλες απέναντι στον Τραμπ», γράφουν οι Financial Times. Και, όντως, παρά την -όχι και τόσο εμφανή- απογοήτευσή τους με τις ΗΠΑ για τις -σκανδαλωδώς- φιλοϊσραηλινές πολιτικές τους κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Γάζα, τα κράτη του Κόλπου εξακολουθούν να βλέπουν την Aμερική ως εγγυήτρια της ασφάλειάς τους και ως πρωταρχικό επενδυτικό προορισμό.
Η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ειδικότερα, είχαν χαρεί ιδιαιτέρως όταν ο Τραμπ εκλέχτηκε πρώτη φορά στην προεδρία, έπειτα από χρόνια απογοήτευσης με την κυβέρνηση Ομπάμα. Θεωρούν επίσης ότι μπορούν να διαχειριστούν τη συναλλακτική διαπραγματευτική προσέγγιση του Τραμπ και εκτιμούν, φυσικά, την αδιαφορία του για τα ανθρώπινα δικαιώματα καθώς και το ότι δεν τους κάνει κήρυγμα για εσωτερικά τους ζητήματα.
Οσο για το Κατάρ, προσπαθεί ακόμα (και τα καταφέρνει, όπως φαίνεται, πολύ καλά) να αναπληρώσει το χαμένο έδαφος μετά από ένα δύσκολο ξεκίνημα κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ. Λίγο μετά την επίσκεψη του αμερικανού προέδρου στο Ριάντ, τον Μάιο του 2017, και την έντονη κριτική του κατά του Ιράν σε μια σύνοδο κορυφής, η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ ηγήθηκαν ενός έκτακτου περιφερειακού εμπάργκο κατά του Κατάρ, κατηγορώντας το ότι χρηματοδοτεί την τρομοκρατία και ότι πρόσκειται στην Τεχεράνη. Στη συνέχεια ο Τραμπ χαρακτήρισε το Κατάρ ως «υψηλού επιπέδου» χορηγό της τρομοκρατίας, παρότι στη χώρα φιλοξενούνταν και φιλοξενείται ακόμα η μεγαλύτερη αμερικανική στρατιωτική βάση στη Μέση Ανατολή, την οποία την επισκέφτηκε, μάλιστα, ο Τραμπ τις προηγούμενες ημέρες.
Στο πλαίσιο των προσπαθειών του να κερδίσει την απόλυτη εύνοια του Τραμπ, το Κατάρ του προσέφερε αρχικά ένα ιπτάμενο παλάτι ενώ στη συνέχεια υπέγραψε μια συμφωνία ύψους 96 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την αγορά 210 αεροσκαφών από την Boeing. Και κατά τη συνάντησή τους, την Τετάρτη, μετά από μία εντυπωσιακή υποδοχή με καμήλες και cybertrucks (της Tesla), ο Ταμίμ μπιν Χαμάντ αλ Θάνι, ο εμίρης του Κατάρ, επαίνεσε τα διπλωματικά προσόντα του Ντόναλντ Τραμπ, λέγοντάς του, «γνωρίζω ότι είστε άνθρωπος της ειρήνης».
Ο Κρίστοφερ Τσίβις, διευθυντής του προγράμματος για την αμερικανική πολιτική στο Carnegie Endowment for International Peace, εξήγησε στους Financial Times πως η επίσκεψη του Τραμπ στον Περσικό Κόλπο, καθώς και η βασιλική υποδοχή του, ταίριαζαν απόλυτα με τις διπλωματικές ανάγκες του Τραμπ, κύριος στόχος του οποίου είναι η «παγκόσμια κοινωνική αναρρίχηση».
«Ο βαθμός στον οποίο προσπαθούν να τον περιποιηθούν, όχι μόνο ως αρχηγό κράτους, αλλά και ως γαλαζοαίματο… είναι πιθανώς τρόπον τινά αποτελεσματικός», ανέφερε σχετικά. «Συμπεριφέρεται ως ένας κλασικός εύπορος νεόπλουτος που προσπαθεί να εδραιωθεί στην παγκόσμια αριστοκρατία».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
