952
| CreativeProtagon / Shutterstock

Πώς θα κρατηθούν σε «ήρεμα νερά» οι ελληνικές τράπεζες

Ζώης Τσώλης Ζώης Τσώλης 18 Μαρτίου 2023, 17:45
|CreativeProtagon / Shutterstock

Πώς θα κρατηθούν σε «ήρεμα νερά» οι ελληνικές τράπεζες

Ζώης Τσώλης Ζώης Τσώλης 18 Μαρτίου 2023, 17:45

«Πορεία σε ήσυχα νερά» θέλουν να διατηρήσουν κυβέρνηση και Τράπεζα της Ελλάδος για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και το Χρηματιστήριο, μέχρι να κοπάσουν οι άνεμοι που πνέουν και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Οπως διαβεβαιώνουν ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταικούρας και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας «δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για τις ελληνικές τράπεζες οι οποίες έχουν κεφαλαιακή… υπερεπάρκεια και τις υψηλότερες ιστορικά καταθέσεις».  

Ωστόσο για όσο διάστημα θα εκδηλώνονται –σε μικρές ή μεγαλύτερες τράπεζες του εξωτερικού- οι παρενέργειες (έλλειψη ρευστότητας, ζημιές στα χαρτοφυλάκια) από την επιθετική αύξηση των επιτοκίων που ακολουθούν η FED και η ΕΚΤ και όσο κλυδωνίζονται οι διεθνείς αγορές, οι έλληνες τραπεζίτες θα παραμένουν σε επιφυλακή.

Μέσα σε αυτό το κλίμα οι ελληνικές τράπεζες διαβεβαιώνουν τους καταθέτες ότι «μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι» και στέλνουν μήνυμα σε όλους όσοι έχουν δάνεια  να απευθυνθούν στις τράπεζες προκειμένου να βρουν τη «χρυσή τομή» για το ύψος της δόσης που μπορούν να πληρώνουν για να είναι ενήμεροι.

Μετά και την τελευταία αύξηση των επιτόκιων από την ΕΚΤ κατά μισή μονάδα, κορυφαίες πηγές της Τράπεζας της Ελλάδας μιλώντας στο Protagon περιγράφουν την κατάσταση που διαμορφώνεται για τις ελληνικές τράπεζες ως εξής:

  1. Οι καταθέτες στις ελληνικές τράπεζες δεν έχουν κανένα λόγο να ανησυχούν. Τα χρήματα τους είναι ασφαλή και μάλιστα με τις κατάλληλες επιλογές σε καταθετικά προϊόντα μπορούν να αυξήσουν την ετήσια απόδοση των χρημάτων τους. Από τις αρχές του χρόνου τα επιτόκια των καταθέσεων – που ήταν μηδενικά τα τελευταία χρόνια – έχουν περάσει σε θετικό πρόσημο με ουσιώδεις αυξήσεις στους προθεσμιακούς λογαριασμούς. 
  2. Οι δανειολήπτες που έχουν επιχειρηματικά, καταναλωτικά ή στεγαστικά δάνεια με συμβάσεις κυμαινόμενου επιτοκίου ασφαλώς πιέζονται. Μετά από πολυετή περίοδο χαμηλών έως και μηδενικών επιτοκίων η επιθετική πολιτική αύξησης των βασικών επιτοκίων που ακολούθησαν όλες οι κεντρικές τράπεζες προκειμένου να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό, έχει επιβαρύνει το ύψος μηνιαίων δόσεων των παλιών δανείων.

Ηδη οι εμπορικές τράπεζες στην Ελλάδα ανέλαβαν από τον Ιανουάριο τη δέσμευση και το κόστος προκειμένου να παραμείνουν σταθερές (στο ύψος του περασμένου Ιουλίου) οι μηνιαίες δόσεις των στεγαστικών δανείων για 30.000 τουλάχιστον ευάλωτα νοικοκυριά που έχουν χαμηλά εισοδήματα. Οπως διαβεβαιώνουν και οι ίδιες οι τράπεζες το μέτρο ανακούφισης υλοποιείται με επιτυχία.

Σε αυτό το σημείο, τόσο το υπουργείο Οικονομικών όσο και η κεντρική τράπεζα, εφιστούν στις συστημικές τράπεζες την προσοχή καθώς λόγω της αύξησης των επιτοκίων δανεισμού υπάρχει ο κίνδυνος δανειολήπτες να μην μπορούν να εξυπηρετήσουν τις δόσεις τους. Χαρακτηριστικά αναφέρουν ότι το Euribor μηνός και τριμήνου, με τα οποία είναι συνδεδεμένα σχεδόν στο σύνολο τους τα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου κινούνται μεταξύ 2,7 και 2,9%  όταν πρό έτους ήταν αρνητικά, βρισκόταν στο -0,5%.

Για τους δανειολήπτες που βρίσκονται υπό πίεση οι τράπεζες είναι σε επιφυλακή και έτοιμες να προτείνουν ρυθμίσεις «tailor made», δηλαδή κομμένες στα μέτρα και τις ανάγκες ρευστότητας που έχει στην παρούσα στιγμή μια επιχείρηση ή ένα νοικοκυριό έτσι ώστε τα δανεια τους να εξυπηρετούνται έστω με χαμηλότερη δόση και να μην κοκκινήσουν.

Η κλασική λύση είναι η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου (περισσότερα χρόνια, μικρότερη δόση), η δεύτερη -σε περιπτώσεις ανάγκης- είναι η καταβολή μόνο τόκων και τέλος -η ακραία- η καταβολή ενός ελάχιστου ύψους δόσης.

Στο νέο περιβάλλον, τραπεζικές πηγές εκτιμούν ότι οι μέτοχοι έχουν λόγους να είναι πιό προσεκτικοί καθώς μπορεί οι ελληνικές τράπεζες να είναι θωρακισμένες με κεφάλαια και μάλιστα σε υψηλότερο βαθμό από τις ευρωπαικές, καθώς πέρασαν από την καταιγίδα της κρίσης χρέους και των μνημονίων που σάρωσε την ελληνική οικονομία την προηγούμενη δεκαετία, αλλά, όπως βλέπουμε να συμβαίνει, οι χρηματιστηριακοί δείκτες επηρεάζονται από το διεθνές κλίμα, τις επιλογές κερδοσκοπικών funds και παραμέτρους οι οποίες στην παρούσα φάση δεν αγγίζουν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Οπως εξηγεί ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, «τα αίτια της κρίσης, στις δύο μεριές του Ατλαντικού, που οδήγησαν στην κατάρρευση της Silicon Valley Bank και την κάθετη πτώση της τιμής της μετοχής της Credit Suisse που σταθεροποιήθηκε μετά την ένεση ρευστότητας 54 δισ. δολαρίων από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας, είναι διαφορετικά:

»Στην περίπτωση της αμερικανικής τράπεζας, η κατάρρευση προήλθε, πρωτίστως, από σοβαρά λάθη στην επενδυτική πολιτική και στη διαχείριση κινδύνων της τράπεζας, εν μέσω σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής, καθώς και σε κενά στις εποπτικές πρακτικές για τράπεζες μικρού και μεσαίου μεγέθους στις ΗΠΑ.

»Στην περίπτωση της ελβετικής τράπεζας, τα προβλήματα, όχι μόνο σημερινά, φαίνεται να σχετίζονται με ζημιές τα προηγούμενα έτη και με τις προθέσεις του βασικού μετόχου για τη μη παροχή πρόσθετης κεφαλαιακής ενίσχυσης, γεγονός που προκάλεσε την κατάρρευση της εμπιστοσύνης καταθετών και επενδυτών». 

«Καμία σχέση με το 2008»

Αυτά σε καμία περίπτωση δεν αφορούν είτε το ευρωπαϊκό, πολύ περισσότερο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα το οποίο έχει εξυγιάνει τους ισολογισμούς τους, με τη χρήση του προγράμματος «Ηρακλής» και διατηρεί δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας αρκετά άνω του ελάχιστου ορίου (17,5% τον Δεκέμβριο του 2022).

Η προσοχή όμως και των ελλήνων τραπεζιτών είναι τεταμένη και επικεντρωμένη στις διεθνείς εξελίξεις καθώς όπως εξηγούν έγκυροι αναλυτές έχει αρχίσει να αναδύεται ένας συστημικός κίνδυνος, καθώς την εποχή των χαμηλών επιτοκίων πολλές τράπεζες επένδυσαν σε ασφαλείς τίτλους (το ρυθμιστικό πλαίσιο άλλωστε ενθαρρύνει τέτοιες επενδύσεις) που όμως έχουν εξαιρετικά χαμηλές αποδόσεις σε μεγάλο ορίζοντα. 

Καθώς τώρα οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν απότομα τα βασικά επιτόκια ελέω πληθωρισμού, αυτά τα assets έχουν χάσει σημαντικό μέρος της αξίας τους στη δευτερογενή αγορά. Αρα, αν λόγω των προβλημάτων ρευστότητας αναγκαστούν να πουλήσουν αυτούς τους τίτλους θα καταγράψουν ζημιές. Αυτό συνέβη με την SVB στην Καλιφόρνια και τη μικρότερη Signature Bank στη Νέα Υόρκη, χωρίς κανείς να μπορεί να προδικάσει κατά πόσο θα επηρεάσει και άλλες τράπεζες.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...