1510
| CreativeProtagon/Getty Images

Η δικαίωση του «Sugar Man», του τραγουδιστή-φάντασμα

|CreativeProtagon/Getty Images

Η δικαίωση του «Sugar Man», του τραγουδιστή-φάντασμα

Τη δεκαετία του 1970 οι νέοι στην Νότια Αφρική στέναζαν κάτω από τις βάρβαρες πολιτικές του Απαρτχάιντ. Σε μία εποχή που η μουσική αντιμετώπιζε ένα καθεστώς αυστηρής λογοκρισίας με τις Αρχές να χαράζουν ακόμα και τα επίμαχα τραγούδια στους δίσκους βινυλίων προκειμένου να διασφαλίσουν ότι αυτά δεν θα ακουστούν στο ραδιόφωνο, μία κοπέλα ταξίδευε στην χώρα. Στην τσάντα της, κουβαλούσε έναν δίσκο κάποιου αμερικανού καλλιτέχνη με ένα παράξενο, μεξικάνικο όνομα.

Τις επόμενες ημέρες, ίσως σε κάποιο σπίτι στο Κέιπ Τάουν, μία βελόνα ακούμπησε το αυλάκι του δίσκου και οι στίχοι πλημμύρισαν το δωμάτιο: «I wonder how many times you’ve been had, And I wonder how many plans have gone bad, I wonder how many times you had sex, And I wonder do you know who’ll be next». Ο καλλιτέχνης με τους τολμηρούς στίχους λεγόταν Σίξτο Ροντρίγκεζ και το άλμπουμ «Cold Fact».

Οι νέοι της περιοχής θέλησαν να μάθουν περισσότερα για τον αμερικανό τραγουδιστή όμως κανένας -ακόμα και οι δισκοπωλητές- δεν γνώριζε τίποτα για εκείνον. Κάπως έτσι, ο δίσκος αντιγράφηκε ξανά και ξανά με τις κασέτες να περνούν από χέρι σε χέρι σε χιλιάδες νέους κυρίως φιλελεύθερων οικογενειών της μεσαίας τάξης.

Οι απελευθερωμένοι στίχοι του Ροντρίγκεζ τον έκαναν γρήγορα σύμβολο μίας γενιάς που διψούσε για αλλαγή, η μουσική του έγινε το σάουντρακ της επανάστασής τους. Και όμως, ακόμα κανείς δεν ήξερε οτιδήποτε για τον αμερικανό μουσικό πέρα από δύο πράγματα. Πρώτον, σίγουρα θα ήταν ένας από τους πιο δημοφιλείς μουσικούς στις ΗΠΑ, κάτι σαν τον Μπομπ Ντίλαν, και δεύτερον, ο Ροντρίγκεζ δεν ήταν ζωντανός, οι φήμες τον ήθελαν να έχει αυτοκτονήσει πυροβολώντας τον εαυτό του πάνω στην σκηνή.

O Ροντρίγκεζ το 1970 σε διαφημιστικό φυλλάδιο για την δισκογραφική εταιρεία Sussex Records

Η μεγάλη αναζήτηση

Πέρασαν δύο δεκαετίες. Ο δίσκος «Cold Fact» είχε γίνει πλέον κλασικός στη Νότια Αφρική -αλλά και στην Αυστραλία- και υπήρχε σχεδόν σε κάθε σπίτι φίλου της μουσικής. Τότε όμως, συνέβη κάτι παράξενο. Μία Νοτιοαφρικανή που είχε μετακομίσει στο Λος Αντζελες αλλά βρισκόταν για διακοπές στο Κέιπ Τάουν αναρωτήθηκε που θα μπορούσε να αγοράσει το «Cold Fact». Ο φίλος της, ένας άνδρας ονόματι Στίβεν Σέγκερμαν της απάντησε ότι υπήρχε ένα μαγαζί στη γωνία του δρόμου που πουλούσε cd και σίγουρα εκεί θα έβρισκε τον διάσημο πλέον δίσκο. Η απάντηση της γυναίκας; «Αλήθεια; Περίεργο. Ξέρεις ότι έχω ψάξει σε όλη την Αμερική και κανένας ούτε καν γνωρίζει αυτόν τον δίσκο ή τον Ροντρίγκεζ;».

Τότε, ο Στίβεν Σέγκερμαν που είχε δισκοπωλείο και ήταν μεγάλος λάτρεις του μουσικού, πήρε την απόφαση: έπρεπε να μάθει τι συνέβη τελικά στον Ροντρίγκεζ. Γρήγορα ανακάλυψε ότι πράγματι ο καλλιτέχνης δεν γνώριζε την αναμενόμενη επιτυχία στην πατρίδα του. Ειδικότερα, κανείς στην άλλη άκρη του Ατλαντικού δεν τον είχε ούτε ακουστά. Οι άνθρωποι στην Νότια Αφρική λάτρευαν ως είδωλο έναν καλλιτέχνη που ήταν εντελώς άγνωστος στον υπόλοιπο πλανήτη. Ακόμα και η αμερικανική εταιρεία που πλούτιζε πουλώντας εκατοντάδες χιλιάδες δίσκους στην Νότια Αφρική είχε χάσει εδώ και χρόνια κάθε επικοινωνία μαζί του, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι το «Cold Fact» πούλησε λιγότερα από δέκα αντίτυπα σε ολόκληρες τις ΗΠΑ. Τελικά, τι είχε συμβεί στον Ροντρίγκεζ και κυρίως πότε και πώς πέθανε;

Την ίδια εποχή, τα ίχνη του Ροντρίγκεζ αναζητούσε και ο μουσικός δημοσιογράφος Κρεγκ Μπαρτόλομιου Στρίντομ που μετά από μεγάλη έρευνα ανακάλυψε μέσα από έναν στίχο τραγουδιού μία μικρή πόλη στο Ντιτρόιτ, το Ντίαρμπον. Κάπως έτσι έφτασε να ανακαλύψει τον παραγωγό του άλμπουμ «Cold Fact», Μάικ Θίοντορ. Και τότε τα πράγματα πήραν μία απρόσμενη τροπή.

Η ώρα των απαντήσεων

Αύγουστος του 1997. O Mάικ Θίοντορ είχε μόλις ξυπνήσει, έπινε μια γουλιά από τον καφέ του και χάζευε τον ωκεανό. Τότε χτύπησε το τηλέφωνό του. Στην άλλη γραμμή βρισκόταν ο Στρίντομ, το καλούσε από τη Νότια Αφρική. Ο Θίοντορ σήκωσε το τηλέφωνο. Ο αμερικανός παραγωγός μέσα σε λίγα λεπτά έμαθε με έκπληξη ότι ο Ροντρίγκεζ είχε σημειώσει τεράστια εμπορική επιτυχία στην αφρικανική χώρα και στην συνέχεια άρχισε να απαντά στις δεκάδες ερωτήσεις του δημοσιογράφου που επιτέλους είχε βρει κάποιον που μπορούσε να του μιλήσει για τον μυστηριώδη καλλιτέχνη. Κάποια στιγμή, ο Στρίντομ έκανε την πιο κρίσιμη ερώτηση: «Τελικά πως πέθανε ο Σίξτο Ροντρίγκεζ; Αυτοκτόνησε πάνω στην σκηνή όπως λένε οι φήμες;». Ο Θίοντορ αρχικά πάγωσε αλλά γρήγορα απάντησε: «Τι εννοείς πέθανε; Ο Σίξτο είναι ζωντανός. Ο Ροντρίγκεζ είναι μια χαρά και ζει ακόμα στο Ντιτρόιτ».

Ο Στρίντομ και ο Σέγκερμαν συγκλονίστηκαν. Είχαν μόλις ανακαλύψει ότι το ίνδαλμα χιλιάδων νέων στην πατρίδα τους δεν είχε πεθάνει. Ζούσε ακόμη στην σκιά της πόλης που γεννήθηκε, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας χωρίς καν να γνωρίζει ότι χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά λατρεύεται από μικρούς και μεγάλους.

Τελικά, ο Σέγκερμαν κατάφερε να βρει και να μιλήσει στο τηλέφωνο με την κόρη του Ροντρίγκεζ και, πολύ γρήγορα στον ίδιο, μαθαίνοντας την αλήθεια για τη ζωή του μουσικού. Μετά το «Cold Fact» ο Σίξτο κυκλοφόρησε τον δίσκο «Coming from Reality». Κανένα από τα δύο άλμπουμ όμως δεν έκανε παρά ελάχιστες πωλήσεις στις ΗΠΑ. Σύντομα, η συνεργασία του μουσικού με την δισκογραφική Sussex ολοκληρώθηκε και η εταιρεία έκλεισε το 1975. Την περίοδο μάλιστα που τον έδιωξαν, ο Ροντρίγκεζ δούλευε για έναν τρίτο δίσκο, ο οποίος εν τέλει δεν κυκλοφόρησε ποτέ.

Ετσι, ο Ροντρίγκεζ εγκατέλειψε τη μουσική, και στράφηκε σε χειρωνακτικές εργασίες, δουλεύοντας σαν εργάτης σε οικοδομές και κατεδαφίσεις κτιρίων. Κοιμόταν ακόμα στο ίδιο σπίτι που αγόρασε ερειπωμένο, τη δεκαετία του 70 και είχε κάνει δύο γάμους και είχε τρεις κόρες. Ζούσε ως άγνωστος μεταξύ αγνώστων, ένας «αποτυχημένος» μουσικός που είχε χρόνια να γρατζουνίσει την κιθάρα του.

Ο Ροντρίγκεζ στην Νότια Αφρική

Οι δύο άνδρες που βρήκαν μετά από χρόνια ερευνών τον Σίξτο Ροντρίγκεζ, έκαναν ότι μπορούσαν για να τον πείσουν να ταξιδέψει μέχρι την Νότια Αφρική για να δώσει επιτέλους μία συναυλία μπροστά στο κοινό που για δεκαετίες τον αντιμετώπιζε ως νεκρό είδωλο. «Ελα και δεν θα το μετανιώσεις» του είπαν. Ο Ροντρίγκεζ ξεπέρασε τον αρχικό δισταγμό και την έμφυτη ταπεινότητά του και στις 2 Μαρτίου του 1998 προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Κέιπ Τάουν.

«Περπατούσαμε στο αεροδρόμιο και ξαφνικά ήρθαν δύο λιμουζίνες κοντά μας, είμασταν σίγουροι ότι δεν ήταν για εμάς αλλά όταν πήγαμε να τις προσπεράσουμε μας είπαν να μπούμε μέσα. Υπήρχαν κάμερες και δημοσιογράφοι, έκαναν σαν να έβλεπαν την Μαντόνα. Τότε καταλάβαμε ότι προσγειωθήκαμε σε έναν άλλον κόσμο» περιέγραψαν οι κόρες του μουσικού χρόνια αργότερα.

Στις 6 Μαρτίου ο μυστηριώδης καλλιτέχνης εμφανίστηκε επιτέλους μπροστά στα μάτια των χιλιάδων ακροατών του, αρκετοί από τους οποίους μέχρι την τελευταία στιγμή δεν πίστευαν ότι όντως o Ροντρίγκεζ είναι ζωντανός και θα εμφανιζόταν στην σκηνή.

Ακολούθησαν ακόμη πέντε sold out συναυλίες στη χώρα με τον ίδιο να παραμένει ταπεινός και ευγνώμων για την αγάπη του κόσμου. «Οταν μέναμε σε ξενοδοχεία της Νότιας Αφρικής, ο Ροντρίγκεζ κοιμόταν στον μικρό καναπέ του δωματίου και άφηνε στρωμένο το διπλό κρεβάτι» είχε δηλώσει μία από τις κόρες του θέλοντας να δείξει την ανάγκη του πατέρα της να μένει προσγειωμένος.

Η καθυστερημένη επιτυχία στις ΗΠΑ 

Αυτό όμως που άλλαξε για τα καλά τη ζωή του Σίξτο Ροντρίγκεζ δεν ήταν άλλο από την κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ «Αναζητώντας τον Sugar Man» που έκανε πρεμιέρα το 2002. Το ντοκιμαντέρ, σε σκηνοθεσία του Σουηδού Μάλικ Μπεντζελούλ αφηγείται τις προσπάθειες των δύο νοτιοαφρικανών φαν (Στρίντομ και Σέγκερμαν) να μάθουν αν ο Ροντρίγκεζ είχε πράγματι αυτοκτονήσει ή σε αντίθετη περίπτωση, τι είχε απογίνει. Η ταινία κέρδισε σε φεστιβάλ το βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ, τόσο της κριτικής επιτροπής όσο και του κοινού.

Ύστερα από την κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ στους κινηματογράφους, δημιουργήθηκε μεγάλο ενδιαφέρον για τον Ροντρίγκεζ στις ΗΠΑ αλλά και παντού, τόσο από τα μέσα επικοινωνίας όσο και από τους ανθρώπους που ανακάλυψαν τη μουσική του. Εμφανίστηκε στην τηλεόραση, σε συναυλίες και οι δίσκοι επανεκδόθηκαν πολλές φορές. Ο Ροντρίγκεζ όμως συνέχισε να ζει στο μέρος που γεννήθηκε, χωρίς ανέσεις, χαρίζοντας όσα χρήματα κέρδισε στην οικογένειά του.

Με την κιθάρα του και τα αγαπημένα του μαύρα γυαλιά, σε συναυλία στην Οτάβα του Καναδά το 2017 (GettImages)

Φυσικά, ο ίδιος ποτέ δεν δήλωσε ότι αδικήθηκε στις ΗΠΑ ούτε εξέφρασε οποιαδήποτε δυσαρέσκεια για το γεγονός ότι ουδέποτε έλαβε χρήματα από τις πωλήσεις εκατοντάδων χιλιάδων δίσκων του στην Νότια Αφρική και σε άλλες χώρες.

Στις 10 Ιουλίου ο μουσικός με την μυθιστορηματική ζωή κλείνει 80 χρόνια ζωής. Λίγες εβδομάδες πριν, η βρετανική Mirror δημοσίευσε ρεπορτάζ σύμφωνα με το οποίο ο Ροντρίγκεζ κέρδισε επιτέλους τη μάχη των δικαιωμάτων για τα τραγούδια που είχε γράψει.

Ο Στίβεν Σέγκερμαν επιβεβαίωσε το ρεπορτάζ δηλώνοντας: «Πρόκειται για έναν υπέροχο, ταπεινό άνθρωπο και, παρόλο που η επιτυχία ήρθε πολύ αργά στη ζωή του, είναι χαρούμενος που οι άνθρωποι έμαθαν για τη μουσική του».

«Ξέρει ότι η ζωή του είναι μια χαρά και δεν θέλει να την αλλάξει – άλλωστε δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει να διηγείται μία από τις πλέον εκπληκτικές ιστορίες στα χρονικά της μουσικής».


Το ντοκιμαντέρ «Αναζητώντας τον Sugar Man» που αποτέλεσε την βασική πηγή για το άρθρο, είναι διαθέσιμο στο YouΤube και μπορείτε να το παρακολουθήσετε εδώ:

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...