1686
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου (σε πρώτο πλάνο) με τον Βαγγέλη Βενιζέλο | CreativeProtagon

«Ο ΣΥΡΙΖΑ μού ζήτησε να “δώσω” τον Βενιζέλο»

Protagon Team Protagon Team 21 Απριλίου 2016, 09:55
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου (σε πρώτο πλάνο) με τον Βαγγέλη Βενιζέλο
|CreativeProtagon

«Ο ΣΥΡΙΖΑ μού ζήτησε να “δώσω” τον Βενιζέλο»

Protagon Team Protagon Team 21 Απριλίου 2016, 09:55

Την δική του περιγραφή για μια από τις κομβικές στιγμές της ιστορίας των τελευταίων ετών, την προσφυγή στο μηχανισμό διάσωσης της ελληνικής οικονομίας το 2010, αλλά και για την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο και μια συνδιαλλαγή που του πρότεινανα από τον ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να στοχοποιηθεί ο Βαγγέλης Βενιζέλος, προσφέρει ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου μέσα από το βιβλίο του με τίτλο «Game over: Η αλήθεια για την κρίση», το οποίο θα κυκλοφορήσει τις επόμενες ημέρες.

Περιγράφοντας την απόφαση προσφυγής στο μηχανισμό διάσωσης το 2010, λέει ότι μετά από μια περίοδο δισταγμών της Γερμανίας, μόλις στις 22 Απριλίου το Βερολίνο δήλωσε τη στήριξή του. Την ίδια ημέρα το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε την προσφυγή για να ακολουθήσει την άλλη ημέρα το διάγγελμα από το Καστελόριζο.

Σχετικά με την Προανακριτική Επιτροπή που αποφάσισε την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο μιλά για μια διαδικασία-παρωδία και προειλημμένες αποφάσεις καθώς «το μόνο που απέμενε ήταν να αποτυπώσει τις κατηγορίες στο πόρισμα».

Τα εκτεταμένα αποσπάσματα από το βιβλίο, δημοσιεύονται την Πέμπτη στα Νέα. Ο ίδιος αναφέρει ότι άρχισε να γράφει το βιβλίο στα αγγλικά μετά τις εκλογές του 2012 και διέκοψε όταν ξέσπασε η υπόθεση της λίστας και της δικαστικής διερεύνησης.

Οι δραματικές ώρες πριν την προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης

Τέτοιες ημέρες πριν από έξι χρόνια, το 2010, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αποφάσιζε την προσφυγή στο μηχανισμό διάσωσης. Μέχρι και τις 22 Απριλίου, η Γερμανία «δίσταζε να συναινέσει στην ενεργοποίηση του μηχανισμού· τόσο δημόσια όσο και σε ιδιωτικές συζητήσεις έλεγαν ότι ήταν ακόμα νωρίς». Εκείνο το πρωί αναφέρει ο πρώην υπουργός ότι δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που έλεγε για πρώτη φορά ότι το Βερολίνο δεν θα έφερνε αντίρρηση αν η Ελλάδα αποφάσιζε να προσφύγει στο μηχανισμό.

«Είχαμε φτάσει στο σημείο “τελευταίας ευκαιρίας” – το περίφημο ultima ratio. Μίλησα με συναδέλφους μου και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και με τον ευρωπαίο επίτροπο. Ολοι θεωρούσαν πως είχαμε φτάσει πλέον σε ένα σημείο όπου κάθε περαιτέρω καθυστέρηση εγκυμονούσε μεγάλους κινδύνους», γράφει.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας συνεκλήθη άτυπο υπουργικό συμβούλιο στο οποίο ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου παρουσίασαν την κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί. «Εξαιτίας της καθυστέρησης των εταίρων μας, η δημιουργία του μηχανισμού από μόνη της δεν είχε τελικά λειτουργήσει αποτρεπτικά για να κατευνάσει τις αγορές και να τις πείσει ότι δεν υπήρχε θέμα χρεοκοπίας της Ελλάδας.

» Η συζήτηση κράτησε ώρες. Η προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης προέκυψε ως η μόνη επιλογή. Ολοι συμφωνούσαν, με επιμέρους διαφορετικές προσεγγίσεις ως προς τον σωστό χρόνο. Οι περισσότεροι ήταν υπέρ της άμεσης ενεργοποίησης· κάποιοι ήθελαν να περιμένουμε μέχρι να μάθουμε περισσότερες λεπτομέρειες ως προς τους όρους και τις προϋποθέσεις. Ολοι όμως πίστευαν ότι κάθε μέρα που περνούσε έκανε το πρόβλημα ακόμα πιο δύσκολο.

Την απόφαση επηρέαζε το ότι στις 18 Μαΐου έληγε ένα μεγάλο ομόλογο για το οποίο η Ελλάδα δεν είχε χρήματα να καταβάλει.

Στις 22 Απριλίου 2010, μία ημέρα πριν την ανακοίνωση της προσφυγής «το μήνυμα ήταν απλό και ερχόταν από παντού: “Εχει έρθει η ώρα”».

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης ο κ. Παπακωνσταντίνου έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον τότε υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ, Τιμ Γκάιτνερ, ο οποίος του «δήλωνε τη στήριξη των ΗΠΑ. Είχαν μιλήσει με τη Γερμανία και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και όλα ήταν έτοιμα, εάν αποφασίζαμε να ζητήσουμε την ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης. Μου μετέφερε επίσης και ότι το ΔΝΤ θεωρούσε πως έπρεπε να προσφύγουμε στον μηχανισμό άμεσα.

Οπως τονίζει χαρακτηριστικά: «Το μήνυμα ήταν απλό και ερχόταν από παντού: ‘Εχει έρθει η ώρα’».

Στην καταληκτική παρέμβαση, διηγείται ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου, ο τότε Πρωθυπουργός επισήμανε ότι «δεν υπάρχει διεθνής εμπειρία ή συνταγή γι’ αυτό που περνούσαμε πρόσθεσε ότι «η ανάγκη να σώσουμε την πατρίδα ήταν μονόδρομος» και ότι «δεν χωρούσαν δεύτερες σκέψεις ούτε μικροπολιτικοί υπολογισμοί».

Η ιστορική στιγμή της απόφασης

Για την στιγμή της απόφασης ο πρώην υπουργός προσθέτει: «Οταν ολοκληρώθηκε η συνεδρίαση, τον ακολούθησα στο γραφείο του. Σταθήκαμε όρθιοι κοντά στην πόρτα. “Πρόεδρε, πρέπει να ενεργοποιήσουμε τον μηχανισμό αύριο” του είπα. “Δεν μπορούμε να περιμένουμε περισσότερο”. Ηταν της ίδιας άποψης. Σταθήκαμε για λίγο εκεί, σιωπηλοί. Ηταν μια ιστορική στιγμή και το αισθανόμασταν και οι δυο μας. Στη συνέχεια, έμεινε μόνος στο γραφείο του για να κάνει μια σειρά τηλεφωνημάτων στους κυριότερους ευρωπαίους ηγέτες».

«Το διάγγελμα του Καστελλόριζου έχει μείνει στην Ιστορία και η αλήθεια είναι ότι είχε κάτι το εξωπραγματικό»

Την επόμενη ημέρα, ήταν προγραμματισμένη επίσκεψη στο Καστελλόριζο την οποία ο Γιώργος Παπανδρέου επέλεξε να μην ακυρώσει για να δώσει μάλιστα «τον συμβολισμό ότι συνεχίζουμε τη δουλειά μας και αφετέρου την ανακοίνωση από το πιο ακριτικό ελληνικό νησί».

«Το διάγγελμα του Καστελλόριζου έχει μείνει στην Ιστορία – και η αλήθεια είναι ότι είχε κάτι το εξωπραγματικό», γράφει ο πρώην υπουργός. Σε αυτό ο πρώην πρωθυπουργός «ανακοίνωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση ζητούσε από τους εταίρους της στην ευρωζώνη και από το ΔΝΤ να στηρίξουν την Ελλάδα ώστε να αποφύγει την πτώχευση».

Την ίδια στιγμή, συνεχίζει ο πρώην υπουργός «πολύ πιο πεζά, εγώ έγραφα μια σύντομη επιστολή προς τον ευρωπαίο επίτροπο, τον πρόεδρο της ΕΚΤ και τον επικεφαλής του ΔΝΤ. Το κείμενο έλεγε: ‘Σύμφωνα με τη δήλωση των επικεφαλής των κυβερνήσεων και κρατών της 25ης Μαρτίου για την παροχή χρηματοδοτικής στήριξης στην Ελλάδα, εάν χρειαστεί, και το επακόλουθο κείμενο συμπερασμάτων του Eurogroup, η Ελλάδα αιτείται την ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης’».

Η «παρωδία της Προανακριτικής»

Ενα άλλο ζήτημα που καλύπτει στο βιβλίο του ο κ. Παπακωνσταντίνου είναι η υπόθεση της παραπομπής του στην Προανακριτική Επιτροπής της Βουλής και από εκεί στο Ειδικό Δικαστήριο σχετικά με τις ευθύνες του για τον χειρισμό της λίστας Λαγκάρντ όσο ήταν υπουργός Οικονομικών.

Καταλογίζει στην τότε κυβερνητική πλειοψηφία «αξιοθαύμαστη ταχύτητα» στην πρόταση για σύσταση επιτροπής η οποία θα διερευνούσε «τυχόν ευθύνες μου – αποκλειστικά και μόνο δικές μου».

«Το κόμμα μου συνεπώς με έριξε στα σκυλιά» γράφει ο Γ. Παπακωνσταντίνου για την Προανακριτική Επιτροπή

Ο πρώην υπουργός μιλά με σκληρές εκφράσεις για την στάση του ΠΑΣΟΚ και του τέως προέδρου του, Βαγγέλη Βενιζέλου – είναι ο μόνος ίσως από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων που επικρίνει ανοιχτά στο βιβλίο του.

Γράφει σχετικά: «Μία μέρα μετά τις αποκαλύψεις, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ με είχε διαγράψει από το κόμμα με μια απλή ανακοίνωση – πριν από οποιαδήποτε διερεύνηση της υπόθεσης. Ηταν ή ο δικός του πολιτικός θάνατος ή ο δικός μου. Το κόμμα μου συνεπώς με έριξε στα σκυλιά. Την ίδια στιγμή το μήνυμα που εξέπεμπαν όλα τα κόμματα που στήριζαν την κυβέρνηση και πολλαπλασιαζόταν στα Μέσα ήταν πολύ καθαρό: Μην κοιτάτε παραπέρα. Να ο ένοχος στο σκάνδαλο της λίστας Λαγκάρντ. Ορίστε, αφαίρεσε τα ονόματα των συγγενών του. Ηταν εξαιρετικά βολικό όλο αυτό.»

Μετά την έναρξη των εργασιών της επιτροπής, και παρά τις συστάσεις του προέδρου της για αποφυγή εμφανίσεων των μελών της στα μέσα ενημέρωσης, σύμφωνα με τον κ. Παπακωνσταντίνου «καθημερινά υπήρχαν στοχευμένες διαρροές, που όλες παρέπεμπαν στην υποτιθέμενη ενοχή μου».

Οπως προσθέτει «υπήρξαν πάνω από εκατό εμφανίσεις μελών της επιτροπής στα ΜΜΕ, με συγκεκριμένες εκφορές κρίσεων για την υπόθεση, που τίναζαν στον αέρα κάθε πρόσχημα αδιάβλητης διαδικασίας και αντικειμενικής διερεύνησης της αλήθειας και παραβίαζαν κάθε δικονομικό κανόνα».

Αναφέρει ακόμη ότι «μέλη της επιτροπής άσκησαν πρακτικές εκφοβισμού, ψυχολογικής βίας και απειλών» σε μάρτυρες «για να πουν [ενν. οι μάρτυρες] αυτά που ήθελαν να ακούσουν, όχι όσα είχαν πραγματικά συμβεί. Απαξίωσαν δημόσιους λειτουργούς που τόλμησαν να δώσουν καταθέσεις οι οποίες στήριζαν τους ισχυρισμούς μου. Εξέτασαν μέρες ολόκληρες συνεργάτες μου και, όταν οι απαντήσεις δεν βόλευαν, αμφισβήτησαν την ειλικρίνειά τους, φτάνοντας στο σημείο να ρωτούν για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Εγινε έλεγχος πολιτικών φρονημάτων από μέλη της Βουλής».

Ο ΣΥΡΙΖΑ «ήθελε να δώσω στοιχεία κατά του Βενιζέλου»

Αποκαλύπτει ακόμη ότι κατά την περίοδο λειτουργίας της Προανακριτικής είχε δύο συναντήσεις που χαρακτηρίζει «ενδιαφέρουσες».

«Η πρώτη ήταν με τον δημοσιογράφο Κώστα Βαξεβάνη, ο οποίος ήθελε να μάθει από εμένα περισσότερα στοιχεία για την υπόθεση. Τον άκουσα να μου λέει πως – παρότι θεωρούσε ότι οι χειρισμοί μου ήταν λαθεμένοι – δεν πίστευε ότι εγώ είχα νοθεύσει τα στοιχεία.

» Η δεύτερη ήταν με ορισμένα υψηλά ιστάμενα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Στη συνάντηση μου ζήτησαν ευθέως να τους δώσω στοιχεία που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν κατά του Βενιζέλου· τους απάντησα πως δεν έμπαινα σε παρόμοιες λογικές συναλλαγών και πως ό,τι είχα να πω σχετικά θα το έλεγα στη Βουλή».

«Η Προανακριτική Επιτροπή είχε σε κάθε περίπτωση πάρει ήδη τις αποφάσεις της – προτού καν ξεκινήσει τις εργασίες της»

Ο πρώην υπουργός αναφέρει ότι «όταν ήρθε η στιγμή για τη δική μου κατάθεση στην επιτροπή, μου παραδόθηκαν αντίγραφα μιας δικογραφίας 20.000 σελίδων και μου δόθηκε προθεσμία μόλις 7 ημερών για να προετοιμαστώ. Αρνήθηκα να νομιμοποιήσω μια παρωδία και αποφάσισα να τοποθετηθώ μόνο στην Ολομέλεια της Βουλής».

Μιλά μάλιστα για μια Προανακριτική Επιτροπή που «είχε σε κάθε περίπτωση πάρει ήδη τις αποφάσεις της – προτού καν ξεκινήσει τις εργασίες της. Το μόνο που απέμενε ήταν να αποτυπώσει τις κατηγορίες στο πόρισμα».

Και συνεχίζει λέγοντας ότι «το πόρισμα ήρθε για να αποδείξει πέρα από κάθε αμφιβολία πόσο προσχηματική, απόλυτα διαβλητή, προκατειλημμένη και δικονομικά άκυρη ήταν η διαδικασία. Ο πλήρης ευτελισμός, όμως, της διαδικασίας επήλθε από το γεγονός ότι από τους επτά βουλευτές που υπέγραψαν το παραπεμπτικό πόρισμα της πλειοψηφίας οι δύο δεν μετείχαν καν στις εργασίες της επιτροπής».

Βενιζέλος: «Μέθοδοι μαφίας»

Για τα όσα αποκαλύπτει στο βιβλίο του ο κ. Παπακωνσταντίνου και προδημοσίευσαν τα Νέα, άμεση ήταν η αντίδραση του κ. Βενιζέλου. Αναφερόμενος στο σημερινό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της εφημερίδας για τα όσα αποκαλύπτει ο Γ. Παπακωνσταντίνου στο βιβλίο του σχετικά με τους στόχους και τις μεθόδους της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ στην υπόθεση της «λίστας Λαγκάρντ» ο κ. Βενιζέλος είπε:

«Αυτή την περίοδο διαχειρίζεται τις τύχες της χώρας ένας  αδίστακτος πυρήνας τυχοδιωκτών που επιχείρησαν να χρησιμοποιήσουν μεθόδους μαφίας για να αντιμετωπίσουν αυτόν που θεωρούν δύσκολο αντίπαλο. Το προσπάθησαν και έσπασαν τα μούτρα τους γιατί η αλήθεια εκδικείται. Αν όμως το κόστος σε προσωπικό επίπεδο είναι η αηδία, σε εθνικό επίπεδο είναι η ταπείνωση. Για αυτό πρέπει να φύγουν το ταχύτερο».

ΣΥΡΙΖΑ: «Φωνάζει ο κλέφτης…»

Με χαρακτηριστική καθυστέρηση ήρθε το απόγευμα της Πέμπτης η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ:

«Τα δύο πιο αναξιόπιστα πρόσωπα της υπόθεσης “λίστα Λαγκάρντ”, ο κ. Παπακωνσταντίνου και ο κ. Βενιζέλος, εξακολουθούν να χρωστάνε μια καθαρή απάντηση για το πώς, την ώρα που φόρτωναν τεράστια βάρη στους έλληνες πολίτες, εξαφάνιζαν τις λίστες μαύρου χρήματος σε συρτάρια, για να καλύψουν συγγενικά τους πρόσωπα, κολλητούς τους φίλους και πολιτικούς τους συνεργάτες. Αντί για αυτό, προσπαθούν να βγάλουν λάδι ο καθένας τον εαυτό του, κόβοντας και ράβοντας σενάρια συνωμοσίας. Φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης» ανέφερε σε σχόλιό του το γρ. Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ,

 

 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...