Ο Guardian για τις νέες απειλές του web / Η Corriere della Sera για μια φωτογράφο που έχει πολλές λέξεις για τις εικόνες της / Η Repubblica για έναν πρόεδρο που πιστεύει ότι τον κυνηγάνε τα πνεύματα / Και ο Independent…
  • The Guardian

    Κίνδυνοι / Ο εφευρέτης του www προειδοποιεί…

    Μπορεί να μην θυμούνται και πολλοί ότι χθες συμπληρώθηκαν 28 χρόνια από τότε το worldwide web, το γνωστό www, απέκτησε σάρκα και οστά. Αλλά εκείνος είναι αδύνατον να το ξεχάσει. Γιατί ο Τιμ Μπέρνερς Λι είναι ο εφευρέτης του παγκόσμιου ιστού. Τότε, γράφει στον Guardian, είχε φανταστεί το Διαδίκτυο σαν μια ανοικτή πλατφόρμα που θα επέτρεπε στον καθένα να μοιραστεί πληροφορίες, να αποκτήσει πρόσβαση σε ευκαιρίες και να επικοινωνήσει με άλλους χρήστες χωρίς το εμπόδιο των γεωγραφικών και των πολιτισμικών συνόρων.

    Το όνειρό του, πιστεύει, έγινε εν πολλοίς πραγματικότητα. Αλλά τον τελευταίο χρόνο έχει αρχίσει να ανησυχεί. Κι ο λόγος είναι ότι εντοπίζει τουλάχιστον τρεις κινδύνους, οι οποίοι πρέπει να αντιμετωπιστούν για να συνεχίσει το Διαδίκτυο να εκπληρώνει την αποστολή του ως εργαλείο που υπηρετεί ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ο ένας κίνδυνος, συνεχίζει ο Τιμ Μπέρνερς Λι, είναι η απώλεια του ελέγχου των προσωπικών δεδομένων. Πολλοί ιστότοποι παρέχουν δωρεάν το περιεχόμενό τους ζητώντας σε αντάλλαγμα τα προσωπικά μας δεδομένα. Και πολλοί από εμάς τα προσφέρουν. Οι συνέπειες που μπορεί να υποστεί κάποιος στα καταπιεστικά καθεστώτα είναι προφανείς. Αλλά και στις δημοκρατίες οι παγίδες δεν είναι αμελητέες.

    Και ο δεύτερος κίνδυνος; Είναι η ευκολία με την οποία μπορεί να διαδοθεί η παραπληροφόρηση. Ο Τιμ Μπέρνερς Λι υπενθυμίζει ότι ο περισσότερος κόσμος αναζητά τις ειδήσεις από μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μηχανές αναζήτησης που μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Τα σάιτς αυτά επιλέγουν τι να μας δείξουν χρησιμοποιώντας αλγόριθμους που μαθαίνουν να μας «ταΐζουν» με βάση τα προσωπικά μας δεδομένα. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Να βλέπουμε τις μηχανές να υποθέτουν ποια κλικ θα κάναμε χωρίς κανέναν απολύτως έλεγχο. Αλλά αυτός δεν είναι παρά ο πιο ασφαλής τρόπος για να εξαπλωθούν οι ψεύτικες ειδήσεις σαν την πυρκαγιά.

    Και να ποιος είναι ο τρίτος κίνδυνος: Η πολιτική διαφήμιση στο Διαδίκτυο έχει λάβει τον χαρακτήρα μιας τεχνολογικής βιομηχανίας που επιτρέπει στους υπεύθυνους μιας προεκλογικής εκστρατείας να δημιουργούν εξατομικευμένα σποτ – σύμφωνα με μια πηγή, στις αμερικανικές εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου στο Facebook δημοσιεύονταν κάθε μέρα 50.000 παραλλαγές της ίδιας διαφήμισης. Κι αν σε αυτό προστεθεί το γεγονός ότι πολλές από αυτές τις διαφημίσεις χρησιμοποιούνται με μη ηθικό τρόπο, μπορεί να αντιληφθεί κανείς τη σημασία της απειλής.

    Ωραία, και τι κάνουμε; Η λύση δεν είναι απλή, λέει ο εφευρέτης του web. Αλλά ο τρόπος να αποτρέψουμε αυτούς τους κινδύνους υπάρχει. Αρκεί να το θελήσουμε. Κι αρκεί να το θελήσουν και οι κολοσσοί του www.

    Φωτό: Ο Τιμ Μπέρνερς Λι δεν είχε προβλέψει το μέλλον. Το είχε φτιάξει. Πηγή: Catrina Genovese/WireImage/Getty Images/Ideal Images
  • Corriere della Sera

    Ιστορίες / «Ο ξιφίας ήταν τριών ημερών»

    Αυτό που δεν πρόκειται να ξεχάσει ποτέ από τη ναζιστική Γερμανία είναι η μυρωδιά του καμένου ξύλου τη Νύχτα των Κρυστάλλων. Η Ινγκε Σένταλ ήταν τότε 8 χρονών. Ο εβραίος πατέρας της το έσκασε λίγες ημέρες μετά για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Κι αν εκείνη σώθηκε, το οφείλει στον νέο σύντροφο της γερμανίδας μητέρας της, έναν αξιωματικό του ιππικού. Στα χρόνια του πολέμου έζησε στο Γκέτινγκεν, στο Αμβούργο πήγε με ποδήλατο και με σκοπό να γνωρίσει τον εκδότη Αξελ Σπρίνγκερ.

    Κάπως έτσι βρέθηκε και στην Κούβα το 1953. Ηταν άφραγκη, από τη Νέα Υόρκη πήγε στο Μαϊάμι με οτοστόπ, εκεί έπεισε έναν μεθυσμένο ταξιτζή να την πάει μέχρι το Κι Γουέστ. Στην Αβάνα είδε τα παιδιά να πεθαίνουν στον δρόμο από την πείνα. Μια ημέρα περπατούσαν στον δρόμο με τον Ερνεστ Χέμιγουεϊ, εκείνος τους πέταξε στον δρόμο λίγα κέρματα, εκείνη τον παρατήρησε, μάλωσαν. Εμεινε στο σπίτι του, όμως, επί δυο εβδομάδες. «Κάθε πρωί βγαίναμε με τη βάρκα με τον Γκρεγκόριο Φουέντες, τον ψαρά του “Ο γέρος και η θάλασσα”. Αλλά δεν πιάναμε ποτέ τίποτε. Ο ξιφίας στη γνωστή φωτογραφία ήταν τριών ημερών» λέει στην Corriere della Sera.

    Ηταν μόνο ένα επεισόδιο στη ζωή της Ινγκε, μιας γυναίκας που απαθανάτισε δεκάδες πρόσωπα εκείνης της εποχής στον φακό της – κι έχει πολλά να πει γι’ αυτούς. Ο Πικάσο ήταν «ένας μικρός διάβολος, γοητευτικός και μυστηριώδης, ένας ταύρος με βλέμμα που σε μαγνήτιζε, ζούσε στην απόλυτη αταξία». Ο Μαρκ Σαγκάλ ήταν ένας άγγελος. Και η Σιμόν ντε Μπουβουάρ; «Για μένα ήταν σαν την Παναγία. Είχα λατρέψει το “Δεύτερο φύλλο”, θυμάμαι ότι είχε τα νύχια της βαμμένα πάντα κόκκινα, μου μιλούσε με ενθουσιασμό για την Κίνα του Μάο από την οποία είχε μόλις επιστρέψει». Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, πάλι, έμενε σε ξενοδοχεία τέταρτης κατηγορίας όταν τον γνώρισε, αλλά η επιτυχία τον άλλαξε, άρχιζε να ζει σαν μεγαλοπαραγωγός του Χόλιγουντ. Θυμάται και τον Αλαν Γκίνσμπεργκ, «ήταν πολύ άσχημος, αλλά είχε υπέροχο σώμα, δεν γύρναγε τυχαία όλη την ώρα γυμνός».

    Τον Τζον Κένεντι τον είχε γνωρίσει στη Νέα Υόρκη τρυπώνοντας σε ένα πάρτι. «Φοβερά σέξι», πήγαινε από τραπέζι σε τραπέζι ζητώντας χρήματα για την προεκλογική του εκστρατεία από πλούσιες ηλικιωμένες. «Τον φωτογράφισα, καθώς προσπαθούσε να ξεπουπουλιάσει την Ελίζαμπεθ Αρμπεν, η οποία φορούσε πάνω της ένα κιλό διαμάντια». Κάποια άλλη φορά, «έκλεψε» και το πορτρέτο του Ουίνστον Τσόρτσιλ στην Πέμπτη Λεωφόρο, αλλά και το χασμουρητό της Γκρέτα Γκάρμπο καθώς περίμενε στο φανάρι. Τη φωτογραφία της Γκάρμπο την πούλησε στο Life για 50 δολάρια. Και τα χρήματα εκείνα ήταν αρκετά για να ζήσει άλλον έναν μήνα στη Νέα Υόρκη.

    Δική της ήταν και η φωτογραφία του Μπίλι Ουάιλντερ να φοράει ένα πρωσικό κράνος. Eπειτα ήρθε η γνωριμία με τον ιταλό εκδότη Τζαντζάκομο Φελτρινέλι, ο γάμος τους, το ταξίδι τους στην Κούβα, η διαμονή τους στην Αβάνα σε ένα καταπληκτικό σπίτι γεμάτο με πανάκριβα κρασιά «Σατό Ρότσιλντ» που ο ιδεαλιστής Φελτρινέλι αρνήθηκε να ανοίξει έστω και για να δοκιμάσει. Ο σκοπός του ταξιδιού ήταν τα απομνημονεύματα του Φιντέλ Κάστρο, ο Κομαντάντε εμφανίστηκε έπειτα από μία εβδομάδα. Της φάνηκε χαρισματικός, αλλά κάπως μπερδεμένος ιδεολογικά. Οι δυο άνδρες συζήτησαν, έριξαν και μερικά σουτ σε μια μπασκέτα που υπήρχε στην ταράτσα μαζί με κάτι κότες, αλλά το βιβλίο δεν βγήκε ποτέ τελικά, ο Κάστρο δεν πρόλαβε να το τελειώσει.

    Η Ινγκε έχει, όμως, ένα χειρόγραφό του. Θα το δημοσιεύσει τώρα που είναι αυτή η εκδότρια του οίκου Φελτρινέλι; «Α, όχι. Είναι βαρετούλι…».

    Φωτό: Ο Ερνεστ Χέμινγουεϊ, η Ινγκε Σένταλ και ο μπαγιάτικος ξιφίας. Πηγή: Corriere della Sera.
  • La Repubblica

    Ανέκδοτα / Ο πρόεδρος φοβάται τα φαντάσματα

    Αλλοι φοβούνται (και δικαίως) τους πραγματικούς κινδύνους της ζωής και άλλοι τα φαντάσματα. Ανάμεσα σε αυτούς τους τελευταίους, αλίμονο για τους Βραζιλιάνους, είναι και ο πρόεδρος της Βραζιλίας Μικέλ Τεμέρ. «Τη νύχτα -αφηγείται στο περιοδικό Veja- δεν μπορούμε να κοιμηθούμε με τη γυναίκα μου. Είχαμε πολλές ενδείξεις. Αλλά τώρα είμαστε σίγουροι. Η Αλβοράντα (σ.σ. το προεδρικό μέγαρο) έχει κατακλυστεί από αρνητικές παρουσίες. Γι’ αυτό θα επιστρέψουμε στο Τζαμπούρου (σ.σ. την έδρα του αντιπροέδρου)».

    Μοιάζει με ανέκδοτο, σχολιάζει η Repubblica. Αλλά σε μια χώρα όπως η Βραζιλία, όπου η λαϊκή δοξασία θέλει τα πνεύματα να κόβουν βόλτες μέσα και έξω από τα σπίτια, η «αποκάλυψη» του προέδρου της χώρας ακούγεται απολύτως φυσιολογική. Ακόμη κι όταν η «αποκάλυψη» αυτή εκφέρεται με απολύτως σοβαρό τρόπο και συνοδεύεται από διάφορα επεισόδια (μετακινήσεις επίπλων, περίεργους θορύβους) που πιστοποιούν του λόγου το αληθές.

    Και να φανταστεί κανείς ότι η Αλβοράντα είναι ένα κόσμημα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Μα βαρέθηκαν τα φαντάσματα τους παλιούς πύργους και τα κάστρα; Ή απλώς εκσυγχρονίστηκαν;

    Φωτό: Η προεδρική κατοικία στη Μπραζιλία. Ο πρόεδρος δεν θέλει να περάσει ούτε απ’ έξω. Πηγή: youtube.com
  • The Independent

    Εκπλήξεις / Γιατί κλέβουν οι 16αρηδες τον «Ξένο»;

    Οταν ο συγγγραφέας Αντι Μάρτιν ήταν 15 χρονών είχε κλέψει από ένα βιβλιοπωλείο ένα βιβλίο – ήταν «Το Είναι και το Μηδέν» του Ζαν Πολ Σαρτρ. Ηταν και αυτός ένας λόγος που του κέντρισε το ενδιαφέρον η διάθεση ενός υπαλλήλου της αλυσίδας βιβλιοπωλείων Foyles να του αποκαλύψει ποιο ήταν το βιβλίο που κλέβουν συνήθως οι σημερινοί 16αρηδες. Και μολονότι ο ίδιος είχε κλέψει κάποτε κάτι «βαρύ», εξεπλάγη όταν πληροφορήθηκε ότι το αντικείμενο του αναγνωστικού πόθου των πιτσιρικάδων είναι «Ο ξένος» του Αλμπέρ Καμί.

    Είναι πολύ λογικό να αναρωτηθεί κανείς ποια είναι η αιτία πίσω από αυτήν την προτίμηση. Κι αυτό κάνει ο βρετανός συγγραφέας στον Independent. Ο λόγος, γράφει, δεν είναι ότι «Ο ξένος» δεν ξεπερνά τις 30.000 λέξεις – είναι δηλαδή μια σύντομη νουβέλα. Αλλά ότι είναι μια από τις σπουδαιότερες σύντομες νουβέλες όλων των εποχών. Είναι ένα μανιφέστο της χαλαρότητας, ένας ύμνος στο σεξ, στον θάνατο και το κολύμπι. Και μια εξερεύνηση του πώς είναι να είσαι ζωντανός με έναν αποξενωμένο, άνομο τρόπο.

    Ετσι να αισθάνονται άραγε σήμερα οι 16χρονοι; Μάλλον έτσι αισθάνονταν πάντα.

    Φωτό: Το πορτρέτο του Αλμπέρ Καμί από άγνωστο καλλιτέχνη. Πηγή: The Independent/Rex



text
  • Για να λέμε την αλήθεια, για αυτό ψηφίστηκε η Ζωή. Για να τους σπάει τα νεύρα


    28 Μαρτίου 2024, 18:07