Ακριβή μου απασχόληση
Ακριβή μου απασχόληση
«Δυστυχώς, είστε επιλαχόντες», μου διεμήνυσαν από την υπηρεσία του Δήμου σχετικά με την αίτηση για τα καλοκαιρινά προγράμματα απασχόλησης των μαθητών Δημοτικού, τα γνωστά σε όλους summer camps.
«Μα, αφού έκανα την αίτηση εντός της προθεσμίας των δέκα ημερών, γιατί δεν μας πήραν;».
«Eπρεπε να κάνεις την αίτηση αμέσως, εγώ με το που άνοιξε η πλατφόρμα, την έκανα, σε τρεις ώρες είχαν καλυφθεί οι θέσεις».
«Στο Παλαιό Φάληρο, έπεσε το σύστημα με το που άνοιξε!» είπαν φίλες μαμάδες.
Δεν ήξερα ότι έπρεπε να μπούμε σε α(ντα)γωνιστική εκκίνηση για να αποκτήσουμε πρόσβαση σε πρόγραμμα απασχόλησης που ένας Δήμος οργανώνει για τους μαθητές των σχολείων του. Δεν ήξερα ότι έπρεπε να περιμένω σαν τον γύπα πάνω από την ιστοσελίδα για να είμαι σίγουρη ότι θα μας πάρουν. Κι αφού οι θέσεις δεν αρκούν για όλους και η κατάσταση είναι «όποιος πρόλαβε, τον Κύριο είδε», γιατί ορίζουν εξαρχής προθεσμία μιας και δύο εβδομάδων; Ας ορίσουν μερικές ώρες για να το καταλάβουμε όλοι ότι εδώ θα σκοτωθούμε για μια θέση.
Ασφαλώς, έχεις πιθανότητες να πάρουν και τους επιλαχόντες, αλλά αν δεν, τι θα το κάνεις μέχρι να πάτε –αν πάτε– διακοπές; Και όταν η πιο οικονομική λύση της απασχόλησης του Δήμου ναυαγεί, εκεί ξεκινάει το γλέντι.
Δεν θα δυσκολευτείς να βρεις κάτι, το μόνο σίγουρο. Από αθλητικούς συλλόγους, σχολές χορού, εργαστήρια, μέχρι το πλέον ταπεινό ανθυποφροντιστήριο, όλοι διοργανώνουν ένα θερινό camp στις μέρες μας. Το προϊόν μοσχοπουλάει. Γιατί η ανάγκη του προκύπτει από τη δομή της σύγχρονης οικογένειας, έτσι όπως την έχουν καταντήσει η ελλιπής υποδομή παιδικής φροντίδας και η παντελής αδιαφορία του κράτους για την επίτευξη μιας ισορροπίας μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής.
Το να πληρώσεις θερινή απασχόληση έχει γίνει σχεδόν αυτονόητο. Και γι’ αυτό, όλα υπάρχουν εκεί έξω. Σπορ, καλλιτεχνικά, ρομποτική, επιστήμη, μίξη δραστηριοτήτων κ.ο.κ. Εχω δει μέχρι και διαδικτυακό camp. Τηλε-camp, αν έχετε τον Θεό σας.
Το θέμα είναι πόσο θα σου πάει το μαλλί για να στείλεις το παιδί κάπου, να απασχοληθεί όσο εσύ ο έρμος λιώνεις στη δουλειά. Τα 80 ευρώ την βδομάδα είναι η πιο φθηνή ταρίφα, συνήθως μιλάμε για 100 ευρώ και πάνω, με κολατσιό που δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα σάντουιτς με χυμό. Γίνεται μια μικρή έκπτωση στο δεύτερο παιδί, αλλά το ποσό καταλήγει στα ύψη όπως και να έχει. Τουτέστιν, μια οικογένεια με δύο παιδιά θέλει το λιγότερο 180 ευρώ την εβδομάδα για την καλοκαιρινή τους απασχόληση, αν απευθυνθεί σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Για τον μέσο Ελληνα είναι πολλά. Θα τα μετρήσει όμως, θα κόψει από αλλού και θα τα δώσει γιατί μπορεί να μην έχει εναλλακτική, δηλαδή γιαγιά που μπορεί να αναλάβει. Γιαγιά που να αντέχει, καθότι οι γιαγιάδες, τώρα που κάνουμε παιδιά στα 35 και τα 40, είναι κομματάκι μεγάλες για ντάντεμα διαρκείας.
Τα καλοκαιρινά προγράμματα απασχόλησης είναι μονόδρομος. Εστω για δύο βδομάδες, λες, να πάνε κάπου να μην κάθονται στο σπίτι με την οθόνη αγκαλιά. Γιατί για το σύγχρονο παιδί η οθόνη αποτελεί μόνιμη λύση στην εξίσωση της βαρεμάρας που νιώθει μέσα στους τέσσερις τοίχους. Και ο γονιός στερείται φαντασίας και διάθεσης να την αντιμετωπίσει με άλλους τρόπους.
«Διαβάστε κάνα βιβλίο!» τους είπε έξαλλη η υποφαινόμενη καθώς άκουσε τη λέξη «βαριέμαι» να βγαίνει από το στόμα τους για 305η φορά, λίγο αφότου έληξε η σχολική χρονιά. Το πήραν το βιβλίο, το ξεφύλλισαν και επέστρεψαν στη βαρεμάρα και στην εναλλαγή μεταξύ τηλεόρασης, κινητού και play station. Κι εκείνη, απεγνωσμένα ξεκίνησε να ψάχνει πού θα τα στείλει τα πρωινά, παρ’ όλο που εργάζεται από το σπίτι.
«Εγώ θα τα γράψω και σε απογευματινό πρόγραμμα», είπε μια φίλη της. «Οσο πιο πολλές ώρες απασχολημένα, τόσο το καλύτερο».
Φταίμε και οι σύγχρονοι γονείς, όμως. Γιατί βλέπουμε τη βαρεμάρα των παιδιών μας σαν δαίμονα. Ενας τέρας που μόλις τα πλησιάζει, πανικοβαλλόμαστε. Τα τρέχουμε από ’δώ κι από εκεί, τα βάζουμε σε μια μόνιμη ροή απασχόλησης χειμώνα-καλοκαίρι, να μη μείνουν ούτε μία ώρα χωρίς κάτι να κάνουν.
Θα συμφωνήσω ότι τα παιδιά τού σήμερα είναι εντοιχισμένα στα μπετά, αλλά κι εμείς δεν τα αφήνουμε στην ησυχία τους. Να νιώσουν τη βαρεμάρα της καλοκαιρινής παύσης, να χαλαρώσουν, να τεμπελιάσουν, να βρουν τις λύσεις τους πέραν της οθόνης. Αμα δεν τους επιτρέψεις να την ανοίξουν, θα αναγκαστούν να τις βρουν και μέσα στο σπίτι. Αφού σε αυτές τις συνθήκες έμελλε να γεννηθούν και να μεγαλώνουν, σε αυτές θα πρέπει να προσαρμόσουν τις ανάγκες τους.
Ας κοιτάξουν και λίγο το ταβάνι. Ευκαιρία είναι, τώρα που το μπορούν. Μετά θα θέλουν να το κοιτάζουν, αλλά δεν θα προλαβαίνουν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
