Υπόθεση Βαλυράκη: «Τον χτύπησαν και τον έριξαν στη θάλασσα», κατέθεσε στη δίκη αυτόπτης μάρτυρας
Υπόθεση Βαλυράκη: «Τον χτύπησαν και τον έριξαν στη θάλασσα», κατέθεσε στη δίκη αυτόπτης μάρτυρας
Την Παρασκευή, στη δίκη των δύο κατηγορούμενων για την ανθρωποκτονία του Σήφη Βαλυράκη, σειρά είχε να καταθέσει ο κατά δήλωσή του αυτόπτης μάρτυρας του διαπληκτισμού που οδήγησε στον θάνατο τον πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ.
Κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του Ευάγγελου Ασμάνη, ωστόσο, δεν ήταν παρών στο εδώλιο κανένας από τους κατηγορούμενους – τα δυο αδέλφια που βρίσκονται αντιμέτωπα με το αδίκημα της ανθρωποκτονίας με δόλο κατά συναυτουργία.
Σύμφωνα με την υπεράσπισή τους, οι δυο αλιείς δεν βρέθηκαν την Παρασκευή στο ακροατήριο λόγω… κακοκαιρίας, με την υποστήριξη κατηγορίας να απαντά ότι δεν εμφανίστηκαν επειδή απλούστατα δεν αντέχουν τις αποκαλύψεις του μάρτυρα.
Ο μάρτυρας Ευάγγελος Ασμάνης κατέθεσε στο δικαστήριο πως ήταν αυτόπτης του διαπληκτισμού Βαληράκη με τους δυο κατηγορούμενους ψαράδες. Οπως είπε, το πρωί της Κυριακής 24 Ιανουαρίου 2021 είχε πάει στην παραλία γιατί ήθελε να δει αν υπήρχαν δύτες που «έβγαζαν παράνομα αγγούρια της θάλασσας», αλίευμα που, όπως σημείωσε, κοστίζει χιλιάδες ευρώ το κιλό.
«Αφησα το μηχανάκι σε ένα ξενοδοχείο και πήγα με πόδια στο πεζονήσι», διηγήθηκε. «Εκατσα σε ένα βράχο να δω αν υπάρχει δύτης. Είδα το καΐκι των κατηγορουμένων. Ακουγα τον θόρυβο της μηχανής. Μία γκάζωνε, μία άφηνε. Η κατεύθυνσή τους ήταν προς το Νησί των Ονείρων. Είδα ότι το καΐκι μπήκε μπροστά από το σκαφάκι και του έκλεινε τον δρόμο. Πλώρη ο ένας, πλώρη ο άλλος. Το σκαφάκι πήγαινε αργά. Ακουγα φωνές: “Πού πας, δεν το ξέρεις ότι απαγορεύεται;”
»Ο Βαλυράκης έλεγε “να πάρετε το Λιμεναρχείο, είναι απόφαση, δεν είναι νόμος” (για τα μέτρα Covid).
»[Εκείνοι] του φώναζαν “φύγε κωλόγερε”, έβριζαν την γυναίκα του.
»Τότε τραβάει το κοντάρι από πάνω από την τέντα ο ένας, πήγε πίσω και τον χτύπησε στο κεφάλι, στον ώμο, δεν είδα… Πάντως στο πάνω μέρος του σώματος. Τρεις-τέσσερις φορές τον χτύπησε. Ο Βαλυράκης δεν έπεσε στην θάλασσα. Φέρανε δύο βόλτες, δύο στροφές γύρω από το μικρό σκάφος να κάνουν κυματισμό. Μετά έπεσε. Ο ένας ήταν σκυμμένος και νόμιζα πως θα τον τραβήξουν. Δεν τον πήραν. Εμεινε εκεί. Γκαζώνουν και φεύγουν», περιέγραψε για τις συνθήκες θανάτου του πρώην υπουργού.
«Εσείς τι κάνατε;», ρώτησε τον μάρτυρα ο πρόεδρος του δικαστηρίου.
«Εφυγα και εγώ. Την ίδια μέρα το απόγευμα μίλησα στο τηλέφωνο με τον Πολυζωίδη και του είπα όσα είδα. Μου είπε «μη μιλήσεις, θα μπλέξεις». Τις επόμενες ημέρες το είπα σε έναν φίλο μου. Ηθελα να το βγάλω από πάνω μου. Ενας άνθρωπος χάθηκε…»
Οπως υποστήριξε, δεν είχε μιλήσει αρχικά στις Αρχές (στο Λιμενικό) επειδή φοβόταν και «δεν τους είχε εμπιστοσύνη».
Ανέφερε μάλιστα περιστατικά που του είχαν κλονίσει την εμπιστοσύνη. Στην αρχή, διηγήθηκε, έλεγαν στην περιοχή ότι «τον έφαγε η οικογένεια για να πάρει αποζημίωση».
Απαντώντας σε σειρά ερωτήσεων του εισαγγελέα, ο μάρτυρας υποστήριξε επίσης ότι «την επόμενη μέρα της δολοφονίας μίλησα με το γραφείο του δικηγόρου που είχε τότε η οικογένεια, αλλά δεν με πήρε πίσω».
Ο ίδιος δήλωσε πως γνώριζε τους κατηγορούμενους και, όπως είπε, ήταν συχνά εριστικοί,
Στη συνέχεια μετέφερε διάλογο που είχε με τον κουνιάδο του πρώην υπουργού: «Του είπα ξέρω ότι τον φάγανε. Τον χτύπησαν!».
«Δεν ήθελα να του πω ευθέως και για να μην μπω στην υπόθεση τού είπα στο περίπου, δεν τον ήξερα, δεν είχα εμπιστοσύνη. Του είπα μόνο τον χτυπήσανε τον άνθρωπο, τον φάγανε», ανέφερε συγκεκριμένα.
Πρόεδρος: Δεν σας ρώτησε πού το ξέρετε;
Μάρτυρας: Δεν ήξερα ποιος είναι τότε, του είπα απλά ότι ξέρω.
Πρόεδρος: Πάμε στη συνέχεια. Πότε καταθέσατε για πρώτη φορά και πότε το δημοσιοποιήσατε;
Μάρτυρας: Με πήραν δημοσιογράφοι από κανάλι λίγες ημέρες μετά και μου λένε θα σου αλλοιώσουμε τη φωνή, μου λέγανε να τους βοηθήσω, να τους πω τι έγινε. Αυτοί το παίξανε το βράδυ στη τηλεόραση.
Πρόεδρος: Πως καταλήγετε, αφού δεν έχετε μιλήσει σε κανέναν, να εμφανίζεστε στη τηλεόραση;
Μάρτυρας: Εκείνη τη στιγμή τους είπα ορισμένα πράγματα, ήθελα να βγουν από μέσα μου.
Ο μάρτυρας ισχυρίστηκε, τέλος, ότι έπειτα από εμφάνισή του σε τηλεοπτική εκπομπή όπου μίλησε για όσα είδε, τον κάλεσε ο τοπικός λιμενάρχης και «μου έλεγε ότι με αυτά που είπα θα μπουν φυλακή οι δύο ψαράδες. Με ρωτούσε “θέλεις να μπούνε φυλακή;”. Αυτοί τα λέγανε και αυτοί τα γράφανε. Μου δώσανε να υπογράψω. Μετά με κάλεσαν και πήγα στη ΓΑΔΑ. Είπα όσα είδα».
Ο κ. Ασμάνης αναφέρθηκε επίσης σε οικονομική πρόταση που δέχθηκε από συγκεκριμένο πρόσωπο στην περιοχή, να ανατρέψει την κατάθεσή του στη ΓΑΔΑ, αλλά και σε πράξεις εκφοβισμού που ακολούθησαν τη μαρτυρία του, για κάποιες εκ των οποίων, όπως ενημέρωσε, έχει υποβάλει μήνυση.
Κατά δήλωσή του κάποιος τον πλησίασε και του έδειξε ένα χαρτί με ένα ποσό λέγοντάς του: «Αυτά είναι δικά σου, αρκεί να πεις ότι το έκανε η οικογένεια».
Πρόεδρος Τι του απαντήσατε;
Μάρτυρας: Του είπα ότι δεν γίνεται.
Ακολουθεί ο διάλογος με τον πρόεδρο του δικαστηρίου:
Μάρτυρας: Εκείνη την Κυριακή πήγα στην Ερέτρια, πήγα με ένα μηχανάκι, δεν φόραγα ρολόι ούτε είχα κινητό μαζί. Ηταν 11:15 με 11:30, δεν ξέρω ακριβώς. Αφησα το μηχανάκι πριν το Πεζονήσι και πήγα με τα πόδια εκεί (…). Εκατσα σε μια πέτρα πιο ψηλά για να βλέπω. Είδα το καΐκι από το νησάκι Αγία Τριάδα. Από τα σπίτια της Ερέτριας ακούστηκε ένας θόρυβος μηχανής. Υπήρχε και ένα κρις κραφτ, δεν πρέπει να δούλευε. Το καΐκι έρχονταν από την Αγία Τριάδα με κατεύθυνση το Νησί των Ονείρων. Μπήκε το καΐκι μπροστά από το κρις κραφτ και άρχισαν οι διαπληκτισμοί».
Πρόεδρος: Πήγε επί τούτου δηλαδή το καΐκι;
Μάρτυρας: Τώρα… τυχαία; Σύμπτωση; Δεν ξέρω αν είχε προηγηθεί κάτι άλλο. Ηταν πλώρη ο ένας, πλώρη και ο άλλος.
Πρόεδρος: Τι έγινε μετά;
Μάρτυρας: Αρχισαν τον διάλογο. Το κρις κραφτ προχώραγε αργά, πολύ αργά. Το καΐκι ήταν ανάποδα. Εγώ τα έβλεπα αυτά από 150 μέτρα, δεν μέτρησα κιόλας. Λογοέφεραν, λέγανε στο κρις κραφτ. «Που πας; Δεν ξέρεις ότι απαγορεύεται; Πού πας ρε κ@λ@γερε;» Βρίζανε τη γυναίκα του και την οικογένειά του. Το κρις κραφτ έλεγε «να πάρετε το Λιμεναρχείο, δεν είναι απόφαση, είναι νόμος».
Πρόεδρος: Πείτε μας αναλυτικά τι λέγανε και τι κάνανε;
Μάρτυρας: «Φύγε κ@λ@γερε». Του λέγανε για τη γυναίκα του, για την οικογένειά του. Τότε πήρε το κοντάρι ο ένας, πήγε στο πίσω μέρος και χτύπησε τον άνθρωπο στο κρις κραφτ στο κεφάλι, στο πάνω μέρος.
Πρόεδρος: Πώς είναι το κοντάρι;
Μάρτυρας: Είναι ένα ξύλο, το έχουμε για να σπρώχνουμε να ανοίξουμε την πλώρη μας να φύγουμε. Τον χτύπησαν με το μακρύ κοντάρι.
Πρόεδρος: Πόσα χτυπήματα είδατε;
Μάρτυρας: Τρεις, τέσσερις φορές ανεβοκατέβηκε το κοντάρι. Τώρα πού τον βρήκε ακριβώς δεν ξέρω, πάντως ήταν στο πάνω μέρος του σώματός του.
Πρόεδρος: Επεσε;
Μάρτυρας: Δεν έπεσε αμέσως. Μετά έγειρε και έπεσε στη θάλασσα. Αυτοί μετά κάνανε στροφή και σκέφτηκα πως πάνε να τον σηκώσουν, αλλά βάλανε μπροστά, γκάζωσαν και έφυγαν. Αυτοί έκαναν δυο στροφές και μετά τον είδα να πέφτει.
Πρόεδρος: Είδατε κάτι άλλο μετά;
Μάρτυρας: Βάλανε μπρος και φύγανε. Το κρις κραφτ δούλευε.
Προεδρός: Τι κάνατε εσείς μετά;
Μάρτυρας: Εφυγα κι εγώ.
Πρόεδρος: Γιατί;
Μάρτυρας: Να κάνω τι; Ηταν κι άλλοι εκεί.
Πρόεδρος: Το θύμα το ξέρατε;
Μάρτυρας: Οχι.
Πρόεδρος: Γνωρίζετε αν τέτοιες συμπεριφορές είναι συχνές στη περιοχή;
Μάρτυρας: Κύριε πρόεδρε, παντού είναι αυτά.
Πρόεδρος: Τους κατηγορούμενους τους γνωρίζατε;
Μάρτυρας: Ναι.
Πρόεδρος: Είχαν τέτοια συμπεριφορά;
Μάρτυρας: Αν ήταν άλλοι δίπλα τους τσακωνόντουσαν.
Πρόεδρος: Τι έγινε μετά;
Μάρτυρας: Είχε μαθευτεί αλλά δεν ξέρανε ποιος το είχε κάνει.
Πρόεδρος: Μόνο εσείς το ξέρατε;
Μάρτυρας: Ναι, όταν το είπα μου είπαν “μη μιλήσεις, θα μπλέξεις”. Δεν μίλαγα γιατί διέδιδαν τότε ότι τον έφαγε η οικογένεια για να πάρουν αποζημίωση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
