Ο Αγιος Σώστης που… «έσωσε» τον βασιλιά
Ο Αγιος Σώστης που… «έσωσε» τον βασιλιά
Ο Γεώργιος Α΄, πατριάρχης της δυναστείας των Γκλύξμπουργκ στην Ελλάδα, υπήρξε ο μακροβιότερος βασιλιάς στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Μέχρι πριν περίπου μισό χρόνο μάλιστα η περίοδος της βασιλείας του ήταν η μεγαλύτερη σε διάρκεια περίοδος αδιάσπαστης συνταγματικής ομαλότητας στη χώρα – το ρεκόρ έσπασε στις 13 Ιουλίου 2024 η περίοδος που είθισται να ονομάζουμε Μεταπολίτευση, έντεκα μέρες πριν συμπληρώσει μισό αιώνα ζωής.
Ο Γεώργιος Α΄ βασίλεψε από τις 18 Μαρτίου 1863 (π.η.) μέχρι τις 5 Μαρτίου 1913 (π.η.). Δολοφονήθηκε μόλις δεκατρείς μέρες πριν συμπληρώσει 50 χρόνια στον ελληνικό θρόνο. Η δολοφονία του βασιλιά στη Θεσσαλονίκη, όπου είχε εγκατασταθεί από τα τέλη Οκτωβρίου 1912, ελάχιστες μέρες μετά την απελευθέρωση της πόλης από τον ελληνικό στρατό με αρχιστράτηγο τον πρωτότοκο γιο και διάδοχό του Κωνσταντίνο, αποτελεί ένα από τα κομβικότερα γεγονότα της νεότερης ελληνικής Ιστορίας.
Ταυτόχρονα, ακόμα και σήμερα, περισσότερες από έντεκα δεκαετίες αργότερα, παραμένει ένα γεγονός με πολλά «σκοτεινά» και αμφιλεγόμενα στοιχεία. Κι ενώ η δολοφονία του Γεωργίου είναι ένα πασίγνωστο ιστορικό γεγονός, δεν ισχύει το ίδιο για μία δολοφονική απόπειρα που είχε γίνει εναντίον του 15 χρόνια νωρίτερα, αυτή τη φορά στην Αθήνα.
Στις αρχές του 1898 η Ελλάδα βρισκόταν σε μία ιδιαίτερα δύσκολη κατάσταση – και ο χαρακτηρισμός αυτός είναι επιεικέστατος. Κάτι περισσότερο από τέσσερα χρόνια μετά την πτώχευση του 1893 και ελάχιστους μήνες μετά τον εξευτελιστικό ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, το ηθικό και η εθνική περηφάνεια των Ελλήνων ήταν κουρελιασμένα.
Διότι μπορεί ο Χαρίλαος Τρικούπης να το είχε πει ξεκάθαρα από χρόνια: «Δεν έχομεν στρατόν. Ο ελληνικός Στρατός της σήμερον είναι αγέλη». Ο Τρικούπης όμως ηττήθηκε στις εκλογές του Απριλίου του 1895 και πέθανε στο εξωτερικό τον επόμενο χρόνο. Πρωθυπουργός έγινε ο Θεόδωρος Δεληγιάννης, ο οποίος μόνο Τρικούπης δεν ήταν.
Στις αρχές Φεβρουαρίου του 1897 λοιπόν η κυβέρνηση Δεληγιάννη έστειλε χερσαίες και ναυτικές δυνάμεις στην επαναστατημένη Κρήτη, με εντολή να καταλάβουν το νησί εν ονόματι του βασιλέα Γεωργίου Α΄. Το γεγονός ότι η χώρα ήταν πτωχευμένη και παράλληλα εντελώς απροετοίμαστη στρατιωτικά και απομονωμένη διπλωματικά δεν φάνηκε να επηρεάζει τον πάντα επιρρεπή στον λαϊκισμό Δεληγιάννη.
Μετά από μία σειρά λανθασμένων διπλωματικών κινήσεων και στρατιωτικών πρωτοβουλιών, καταλήξαμε να δώσουμε στους Τούρκους την αφορμή που έψαχναν προκειμένου να μας κηρύξουν τον πόλεμο στις αρχές Απριλίου 1897. Το αποτέλεσμα ήταν, μέσα σε διάστημα ενός μόλις μήνα, όχι απλά να μην καταφέραμε να απελευθερώσουμε κάποια υπό οθωμανικό έλεγχο περιοχή αλλά οι Τούρκοι να ανακαταλάβουν ολόκληρη τη Θεσσαλία και να έχουν φτάσει μέχρι τη Λαμία. Ετσι αναγκαστήκαμε να ζητήσουμε από τις Μεγάλες Δυνάμεις να μεσολαβήσουν άμεσα, ώστε να υπογραφεί ανακωχή.
Τον πόλεμο αυτό όμως η Ελλάδα τον πλήρωσε πολύ ακριβά, αφού αναγκάστηκε να πληρώσει πολεμική αποζημίωση στους Οθωμανούς ύψους τεσσάρων εκατομμυρίων τουρκικών λιρών, ενώ επιβλήθηκε και ο λεγόμενος Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος – ένα ΔΝΤ της εποχής με λίγα λόγια – για να διασφαλιστεί ότι θα αποπληρώνονταν παλιές και νέες δανειακές υποχρεώσεις. Υπό το βάρος όλων αυτών των εξελίξεων η κυβέρνηση Δεληγιάννη παραιτήθηκε, ενώ παράλληλα είχε δημιουργηθεί και ένα έντονο αντιδυναστικό ρεύμα εναντίον του Γεωργίου Α΄.
Σε αυτή την κατάσταση βρισκόταν η χώρα λοιπόν όταν ένα ωραίο απομεσήμερο του Φεβρουαρίου του 1898 ο βασιλιάς είχε πάει βόλτα στο Παλαιό Φάληρο με τη μικρότερη κόρη του, τη Μαρία. Στην επιστροφή, κι ενώ βρίσκονταν σε έναν καρόδρομο που τότε ονομαζόταν οδός Φαλήρου-Αθηνών, στη θέση Ανάλατος άρχισαν να δέχονται πυροβολισμούς.
Ο βασιλιάς και η πριγκίπισσα δεν τραυματίστηκαν, τραυματίστηκε όμως ο συνοδός του βασιλιά ονόματι Νέρης που καθόταν στο μπροστινό μέρος της άμαξας. Οι επίδοξοι δολοφόνοι, Γεώργιος Καρδίτσας και Ιωάννης Γεωργίου, συνελήφθησαν και παραπέμφθηκαν σε δίκη.
Εν τω μεταξύ, η προχειρότητα της ενέδρας δημιούργησε αρκετές υποψίες σχετικά με την απόπειρα. Μεγάλη μερίδα του κόσμου καθώς και ο εκδότης της εφημερίδας «Καιροί» υποστήριξαν ότι η απόπειρα ήταν σκηνοθετημένη προκειμένου να ανακτήσει ο βασιλιάς τη χαμένη του δημοτικότητα. Κάτι τέτοιο όμως δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ.
Κατά τη διάρκεια της δίκης ο Καρδίτσας δήλωσε ξεκάθαρα ότι η δολοφονική απόπειρα έγινε επειδή θεωρούσαν τον βασιλιά και την κυβέρνησή του υπεύθυνους για τον Πόλεμο του 1897.
«Ο Τύπος και ολόκληρος η κοινή γνώμη εγνώριζεν και έλεγεν ότι ο βασιλεύς και οι υπουργοί του ήσαν οι αίτιοι του επαίσχυντου πολέμου. Απεφάσισα να εκδικήσω την προβληθείσαν τιμήν της πατρίδος μου και δια τούτο εξετέλεσα την πράξιν.»
Τελικά και οι δύο κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε θάνατο. Ο βασιλιάς, υπό το βάρος των διαφόρων υπονοιών περί σκηνοθετημένης απόπειρας, δίστασε και αν και είχε το δικαίωμα να απονείμει χάρη στους καταδικασθέντες δεν το έκανε. Έτσι, εκτελέστηκαν στις φυλακές Παλαμηδίου στις 27 Απριλίου 1898.
Εν τω μεταξύ, στο σημείο όπου έγινε η δολοφονική απόπειρα εναντίον του Γεωργίου τέθηκε θεμέλιος λίθος για να χτιστεί μια εκκλησία αφιερωμένη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος – τάμα επειδή σώθηκε ο βασιλιάς.
Δυο χρόνια αργότερα, το 1900 έγινε μια μεγάλη διεθνής έκθεση στο Παρίσι, όπου συμμετείχε και η Ελλάδα. Στην έκθεση αυτή το περίπτερο του κάθε κράτους ήταν χαρακτηριστικό της κουλτούρας και του ιδιαίτερου χαρακτήρα της χώρας. Το περίπτερο της Ελλάδας λοιπόν ήταν μια εκκλησία (!) Αυτή η εκκλησία λοιπόν, μετά το τέλος της έκθεση, αποσυναρμολογήθηκε, μεταφέρθηκε στην Ελλάδα και τοποθετήθηκε στο σημείο όπου είχε γίνει η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του βασιλιά Γεωργίου. Υπάρχει μέχρι σήμερα και είναι η γνωστή σε όλους μας εκκλησία του Αγίου Σώστη στη Λεωφόρο Συγγρού, για να θυμίζει ότι εκεί ο βασιλιάς σώθηκε από τους επίδοξους δολοφόνους.
Όπως στη Θεσσαλονίκη υπάρχει ένα άγαλμα του Γεωργίου στο σημείο όπου τελικά δολοφονήθηκε στις 5 Μαρτίου 1913, εξέλιξη που δρομολόγησε τη μοιραία ανέλιξη στο θρόνο του γιου του Κωνσταντίνου.
♦ Κάθε γωνιά μια ιστορία. Το podcast της Ελένης Λετώνη
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
