Ποια ήμουν στην πραγματικότητα: Η εξομολόγηση της Σάρον Στόουν
Ποια ήμουν στην πραγματικότητα: Η εξομολόγηση της Σάρον Στόουν
Στα τέλη του Ιουλίου, η Σάρον Στόουν ανακοίνωσε στο Instagram ότι η μητέρα της πέθανε. «Η μαμά μου πέθανε πριν από μερικούς μήνες, αλλά τώρα είμαι έτοιμη να το πω στο κοινό, επειδή πάντα νιώθω πρώτα οργή όταν πεθαίνουν άνθρωποι», είπε στον Guardian λίγες ημέρες αργότερα.
«Η μαμά μου δεν είχε καλή διάθεση. Ηταν ξεκαρδιστική, αλλά μου έλεγε απαίσια πράγματα. Εβριζε σαν πορτογαλίδα λιμενεργάτισσα», συμπλήρωσε. «Μου είπε: “Θα σε κλωτσήσω στο μουνί”, 40 φορές τις τελευταίες πέντε ημέρες. Ηταν σε παραλήρημα. Και όταν το τελευταίο πράγμα που σου λέει η μητέρα σου πριν πεθάνει είναι: “Μιλάς πολύ, με κάνεις να θέλω να αυτοκτονήσω”, σκέφτεσαι: είναι δύσκολο να το ξεστομίσεις, μαμά! Αλλά έτσι ήταν. Αυτή η έλλειψη ικανότητας να βρει τρυφερότητα και ηρεμία μέσα της».
Στην Στόουν δεν αρέσει η χαζοκουβεντούλα, γράφει στον Guardian ο δημοσιογράφος Σάιμον Χάτενστοουν, που της πήρε μια συνέντευξη, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως συνέντευξη αναφοράς.
Η ηθοποιός, η οποία έγινε γνωστή με το ερωτικό θρίλερ του 1992, «Βασικό Ενστικτο», θέλει να μιλήσει για τη νέα της ταινία, «Nobody 2», αλλά, τελικά, μιλάει για αυτά που θέλει να πει και η οικογενειακή της δυσλειτουργία έχει προτεραιότητα. Ο αντίκτυπός της έχει κυριαρχήσει σε μεγάλο μέρος της ζωής της, παρά το γεγονός ότι ήταν κρυμμένη από το κοινό μέχρι τα απομνημονεύματά της το 2021, με τίτλο «The Beauty of Living Twice».
Τότε ήταν που αποκάλυψε ότι ο παππούς της από την πλευρά της μητέρας της ήταν βίαιος κακοποιητής και παιδόφιλος. Είπε ότι δεν υπήρξε μέρα στη ζωή της μητέρας της που να μην είχε ξυλοκοπηθεί από αυτόν, από την ηλικία των πέντε ετών μέχρι που έφυγε από το οικογενειακό σπίτι στα εννέα για να πάει σε οικιακή υπηρεσία. Η Στόουν είπε επίσης ότι ο παππούς είχε κακοποιήσει την ίδια και την αδελφή της όταν ήταν μικρά κορίτσια.
Η Στόουν έχει συχνά πει ότι είναι ντροπαλή μέχρι σημείου αγοραφοβίας, αλλά σήμερα αυτό δεν φαίνεται. Η φωνή της είναι βαθιά και βραχνή. Μιλάει με πλάγια γράμματα, γράφει ο Guardian, ασχολείται με τα άκρα, λέει εξωφρενικές ιστορίες, που εναλλάσσονται μεταξύ άγριου και ενσυναισθητικού, αναφέροντας ονόματα που θα προκαλούσαν έμφραγμα στους δικηγόρους.
Προς το παρόν, όμως, δεν έχει τελειώσει με την μητέρα της. Η Στόουν είναι 67 ετών και για μεγάλο μέρος της ζωής της πίστευε ότι η μητέρα της τη μισούσε. Μόνο αργότερα, όταν ήρθαν πολύ πιο κοντά, κατάλαβε πόσο ταραγμένη ήταν η ζωή της μητέρας της και τις επιπτώσεις που είχε αυτό για την Στόουν και τα αδέλφια της.
Στα απομνημονεύματά της, περιγράφει ότι ήταν κλειδωμένη σε ένα δωμάτιο με τον παππού της και την αδελφή της. Σε κάποιο σημείο, μπαίνει σε ένα δωμάτιο όταν αυτός φαίνεται να κακοποιεί σεξουαλικά την αδελφή της. Μήπως κακοποίησε σεξουαλικά και την Στόουν; «Ναι. Και όταν το έγραψα στο βιβλίο μου, όλοι τρελάθηκαν και είπαν ότι έλεγα ιστορίες άλλων ανθρώπων», λέει στον Guardian.
«Του ξέφυγα από την ηλικία των πέντε ή έξι ετών, πριν μου ασκήσει υπερβολική σεξουαλική κακοποίηση. Ημουν ένα πολύ έξυπνο παιδί»
Η αδελφή της αναστατώθηκε: «Αρνήθηκε να διαβάσει το βιβλίο μου, παρόλο που με ενθάρρυνε να το γράψω, όπως και η μαμά μου, και αφιέρωσα το βιβλίο μου στη μαμά». Μήπως ο παππούς της κακοποίησε σεξουαλικά και τη μητέρα της; «Ναι, φυσικά, και όλες τις αδελφές της. Γι’ αυτό την έδιωξαν από το σπίτι της όταν ήταν εννέα ετών. Στο μάθημα της γυμναστικής, αιμορραγούσε από το πίσω μέρος της στολής της και η δασκάλα της κάλεσε τις κοινωνικές υπηρεσίες. Της έβγαλαν το πουκάμισό της και είχε ξυλοκοπηθεί τόσο άσχημα που η πλάτη της ήταν καλυμμένη με ουλές και αίμα. Νομίζω ότι η κακοποίηση είναι ο λόγος που όλες οι αδελφές της τρελάθηκαν», λέει.
Η ίδια κατάφερε να ξεφύγει νωρίς: «Του ξέφυγα από την ηλικία των πέντε ή έξι ετών, πριν μου ασκήσει υπερβολική σεξουαλική κακοποίηση. Ημουν ένα πολύ έξυπνο παιδί. Τη γλίτωσα με πολύ ελαφρύτερη κακοποίηση από ό,τι άλλοι άνθρωποι».
Η Στόουν ξέρει ότι έχει αναστατώσει πολλούς ανθρώπους αποκαλύπτοντας οικογενειακά μυστικά, αλλά είναι πρόθυμη να πληρώσει το τίμημα. «Οταν είσαι το άτομο που σπάει την οικογενειακή αλυσίδα, κανείς δεν σε συμπαθεί, σωστά; Η οικογένειά σου δεν σε συμπαθεί, οι φίλοι σου δεν ξέρουν τι συμβαίνει μαζί σου. Οι άνθρωποι απλώς νομίζουν ότι είσαι τρελή και ότι κάτι δεν πάει καλά με εσένα», λέει στον Guardian.
Αν και η σχέση της Στόουν με τη μητέρα της ήταν προβληματική, υπήρχε μια σχέση αγάπης μεταξύ της μητέρας της και του πατέρα της, Τζο. Παρά το γεγονός ότι ήταν αυστηρός στα πρώτα της χρόνια, η Στόουν συνέχισε να έχει μια υπέροχη σχέση με τον Τζο, έναν εργάτη που έγινε κατασκευαστής εργαλείων. Είχε τεράστια επιρροή πάνω της, λέγοντάς της ότι αν ήθελε σεβασμό έπρεπε να τον απαιτήσει και δείχνοντάς της πώς να επιβληθεί σε έναν ανδρικό κόσμο.
Παρά την παρότρυνση του Guardian να μιλήσουν για την ταινία της, εκείνη έχει ακόμη πολλά να πει: «Στη χώρα μου, σε μια δημοκρατία, πρέπει να σεβόμαστε το αξίωμα του προέδρου, είτε συμφωνούμε είτε όχι με αυτό που συμβαίνει. Οταν ο πρόεδρος αποφασίζει να καταργήσει τη δημοκρατία, αυτό καταργεί τη συμφωνία μας να σεβόμαστε το αξίωμα της προεδρίας;», αναρωτιέται, αλλάζοντας θέμα.
Η ίδια δεν έχει απάντηση, είναι βουδίστρια και στον βουδισμό το αποκαλούν κοάν: ένα παράδοξο αίνιγμα που προκαλεί βαθιά σκέψη παρά μια απλή απάντηση. Μιλάει για τον τρόπο με τον οποίο καταργούνται τα δικαιώματα των προστατευόμενων μειονοτήτων: «Στην τρέχουσα κυβέρνηση μας, οποιαδήποτε αναπηρία θεωρείται περιττή», λέει.
Ο γιος της, Ρόαν, έχει δυσλεξία «και διευθύνει τρεις εταιρείες», συμπεριλαμβανομένης της Cahuenga Media Group, μιας εταιρείας παραγωγής και αδειοδότησης που επικεντρώνεται στη μουσική, την τηλεόραση και τα ΜΜΕ που σχετίζονται με τον κινηματογράφο. Επισημαίνει ότι πολλοί αρχιτέκτονες και επιστήμονες είναι δυσλεξικοί. «Αλλά αυτό που βλέπουμε τώρα στην Αμερική είναι: “Εντάξει, τέλος οι αναπηρίες”. Ξαφνικά, κανείς με αναπηρίες δεν έχει αξία. Η Γαλλία παίρνει όλους τους επιστήμονές μας», λέει.
Ο Guardian τη ρωτάει εάν οι ΗΠΑ έχουν μπει σε μια εποχή «κατά των γυναικών». «Δεν έχει σημασία, γιατί εμείς σε φτιάχνουμε. Εμείς σε νοιαζόμαστε. Εμείς σε μεγαλώνουμε. Εμείς σε ταΐζουμε. Εμείς σε στεγάζουμε. Εμείς σου δείχνουμε πού είναι τα πράγματά σου, επειδή δεν θα μπορούσες να βρεις τις γαμημένες κάλτσες σου χωρίς εμάς. Οπότε, αν δεν έχεις την ενδομήτρια συσκευή εντοπισμού μας για να σε βοηθήσει να βρεις τον πισινό σου σε μια χιονοθύελλα, δεν ξέρω τι θα έκανες. Οπότε μπορείς να είσαι όσο κατά των γυναικών θέλεις, και μπορείς να κάνεις μωρά σε δοκιμαστικό σωλήνα αν αυτός είναι ο κόσμος που θέλεις να ζήσεις και να περάσεις καλά!», απαντά καταιγιστικά.
Περιγράφει τον εαυτό της ως «εξαιρετικά έξυπνη» και το IQ της φέρεται να είναι 154 (επίπεδο ιδιοφυΐας). Παρέλειψε αρκετές τάξεις στο σχολείο. Στα 15 της, αυτή και τέσσερα αγόρια στάλθηκαν στο Edinboro State College στην Πενσιλβάνια ως «πείραμα», τρία χρόνια μπροστά από τους περισσότερους συνομηλίκους τους. Σπούδασε αγγλική λογοτεχνία και διέπρεψε στο γκολφ, αλλά έφυγε πριν αποφοιτήσει. «Ο καθηγητής μου στο κολέγιο ήταν έξαλλος όταν έφευγα για το μόντελινγκ», λέει. «Πίστευε πραγματικά ότι το μέλλον μου ήταν στη συγγραφή».
Μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και έγινε επιτυχημένο μοντέλο. Το 1980, έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο ως κομπάρσος στην ταινία του Γούντι Αλεν «Stardust Memories». Μετακόμισε στο Χόλιγουντ και πήρε μαθήματα υποκριτικής. Την επόμενη δεκαετία, έπαιξε πολυάριθμους ρόλους σε ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές που θα μπορούσαν να ξεχαστούν.
Το 1990, ο Πολ Βερχόφεν την επέλεξε για την κλασική πια ταινία επιστημονικής φαντασίας «Total Recall». Οταν ανακάλυψε ότι η επόμενη ταινία του Βερχόφεν αφορούσε μια αινιγματική συγγραφέα και ύποπτη για φόνο, ήταν αποφασισμένη να πάρει τον ρόλο. Το πρόβλημα ήταν ότι ο Βερχόφεν και ο πρωταγωνιστής, Μάικλ Ντάγκλας, δεν την ήθελαν, κυρίως επειδή ήταν άγνωστη.
Δώδεκα ηθοποιοί λέγεται ότι απέρριψαν τον ρόλο, ο οποίος θεωρήθηκε ριψοκίνδυνος. Ακόμα και όταν ξεκίνησε τα γυρίσματα, η Στόουν ήταν πεπεισμένη ότι εξακολουθούσαν να αναζητούν αντικαταστάτρια.
Το «Βασικό Ενστικτο» σημείωσε τεράστια επιτυχία, καθιστώντας την την ένατη ταινία με τις υψηλότερες εισπράξεις του 1992 και αποκομίζοντας περισσότερα από 350 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Το πιο σημαντικό είναι ότι ήταν το θέμα συζήτησης της χρονιάς.
Και μετά ήταν το «επίμαχο πλάνο»: Ενα κλάσμα του δευτερολέπτου, κατά το οποίο φαινόταν το αιδοίο της καθώς ξεσταύρωνε τα πόδια της. Η Στόουν είπε ότι είχε εξαπατηθεί στο πλάνο, γράφοντας στα απομνημονεύματά της ότι της ζητήθηκε να βγάλει τα εσώρουχά της για να αποφευχθεί η αντανάκλαση του φωτός και της είπαν ότι δεν θα προβληθεί τίποτα αποκαλυπτικό.

Απογοητευμένη με το αποτέλεσμα, σκέφτηκε να κινηθεί νομικά εναντίον των δημιουργών της ταινίας, αλλά τελικά δεν το έκανε. Το Βασικό Ενστικτο δημιούργησε τη Σάρον Στόουν και, σε κάποιο βαθμό, την κατέστρεψε. Παραδόξως, αυτή η μία εικόνα την καθόρισε.
Είναι ακόμα περήφανη για την ταινία. Το πρόβλημα είναι, λέει, ότι οι διευθυντές κάστινγκ την ταύτισαν σκόπιμα με τον χαρακτήρα που ερμήνευσε. Ο αντίκτυπος της ταινίας παρέμεινε, αλλά η Στόουν εξαφανίστηκε. Μετά το «Βασικό Ενστικτο», έκανε μια σπουδαία ταινία, με μια εξαιρετική ερμηνεία στο «Casino» του Μάρτιν Σκορσέζε. «Και μετά δεν πήρα τίποτα. Δεν πήρα ποτέ άλλους ρόλους». Γιατί; «Μερικές φορές νομίζω ότι ήταν επειδή ήμουν πολύ καλή», απαντά στον Guardian.
Μιλάει για ένα πάρτι στο οποίο βρέθηκε με άλλους αστέρες του Χόλιγουντ, πριν από την τελετή των Οσκαρ. «Ημασταν σε ένα πολύ μικρό δωμάτιο. Ο Σίντνεϊ Πουατιέ ήταν εκεί, ο Γούντι Αλεν, όλοι. Ο Φράνσις Κόπολα ήρθε κοντά μου και έβαλε το χέρι του στον ώμο μου, όπως έκανε ο μπαμπάς μου όταν επρόκειτο να συμβεί κάτι πολύ σοβαρό. Και είπε: “Πρέπει να σου πω κάτι και είναι πραγματικά δύσκολο. Δεν θα κερδίσεις το Οσκαρ”. Σκέφτηκα: “Γιατί;”. Και είπε: “Δεν το κέρδισα για τον Νονό και ο Μάρτι δεν το κέρδισε για τον Οργισμένο Είδωλο και εσύ δεν πρόκειται να το κερδίσεις για το Casino”».
Συνεχίζει, με τη φωνή του Κόπολα: «“Και αυτό που πρέπει να κάνεις ως ηθοποιός είναι να θυμάσαι ότι δεν είσαι μια συνηθισμένη ηθοποιός, είσαι μια τραγουδίστρια όπερας. Και δεν θα σε καταλάβουν όλοι, και δεν θα καταλάβουν όλοι την ικανότητά σου. Θα χάσεις με τον Μάρτι και θα χάσεις με μένα, αλλά θα είσαι πάντα στον κύκλο των ηττημένων μας”». Και συνεχίζει, χαμογελώντας: «Αυτό λοιπόν έχω κρατήσει στη ζωή μου: ότι είμαι μια μεγάλη χαμένη όπως ο Μάρτι και ο Φράνσις Φορντ Κόπολα».

Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί δεν προσφέρθηκαν στην Στόουν οι ρόλοι που της άξιζαν μετά το «Casino», γράφει ο Guardian, αν και υπάρχουν κάποιοι πιθανοί λόγοι. Το 2000, η ίδια και ο δεύτερος σύζυγός της, Φιλ Μπρονστάιν, υιοθέτησαν τον Ρόαν και εκείνη επικεντρώθηκε στη μητρότητα.
Εναν χρόνο αργότερα, στα 43 της, υπέστη ένα σχεδόν θανατηφόρο εγκεφαλικό επεισόδιο. Είναι θαύμα που επέζησε, η ίδια λέει ότι ο εγκέφαλός της αιμορραγούσε επί εννέα ημέρες και οι γιατροί της έδιναν 1% πιθανότητες επιβίωσης. Επρεπε να ξαναμάθει να περπατάει, να μιλάει και να διαβάζει.
Ανέρρωσε πλήρως, αλλά οι προσφορές εργασίας σταμάτησαν. «Εκείνες τις μέρες, ως γυναίκα ηθοποιός, αν σου συνέβαινε κάτι, τελείωνες», λέει. «Ηταν σαν να έκανες κάτι κακό ή λάθος. Ετσι, ακόμα και όταν ήθελα να επιστρέψω στη δουλειά, μου έλεγαν: “Σίγουρα, μπορείς να κάνεις τέσσερα επεισόδια στο Νόμος και Τάξη”, και αυτό ήταν όλο. Τιμωρήθηκα που αρρώστησα. Και τελικά έγινε αδύνατο να δουλέψω».
Κι όταν της προσφέρθηκαν ρόλοι, λέει ότι ήταν ανοησίες. «Μετά το εγκεφαλικό μου κανείς δεν με ήθελε, οι άνθρωποι ήθελαν να κάνω ανόητες δουλειές, οπότε αποφάσισα ότι δεν θα δουλέψω πια».
Πιστεύει ότι συνέχισε να τιμωρείται για το «Βασικό Ενστικτο» από τη βιομηχανία και στην ιδιωτική της ζωή. Η Στόουν λέει ότι όταν αυτή και ο Μπρόνσταϊν χώρισαν το 2004, η ταινία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απώλεια της επιμέλειας του Ρόαν. «Κάποια στιγμή είχαν τον οκτάχρονο γιο μου στο εδώλιο, ρωτώντας τον αν γνώριζε ότι η μητέρα του έκανε ταινίες σεξ». Ισχυρίζεται ότι την υποβάθμισαν σε μια ηθοποιό ήπιας πορνογραφίας και στη συνέχεια υπαινίχθηκαν ότι αυτό την έκανε ακατάλληλη μητέρα. Λέει ότι η μάχη για τον Ρόαν διήρκεσε 11 χρόνια, οπότε τελικά της δόθηκε ξανά η επιμέλειά του. Παρ’ όλα αυτά, στο τέλος του βιβλίου της, ευχαριστεί τον Μπρόνσταϊν.
Το 2005, υιοθέτησε τον δεύτερο γιο της, τον Λερντ, 20 ετών σήμερα, ως μονογονέας, και ακολούθησε ο τρίτος γιος της, ο 19χρονο Κουίν, ένα χρόνο αργότερα. Χωρίς να έχει ποιοτική κινηματογραφική δουλειά, επικεντρώθηκε στις μορφές τέχνης που αγαπούσε ως παιδί, τη γραφή και τη ζωγραφική. Οι πανέμορφοι ιμπρεσιονιστικοί και αφηρημένοι εξπρεσιονιστικοί πίνακές της πωλούνται τώρα για δεκάδες χιλιάδες δολάρια, γράφει ο Guardian.
Η Στόουν έγινε επίσης ακτιβίστρια, συγκεντρώνοντας εκατομμύρια δολάρια για άτομα με HIV. Το 2016, στα 58 της, επέστρεψε στο πανεπιστήμιο για να πάρει το πτυχίο που είχε ξεκινήσει στα 15. «Οταν η Χίλαρι (Κλίντον) ήταν υποψήφια για πρόεδρος και είπε: “Μπορείς να κάνεις τα πάντα”, σκέφτηκα: αυτό είναι αλήθεια, πρέπει να πάρω το πτυχίο μου», λέει.

Από «το Βασικό Ενστικτο 2», του 2006, το οποίο υποτιμήθηκε πολύ από τους κριτικούς και το οποίο η ίδια αποκάλεσε «ένα κομμάτι σκατά», η Στόουν έχει κάνει λίγες αξιοσημείωτες ταινίες. Αλλά τα πράγματα αλλάζουν. Αυτόν τον μήνα, επιστρέφει με το «Nobody 2». «Τώρα, γυρίζω καλές ταινίες. Ημουν καλή στο Nobody 2 και το ξέρω», λέει. Οταν της προσφέρθηκε ο ρόλος, εξηγεί, επέμεινε να μεταμορφώσει το χαρακτήρα της σε φεμινίστρια ηρωίδα: «Δεν θέλω να παίζω τους κακούς εκτός αν αγγίζουν το πνεύμα της εποχής. Ηθελα λοιπόν να φανεί ο χαρακτήρας μου σαν να βγήκε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γιατί αυτό είναι το πιο τρομακτικό πράγμα αυτή τη στιγμή».
«Νομίζω ότι οι πολύ όμορφοι, έξυπνοι άνθρωποι γίνονται αντιληπτοί με πολύ συγκεκριμένους τρόπους», συνεχίζει. «Επειδή είμαι μια γυναίκα που είναι όμορφη, είναι πιο εύκολο να μην είμαι συναισθηματικά έξυπνη, να μην είμαι βαθιά, να μην είμαι τρυφερή και γεμάτη. Οι άνθρωποι δεν πιστεύουν πραγματικά ότι μια όμορφη γυναίκα είναι προσιτή». Και η έλλειψη προσβασιμότητας, λέει, θεωρείται ως μια μορφή κακίας. «Οι άντρες δεν σου ζητούν καν να βγεις ραντεβού επειδή δεν μπορούν να φανταστούν ότι θα πεις ναι. Στην κοινωνία, δεν πιστεύουμε ότι μια γυναίκα μπορεί να είναι όμορφη και έξυπνη. Και ευγενική. Και αστεία. Και μαμά. Και αυτή που βγάζει το ψωμί της. Δεν θα μπορούσε να είναι όλα αυτά τα πράγματα, γιατί τότε θα ήταν ίση με έναν άντρα! Αν ήμουν όμορφη και έξυπνη και ευγενική, τι θα συνέβαινε στην κοινωνία;».
«Θα μπορούσα να είμαι το πρόσωπο της χρονιάς του ΟΗΕ, (ανακηρύχθηκε παγκόσμιος πολίτης της χρονιάς από την Ενωση Ανταποκριτών του ΟΗΕ το 2023 για το ανθρωπιστικό της έργο). Θα μπορούσα να προτείνω ιδέες στα Ηνωμένα Εθνη και να τις υλοποιήσω χωρίς κανείς να το μάθει ποτέ. Θα μπορούσα να είμαι βραβευμένη με Νομπέλ Ειρήνης (το 2013 για το έργο της για τον HIV και το AIDS) και βραβευμένη με Αϊνστάιν (κέρδισε το βραβείο Einstein Spirit of Achievement το 2007, επίσης για το έργο της για τον HIV και το AIDS). Θα μπορούσα να κερδίσω αυτά τα βραβεία, αλλά δεν μπορώ να είμαι, ή συμπονετική, γιατί τι θα συνέβαινε; Ο κόσμος θα κατέρρεε», λέει στον Guardian.
♦ Διαβάστε: Η Σάρον Στόουν και το ταμπού του σεξ στην 3η ηλικία
Η ταινία «The Mighty» ήταν παραγωγής του Χάρβεϊ Γουάινσταϊν. «Δεν είμαι το κορίτσι που θα καταλήξει γυμνό στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του. Είμαι το κορίτσι που πέταξε στην άλλη άκρη του δωματίου σε ένα κοκτέιλ πάρτι. Είμαι το κορίτσι που χτύπησε. Είμαι το κορίτσι της οποίας έπιασε τον πισινό, αλλά δεν είμαι το κορίτσι που θα βιάσει ή θα κακοποιήσει και δεν είμαι το κορίτσι που θα του κάνει μασάζ», απαντά στην ερώτηση αν ο διαβόητος παραγωγός την πείραξε ποτέ.
Η Στόουν συνεργάζεται με το amfAR, ένα ίδρυμα έρευνας για το AIDS, εδώ και 30 χρόνια, παρουσιάζοντας πολλά από τις γκαλά συγκέντρωσης χρημάτων. Το 2007, ο Γουάινσταϊν συνεργάστηκε με το φιλανθρωπικό ίδρυμα. «Ο Χάρβεϊ, στα παρασκήνια με έσπρωχνε και μου φώναζε, ανέβαινε στη σκηνή, μου άρπαζε το μικρόφωνο και προσπαθούσε να κάνει συμφωνίες με τους φίλους του, λες και επρόκειτο να πάρουμε χρήματα από αυτόν τον τύπο για αυτό το θέμα. Μετά του έπαιρνα το μικρόφωνο και του έλεγα: “Χάρβεϊ, κατέβα από τη σκηνή, δεν θα δεχτούμε αυτή τη συμφωνία.
Κατέβαινα από τη σκηνή λίγο αργότερα και με έσπρωχνε στην άλλη άκρη του δωματίου και έλεγε: “Μην με ταπεινώνεις”, και εγώ απαντούσα: “Είσαι απατεώνας, Χάρβεϊ, τράβα τα γαμημένα σου χέρια από πάνω μου”. Δεν προσπάθησε να με γαμήσει, αλλά σίγουρα ήταν σωματικά βίαιος μαζί μου. Με χαστούκισε, με πέταξε στην άλλη άκρη του δωματίου, με έσπρωξε αμέτρητες φορές», διηγείται στον Guardian.
Δύο μέρες πριν από τη συνέντευξη της Στόουν στον Guardian είχε ανακοινωθεί ότι πρόκειται να υπάρξει μια νέα ταινία της σειράς «Βασικό Ενστικτο». Θα συμμετείχε σε αυτήν; Γελάει. «Δεν πρόκειται να υπάρξει επανεκκίνηση του “Βασικού Ενστίκτου”», λέει με βεβαιότητα.
Η Στόουν κλείνει τη συνέντευξη μιλώντας για το σύνδρομο της άδειας φωλιάς, τώρα που τα μικρότερα αγόρια της έφυγαν για το πανεπιστήμιο, και τα σχέδιά της για το μέλλον. Λέει ότι μπορεί να νοικιάσει το σπίτι της επειδή έχει τόσα πολλά έργα σε εξέλιξη σε τόσα πολλά μέρη. Αναφέρει τον ρόλο της στη νέα σειρά του Euphoria και «μια όμορφη ταινία» που ονομάζεται «In Memoriam» που έχει ήδη ολοκληρώσει.
«Περνάω καλά. Ξαφνικά, τα παιδιά φεύγουν και σκέφτομαι: τι θα κάνω τώρα; Νομίζω ότι αυτό που συμβαίνει είναι η επιστροφή στη δουλειά», λέει. Παρά την κακοποίηση, το εγκεφαλικό, τις επιπτώσεις από το “Βασικό Ενστικτο” και τις απώλειες, λέει ότι ήταν πάντα ένα κορίτσι που έβλεπε το ποτήρι μισογεμάτο. Στην πραγματικότητα, λέει, ακόμη και ένα άδειο ποτήρι μπορεί να έχει τα θετικά του. «Μπορεί να ξαναγεμίσει, σωστά; Μερικές φορές ένα άδειο ποτήρι είναι αυτό που χρειάζεσαι».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
