1292
| CreativeProtagon

Γιατί έκανε τόσα λάθη στον πόλεμο ο Πούτιν;

Protagon Team Protagon Team 29 Αυγούστου 2022, 20:45
|CreativeProtagon

Γιατί έκανε τόσα λάθη στον πόλεμο ο Πούτιν;

Protagon Team Protagon Team 29 Αυγούστου 2022, 20:45

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία συνάντησε τα εμπόδια που απαντώνται στα αυταρχικά κράτη κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων σύμφωνα με μια νέα, εκτεταμένη επί των τακτικών του πολέμου μελέτη την οποία διενήργησε ένας από τους πλέον εξέχοντες ακαδημαϊκούς του Ηνωμένου Βασιλείου στον τομέα. Ο λόγος για το έργο «Διοίκηση: Η Πολιτική των Στρατιωτικών Επιχειρήσεων από την Κορέα στην Ουκρανία», μια ευρεία ανάλυση των συρράξεων μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο από τον καθηγητή Σπουδών Πολέμου (War Studies) στο King’s College του Λονδίνου Λόρενς Φρίντμαν.

Το βιβλίο εξετάζει μια σειρά από γνωστές συγκρούσεις, μεταξύ των οποίων η Κρίση των Πυραύλων της Κούβας, η ήττα των Γάλλων από τους Βιετ Μινχ στο Ντιέν Μπιέν Φου, ο Πόλεμος των Φόκλαντ, η εισβολή του Σαντάμ Χουσεΐν στο Κουβέιτ αλλά και ο σημερινός πόλεμος στην Ουκρανία, σύμφωνα με τον Πίτερ Μπόμοντ, τον βετεράνο πολεμικό ανταποκριτή του Guardian, ο οποίος και υπογράφει το δημοσίευμα για την εργασία του κορυφαίου ειδικού επί ζητημάτων στρατηγικής.

Οπως ισχυρίστηκε ο Φρίντμαν, λοιπόν, «τα απολυταρχικά καθεστώτα είναι πολύ κακά» σε ό,τι αφορά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. «Πολλές από τις πλέον καταστροφικές αποφάσεις πηγάζουν από τον αυταρχικό τρόπο λήψης αποφάσεων. Σίγουρα αυτό συμβαίνει στην περίπτωση του Βλαντίμιρ Πούτιν αλλά και του Σαντάμ Χουσεΐν και του (σ.σ. του αργεντινού στρατιωτικού δικτάτορα) Λεοπόλντο Γκαλτιέρι κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Φόκλαντ», εκτίμησε.

Η έλλειψη κριτικής και διαύλων ειλικρινούς επικοινωνίας μεταξύ στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας –οι σχέσεις των οποίων μπορεί να χαρακτηρίζονται από εντάσεις και προσωπικές συγκρούσεις ακόμη και υπό τις καλύτερες συνθήκες– και το πώς αυτή οδηγεί στη λήψη λανθασμένων αποφάσεων αποτελεί κεντρική θεματική του βιβλίου του. Οι απολυταρχίες, οι οποίες όπως σημείωσε δεν έχουν αυτούς τους μηχανισμούς, στρουθοκαμηλίζουν πιστεύοντας ότι το πλεονέκτημα τους έγκειται στην αποφασιστική διακυβέρνηση.

Ο συγγραφέας πιστεύει, δε, ότι «ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις πολλές κακές αποφάσεις μπορεί να είναι ανεκτές, επειδή μία χώρα υπερισχύει του αντιπάλου της στους αριθμούς (σ.σ. των ενόπλων δυνάμεων), εκεί όπου αυτό δε συμβαίνει, μια κακή απόφαση ή η ελάχιστη κακή τύχη μπορεί να σε βγάλει εκτός μάχης», όπως έγραψε η βρετανική εφημερίδα.

Και αυτή τη περίοδο η Μόσχα μοιάζει ανίκανη να προχωρήσει σε μία γενική κινητοποίηση των στρατευμάτων της λόγω της πολιτικής κατάστασης στο εσωτερικό της χώρας, γεγονός που περιόρισε την κλίμακα των δυνάμεων που μπόρεσε να αναπτύξει στην Ουκρανία, παρότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ρωσίας εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα στηρίζονταν συχνά στη χρήση συντριπτικών αριθμών, αδιαφορώντας, συνήθως, για το μέγεθος των απωλειών, πρόσθεσε ο Guardian.

Σε αυτό το πλαίσιο, ένα ερώτημα που έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τον Φρίντμαν, καθώς και άλλους αναλυτές, είναι το γιατί ο Πούτιν –ο οποίος έκανε περιορισμένη χρήση στρατιωτικής ισχύος πριν από την Ουκρανία– έβαλε ένα τόσο δύσκολο και δίχως προετοιμασία στοίχημα, με το να εισβάλει στη γειτονική χώρα.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «μέχρι πρότινος, η χρήση στρατιωτικής δύναμης απέφερε αρκετά οφέλη στον Πούτιν. Τη χρησιμοποίησε αποτελεσματικά στην Τσετσενία, στην Κριμαία, στη Γεωργία και στη Συρία. Τη χρησιμοποίησε με περιορισμένο τρόπο στο Ντονμπάς της Ουκρανίας το 2014, όπου εκείνοι που έκαναν τη βρώμικη δουλειά του επιθυμούσαν μια πιο επιθετική προσέγγιση.

Ωστόσο η τακτική του Πούτιν στην τρέχουσα σύγκρουση στην Ουκρανία είναι απατηλή. Πρέπει να υποθέσουμε ότι δεν συνειδητοποίησε το ρίσκο που έπαιρνε. Πίστευε όντως ότι η Ουκρανία θα καταρρεύσει αρκετά γρήγορα και είναι δύσκολο να γνωρίζουμε το γιατί. Ακόμη και εκείνοι οι αναλυτές που πίστευαν ότι ο στρατός της Ουκρανίας μπορεί να μην τα πάει καλά, δεν πίστευαν ότι ο ουκρανικός λαός θα υποκύψει. Ομως ο ρώσος πρόεδρος το πίστευε.

Το έβλεπε ως μια ειδική στρατιωτική επιχείρηση (σ.σ. ο όρος που χρησιμοποιεί σταθερά το Κρεμλίνο για την εισβολή αντί για “πόλεμο”) που θα διαρκούσε λίγες μέρες. Και από τη στιγμή που αυτό το σχέδιο απέτυχε, οπισθοχώρησαν».

Μια βασική αποτυχία της Ρωσίας, υποστήριξε ακόμη ο βρετανός ακαδημαϊκός, ήταν το ότι ενώ οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες είχαν διεισδύσει ευρέως στην Ουκρανία –όπως έχει παραδεχτεί ακόμη και το Κίεβο– οι ισχυροί άνθρωποι γύρω από τον ρώσο πρόεδρο είτε δεν κατανοούσαν πώς έχουν τα πράγματα στη γειτονική χώρα είτε λειτουργούσαν ως ένα περιβάλλον το οποίο ανακύκλωνε τις κρατούσες απόψεις στο Κρεμλίνο και αποθάρρυνε τον αντίλογο σε αυτές:

«Δεν φαίνεται να ζητήθηκε η γνώμη των ειδικών για την Ουκρανία. Φαίνεται ότι ο Πούτιν μιλούσε με τους ανθρώπους του στην FSB (την ομοσπονδιακή υπηρεσία ασφαλείας) και τη GRU (τη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών της χώρας) οι οποίοι συμμεριζόταν τις προκαταλήψεις του. Η παθιασμένη ομιλία του στις 21 Φεβρουαρίου (τρεις ημέρες πριν την έναρξη του πολέμου) παραμένει ένας καλός οδηγός για να αντιληφθούμε τι σκέφτεται. Είναι σαφές από τη ρητορική του εκείνη την ημέρα ότι δυσκολεύεται πολύ να λάβει υπόψιν του ως υπολογίσιμο αντίπαλο την Ουκρανία και τον πρόεδρό της. Πιστεύω ο Πούτιν νόμιζε ότι ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι θα επιχειρούσε να κάνει μια συμφωνία. Δεν το έκανε».

Για τον Φρίντμαν, ο αυστηρά ιεραρχικός τρόπος λήψης αποφάσεων του Κρεμλίνου και το γεγονός ότι όσοι βρίσκονται στις κορυφαίες θέσεις ισχύος δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη των λανθασμένων κινήσεων τους βρίσκονται στην καρδιά του προβλήματος. Οπως ανέφερε: «Η βάση δεν έχει κίνητρα για να πει την αλήθεια στην ανώτερη διοίκηση. Οι ανώτεροι στρατιωτικοί – άνθρωποι όπως ο υπουργός Αμυνας Σεργκέι Σοϊγκού και ο αρχηγός του γενικού επιτελείου Βαλέρι Γερασίμοφ– είναι όλοι μέρος του στενού κύκλου. Γνωρίζοντας, πλέον, ότι υπάρχει πρόβλημα, απέλυσαν πολλούς ανώτερους αξιωματικούς του στρατού. Ποτέ δεν είναι αυτοί το πρόβλημα, πάντα είναι κάποιος άλλος».

Από τη στιγμή που το αρχικό σχέδιο της Ρωσίας να καθυποτάξει την Ουκρανία μέσω ενός πραξικοπήματος κατά του Κιέβου κατέρρευσε –μέσα στις πρώτες εβδομάδες του πολέμου–, η Μόσχα αγωνιούσε να βρεθεί ένα αξιόπιστο Plan B εν μέσω της σκληρής ουκρανικής αντίστασης και των υλικοτεχνικών προβλημάτων που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι ρωσικές δυνάμεις, σημείωσε ο Μπόμοντ, για να δώσει και πάλι τον λόγο στον καθηγητή:

«Προσπάθησαν για ένα Plan B –το γνωστό κονβόι των ρωσικών δυνάμεων που κατευθυνόταν προς το Κίεβο – αλλά δεν τα κατάφεραν. Επρόκειτο για ένα εγχείρημα πέραν των δυνατοτήτων τους ως προς τη διαχείριση πόρων, εφοδίων κ.λπ. Επιπλέον, οι γραμμές τους ήταν πολύ εκτεθειμένες. Ετσι η εστίαση επανήλθε στο Ντονμπάς.

Ακόμα και τότε χρειάστηκε να έρθει ο Μάιος για να επικεντρωθούν σε ό,τι μπορούσαν να κάνουν –φράγματα πυροβολικού σε ένα στενό μέτωπο, μια τακτική απέναντι στην οποία η Ουκρανία δεν είχε εύκολη απάντηση και υπέστη σοβαρές απώλειες μέχρι να αρχίσουν να φθάνουν τα δυτικά οπλικά συστήματα».

Σήμερα, με τον πόλεμο να έχει συμπληρώσει έξι μήνες, ο Φρίντμαν εξακολουθεί να προσπαθεί να κατανοήσει τη λογική του Κρεμλίνου, περιλαμβανομένης της πρόκλησης μιας χειμερινής ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη, συνέχισε ο Guardian.

Εκτίμησε ότι αυτή τη στιγμή «η μόνη ανάγνωση “νίκης” στο Κρεμλίνο θα ήταν το να γυρίσει η Δύση την πλάτη στην Ουκρανία λόγω της ενεργειακής κρίσης. Η έκπληξη, εν προκειμένω, είναι ότι η Μόσχα δεν ζήτησε κατάπαυση του πυρός αυτή την περίοδο, κάτι που θα έφερνε τον Ζελένσκι αντιμέτωπο με μία δύσκολη απόφαση, καθώς δεν θα μπορούσε να συμφωνήσει. Αντίθετα, ο Πούτιν εξακολουθεί να συμπεριφέρεται σαν να αναμένει περισσότερα οφέλη από αυτόν τον πόλεμο».

Παράλληλα, όμως, ο Φρίντμαν βλέπει κάποια «σημάδια απόγνωσης» στη ρωσική πλευρά, κάτι που αποδίδει στο ότι «ορισμένοι αρχίζουν να αναγνωρίζουν ότι μια ενεργειακή κρίση δεν πρόκειται να οδηγήσει σε προδοσία της Ουκρανίας. Μακροπρόθεσμα, αυτό σηματοδοτεί τον κίνδυνο βαθιάς ζημίας στην οικονομία της Ρωσίας».

Εξάλλου, ο καθηγητής δήλωσε επιφυλακτικός έναντι των εκτιμήσεων ότι οι ρωσικές δυνάμεις θα μπορούσαν να αναγκαστούν σε μία δεύτερη μεγάλη οπισθοχώρηση –ιδίως στο νότο της Ουκρανίας, όπου το Κίεβο μάχεται αποτελεσματικά στη Χερσώνα– αν και βλέπει την έλλειψη θεσμικής φαντασίας την οποία περιέγραψε να καθορίζει το μέλλον του πολέμου.

«Θα υπάρξει κάτι μεγάλο όπως το να δούμε τις ρωσικές δυνάμεις να περικυκλώνονται και να παγιδεύονται γύρω από τη Χερσώνα; Εκτός κι αν το σύστημα υποστεί ένα σοκ όπως αυτό που βίωσε στα τέλη Φεβρουαρίου και στις αρχές Μαρτίου (όταν η Ρωσία εγκατέλειψε την προσπάθειά της να καταλάβει το Κίεβο), νομίζω ότι η Ρωσία θα υποστηρίξει πεισματικά το μέτωπο, όχι για άλλο λόγο παρά επειδή δεν μπορεί να σκεφτεί τίποτα καλύτερο να κάνει. Το Κρεμλίνο έχει παραλύσει».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...