Από τη Ζαν ντ’Αρκ, στην Μπουμπουλίνα: Η αλήθεια για σπουδαίες γυναίκες της Ιστορίας
Από τη Ζαν ντ’Αρκ, στην Μπουμπουλίνα: Η αλήθεια για σπουδαίες γυναίκες της Ιστορίας
Γόνος πλούσιας οικογένειας, αλλά και τεράστια φυσιογνωμία της Γαλλικής Επανάστασης, μεγάλος δημαγωγός και λαοπλάνος, τυχοδιώκτης δημοσιογράφος και εκδότης που κινείτο παρασκηνιακά και έγινε αιτία για την καταδίκη και την εκτέλεση του αλαζονικού βασιλιά Λουδοβίκου ΙΣΤ’, ο Ζαν Πολ Μαρά είχε και ο ίδιος φρικτό τέλος και μια ακόμη χειρότερη υστεροφημία. Είχε σπουδάσει Ιατρική, αλλά ως γιατρός ήταν αποτυχημένος. Σε κάποια φάση της ζωής του, μάλιστα, βρήκε καταφύγιο στους παρισινούς υπονόμους, όπου απέκτησε μια επώδυνη δερματική πάθηση από την οποία ανακουφιζόταν μόνο μέσα στο νερό.
Συχνά, λοιπόν, δεχόταν επισκέπτες ενώ βρισκόταν μέσα στην μπανιέρα του, όπως συνέβη και την 13η Ιουλίου του 1793. Εκείνο το βράδυ, τον επισκέφθηκε μια νεαρή γυναίκα ονόματι Σαρλότ Κορντέ, που ισχυριζόταν ότι είχε χρήσιμες πληροφορίες για τους πολιτικούς αντιπάλους του. Ο Μαρά κατέγραψε όσα του έλεγε, αλλά στη συνέχεια, λίγο πριν από το τέλος της συνάντησής τους, η Κορντέ έβγαλε ένα μαχαίρι από τον κορσέ της και το έμπηξε στο στήθος του. Στη δολοφονία του Μαρά αναφέρεται η Κάθριν Χάρβεϊ παρουσιάζοντας στη βρετανική εφημερίδα The Times το «Legenda: The Real Women Behind the Myths That Shaped Europe», το νέο βιβλίο της ιστορικού τέχνης Τζανίνα Ραμίρεζ, που θα κυκλοφορήσει στις 6 Νοεμβρίου (μπορείτε να το παραγγείλετε στα βιβλιοπωλεία Ευριπίδης).
Η Κορντέ, η οποία προερχόταν από μια φτωχή βασιλική οικογένεια, έβλεπε τον εαυτό της ως πατριώτισσα, που είχε «σκοτώσει έναν άνδρα για να σώσει εκατό χιλιάδες», αλλά πολλοί από τους συμπατριώτες της τρομοκρατήθηκαν από το γεγονός ότι μια γυναίκα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο, γράφει η Χάρβεϊ στους Times. Τεράστια πλήθη συγκεντρώθηκαν για να παρακολουθήσουν την εκτέλεσή της στην γκιλοτίνα, ενώ οι Αρχές προσπαθούσαν απεγνωσμένα να βρουν τον (ανύπαρκτο) ανδρικό εγκέφαλο πίσω από τη δολοφονία.
Αλλά αυτή η τολμηρή γυναίκα είχε επίσης θαυμαστές, μεταξύ των οποίων ο ιστορικός Ζιλ Μισελέ (1798-1874), ο οποίος θρηνούσε: «Ω, γιατί γεννήθηκα τόσο αργά! Θα την αγαπούσα!». Στην Αγγλία, δε, η Κορντέ συχνά συγκρινόταν με την Ιωάννα της Λωραίνης (Ζαν ντ’Αρκ), μια άλλη νεαρή γυναίκα που, σύμφωνα με τα λόγια του σκιτσογράφου Ισαάκ Κρούικσανκ, «έκανε μια τολμηρή προσπάθεια να απελευθερώσει τη χώρα της».
Ωστόσο σύμφωνα με την ιστορικό, συγγραφέα του μπεστ σέλερ «Femina, A New History of the Middle Ages, Through the Women Written Out of It» και τηλεπαρουσιάστρια Τζανίνα Ραμίρεζ, τέτοιες συγκρίσεις δεν αποδίδουν δικαιοσύνη σε καμία από τις δύο γυναίκες, απλώς αντανακλούν μια ευρύτερη τάση να διαστρεβλώνονται οι ιστορίες των γυναικών για πολιτικό όφελος.
Με το «Legenda», λοιπόν, στόχος της Ραμίρεζ είναι να αποκαλύψει την αλήθεια για 14 γυναίκες που έχουν μυθοποιηθεί, συνδυάζοντας ηρωίδες του Μεσαίωνα με διάσημες προσωπικότητες του 18ου και του 19ου αιώνα. Η βρετανίδα συγγραφέας συνδέει, για παράδειγμα, τη Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, μια από τις πιο εμβληματικές μορφές της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, με την ατρόμητη Αυγουστίνα της Αραγωνίας, η οποία προκάλεσε εξίσου μεγάλο θαυμασμό καθώς χειριζόταν μόνη της ένα κανόνι βάλλοντας εναντίον των Γάλλων το 1808 στη Σαραγόσα, μία από τις ελάχιστες πόλεις της βόρειας Ισπανίας που δεν είχε καταληφθεί από τον Ναπολέοντα κατά τη διάρκεια του αγώνα για την ανεξαρτησία της Ισπανίας.
Αν και καθεμία από αυτές τις γυναίκες έχει μια συναρπαστική ιστορία, δυστυχώς οι συνδέσεις μεταξύ τους είναι κάπως εύθραυστες, επισημαίνει η Χάρβεϊ στους Times. Χαρακτηριστικά, σε ένα κεφάλαιο για τη Γερμανία, η Ραμίρεζ συνδέει τη Λόλα Μοντέζ (καλλιτεχνικό όνομα της ιρλανδής femme fatale Ελίζα Ροζάνα Γκίλμπερτ που παρίστανε την ισπανίδα χορεύτρια και ηθοποιό) με την αυτοκράτειρα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Αδελαΐδα, η οποία μετά τον θάνατό της το 999 ανακηρύχθηκε αγία από την Καθολική Εκκλησία, βασικά επειδή κάποτε η Μοντέζ (1821-1861) βρήκε καταφύγιο στην μπαρόκ εκκλησία του Μονάχου Τεατίνερ Κίρχε, κάτω από έναν πίνακα αυτής της αγίας του 10ου αιώνα. Υπάρχει, λοιπόν, η υποψία ότι η ευσεβής μονάρχης του Μεσαίωνα δεν θα εκτιμούσε καθόλου τη σύγκριση με μια γυναίκα που δεν ήταν καθόλου δημοφιλής και είναι περισσότερο γνωστή για τον εξωφρενικά σέξι «χορό της αράχνης» και τους πολλούς εραστές της, μεταξύ των οποίων και ο βασιλιάς Λουδοβίκος Α’ της Βαυαρίας (πατέρας του Οθωνα).
Η σύνδεση της βασίλισσας Βικτωρίας με τη λαίδη Γκοντάιβα μοιάζει εξίσου ασήμαντη, αν και η πραγματική Γκοντάιβα, μια ευγενής αγγλοσαξονικής καταγωγής αρκετά πανούργα ώστε να κρατήσει τα εδάφη της εν μέσω πολιτικών αναταραχών, συμπεριλαμβανομένης της Νορμανδικής Κατάκτησης της Αγγλίας το 1066, αποδεικνύεται μάλλον πιο ενδιαφέρουσα από τη μυθική γυναίκα που διέσχισε ολόγυμνη το Κόβεντρι πάνω στο άλογό της. Το είχε απαιτήσει ο σύζυγός της κόμης Λεόφρικ με την υπόσχεση ότι θα μείωνε τους επαχθείς φόρους που είχε επιβάλλει στους πολίτες του Κόβεντρι, όπως τον ικέτευε η Γκοντάιβα, σύμφωνα με μια ιστορία που εφηύρε ένας μοναχός του 13ου αιώνα. Και η βασίλισσα Βικτωρία έκανε δώρο το γλυπτό αυτής της ηρωίδας (έργο του γάλλου γλύπτη Εμίλ Ζανέστ) στον σύζυγό της πρίγκιπα Αλβέρτο για τα 38α γενέθλιά του, στις 26 Αυγούστου 1857.
Η Ραμίρεζ αφηγείται καθεμία από αυτές τις ιστορίες με ζωντάνια, δημιουργώντας έναν οδηγό που παρέχει πολλές πληροφορίες για τον μεσαιωνικό κόσμο. Είναι ιδιαίτερα καλή στην ερμηνεία της παράξενης συμπεριφοράς αγίων γυναικών, όπως η Αικατερίνη της Σιένα, μια ιταλίδα αγία που συνήψε έναν μυστικιστικό γάμο με τον Χριστό και απολάμβανε να φροντίζει ασθενείς. Μία από αυτές, μια άτυχη γυναίκα που ονομαζόταν Αντρέα, είχε τόσο δύσοσμες πληγές, που προκαλούσαν ναυτία στην Αικατερίνη. Υποθέτοντας ότι επρόκειτο για κάποιο είδος δοκιμασίας στην οποία την υπέβαλε ο Διάβολος, μάζεψε το πύον και το ήπιε…
Ενθαρρυμένη από τον εξομολογητή της, η Αικατερίνη συνδύαζε τέτοιες ευσεβείς υπερβολές με πολιτικό ακτιβισμό, προτρέποντας τον Πάπα Γρηγόριο ΙΑ’, που είχε την έδρα του στην Αβινιόν, να επιστρέψει στη Ρώμη. Εκείνος δεν το έπραξε, αντιθέτως, προειδοποίησε από το νεκροκρέβατό του τους καρδινάλιους να μην ακούν τις «αδιάκριτες γυναίκες». Οι επόμενοι πάπες, όμως, προώθησαν με ενθουσιασμό τη λατρεία της, μετατρέποντας την σε προστάτιδα αγία πρώτα της Ρώμης, στη συνέχεια της Ιταλίας και τέλος ολόκληρης της Ευρώπης.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυτής, υποστηρίζει η Ραμίρεζ, τα γεγονότα της σύντομης ζωής της Αικατερίνης (ήταν κόρη ενός υφαντουργού και πέθανε εξαντλημένη από τη νηστεία, σε ηλικία μόλις 33 ετών) έχουν αναδιαμορφωθεί έτσι ώστε να ταιριάζουν στους σκοπούς των θαυμαστών της, ακριβώς όπως υποβαθμίστηκε ο θρησκευτικός φανατισμός της Ζαν ντ’Αρκ και υπογραμμίστηκε η ταπεινή καταγωγή της κατά την επανεφεύρεσή της ως εθνική ηρωίδα της Γαλλίας. Ομοίως, ο μύθος της Ισαβέλλας Α’ της Καστίλης επικεντρώνεται στον γάμο της με τον Φερδινάνδο Β’ της Αραγωνίας και στην υποστήριξή της στα ταξίδια του Χριστόφορου Κολόμβου, και όχι στον ρόλο που έπαιξε η ίδια στην καθιέρωση της Ιεράς Εξέτασης στην Ισπανία, η οποία θα εφάρμοζε μερικά από τα πιο απάνθρωπα βασανιστήρια στην Ιστορία.
Αντιθέτως, άλλες γυναίκες έχουν συκοφαντηθεί άδικα, όπως η βυζαντινή πριγκίπισσα Αννα Κομνηνή (1083-1153), μια από τις σημαντικότερες μορφές της πνευματικής ζωής της βυζαντινής αυτοκρατορίας κατά τον 12ο αιώνα με εξαιρετική μόρφωση, που εξελίχτηκε σε μία από τις καλύτερες ιστοριογράφους των μεσαιωνικών χρόνων. Συγγραφέας της «Αλεξιάδας», μιας ζωντανής καταγραφής της βασιλείας του πατέρα της, αυτοκράτορα Αλέξιου Α’ Κομνηνού, ήταν καλά ενημερωμένη και αφοσιωμένη στην ακρίβεια, γράφοντας ότι «ο ιστορικός… δεν πρέπει να αποφεύγει ούτε την επίπληξη των φίλων του ούτε τους επαίνους των εχθρών του».
Και όμως αυτή η πρωτοπόρος γυναίκα καταγγέλθηκε ως σεξουαλικά αποκλίνουσα «στρίγγλα εκ φύσεως», κατηγορήθηκε ότι προσπάθησε να κλέψει τον θρόνο του αδελφού της και επικρίθηκε ότι είχε «τη ματαιοδοξία μιας γυναίκας συγγραφέα». Αλλοι επικριτές της, αρνούμενοι να πιστέψουν ότι μια απλή γυναίκα θα μπορούσε να είχε γράψει ένα τέτοιο βιβλίο, ισχυρίστηκαν ότι ο πραγματικός συγγραφέας ήταν ο σύζυγός της.
Ο σεξισμός ήταν εξίσου εμφανής στη στάση του κοινού απέναντι στην Αννα Μορίσι, έφηβη υπηρέτρια μιας εβραϊκής οικογένειας στην Μπολόνια. Το 1858, αφού η Μορίσι ομολόγησε ότι βάπτισε κρυφά τον εξάχρονο γιο τους, Εντγκάρντο, οι εκκλησιαστικές αρχές πήραν το αγόρι για να το αναθρέψουν ως Καθολικό. Αν και ο πραγματικός κακός της ιστορίας ήταν ο Πάπας Πίος Θ’, ο οποίος αρνήθηκε να υποχωρήσει παρά τη διεθνή κατακραυγή, πολλοί έστρεψαν το μίσος τους στην παραπλανημένη νεαρή κοπέλα διασύροντάς τη ως ακόλαστη κλέφτρα, της οποίας η μαρτυρία δεν μπορούσε να είναι αξιόπιστη.
Η ιστορία της Αννας Μορίσι –όπως και πολλές άλλες σε αυτό το ευανάγνωστο βιβλίο, παρατηρεί η Κάθριν Χάρβεϊ στους Times– αποτελεί μια ισχυρή προειδοποίηση ενάντια στην τάση μας να μετατρέπουμε ιστορικές προσωπικότητες σε «poster girls και εργαλεία προπαγάνδας». Ωστόσο, η Ραμίρεζ ολοκληρώνει το «Legenda» με τον ισχυρισμό ότι «όλες οι γυναίκες σε αυτό το βιβλίο ήταν γενναίες –αυτό είναι το κοινό χαρακτηριστικό τους» και προτρέπει τους αναγνώστες να «είναι γενναίοι όπως οι γυναίκες σε αυτό το βιβλίο». Είναι ένα ενοχλητικό και απλοϊκό συμπέρασμα σε ένα κατά τα άλλα πειστικό έργο που αποδεικνύει ότι οι σημαντικές γυναίκες της Ιστορίας αξίζουν κάτι καλύτερο από το να υποβιβάζονται σε ηρωίδες, σχολιάζει, τέλος, η αγγλίδα δημοσιογράφος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
