«Εγκλημα» στο πιάτο: Αργοπεθαίνει η αγρο-παραγωγή, ζητείται νέο μοντέλο
«Εγκλημα» στο πιάτο: Αργοπεθαίνει η αγρο-παραγωγή, ζητείται νέο μοντέλο
Αναζητώντας τις ρίζες του κακού που οδηγούν – απ΄ όσα βλέπουμε μέχρι σήμερα – τον συντηρητικό αγροτικό κόσμο στα άκρα με τους αποκλεισμούς δρόμων, τελωνείων, αεροδρομίων ακόμη και λιμανιών, γεγονότα πρωτόγνωρα για τη γενιά της Μεταπολίτευσης, ανακαλύπτει κανείς διαφορετικές αναγνώσεις του ίδιου προβλήματος.
Την «επιφανειακή», ότι για όλα φταίει το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, η μαζική κλοπή των επιδοτήσεων από κυκλώματα και επιτήδειους που είχαν την πλάτη κυβερνητικών στελεχών για να πλουτίζουν (χωρίς να παράγουν) σε βάρος των έντιμων αγροτών με τους οποίους μοιράστηκαν τον κοινό κουμπαρά της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ).
Την «προφανή» ότι οι αγρότες βρέθηκαν στην ίδια πλευρά (των ηττημένων) με τους καταναλωτές όταν διαπίστωσαν, ειδικά τα τελευταία δύο χρόνια, ότι οι τιμές των δικών τους προϊόντων φτάνουν στα ράφια σε τριπλάσια τιμή από την τιμή που τα αγοράζουν από αυτούς οι έμποροι. Θα πείτε, αυτό δεν συμβαίνει για δεκαετίες ολόκληρες; Όχι ακριβώς. Η ψαλίδα άνοιξε ανάμεσα στην τιμή παραγωγού και την λιανική τιμή τόσο όσο ποτέ άλλοτε με την πληθωριστική έκρηξη και την κερδοσκοπία των σούπερ μάρκετ που ζούμε στην ελληνική απορυθμισμένη αγορά.
Την «πραγματική» ότι οι αγρότες της Θεσσαλίας, πρωτοπόροι των αγροτικών κινητοποιήσεων, δεν αποζημιώθηκαν εδώ και δύο χρόνια για τις καταστροφές του Daniel, πέραν από τις 6.600 ευρώ που πήραν όλοι όσοι έχασαν τα σπίτια τους. Αρκούν, αυτά τα λεφτά, για να ξαναχτίσει κανείς σπίτι και νοικοκυριό, όταν μάλιστα για ένα χρόνο δεν είχε ούτε χωράφι να σπείρει;
Την «μοιρολατρική» ότι κανείς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις θεομηνίες και την «κατάρα» της ευλογιάς που μεταδίδεται εδώ και τρία χρόνια από κοπάδι σε κοπάδι, στους μισούς νομούς της χώρας και το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης οδηγεί τους κτηνοτρόφους στη θανάτωση δεκάδων χιλιάδων αιγοπροβάτων ως έσχατη λύση.
Την «κοινωνικο- πολιτική» που λέει ότι «οι φετινές κινητοποιήσεις είναι και μια μάχη ανάμεσα στην πραγματική παραγωγή της χώρας (πρωτογενή παραγωγή και μεταποίηση) σε σχέση με την παροχή υπηρεσιών (τουρισμός, μεταφορές, ναυτιλία, logistics, εμπόριο)». Με λίγα λόγια είναι μια μάχη ανάμεσα στην πραγματική οικονομία και τη μεταπρατική, που όπως όλοι οι αριθμοί δείχνουν, κερδίζει πόρους (πχ. από το Ταμείο Ανάκαμψης) όταν δεν πήγε ούτε ένα ευρώ στον πρωτογενή τομέα, αυξάνει τις τιμές των προϊόντων για τον καταναλωτή, ανεβάζει τα κέρδη της.
Από τους «βαμβακάδες στους νέους αγρότες…
Τι συμβαίνει όμως στα μπλόκα;
Ποια πραγματικότητα αποτυπώνεται στις εικόνες με τα χιλιάδες τρακτέρ και τα πρόσωπα αγροτών, κτηνοτρόφων, νέων και (λιγότερο) αγροτοσυνδικαλιστών τους οποίους αναγνωρίζαμε τα προηγούμενα χρόνια σε όλες τις κινητοποιήσεις
Όπως μας εξηγούν έγκυρες πηγές από τη Θεσσαλία, γνώστες του αγροτικού προβλήματος,
παρά το γεγονός ότι η βαμβακοκαλλιέργεια υποχωρεί χρόνο με το χρόνο στη χώρα, εντούτοις παρατηρείται το φαινόμενο οι βαμβακοπαραγωγοί να καθορίζουν τις εξελίξεις στο αγροτικό κίνημα και να δίνουν τον τόνο στις κινητοποιήσεις τις τελευταίες τρεις δεκαετίες.
Η συγκυρία και οι τιμές
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι σε χρονιές που έχει χαμηλή τιμή το βαμβάκι, παρατηρούνται και οι πιο μαζικές αγροτικές κινητοποιήσεις.
Πέρα από το 1996 και το 1998 όταν υπερίσχυε το σύνθημα «όλα τα κιλά όλα τα λεφτά» καθώς λόγω υπερπαραγωγής (ή έστω δήλωσης υπερβολικών στρεμμάτων καλλιέργειας) έπεφτε δραματικά η ενίσχυση στο προϊόν, μεγάλη ήταν και η κινητοποίηση το 2008 που οδήγησε στο περιβόητο «πακέτο Χατζηγάκη», όταν εκείνη τη χρονιά κατρακύλησαν οι τιμές του βαμβακιού στα 17 – 18 λεπτά το κιλό, αλλά και οι τιμές των σιτηρών στα 15 – 16 λεπτά.
Έτσι και φέτος, με το βαμβάκι στο χωράφι στα 37 λεπτά, ήταν αναμενόμενο το δυναμικό τμήμα των αγροτών, οι αποκαλούμενοι «βαμβακάδες», να έχουν τον πρώτο λόγο στις κινητοποιήσεις που είναι ίσως οι δεύτερες πιο μαζικές σε ότι αφορά τουλάχιστον τη Θεσσαλία μετά από εκείνες του 1996, αν και εξίσου δυναμικές και μαζικές ήταν το 1998, το 2008 και το 2016.
Μόνο που πλέον στους δρόμους με τα τρακτέρ είναι και νέοι αγρότες, γεωπόνοι, απόφοιτοι σχολών τροφίμων ή και οικονομικών σχολών (μάρκετινγκ κλπ) με μορφωτικό επίπεδο καλύτερο από τους γονείς τους.
Είναι αγρότες σκεπτόμενοι με άποψη και η αντιμετώπισή τους από την πολιτική ηγεσία δεν μπορεί να είναι με συνταγές του παρελθόντος. Η κοινωνία και η αγορά έχει ξεπεράσει τους «πονηρούς πολιτικούς».
Πρόκειται για μια νέα γενιά αγροτών που διαθέτουν (aps) εφαρμογές στα κινητά με καιρικές προγνώσεις ανά ώρα, εφαρμόζουν ευφυή γεωργία και ψεκάζουν τις καλλιέργειες τους με drones…
Αυτοί οι αγρότες δεν μιλούν για «κατώτατες εγγυημένες τιμές» (άσχετα αν αυτό υπάρχει στο πλαίσιο των αιτημάτων τους εθιμοτυπικά), αλλά για ένα μηχανισμό που θα καταγράφει κάθε χρόνο το μέσο κόστος παραγωγής και όταν οι τιμές βρίσκονται πολύ πιο χαμηλά από αυτό, τότε θα ζητά να ενεργοποιούνται κοινοτικοί μηχανισμοί στήριξης του εισοδήματος η αρχή του «de minimis» που ακολουθεί η Ιταλία, ή του μέτρου «23» ή άλλων παρεμβάσεων στήριξης του πρωτογενούς τομέα που εισηγείται και η νέα ΚΑΠ».
Και το εύλογο ερώτημα είναι;
Στη διάρκεια αυτής της κρίσης, ακούστηκε ο αρμόδιος υπουργός ή οι υφυπουργοί του να μιλούν γι΄ αυτά τα προβλήματα και τις τυχόν αποδεκτές λύσεις;
Πλέον είναι σαφές. Στα φετινά μπλόκα δεν υπάρχει μόνο η οργή για τις περικοπές και την καθυστέρηση καταβολής των επιδοτήσεων της ΚΑΠ (λόγω της παράλυσης του ΟΠΕΚΕΠΕ και των ελέγχων της ανέτοιμης να αναλάβει τέτοιο έργο ΑΑΔΕ).
Τα αιτήματα δεν έχουν να κάνουν μόνο με μια επιπλέον ενίσχυση στο βαμβάκι ή το στάρι που γνωρίζουν τα χαμηλότερα επίπεδα τιμών των τελευταίων πέντε ετών, (37 λεπτά το βαμβάκι και 25 το στάρι) αλλά κυρίως με το κόστος παραγωγής, που επηρεάζεται από τις αυξημένες τιμές:
-του ηλεκτρικού ρεύματος, των σπόρων, των λιπασμάτων, των μηχανημάτων, των εργατικών χεριών, αλλά και από το κόστος του νερού άρδευσης.
Όπως είναι γνωστό η μεγαλύτερη επιβάρυνση προήλθε εφέτος, ειδικά στην Ανατολική Θεσσαλία, από το νερό καθώς το 80% των αρδευόμενων εκτάσεων ποτίζονται με γεωτρήσεις.
Συνεπώς αν η κυβέρνηση θέλει να εξομαλυνθεί η κατάσταση θα πρέπει, ασφαλώς, να πείσει ότι προχωρά στη θεσμική εξυγίανση του ΟΠΕΚΕΠΕ μετά τα σκάνδαλα της τελευταίας περιόδου, αλλά κυρίως θα πρέπει να απαντήσει σύντομα πώς θα αποζημιωθούν οι έντιμοι αγρότες οι οποίοι τα τελευταία πέντε χρόνια έπαιρναν λιγότερες επιδοτήσεις από αυτές που δικαιούνται.
Θα πρέπει ακόμη να παρουσιάσει το στρατηγικό σχέδιο για να επιβιώσει η κτηνοτροφία μετά τα τελευταία καίρια πλήγματα που δέχθηκε από τις πλημμύρες και στη συνέχεια από την πανδημία της ευλογιάς των αιγοπροβάτων
Τι θα κάνει με το νερό
Το τρίτο, καίριο ζήτημα, είναι πώς θα εξασφαλιστεί νερό άρδευσης που είναι πολύτιμο για όλη την Ελλάδα, αλλά κρίσιμο για την παραγωγή του Θεσσαλικού κάμπου. Αυτό που ζητείται, αν και δεν το προτάσσουν στα αιτήματα τους οι αγρότες, είναι ένα χρονοδιάγραμμα κατασκευής των έργων εκείνων που δεν έγιναν εδώ και 50 χρόνια όπως είναι τα μεσαία φράγματα του Αχελώου, οι υδατοδεξαμενές στα βουνά της Κρήτης και τα νησιά, και όλων των μεγάλων αρδευτικών παρεμβάσεων γιατί όλοι κατανοούν ότι χωρίς νερό η παραγωγή θα φθίνει. Κανένας αγρότης δεν θα μπορεί, στο ορατό μέλλον, να έχει ανταγωνιστικές καλλιέργειες και να ζήσει από αυτό το δύσκολο επάγγελμα.
Τα λάθη
Μπροστά σε αυτά τα προβλήματα, που είχαν προβλεφθεί εδώ και χρόνια ότι θα ξεσπούσαν, η κυβέρνηση μπορεί να άλλαξε έξι υπουργούς Γεωργίας σε έξι χρόνια, αλλά δεν άλλαξε την προσέγγιση προς τον αγροτικό τομέα.
Σε αυτό το τεράστιο κομμάτι της κοινωνίας, της παραγωγής και της οικονομίας συντηρήθηκαν οι σχέσεις και οι προσεγγίσεις «πελατειακού χαρακτήρα», δεν στηρίχθηκαν ούτε αναπτύχθηκαν συνεργατικές λύσεις με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν συνεταιρισμοί και ο τομέας να εκπροσωπείται από μικρούς αγρότες.
Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης αποδείχθηκε ότι είναι «υποβαθμισμένο», δεν αντιμετώπισε έγκαιρα (στην καλύτερη περίπτωση) εδώ και πέντε χρόνια το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, αν και όλα δείχνουν ότι είναι βαθιά διαβρωμένο κουβαλώντας μέχρι σήμερα τις ίδιες «αμαρτίες» από το παρελθόν.
Ο θρίαμβος των μεσαζόντων
Σε αυτό το τοπίο – εκτός από τους κλέφτες του ΟΠΕΚΕΠΕ – θριαμβεύουν οι μεσάζοντες και οι μεταπράτες. Το αποδεικνύουν οι τιμές από το «χωράφι» και την αγορά του Ρέντη» στο «ράφι» των σούπερ μάρκετ.
Το αποδεικνύει και το γεγονός ότι ενώ κατρακυλούν οι τιμές παραγωγού το Νοέμβριο, στον κατάλογο των 20 προιόντων με τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών που ανέβασαν και πάλι το δείκτη τιμών καταναλωτή στο 2,4% κατά την ΕΛΣΤΑΤ στο 2,8% κατά τη Eurostat στην κορυφή βρίσκονται επτά κατηγορίες τροφίμων(!).
-Πίτες (5,1%), ψάρια νωπά (4%) Ελαιόλαδο (2%) Φρούτα (3,9%), Λαχανικά (3,5%), Μοσχάρι (2,7%), Πουλερικά (2,3%%) =
Κάλλιο αργό, παρά ποτέ
Η κυβέρνηση, έστω και τώρα, θα πρέπει να στραφεί και να προσέξει τον πρωτογενή τομέα με θεσμικές πρωτοβουλίες, νέους χρηματοδοτικούς πόρους, κατευθύνσεις και κυρίως με ειλικρίνεια.
Ο πρωτογενής τομέας απαιτεί εθνικό στρατηγικό σχέδιο υλοποιήσιμο , ρεαλιστικό που να απαντά στις νέες προκλήσεις. Επίσης απαιτεί αναδιάρθρωση καλλιεργειών (με πέρασμα από τις αροτραίες όπως βαμβάκι, σιτάρι που πλέον καθίστανται ζημιογόνες στις δενδρώδεις καλλιέργειες και τα λαχανικά) άρα χρηματοδοτικά σχήματα, επιμονή στο συνεργατισμό (ομάδες παραγωγών, συνεταιρισμοί) γιατί η περίοδος «ο καθένας μόνος του» έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
