705
|

Στον κήπο με τα θηρία

Avatar Γκέλη Βούρβουλη 2 Δεκεμβρίου 2012, 06:02

Στον κήπο με τα θηρία

Avatar Γκέλη Βούρβουλη 2 Δεκεμβρίου 2012, 06:02

Δεν είχα διαβάσει τίποτα για την εποχή της ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία και τα προηγούμενα βιβλία του Έρικ Λάρσον είχαν ενθουσιάσει τα πλήθη κι έτσι βρέθηκα να μαθαίνω για την Γερμανία του 1933 – και να αναρωτιέμαι τι μου θυμίζουν όλα τα φρικτά και τα απαίσια που διαδραματίζονται στις 500 σελίδες του βιβλίου.

Ακούγεται υπερβολική η σύγκριση με το δικό μας σήμερα αλλά δεν νομίζω ότι είναι εύκολο να την αποφύγει κανείς. Ειδικά αν εστιάσει στην κόρη του – εντελώς ανορθόδοξου – πρέσβη που αναγκάστηκε να στείλει ο Ρούσβελτ στη Γερμανία εκείνη την εποχή.  Ο Γουΐλιαμ Ντόντ ήταν ένας ακαδημαϊκός που απείχε απο την τέχνη της διπλωματίας όσο και η Ουάσιγκτον απο το Βερολίνο και η νεαρή και όμορφη κόρη του συγκέντρωνε όλα τα στερεότυπα της αφελούς αμερικανίδας της εποχής της. «Χαλαρών ηθών» για τα δεδομένα της γερμανικής κοινωνίας, έτοιμη να παρασυρθεί απο ξένους ανταποκριτές, ρώσους πράκτορες και σαγηνευτικούς Ναζί, η Μάρθα Ντoντ χρειάστηκε έναν ολόκληρο χρόνο για να συνειδητοποιήσει την σκοτεινή πλευρά της δύναμης που ένωνε τους «νέους και λαμπερούς Γερμανούς» κάτω απο τη σβάστικα.

Το ίδιο πρόβλημα, βέβαια, είχε ο περισσότερος κόσμος εκείνη την εποχή. Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη προσπαθούσαν να συνέλθουν απο τη βαθειά οικονομική κρίση και ο Χίτλερ με την παρέα του δεν ήταν προτεραιότητα για κανέναν. Ακόμα και οι αμερικανοί εβραίοι ήταν διχασμένοι τότε. Απο τη μία εκείνοι που έβλεπαν το εφιαλτικό μέλλον και απο την άλλη εκείνοι που τους θεωρούσαν Κασσάνδρες εκτός πραγματικότητας.

Ανάλογη ήταν και η αντιμετώπιση της οικογένειας Ντoντ στην αρχή. Ο μεν κύριος πρέσβης κρατούσε πολύ μικρό καλάθι σε οποιαδήποτε αρνητική πληροφορία για τον Καγκελάριο και το Κόμμα του, η δε κόρη του ήταν ενθουσιασμένη με το Βερολίνο και τη νεολαία του και δεν είχε κανένα πρόβλημα να υποστηρίζει τους Ναζί σε κάθε σχετική συζήτηση.

Σε μιά εποχή που οι ξένοι ανταποκριτές στη Γερμανία, σχεδόν οι μόνοι που είχαν συνειδητοποιήσει το μέγεθος και το μέλλον του προβλήματος, κατηγορούνταν για υπερβολές και ανακρίβειες όταν ανέφεραν διώξεις και βιαιοπραγίες εναντίον εβραίων και λοιπών μη Αρείων, η κόρη του αμερικανού πρέσβη έτυχε να βρεθεί πολύ νωρίς μπροστά σε μιά τέτοια σκηνή. Κι αυτή ήταν η πιό τρομακτική στιγμή του βιβλίου για μένα.

Τον Αύγουστο του 1933, ένα μήνα μετά την άφιξη της οικογένειας Ντoντ στο Βερολίνο, η Μάρθα, ο αδελφός της και ο ανταποκριτής του Πρακτορείου Χήρστ, Κουέντιν Ρέινολντς, έκαναν βόλτα στους δρόμους της Νυρεμβέργης, όταν έπεσαν πάνω στον δημόσιο εξευτελισμό μιας Γερμανίδας που επέμενε να παντρευτεί τον εβραίο αραβωνιαστικό της. Ήταν η πρώτη φορά που ένας ξένος δημοσιογράφος γινόταν μάρτυρας τέτοιου επεισοδίου – οι μέχρι τότε πληροφορίες ήταν πάντα απο δεύτερο και τρίτο χέρι – και ο Ρέινολντς σκεφτόταν με ποιόν τρόπο θα μπορούσε να στείλει το ρεπορτάζ του χωρίς να περάσει απο τη λογοκρισία των Ναζί. Η Μάρθα Ντoντ, ωστόσο, τον παρακάλεσε να μην γράψει τίποτα. Ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός, του είπε, σίγουρα δεν αντανακλούσε το τι ακριβώς συνέβαινε στη Γερμανία κι αν έγραφε γι' αυτό, θα επισκίαζε την μεγάλη προσπάθεια που γινόταν στη χώρα.

Αυτό ήταν που με κατατρόμαξε. Η απελευθερωμένη κόρη του αμερικανού πρέσβη, που μόλις είχε παρακολουθήσει μιά γυναίκα να περιφέρεται σαν ζώο υπό σφαγήν στους δρόμους, προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό της ότι δεν είδε αυτό που είδε, για να μην χαλάσει την εικόνα της χώρας στην οποία είχε μόλις εγκατασταθεί. Και τον έπειθε χωρίς κανένα πρόβλημα, ως τις 30 Ιουνίου του '34, όταν η συμμορία του Χίτλερ δολοφόνησε μαζικά την εσωτερική "αντιπολίτευση". 

Ο Λάρσον έχει κάνει εξαντλητική έρευνα για αυτό το βιβλίο – και για όλα τα προηγούμενά του, όπως διαβάζω. Η παραμικρή λεπτομέρεια είναι διασταυρωμένη απο δύο και τρείς πηγές, οι βασικότερες των οποίων είναι τα ημερολόγια και τα βιβλία του Ντόντ, της κόρης του και των άλλων κεντρικών πρωταγωνιστών της Ιστορίας. Η δε γραφή του είναι ένας συνδυασμός δημοσιογραφικής "οικονομίας" και μυθιστορηματικής δομής που σε αναγκάζει να μην κλείσεις το βιβλίο πριν το τελειώσεις.

Αν ήμουν πλούσια, θα αγόραζα όλο το τιράζ, θα ντυνόμουν Άγιος Βασίλης και θα μοίραζα τα βιβλία στο Σύνταγμα. Δεν είμαι, όμως κι έτσι θα περιοριστώ να το χαρίσω σε φίλους και γνωστούς – κι ελπίζω να μου κάνουν καμιά καλύτερη τιμή στη ντουζίνα.

"Στον κήπο με τα θηρία", Έρικ Λάρσον (Μεταίχμιο).
 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News